2 Αυγούστου, 2017

«Με κλήρωση οι σημαιοφόροι; Γιατί όχι και οι Υπουργοί;»

Τοποθέτηση του βουλευτή Σπύρου Δανέλλη στην ολομέλεια για την Πρωτοβάθμια περίθαλψη

Δυο θέματα επικαιρότητας έθιξε στην ομιλία του στο Ν/Σ για την Πρωτοβάθμια Περίθαλψη του Υπουργείου Υγείας, ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του Ποταμιού Σπύρος Δανέλλης, σχετικά με την κρίση που σοβεί μεταξύ Δικαιοσύνης και Κυβέρνησης, όπως και για το Προεδρικό Διάταγμα για την κλήρωση πλέον των σημαιοφόρων στις παρελάσεις και όχι την επιλογή τους από τους αριστούχους της κάθε τάξης.

«Στη χώρα μας, η κρίση μεταξύ Κυβέρνησης και Δικαιοσύνης είναι αδιανόητη. Δημόσια κριτική δικαστικών αποφάσεων δικαιούται να κάνει κάθε πολίτης και προφανώς κάθε πολιτικός. Το να εκφράζει όμως μονίμως την δυσαρέσκεια της η κυβέρνηση για κάθε δικαστική απόφαση που την ενοχλεί, είναι θεσμικά απαράδεκτο» τόνισε σε σχέση με το πρώτο ζήτημα ο βουλευτής Ηρακλείου.

Παράλληλα συμπλήρωσε όμως πως ο με θρησκευτική ευλάβεια σεβασμός στην διάκριση των εξουσιών, δεν μπορεί παρά να είναι αμφίπλευρος. Το διάγγελμα προ ημερών του Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, ανήμερα μάλιστα της επετείου αποκατάστασης της Δημοκρατίας, ενδεδυμένου με την τήβεννο, είναι πολλαπλά και κυρίως θεσμικά προβληματικό. Είναι άλλο πράγμα οι παρεμβάσεις των δικαστικών Ενώσεων ή των δικηγορικών Συλλόγων και άλλο πράγμα η δραματικοποιημένη δημόσια παρέμβαση του Προέδρου του ΣτΕ, με σαφές αντι-κυβερνητικό πρόσημο».

Δείτε το βίντεο:

Διαβάστε ολόκληρη την ομιλία:

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι.
Η κρίση ρόλων μεταξύ των δύο εξουσιών, της εκτελεστικής και της δικαστικής, φαίνεται ότι καλά κρατεί.
Μόλις εχθές.
Καταδικαστική απόφαση για τον Ανδρέα Γεωργίου, ύστερα από αναίρεση της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών, την ίδια στιγμή που ασκούνται αναιρέσεις από την Εισαγγελία του Αρείου Πάγου, κατά της αθωωτικής απόφασης για τον Γκίκα Χαρδούβελη.
Είχαμε επίσης και αναίρεση από την Εισαγγελία του Αρείου Πάγου, κατά του απαλλακτικού βουλεύματος για την Κατερίνα Σαββαϊδου.
Δόγμα:
Η διάκριση των εξουσιών αποτελεί το θεμελιακό χαρακτηριστικό της πραγματικής Δημοκρατίας.
Τα ποικιλώνυμα αυταρχικά καθεστώτα ανά τον κόσμο - που μπορεί να αυτοαποκαλούνται δημοκρατίες - δοκιμάζονται σε αυτό ακριβώς το χαρακτηριστικό.
Αυτό το χαρακτηριστικό, δυστυχώς, ξεπέρασε τα όρια του αναπτυσσόμενου και του τρίτου κόσμου.
Εκτροπές πρωτοφανείς, όπως αυτές που εμφανίζονται στην Ουγγαρία, και εντονότερα στην Πολωνία σήμερα, μπορεί να ερμηνεύονται από την έλλειψη ιστορικά δημοκρατικής κουλτούρας στην διακυβέρνηση των χωρών αυτών, δεν μπορούν όμως να γίνουν αποδεκτές από την Ευρωπαϊκή οικογένεια.
Στη χώρα μας όμως, η κρίση μεταξύ κυβέρνησης και δικαιοσύνης είναι αδιανόητη.
Δημόσια κριτική δικαστικών αποφάσεων δικαιούται να κάνει κάθε πολίτης και προφανώς κάθε πολιτικός.
Το να εκφράζει όμως μονίμως την δυσαρέσκεια της η κυβέρνηση για κάθε δικαστική απόφαση που την ενοχλεί, είναι θεσμικά απαράδεκτο.
Και δεν αποτελεί δικαιολογία η αναφορά στις πρακτικές της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ του χθες, γιατί μην ξεχνάμε το φαινόμενο της παρεμβατικότητας στην Δικαιοσύνη προφανώς δεν είναι τωρινό.
Η μόλις προ ημερών φράση του κ. Πρωθυπουργού ότι «η Δικαιοσύνη είναι ανεξάρτητη, αλλά όχι ανεξέλεγκτη», ισχύει.
Όμως είναι συνταγματικά ανεπίτρεπτο να θεωρεί η κυβέρνηση ότι είναι αυτή που θα την ελέγξει.
Από την άλλη πλευρά, ο με θρησκευτική ευλάβεια σεβασμός στην διάκριση των εξουσιών, δεν μπορεί παρά να είναι αμφίπλευρος.
Το διάγγελμα προ ημερών του Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, ανήμερα μάλιστα της επετείου αποκατάστασης της Δημοκρατίας, ενδεδυμένου με την τήβεννο, είναι πολλαπλά και κυρίως θεσμικά προβληματικό.
Είναι άλλο πράγμα οι παρεμβάσεις των δικαστικών Ενώσεων ή των δικηγορικών Συλλόγων και άλλο πράγμα η δραματικοποιημένη δημόσια παρέμβαση του Προέδρου του ΣτΕ.
Η δίκην μπρα-ντε-φερ, κίνηση της Εισαγγελέως του Άρειου Πάγου κ. Δημητρίου, για αναίρεση δεύτερη φορά του βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών, σε σχέση με την αθώωση του πρώην Προέδρου της ΕΛΣΤΑΤ κ. Γεωργίου, συνιστούσε πολιτική κι όχι δικαστική πράξη.
Διότι ουσιαστικά αυτή η αναίρεση αποτελούσε πολιτική απάντηση, ενός πολύ συγκεκριμένου τμήματος του δικαστικού σώματος, στη διευθέτηση του προαπαιτούμενου για το κλείσιμο της τελευταίας αξιολόγησης.
Με το χθεσινό επεισόδιο Γεωργίου, έχουμε την καταδίκη του, όχι για την πολυσυζητημένη συνωμοσιολογική κατηγορία για παραποίηση των στοιχείων της ΕΛΣΤΑΤ, ώστε να οδηγηθεί η χώρα σε μνημονιακή κηδεμονία, αλλά γιατί δεν ενημέρωσε το Δ.Σ. της ΕΛΣΤΑΤ για την αποστολή ων στοιχείων στην Eurostat!
Δευτερεύουσας, αλλά όχι ήσσονος σημασίας θέμα: τα δικαστικά έξοδα για αυτό το επεισόδιο, αλλά και όσα ακολουθήσουν, θα φορτωθούν στην καμπούρα του Έλληνα φορολογούμενου - όπως προχθές ψηφίσαμε εδώ…
Η κυβέρνηση και ο κ. Πρωθυπουργός, τώρα αντιλαμβάνονται, πως άνοιξαν τον ασκό του Αιόλου.
Οι πολιτικές παρεμβάσεις της τότε Προέδρου Του Αρείου Πάγου, με τις αντιμνημονιακές επιστολές της προς την Κομισιόν και τους ευρωπαίους ομολόγους της παλαιότερα, βόλευαν και εξυπηρετούσαν τις πολιτικές επιλογές της Κυβέρνησης.
Σήμερα, όλα αυτά τα βρίσκουν μπροστά τους.
Όμως, αυτό δεν μπορεί να συνεχιστεί.
Ο τρόπος εκλογής της ηγεσίας της Δικαιοσύνης είναι ένα βασικό εργαλείο, για το κόψιμο του ομφάλιου λώρου μεταξύ εκτελεστικής και δικαστικής εξουσίας.
Στην συνταγματική αναθεώρηση που έχουμε μπροστά μας, θα έχουμε μια ευκαιρία.
Οι παραλογισμοί, οι ιδεοληψίες, οι εμμονές και το μπέρδεμα των ρόλων, δεν κοστίζουν μόνο στη λειτουργία της Δημοκρατίας, δεν έχουν μόνο πολιτικό κόστος, αλλά και οικονομικό.
Ας καταλάβουν και οι αιώνιοι επαναστάτες, με η χωρίς αιτία, ότι δεν είναι θέμα ούτε της Βουλής ούτε της κυβέρνησης, η Ηριάννα και η κάθε Ηριάννα.
Αντιθέτως, η διάκριση των εξουσιών και μόνο, εγγυάται την ελευθερία του καθενός.

Στον απόηχο του χθεσινού νομοσχεδίου για την Παιδεία τώρα.
Σε χθεσινό ΦΕΚ δημοσιεύτηκε Π.Δ. με αριθμό 79, που στο αρθρ. 3, παρ.5 ορίζει ότι σημαιοφόροι, παραστάτες και υπεύθυνοι για την κατάθεση στεφάνων επιλέγονται με κλήρωση, ανάμεσα στο σύνολο των μαθητών της τάξης!
Λαμπρή ιδέα!
«Ισότητα» παντού.
«Ισότητα» που «απελευθερώνει»…
Να κάνει ο Πρωθυπουργός τον επόμενο ανασχηματισμό της κυβέρνησης, με κλήρωση μεταξύ των μελών της κοινοβουλευτικής του ομάδας.
Και οι βουλευτές να κληρωνόμαστε από τις τοπικές κοινωνίες…
Μπερδεύετε την ισότητα με την ισοπέδωση.
Και κάτι ακόμη.
Πιο σοβαρό.
Τι μαθαίνουν τα παιδιά βιωματικά από όλη τη διαδικασία της κλήρωσης;
Η τύχη καθορίζει τα πράγματα.
Χρειάζεται τύχη στη ζωή για να πετύχεις.
Και όχι μόνο προσπάθεια.
Σωστά για κοινωνίες μη αξιοκρατικές.
Και δυστυχώς η Ελλάδα είναι μια από αυτές.
Αντί να προσπαθείτε να φέρετε την αξιοκρατία παντού, υποκύπτετε στο λάθος να μαθαίνετε στους αυριανούς πολίτες πως η αξιοκρατία είναι μια ουτοπία.
Θλιβερή παραδοχή, ιδίως για ένα κόμμα της Αριστεράς...

Περνώ στο νομοσχέδιο τώρα.
Ξεκινώ με την παρατήρηση πως πέρα από τις ενδεχομένως καλές προθέσεις του δεν είναι ολοκληρωμένο νομοθετικά, τουλάχιστον σε πρωτογενές επίπεδο.
Και δεν είναι ολοκληρωμένο καθώς απαιτούνται 75 Υπουργικές Αποφάσεις (ΥΑ) και 10 Κοινές Υπουργικές Αποφάσεις (ΚΥΑ), προκειμένου να υλοποιηθούν πολλές από τις διατάξεις του!
Και αυτό αποτελεί κακή νομοθέτηση.
Όπως κακή νομοθέτηση αποτελεί το να φέρνει ο ίδιος ο Υπουργός που εισηγείται το νομοσχέδιο, τροπολογία, με την οποία συμπληρώνει τον τρόπο λειτουργίας των ίδιων των δομών που θεσμοθετεί στο κυρίως σώμα του σχεδίου νόμου.
Αναφέρομαι στην τροπολογία 1200/83 και ημερομηνία 31.7.2017, που αφορά τον «Καθορισμό του τρόπου λειτουργίας των Τοπικών Ομάδων Υγείας», με την οποία για να εξασφαλιστεί η εύρυθμη λειτουργία των ΤΟΜΥ απαιτείται επιπλέον Υπουργική Απόφαση του αρμόδιου Υπουργού!
Καφκικός νομοθετικός δαίδαλος.
Απόλυτος νεοελληνικός νομοθετικός σουρεαλισμός.
Πέρα από αυτά, το σοβαρό ζήτημα παραμένει.
Ο χρόνος υλοποίησης των όσων συζητούμε σήμερα, χάνεται κάπου στο μέλλον.
Και ο χρόνος υλοποίησης είναι ιδιαίτερα σημαντικός αφού για τα 4 πρώτα χρόνια προβλέπεται χρηματοδότηση των δομών που θεσμοθετούνται από το ΕΣΠΑ.
Και δυστυχώς, ο χρόνος ανταπόκρισης των Υπουργείων σε σχέση με την δευτερογενή νομοθεσία είναι συνήθως αντιστρόφως ανάλογος με τις απαιτήσεις του ΕΣΠΑ.
Και σας θυμίζουμε ότι οι κοινωνικές δομές (Βοήθεια στο Σπίτι, ΚΗΦΗ, κτλ) υποτίθεται πως θα στηρίζονταν βραχυπρόθεσμα από τους κοινοτικούς πόρους.
Δεν στάθηκαν ποτέ στα πόδια τους όμως, με μύρια όσα προβλήματα, που μας ακολουθούν μέχρι σήμερα.
Ένα άλλο χαρακτηριστικό του νομοσχεδίου είναι ο εμφανής υπουργοκεντρισμός του.
Είναι πως και αυτό δεν ξεφεύγει από τη νόρμα, που ακολουθεί η Κυβέρνηση στα περισσότερα νομοσχέδια, που τελικά δίνουν υπερεξουσίες στους Υπουργούς.
Γιατί;
Σήμερα υπάρχουν εργαλεία που προωθούν και μπορούν να υποστηρίξουν την ιδέα της αποκέντρωσης περισσότερο από ποτέ, με αποτελεσματικότητα και διαφάνεια.
Νομίζω ότι πολλά μπορούν να διορθωθούν άμεσα κ. Υπουργέ, προκειμένου τα θετικά τα οποία προβλέπονται στον Ν/Σ να «περπατήσουν», τα δε προβληματικά να αναθεωρηθούν.
Ευχαριστώ.