Τις επιφυλάξεις του για την εφαρμοσιμότητα και βιωσιμότητα του μοντέλου που προωθεί η Κυβέρνηση για την οργάνωση της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας (Π.Φ.Υ.), εξέφρασε ο Γραμματέας Κοινοβουλευτικού Έργου και βουλευτής Αττικής του Ποταμιού Γιώργος Μαυρωτάς, κατά τη συζήτηση στην Ολομέλεια του σχετικού σχεδίου νόμου.
Εστίασε στη σημασία των κριτηρίων για τη στελέχωση καθότι αυτά απουσιάζουν στις περιπτώσεις της Επιτροπής Σχεδιασμού και Συντονισμού για την Π.Φ.Υ. και του Προέδρου της Διοικούσας Επιτροπής Τομέα Π.Φ.Υ, ενώ επεσήμανε και το φαινόμενο πολλών διατάξεων για παρατάσεις προθεσμιών. Κατέγραψε ότι προκειμένου να εφαρμοσθούν όσα προβλέπονται στο σχέδιο νόμου, θα χρειαστούν περισσότερες από 70 εξουσιοδοτικές διατάξεις για Υπουργικές Αποφάσεις. Θεώρησε θετικό το μέτρο του Ατομικού Ηλεκτρονικού Φακέλου Υγείας, προτείνοντας τη θέσπιση ηλεκτρονικής υπογραφής ιατρών στην ηλεκτρονική συνταγογράφηση ώστε να μην υπάρχει σπατάλη σε χαρτί.
Έθιξε επίσης το θέμα της ελεύθερης επιλογής ιατρών και της διαδικασίας παραπομπής που ορίζονται ασαφώς στο νομοσχέδιο. Αναφερόμενος στις δεδομένες επιφυλάξεις της Επιστημονικής Υπηρεσίας της Βουλής, ζήτησε διευκρινίσεις από τον Υπουργό για το εάν κίνητρα παρόμοια με τα όσα εισάγονται για τους υπηρετούντες στο Γ.Ν. Θήρας, ισχύουν και για τις λοιπές νησιωτικές/απομακρυσμένες/παραμεθόριες περιοχές.
Παρουσίασε την τροπολογία που κατέθεσε το Ποτάμι, περί εξαίρεσης των ορφανών φαρμάκων (φάρμακα για σπάνιες παθήσεις) και παραγώγων αίματος από τη διαδικασία του μηχανισμού αυτόματης επιστροφής για τη φαρμακευτική δαπάνη (claw back)
Ολοκληρώνοντας, διαπίστωσε πως η Π.Φ.Υ. είναι ο ακρογωνιαίος λίθος κάθε συστήματος υγείας, για αυτό και σε χώρες, όπως η Ελλάδα όπου επικρατεί νοσοκομειοκεντρικό σύστημα, απαιτείται αλλαγή παραδείγματος. Συνέχισε λέγοντας ότι αυτό δεν καλύπτεται από το παρόν σχέδιο νόμου το οποίο περιλαμβάνει λίγα στοιχεία περί Π.Φ.Υ. και σκόρπιες διατάξεις, εκκρεμότητες και διευθετήσεις του παρελθόντος. Έκρινε πως η παροχή υπηρεσιών υγείας καλής ποιότητας στο σύνολο του πληθυσμού απαιτεί συνέργειες κρατικού και ιδιωτικού τομέα, η Κυβέρνηση όμως μεροληπτεί υπέρ του κρατικού, χωρίς να μπορεί να υποστηρίξει οικονομικά τις προθέσεις της.
Δείτε το βίντεο:
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της ομιλίας:
Ευχαριστώ, κυρία Πρόεδρε.
Να ξεκινήσω λέγοντας ότι ο Υπουργός είχε την ευγενή καλοσύνη να μας καλέσει στο γραφείο του την περασμένη Δευτέρα για μια παρουσίαση στοιχείων του νομοσχεδίου από τους υπηρεσιακούς παράγοντες που έχουν εργαστεί πάνω στο θέμα της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας. Ήταν τα πρώτα 25 άρθρα του νομοσχεδίου.
Ήταν καλό αυτό. Βέβαια, καλό θα ήταν να είχε γίνει και αυτό το πράγμα νωρίτερα, δηλαδή όχι στη μέση της κοινοβουλευτικής διαδικασίας μεταξύ Επιτροπών και Ολομέλειας. Η διαβούλευση είχε τελειώσει στις 2 Μαΐου του 2017 και είναι απορίας άξιο πώς δεν βρέθηκε ούτε μία ελεύθερη μέρα στο πρόγραμμα ούτως ώστε να γίνει μία τέτοια ενημέρωση, συζήτηση, συνάντηση.
Επίσης, η συνάντηση είχε να κάνει σχεδόν αποκλειστικά με στοιχεία από το πρώτο κομμάτι της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας και όχι από την πλειοψηφία των υπόλοιπων διατάξεων που καλύπτει το νομοσχέδιο, δηλαδή από το άρθρο 27 έως το 75, που είναι περισσότερο –όπως καταλάβαμε- αρμοδιότητας του Αναπληρωτή Υπουργού.
Ας περάσουμε στο σχέδιο νόμου. Παρακολουθώντας και τις Επιτροπές δεν αισθάνομαι ότι έχουν απαντηθεί οι ανησυχίες που εκφράσαμε και στις επιτροπές και ακούσαμε και τους φορείς περί της εφαρμοσιμότητας ή της βιωσιμότητας του εισαγόμενου μοντέλου πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας.
Και θα ξαναρωτήσω, λοιπόν, εάν υπάρχουν στοιχεία, δεδομένα, μελέτες που να υποστηρίζουν με ένα συγκεκριμένο επίπεδο εμπιστοσύνης ότι το σύστημα αυτό μπορεί να λειτουργήσει, εάν έχει εξεταστεί δηλαδή η αναλογία γενικών γιατρών, παιδιάτρων, ειδικών γιατρών.
Ακούσαμε κάποια νούμερα στις επιτροπές που μας τα είπαν και οι φορείς. Υπάρχουν και στο νομοσχέδιο, στις αιτιολογικές εκθέσεις. Στις διάφορες συνεντεύξεις τα έχουμε ακούσει αυτά. Όμως αυτό που διέκρινα και στην ακρόαση των φορέων ήταν ενστάσεις και στην καλύτερη περίπτωση μία αμηχανία από τους σχετικούς φορείς.
Είναι σίγουρα σωστός ο θεσμός του οικογενειακού γιατρού. Πιστεύουμε, όμως, ότι θα μπορέσουμε να καλύψουμε και να στελεχωθεί όλη η Ελλάδα με οικογενειακούς γιατρούς έχοντας τα δεδομένα που ακούσαμε και στις Επιτροπές, δηλαδή περίπου 3.500 γενικούς γιατρούς. Τι θα γίνεται τα Σαββατοκύριακα; Πόσες ώρες θα είναι διαθέσιμοι για να κάνουν παραπομπές;
Και επίσης, όσο αφορά την αμοιβή των οικογενειακών γιατρών πώς θα γίνεται αυτό; Με πάγια αποζημίωση, κατά κεφαλήν, σταθμισμένη με την ηλικία των ασθενών, συνδυασμός όλων των προηγουμένων; Όλα αυτά είναι ερωτήματα γιατί όπως ειπώθηκε και αρκετές φορές ένα μεγάλο ερώτημα είναι εάν θα είναι επαρκής οι αμοιβές έτσι ώστε οι γενικοί γιατροί να μην φύγουν για πιο ελκυστικότερα περιβάλλοντα της αλλοδαπής. Ειδικά οι γενικοί γιατροί έχουν μεγάλη ζήτηση διεθνώς, όπως ακούσαμε επανειλημμένως.
Επίσης, ποιο είναι το μοντέλο οικονομικής υποστήριξης του συστήματος μετά την τριετή κάλυψη από το ΕΣΠΑ; Ποιος μετά θα βγάλει τα κάστανα από τη φωτιά;
Πώς θα χρηματοδοτηθεί το σύστημα; Θα τρέχει κάποια οποιαδήποτε άλλη Κυβέρνηση ή θα έχει καταργηθεί μέχρι τότε; Κάτι, δηλαδή, σαν το «Βοήθεια στο Σπίτι» που ξεκίνησε με χρήματα ΕΣΠΑ και μετά καρκινοβατούσε.
Φοβάμαι δηλαδή μήπως το συγκεκριμένο σχέδιο για την πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας είναι ένα πυροτέχνημα πρόσληψης μερικών χιλιάδων ιατρών χωρίς να υπάρχουν οι δομές και το σύστημα για να βελτιστοποιήσουμε τη συνεισφορά τους και να μακροημερεύσει η πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας στη χώρα μας.
Επίσης, μέσα στο νομοσχέδιο να πούμε για κάποια διαδικαστικά -που τα επαναλαμβάνουμε συχνά- που έχουν να κάνουν με τη νομοθετική μας διαδικασία. Υπάρχουν όχι στην πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας, αλλά σε όλο το νομοσχέδιο περισσότερες από εβδομήντα εξουσιοδοτικές και υπουργικές αποφάσεις, παρατάσεις επί παρατάσεων στις προθεσμίες, αν και οι παρατάσεις που υπάρχουν μέσα στο παρόν σχέδιο νόμου δεν φτάνουν τη δεκαετία, η οποία δόθηκε στη χθεσινή τροπολογία μέσα στην πολυτροπολογία για την ειδικότητα των ιατρών εργασίας, όπου η παράταση πάει μέχρι το 2027 για τις ειδικότητες των ιατρών εργασίας.
Παρουσιάστηκε στο νομοσχέδιο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και όχι της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας, που είναι αυτό που συζητάμε μια τέτοια ιατρική ουσιαστικά τροπολογία, την οποία μάλιστα δεν την παρουσίασε ο κύριος Υπουργός ούτε ο κ. Πολάκης, που την υπογράφει, αλλά η κυρία Αχτσιόγλου.
Όπως είπαμε και στις Επιτροπές, λείπουν τα κριτήρια στις διάφορες στελεχώσεις. Όσο και αν το θεωρείτε επουσιώδες, είναι πολύ σημαντικό να ορίζονται τα κριτήρια για τις διάφορες στελεχώσεις, ώστε οι επιλογές να αξιολογούνται ανάλογα και να επιλέγονται αυτοί που ξέρουν και όχι αυτοί που ξέρουμε, να επιλέγονται οι γνώστες και όχι οι γνωστοί.
Να σταχυολογήσω, λοιπόν, κάποιες στελεχώσεις που λείπουν στα κριτήρια, ξεκινώντας από το άρθρο 15. Στην Επιτροπή Σχεδιασμού και Συντονισμού για την πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας έχουμε έξι επιστήμονες εγνωσμένου κύρους, εννέα ειδικότητες, μηδέν κριτήρια εκτός από το εγνωσμένο κύρος.
Και το ερώτημα εδώ είναι αν ο κύριος Υπουργός χρειάζεται κάποια βοήθεια στην επιλογή, δηλαδή εισηγήσεις από επιστημονικές εταιρείες, από πανεπιστημιακά τμήματα. Δεν ζητάμε εμείς να αποποιηθεί το δικαίωμα της επιλογής, αλλά τουλάχιστον να υπάρχουν κάποιες εισηγήσεις από τους καθ’ ύλην αρμόδιους και να θέσετε και κάποιες προδιαγραφές.
Στο άρθρο 16, η Διοικούσα Επιτροπή Τομέα Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας. Ο Πρόεδρος και ο αναπληρωτής του διορίζονται με απόφαση του Διοικητή της Υγειονομικής Περιφέρειας μετά από πρόσκληση ενδιαφέροντος, έτσι απλά. Θα έπρεπε να υπάρχουν κάποια κριτήρια, μια οδηγία προς τους διοικητές των υγειονομικών περιφερειών, ώστε να μην διορίζονται πρόεδροι με εντελώς άσχετα προφίλ.
Αντιθέτως, στο άρθρο 17 περιγράφονται η διαδικασία και τα κριτήρια για την επιλογή του Περιφερειακού Συντονιστή του τομέα πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας και αισθάνεται κανείς ότι κάθε άρθρο σε αυτό το νομοσχέδιο έχει και διαφορετικό συντάκτη.
Ένα άλλο σημείο το οποίο ενισχύει αυτή την εντύπωση είναι τα άρθρα 12 και 13, όπου στις μεν μαίες ο υπεύθυνος συντονισμού δικτύου εκλέγεται στο άρθρο 12, ενώ στο άρθρο13, στους επισκέπτες υγείας, ο υπεύθυνος συντονισμού του δικτύου αγωγής και πρόληψης ορίζεται, μετά από πρόσκληση ενδιαφέροντος και αξιολόγηση από επιτροπή της ΥΠΕ που συστήνεται για τον λόγο αυτόν.
Και αναρωτιέται κανείς, ο συντάκτης του άρθρου 12 έχει μεγαλύτερη δημοκρατική ευαισθησία ή ο συντάκτης του άρθρου 13 είναι οπαδός της αξιολόγησης; Είναι δυνατό και μάλιστα σε διαδοχικά άρθρα να έχουμε δύο διαφορετικές διαδικασίες;
Πάμε στο άρθρο 19 που αναφέρεται στην πρόσβαση στις υπηρεσίες υγείας και στη διαδικασία των παραπομπών. Εδώ πραγματικά, βάζοντας τον εαυτό μου στη θέση του ασθενή, θα ήθελα να ρωτήσω αν θέλω να πάω σε έναν καλό ορθοπεδικό φίλο μου, που είναι συμβεβλημένος με τον ΕΟΠΥΥ, θα πρέπει να περάσω από τον οικογενειακό ιατρό πρώτα να μου δώσει παραπεμπτικό; Αλλιώς χωρίς παραπεμπτικό θα μπορώ να πάω; Η ελευθερία επιλογής του ιατρού θα υπάρχει;
Επειδή αναφέρεται μέσα στο νομοσχέδιο στην παράγραφο αυτή, σχετικά με το τι σημαίνει στην προβλεπόμενη διαδικασία η αντικειμενική αδυναμία για κάλυψη υπηρεσιών από το Κέντρο Υγείας και το νοσοκομείο αναφοράς, θα είναι αυτό στη διακριτική ευχέρεια του οικογενειακού ιατρού; Χρειάζεται απάντηση σε κάποια τέτοια ερωτήματα.
Επίσης, όλες οι υπηρεσίες θα λαμβάνονται εντός του τομέα πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας. Αν δεν υπάρχει όμως κάποια τέτοια δυνατότητα, τι θα γίνει; Θα μπορούμε να πάμε σε γειτονικούς τομείς ή θα μπορούμε να πηγαίνουμε σε γιατρούς που μπορεί να μην είναι είτε στα κέντρα υγείας, είτε νοσοκομειακοί είτε του ΕΟΠΥΥ;
Στο άρθρο 21, σχετικά με τον ατομικό ηλεκτρονικό φάκελο υγείας, είναι ένα πολύ θετικό μέτρο, το οποίο αργήσαμε και επιδοκιμάζουμε το ότι έρχεται σε αυτό το νομοσχέδιο και ίσως θα πρέπει να δούμε και τα επόμενα βήματα, δηλαδή την ηλεκτρονική υπογραφή, που μπορεί να μπαίνει στην ηλεκτρονική συνταγογράφηση, έτσι ώστε να υπάρχει μια εξάλειψη του χαρτιού σε όλη αυτή τη διαδικασία, όταν συνταγογραφούνται φάρμακα ή θεραπείες ή οτιδήποτε άλλο. Με τη βοήθεια της ΗΔΙΚΑ νομίζουμε ότι και αυτό είναι κάτι το οποίο μπορεί να γίνει, είναι κάτι εφικτό στο άμεσο μέλλον.
Το άρθρο 24 αναφέρεται στις ακαδημαϊκές μονάδες πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας, που είναι πραγματικά ωραίος τίτλος. Πιστεύω κι εγώ ότι η συνεχής εκπαίδευση είναι κάτι απαραίτητο σε όλους τους χώρους και βέβαια και στον χώρο της υγείας κι είναι σημαντικό να θεσμοθετείται ο ρόλος των πανεπιστημίων σε αυτό.
Όμως, στην παράγραφο 3 έχουμε σύσταση θέσεων στις ακαδημαϊκές μονάδες πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας και το ερώτημα είναι γιατί χρειάζονται, εφόσον θα έχουμε μία υπάρχουσα μονάδα πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας και θα τη συνδράμει το εκάστοτε πανεπιστήμιο. Να υπάρχει βέβαια η αμοιβή για την εκπαιδευτική συνδρομή, αλλά όχι και άλλες προσλήψεις γενικά στο σύστημα υγείας, αλλά προσλήψεις πρώτης γραμμής στην πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας. Οι ανάγκες είναι στην πρώτη γραμμή, όχι στα μετόπισθεν. Εκεί λοιπόν πρέπει να πέφτει και το βάρος των όποιων προσλήψεων.
Άρθρο 28, Γενικό Νοσοκομείο της Θήρας. Ακούσαμε και τον κ. Πολάκη στις Επιτροπές που το δικαιολόγησε. Είδαμε, όμως, στην Έκθεση της Επιστημονικής Υπηρεσίας της Βουλής ότι διατυπώνονται κάποιοι προβληματισμοί για το κατά πόσον η ρύθμιση εναρμονίζεται με τις αρχές της ισότητας και αναφέρει χαρακτηριστικά ότι τα κίνητρα αυτά πρέπει να ισχύουν και για τις λοιπές κατηγορίες ιατρικού προσωπικού που υπηρετεί σε νησιά και παραμεθόριο, αλλιώς εγείρονται ζητήματα άνισης μεταχείρισης φορέων που δραστηριοποιούνται στον ίδιο επαγγελματικό χώρο.
Θα μπορούσε εδώ ο κύριος Υπουργός ή ο Αναπληρωτής Υπουργός να μας ξεκαθαρίσουν αν αυτά τα κίνητρα, εννοώ την προσμέτρηση της θητείας ως διπλάσιας, ισχύουν και για τις υπόλοιπες νησιωτικές απομακρυσμένες παραμεθόριες περιοχές και αν ναι, με βάση ποια διάταξη και γιατί δεν αναφέρουμε απλά ότι για τους γιατρούς του Νοσοκομείου της Θήρας ισχύει ό,τι και για τους υπόλοιπους που υπηρετούν σε απομακρυσμένες περιοχές.
Το άρθρο 30 αναφέρεται στις μονάδες ημερήσιας νοσηλείας. Στην Επιτροπή ο Υπουργός ανέφερε ότι ο λόγος που δεν θέλουμε να επιτραπεί σε παραπάνω από μία ειδικότητες να συστεγάζονται είναι για να αποτραπεί η δημιουργία αυτοτελών μονάδων ημερήσιας νοσηλείας από συμφέροντα των ιδιωτικών κλινικών, προκειμένου να εκτελούν ιατρικές πράξεις χωρίς ΦΠΑ.
Το θέμα είναι γιατί για τις ίδιες ιατρικές πράξεις να υπάρχει διαφορετικό ΦΠΑ. Δεν είναι αυτό μία στρέβλωση, δηλαδή η ίδια επέμβαση να έχει άλλη τιμή στην κλινική, άλλη τιμή στην αυτοτελή μονάδα ημερήσιας νοσηλείας;
Προχωρώντας, να πάμε και στο άρθρο 62, στις δαπάνες Διοικήσεων Υγειονομικών Περιφερειών. Νομοθετήσατε τον Φεβρουάριο του 2016 νομιμοποίηση δαπανών που έγιναν μέχρι 30-6-2015 για κάλυψη εκτάκτων επειγουσών αναγκών στο νοσοκομείο των ΔΥΠΕ, κατά παρέκκλιση κάθε γενικής ή ειδικής διάταξης.
Έρχεστε τώρα να προσθέσετε και αυτές μέχρι 31-12-2016 και το θέμα είναι πότε θα νομιμοποιηθούν και οι επόμενες. Αφού τελικά νομιμοποιούνται εκ των υστέρων οι δαπάνες κάθε λογής, γιατί υπάρχουν οι γενικές και ειδικές διατάξεις περί προμηθειών;
Για το δεύτερο κεφάλαιο, που έχει να κάνει με τον Πανελλήνιο Σύλλογο Οπτικών-Οπτομετρών, δηλαδή από το άρθρο 76 και μετά, επειδή βρέθηκαν στην Επιτροπή περισσότεροι από ένας φορείς με αντίθετη στάση μάλιστα έναντι των ρυθμίσεων, το ερώτημα είναι αν η διαβούλευση έγινε με όλους ή με κάποιους από αυτούς και αν όχι με όλους, γιατί.
Και πρέπει να πω ότι από τις απαντήσεις που λάβαμε, καταλάβαμε ότι συζητήθηκε το θέμα με έναν από τους δυο, οπότε θα πρέπει να δοθούν κάποιες εξηγήσεις για το ποιου ουσιαστικά τη συγκατάθεση έχει το συγκεκριμένο καταστατικό που υπάρχει σε αυτά τα άρθρα.
Τέλος, θα κλείσω με μια τροπολογία που καταθέσαμε σήμερα. Διαβάζω: «Σε ένα Δελτίο Τύπου του Υπουργείου Υγείας από τις 29-6-2017, ο Υπουργός αποφάσισε να διερευνήσει το ενδεχόμενο εξαίρεσης από τη διαδικασία του clawback συγκεκριμένων κατηγοριών φαρμάκων που αφορούν ευπαθείς ομάδες ασθενών και χαρακτηρίζονται από ανελαστική ζήτηση, παραδείγματος χάριν τα «ορφανά» φάρμακα, για την προώθηση της οποίας θα υπάρξει σχετική νομοθετική ρύθμιση το επόμενο διάστημα». Αυτό έλεγε το Δελτίο Τύπου του Υπουργείου.
Με την πρώτη πρόχειρη ματιά στο κατατεθέν νομοσχέδιο και βλέποντας να εκτείνεται σε εβδομήντα τέσσερις σελίδες και ενενήντα τέσσερα άρθρα, υποθέσαμε πως θα περιελάμβανε και τη σχετική νομοθετική ρύθμιση. Εξάλλου, είχε τόσες άλλες. Όμως, δεν βρήκαμε κάτι σχετικό ούτε και στις τροπολογίες και μάλιστα, ούτε στις τροπολογίες του γειτονικού νομοσχεδίου για την τριτοβάθμια εκπαίδευση. Εκεί βρήκαμε αυτή για τους γιατρούς εργασίας.
Πήραμε, λοιπόν, το θάρρος να καταθέσουμε εμείς μια τροπολογία για εξαίρεση των «ορφανών» φαρμάκων και των παραγώγων αίματος από το clawback, ώστε να στηρίξουμε έμπρακτα, κατά την άποψή μας, τους ασθενείς με σπάνια νοσήματα, κάτι που πιστεύουμε ότι είναι και πρόθεση του Υπουργείου.
Με την τροπολογία αυτή προτείνουμε να εξαιρούνται από τη διαδικασία του μηχανισμού αυτόματης επιστροφής για τη φαρμακευτική δαπάνη, του clawback, συγκεκριμένες κατηγορίες φαρμάκων, όπως είπα, που έχουν να κάνουν με τα φάρμακα για τις σπάνιες παθήσεις, τα «ορφανά» φάρμακα και τα παράγωγα αίματος.
Εν κατακλείδι, λοιπόν, η Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας είναι όντως ο ακρογωνιαίος λίθος κάθε συστήματος υγείας, ειδικά για τη χώρα μας, όπου επικρατεί ένα νοσοκομειοκεντρικό σύστημα, το οποίο δεν είναι βιώσιμο και πρέπει να κάνουμε αλλαγή παραδείγματος, όπως έχει γίνει σε άλλες χώρες.
Για το συγκεκριμένο νομοσχέδιο μπορούμε να πούμε ότι έχει και λίγο από πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας, δηλαδή έχει τα πρώτα είκοσι πέντε από τα παραπάνω από ενενήντα άρθρα.
Η συντριπτική του, όμως, πλειοψηφία είναι κάποιες σκόρπιες διατάξεις, εκκρεμότητες και διευθετήσεις του παρελθόντος, που ελπίζουμε να μη συνεχιστούν και στο μέλλον. Βέβαια, είναι λίγες αυτές οι ελπίδες, καθ’ ότι συνήθως πέφτετε θύματα της γνωστής τακτικής να ψηφίζετε και να παραπέμπετε την υλοποίηση στις καλένδες με ασάφειες, υπουργικές αποφάσεις που θα εκδοθούν, παρατάσεις και τα λοιπά.
Η Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας χρειάζεται συνέργειες κρατικού και ιδιωτικού τομέα, αλλιώς δεν μπορεί να είναι βιώσιμη. Η παροχή υπηρεσιών υγείας καλής ποιότητας σε όλο τον πληθυσμό είναι το βασικό ζητούμενο.
Στα σχέδια του Υπουργείου, όπως παρουσιάζονται τουλάχιστον στο νομοσχέδιο, υπάρχει μια σαφής μεροληψία υπέρ του κρατικού τομέα, μια μεροληψία, όμως, που στις παρούσες οικονομικές συνθήκες της χώρας, δυστυχώς, δεν μπορεί να υποστηριχθεί.
Ευχαριστώ πολύ.