«Η αναστολή της αναγνώρισης των διαπιστεύσεων που παρέχει το ΕΣΥΔ, ουσιαστικά σημαίνει ένα GREXIT των ελληνικών προϊόντων και υπηρεσιών από το ευρωπαϊκό σύστημα διαπίστευσης» επεσήμανε ο ειδικός αγορητής του Ποταμιού Σπύρος Δανέλλης, στο πλαίσιο της συζήτησης του νομοσχεδίου «Σύσταση Ν.Π.Ι.Δ. με την επωνυμία «Εθνικό Σύστημα Διαπίστευσης» και άλλες διατάξεις» του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης.
Ο βουλευτής Ηρακλείου, επιρρίπτοντας ευθύνες στη σημερινή κυβέρνηση είπε, πως για άλλη μία φορά νομοθετούμε κυριολεκτικά με την πλάτη στον τοίχο, αφού στις 25 και 27 Απριλίου του 2017, αναμένεται να αποφασιστεί η αναστολή της αναγνώρισης όλων των διαπιστεύσεων που παρέχει το ΕΣΥΔ, αν δεν υπάρξει συμμόρφωση.
Κλείνοντας, ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του Ποταμιού υπογράμμισε πως η ιστορία του ΕΣΥΔ, αφενός αποδεικνύει τις διαχρονικές ευθύνες μιας σειράς κυβερνήσεων, ενώ αφετέρου καταδεικνύει πως η όποια «μεταρρύθμιση» δεν μπορεί να συμβαίνει ερήμην των Ευρωπαϊκών κανονισμών και κανόνων.
Δείτε το βίντεο της ομιλίας εδώ:
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο:
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι.
Το νομοθετικό έργο της Βουλής, αμέσως μετά το Πάσχα, ξεκίνησε με ένα νομοσχέδιο που αφορά τη σύσταση Ν.Π.Ι.Δ., με την επωνυμία «Εθνικό Σύστημα Διαπίστευσης».
Ή πιο σωστά, ξεκινήσαμε με την επανασύσταση ενός άκρως χρήσιμου για την Ελληνική οικονομία και πρωτίστως για τις εξαγωγές της, Οργανισμού, που εμείς οι ίδιοι είχαμε υποτίθεται «μεταρρυθμίσει», συγχωνεύοντάς τον με άλλους Οργανισμούς και δομές, που εν τέλει αποδείχθηκαν ασύμβατοι.
Η ιστορία:
Το 2011, υπό την πίεση της άμεσης αναδιοργάνωσης της κρατικής μηχανής, κατόπιν της Συμφωνίας μας με τους Εταίρους, ιδιωτική εταιρεία με κονδύλια του ΕΣΠΑ, μετά από σχετική μελέτη είχε καταρτίσει μία πρώτη λίστα 255 οργανισμών, που θα έπρεπε να συγχωνευτούν ή να καταργηθούν.
Η περίφημη λίστα Πάγκαλου.
Στόχος, η μείωση του ξεχειλωμένου από την πενταετία Καραμανλή δημοσίου και ο περιορισμός των λειτουργικών εξόδων του.
Ακολούθως, το 2013 η κυβέρνηση Σαμαρά, θέλοντας να στείλει μήνυμα προς αυτή την κατεύθυνση στους δανειστές, συνέχισε βιαστικά και χωρίς ίχνος επανασχεδιασμού και επανεξέτασης των πραγματικών αναγκών, το προϋπάρχον πρόγραμμα καταργήσεων και συγχωνεύσεων δημοσίων οργανισμών.
Το αποτέλεσμα;
Μαζί με «τα ξερά κάηκαν και τα χλωρά».
Έτσι, στο πλαίσιο των παραπάνω συγχωνεύσεων δημιουργήθηκε το Εθνικό Σύστημα Υποδομών Ποιότητας, το ΕΣΥΠ, στο οποίο εντάχθηκαν ο ΕΣΥΔ, ο Ελληνικός Οργανισμός Τυποποίησης, ο ΕΛΟΤ, και το Εθνικό Ινστιτούτο Μετρολογίας, το ΕΙΜ.
Η συγχώνευση πραγματοποιήθηκε, παρότι ο Ευρωπαϊκός Φορέας Διαπίστευσης είχε σοβαρές αντιρρήσεις και ενστάσεις περί του ασυμβιβάστου των τριών οργανισμών.
Συγκεκριμένα, η Ευρωπαϊκή Συνεργασία για τη Διαπίστευση (European co-operation for Accreditation – EA) είχε επισημάνει πως με βάση τον Κανονισμό 765/2008, ο ΕΣΥΔ πρέπει να έχει πλήρη διάκριση και ανεξαρτησία των δραστηριοτήτων διαπίστευσης που παρέχει.
Με απλά λόγια, το 2013 η ελληνική Βουλή νομοθέτησε «μεταρρυθμιστικά» - μη μεταρρυθμίζοντας ωστόσο – αφού παραβίασε ευθέως την Κοινοτική Νομοθεσία για τον καθορισμό των απαιτήσεων διαπίστευσης και εποπτείας της αγοράς.
Φυσικό αποτέλεσμα των παραπάνω, ήταν η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Διαπίστευσης να ζητήσει ακόμη πιο έντονα την διασφάλιση της αυτοτέλειας του ΕΣΥΔ, προκειμένου να συμβαδίζει με τα ευρωπαϊκά πρότυπα.
Το περιθώριο που είχαμε για συμμόρφωσή προς την κοινοτική Οδηγία ήταν έως τις 28 Φεβρουαρίου του 2017 και αφού το «αγνοήσαμε» στην συνεδρίαση στις 25 και 27 Απριλίου του 2017, αναμένεται να αποφασιστεί η αναστολή της αναγνώρισης όλων των διαπιστεύσεων που παρέχει το ΕΣΥΔ, αν δεν υπάρξει συμμόρφωση.
Και εδώ ακριβώς είναι το σημείο, όπου έγκειται η ευθύνη της σημερινής Κυβέρνησης.
Γιατί πρέπει να είμαστε ακριβοδίκαιοι.
Η Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, ευθύνεται μόνον για τα δύο τελευταία χρόνια.
Όμως το πρόβλημα δεν διαπιστώθηκε τα δύο τελευταία χρόνια, αλλά αντίθετα μας ακολουθεί, τουλάχιστον, εννέα χρόνια!
Η «περιπέτεια» του Εθνικού Συστήματος Διαπίστευσης, που έφτασε στο σημείο να επαπειλείται η ίδια η ύπαρξή του, μας προσφέρει μια ευκαιρία.
Μια ευκαιρία αυτοπαρατήρησης της λειτουργίας του πολιτικού μας συστήματος, που πεισματικά αρνούμαστε, και είναι ωστόσο πλέον, επιτακτική.
Μια ευκαιρία αναζήτησης των λόγων της κακοδαιμονίας και των χρόνιων παθογενειών του σπασμωδικού τρόπου, με τον οποίο νομοθετούμε, χάριν της κατά περίπτωσης συγκυρίας, πίεσης ή ρητορικής.
Μια ευκαιρία, να αντιληφθούμε το πώς αντιμετωπίζουμε τις υποχρεώσεις μας, σε σχέση με την ευρωπαϊκή πραγματικότητα, σε σχέση με το κοινό μας ευρωπαϊκό σπίτι και με τους κανόνες που συν-διαμορφώνουμε ή οφείλουμε να συν-διαμορφώνουμε, με τους εταίρους μας.
Και τα αναφέρω όλα αυτά, γιατί το ζήτημα του ΕΣΥΔ δεν μας ήρθε ουρανοκατέβατο.
Αντίθετα, το γνωρίζαμε ήδη από το 2008 και το 2013 επιλέξαμε να το αγνοήσουμε, παρότι ήταν φανερό πως υπήρχε πρόβλημα συμβατότητας με τις ευρωπαϊκές μας υποχρεώσεις.
Αλλά ποιες θα είναι οι ακριβείς συνέπειες του να αποσύρει η Ευρωπαϊκή Συνεργασία για τη Διαπίστευση την αναγνώριση της, στον αντίστοιχο ελληνικό Οργανισμό;
Τι διακυβεύεται για την ελληνική οικονομία και κυρίως για τις ήδη προβληματικές ελληνικές εξαγωγές;
Αυτό που ουσιαστικά διακυβεύεται, είναι ένα GREXIT των ελληνικών προϊόντων και υπηρεσιών από το ευρωπαϊκό σύστημα διαπίστευσης.
Και αυτό, εμείς στο «ΠΟΤΑΜΙ», το είχαμε εγκαίρως επισημάνει, με σχετική μας ερώτησή μας προς τον Υπουργό Οικονομίας και Ανάπτυξης.
Γιατί δεν ξέρω αν έχει γίνει κατανοητό από όλους, το εύρος των υπηρεσιών και των προϊόντων που εξαρτώνται από την ύπαρξη ή όχι και από την ίδια την λειτουργία του Εθνικού Συστήματος Διαπίστευσης.
Συγκεκριμένα.
Στην απευκταία περίπτωση αναστολής της αναγνώρισης του Ε.ΣΥ.Δ, από τον αντίστοιχο ευρωπαϊκό οργανισμός, όλοι οι φορείς και τα εργαστήρια, που έχουν λάβει πιστοποίηση από αυτόν, θα πρέπει να στραφούν προς άλλους αντίστοιχους φορείς ευρωπαϊκών χωρών, προκειμένου να συνεχίσουν να λειτουργούν απρόσκοπτα και χωρίς αμφισβήτηση για την ποιότητα και την ασφάλεια των υπηρεσιών που παρέχουν, επωμιζόμενοι βέβαια και το κόστος.
Κατά δεύτερον, δημιουργούνται παράπλευρες και σοβαρές απώλειες, όχι μόνο στον τομέα των εξαγωγών, όπως προανέφερα, αλλά και στην παροχή υπηρεσιών στην υγεία, αλλά και στον τουρισμό.
Και αυτό επειδή καταργείται η διεθνής αναγνώριση των κάθε λογής εργαστηρίων από τον ΕΟΦ και το Γενικό Χημείο του Κράτους, έως και τα εργαστήρια των Υπουργείων Αγροτικής Ανάπτυξης και Υγείας, των νοσοκομείων, των Πανεπιστημίων, αλλά και των ιδιωτών.
Τίθεται δηλαδή εν αμφιβόλω, η ασφάλεια όλων των εργαστηρίων στον τομέα της υγείας.
Και αυτό για το ευρύ κοινό σημαίνει πως πρόβλημα θα αντιμετωπίσουν σε διαπιστευμένα εργαστήρια νοσοκομείων, όπως ο Ευαγγελισμός, ο Άγιος Σάββας κ.λ.π.
Σε σχέση με τον τουρισμό, πρόβλημα δημιουργείται, καθώς δεν θα υπάρχει αξιόπιστη κατάταξη των ξενοδοχειακών μονάδων και των υπηρεσιών τους στις διεθνώς αναγνωρισμένες κατηγορίες - οι γνωστές σημάνσεις με τα κλειδιά και τα αστέρια.
Τρίτον, θα έχουμε επιπτώσεις και σε έναν κλάδο από τον οποίο προσδοκούμε πολλά, αυτόν του αγροδιατροφικού τομέα, καθώς οι εξαγωγές αγροτικών προϊόντων δεν θα μπορούν να έχουν αξιόπιστα πιστοποιητικά.
Ενδεικτικά, θα δημιουργηθούν προβλήματα στους εξαγωγείς π.χ. του ελαιολάδου, από την στιγμή που δεν θα μπορούν να πιστοποιήσουν την ποιότητα των προϊόντος τους και αυτό επεκτείνεται εκτός των άλλων και στους παραγωγούς - εξαγωγείς λαχανικών, που δεν θα μπορούν να συνοδεύσουν τα προϊόντα τους με αναγνωρισμένα πιστοποιητικά για την ύπαρξη ή μη υπολειμμάτων φυτοφαρμάκων.
Επιπλέον, δεν θα είναι δυνατή η πιστοποίηση της ασφάλειας των προϊόντων με το σήμα CE από τους ελληνικούς φορείς.
Παραδείγματος χάρη, οι Έλληνες βιοτέχνες παιχνιδιών δεν θα μπορούν να εξασφαλίσουν το πιστοποιητικό CE για την ασφάλεια του εμπορεύματός τους εκτός Ελλάδας, αφού το σχετικό σήμα από τις ελληνικές αρμόδιες αρχές δεν θα τυγχάνει αναγνώρισης εκτός των ελληνικών συνόρων.
Ακόμη, η ελληνική βιομηχανία χωρίς τα αναγκαία πιστοποιητικά δεν θα έχει πρόσβαση στις διεθνείς αγορές και συμβάσεις, όπως η αγορά αερίων ρύπων για τη ΔΕΗ, τα διυλιστήρια κ.λ.π.
Πρόβλημα θα έχουμε και στο σύστημα πιστοποίησης γνώσεων πληροφορικής και δεξιοτήτων χρήσης ηλεκτρονικών υπολογιστών, αλλά και σε άλλα δεδομένα για εμάς προϊόντα και υπηρεσίες που έχουν να κάνουν με τον έλεγχο των παιδικών χαρών, την εγκατάσταση φωτοβολταϊκών συστημάτων κ.ο.κ.
Και αναφέρομαι σε όλες αυτές τις υποπεριπτώσεις γιατί, νομίζω, ότι η «περιπέτεια» του ΕΣΥΔ και των συνδεδεμένων με αυτόν λειτουργιών, προσφέρεται κατεξοχήν για να μας προβληματίσει σε σχέση με την αντιμετώπιση ζωτικών ζητημάτων που μας απασχολούν και κυρίως προσφέρεται για ένα μάθημα αυτογνωσίας.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι.
Σήμερα, την τελευταία κυριολεκτικά στιγμή, ερχόμαστε να θεσμοθετήσουμε την εκ νέου απόσχιση του Εθνικού Οργανισμού Διαπίστευσης από το Εθνικό Σύστημα Υποδομών Ποιότητας ως αυτόνομου, πλέον, φορέα.
Με το νομοσχέδιο συνίσταται ΝΠΙΔ, με την επωνυμία Εθνικό Σύστημα Διαπίστευσης, το οποίο ανήκει στον ευρύτερο δημόσιο τομέα και εποπτεύεται από τον Υπουργό Οικονομίας και Ανάπτυξης.
Στον φορέα πλέον εντάσσεται η αυτοτελής λειτουργική ομάδα με την επωνυμία Εθνικό Σύστημα Διαπίστευσης, η οποία θα αποσπαστεί από το Εθνικό Σύστημα Υποδομών Ποιότητας, το ΕΣΥΠ, στο οποίο είχε ενταχθεί με το ν. 4109/2013.
Το ΕΣΥΔ θα διοικείται από επταμελές συμβούλιο ενώ το προσωπικό που σήμερα ανήκει οργανικά στην αυτοτελή λειτουργική ομάδα στο πλαίσιο του ΕΣΥΔ, θα μεταφερθεί στο νέο ΝΠΙΔ.
Συνοψίζοντας και κλείνοντας την τοποθέτησή μου:
Θα πρέπει επιτέλους να αφήσουμε στην άκρη τις υποκριτικές προσεγγίσεις.
Τις μεταθέσεις ευθυνών μεταξύ διαδοχικών κυβερνήσεων και όλων αυτών των επιφανειακών μικροπολιτικών τακτικών, στις οποίες αρέσκεται να επιδίδεται και να αναλώνεται το πολιτικό μας σύστημα.
Ας εστιάσουμε στο σημερινό απλό παράδειγμα του ΕΣΥΔ:
Γιατί έπρεπε να περιμένουμε εννέα ολόκληρα χρόνια και έξι διαδοχικές κυβερνήσεις, ώστε να αντιληφθούμε πως βρεθήκαμε για μια ακόμα φορά με την «πλάτη στον τοίχο», χωρίς να έχουμε αντιληφθεί την ασυμβατότητα των εδώ κινήσεών μας;
Γιατί ακόμη και σήμερα νομοθετούμε χωρίς ορατά χρονοδιαγράμματα εφαρμογής των διατάξεων, όπως είχα αναφέρει και στην επί των άρθρων συνεδρίαση της Επιτροπής;
Για πόσο καιρό θα ανεχόμαστε τις χρόνιες παθογένειές μας, αντί να τις κοιτάξουμε κατάματα;
Αντί να τις αντιμετωπίσουμε πρακτικά;
Η ιστορία αποδεικνύει πως και για το ΕΣΥΔ, οι ευθύνες δεν βαρύνουν μόνο τη σημερινή κυβέρνηση, αλλά και πολλές από τις προηγούμενες.
Αποδεικνύει, επίσης, πως η όποια «μεταρρύθμιση» δεν μπορεί να συμβαίνει ερήμην των Ευρωπαϊκών κανονισμών και κανόνων.
Όμως, κυρίως αποδεικνύει πως η «μείωση του δημοσίου» και η «μεταρρύθμιση του κράτους», που βρίσκονται στο κέντρο της δημόσιας συζήτησης, σε όλη τη διάρκεια των χρόνων των μνημονίων, δεν μπορεί να γίνεται, με σπασμωδικές κινήσεις, αλλά αντίθετα με σοβαρότητα, σχέδιο και ουσιαστική υιοθέτησή τους από πλευράς μας.
Ευχαριστώ.