«Το ζήτημα δεν είναι απλά να πεις “μην αφήσετε τους τρομοκράτες να μπουν μέσα”. Οταν γυρίζεις την πλάτη σου σε κάθε πρόσφυγα, επειδή μπορεί να είναι τρομοκράτης, γυρίζεις την πλάτη σου σε σχεδόν 20 εκατομμύρια ανθρώπους.
Και όταν γυρίζεις την πλάτη σου σε 20 εκατομμύρια ανθρώπους, τότε θα βρεθούμε όλοι αντιμέτωποι με μια παγκόσμια κρίση».
Τα λόγια ανήκουν σε μιαν εθελόντρια που προσφέρει τις υπηρεσίες της στη Λέσβο. Στο νησί, από τον περασμένο Ιανουάριο, έχουν φθάσει πάνω από 428.000 πρόσφυγες, αναζητώντας ασφάλεια και ευκαιρίες για μιαν άλλη ζωή. Σε ολόκληρη την Ελλάδα έχουν ξεπεράσει τις 730.000.
Για την Ευρώπη, η προσφυγική κρίση εξελίσσεται σιγά σιγά σε υπαρξιακή. Το δίλημμα είναι τεράστιο: αν αφήσει ανοιχτά τα εξωτερικά σύνορά της, η Συμφωνία του Σένγκεν θα καταρρεύσει και μαζί με αυτήν μια θεμελιώδης αρχή της Ε.Ε., η αρχή της ελεύθερης διακίνησης των ανθρώπων. Αν πάλι κλείσει τις εξωτερικές πύλες της, θα αποσταθεροποιήσει χώρες όπως η Τουρκία, ο Λίβανος και η Ιορδανία, οι οποίες, ώς σήμερα, έχουν απορροφήσει εκατομμύρια πρόσφυγες. Εξάλλου, η οικονομική υποστήριξη της Τουρκίας και άλλων χωρών για να κρατήσουν στην επικράτειά τους τους πρόσφυγες -όπως αποφασίσθηκε στην πρόσφατη σύνοδο των ηγετών της Ε.Ε.- πέραν του ότι είναι δαπανηρή, δεν αποτελεί βιώσιμη λύση.
Οσο δεν επιλύονται οι συγκρούσεις που μαίνονται στη Μέση Ανατολή, την Αφρική και αλλού, η Ευρώπη θα αποσταθεροποιείται, την ίδια ώρα που και άλλα εκατομμύρια άνθρωποι θα οδηγούνται στην απελπισία και σε φανατικότερες θέσεις. Σε κάθε περίπτωση, κανένα τείχος γύρω από την Ευρώπη δεν θα είναι τόσο στεγανό ώστε να την προφυλάξει από επίδοξους τρομοκράτες.
Στην Ελλάδα, η πρόκληση της διαχείρισης του προσφυγικού ρεύματος είναι τεράστια. Ο μεγαλύτερος πάντως κίνδυνος που αντιμετωπίζει σήμερα είναι να μείνει εκτός Συνθήκης Σένγκεν καθώς και να κλείσουν τα σύνορά τους οι άλλες ευρωπαϊκές χώρες, η μία μετά την άλλη. Αν αυτό συμβεί, θα αναγκασθούμε, μόνοι και απομονωμένοι, να φιλοξενήσουμε δεκάδες αν όχι εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες επ’ αόριστον.
Δυστυχώς, το ευρωπαϊκό σχέδιο για μετεγκατάσταση 160.000 αιτούντων άσυλο από Ελλάδα και Ιταλία σε άλλες χώρες της Ε.Ε. δεν έχει ακόμα εφαρμοσθεί ουσιαστικά, με αποτέλεσμα η πίεση προς τις όμορες χώρες να παραμένει υψηλή. Στην Ελλάδα το μόνο επίσημο hotspot, όπου οι πρόσφυγες μπορούν να ταυτοποιηθούν, να καταχωρισθούν και να πάρουν το απαραίτητο έγγραφο για να συνεχίσουν το ταξίδι τους, λειτουργεί στη Λέσβο.
Στην Ελλάδα, μόνο το 1% των προσφύγων που φθάνουν κάνει αίτηση για άσυλο: από τον περασμένο Ιανουάριο, δεν ξεπέρασαν τις 9.000, καθώς οι Αρχές δεν παρέχουν κανένα σχετικό κίνητρο: ούτε στέγαση ούτε διατροφή ούτε εκπαίδευση και ούτε ευκαιρίες εργασίας.
Θα ήταν ολέθριο να χαθεί και άλλος πολύτιμος χρόνος και να μην προωθηθούν άμεσα οι ακόλουθες τρεις προτεραιότητες: (α) να ιδρυθούν και να λειτουργήσουν τα κέντρα καταγραφής-hotspots, (β) να αυξηθούν οι υποδομές πρώτης υποδοχής και (γ) να αναπτυχθούν υποδομές μακροχρόνιας φιλοξενίας και ένταξης για κάποιους από τους πρόσφυγες.
Σύμφωνα με το σχέδιο των 17 σημείων που συμφωνήθηκε από τους Ευρωπαίους ηγέτες στις 25 Οκτωβρίου, η Ελλάδα οφείλει να επιταχύνει τις προσπάθειές της και να ανταποκριθεί άμεσα στις αυξημένες ανάγκες υποδοχής των προσφύγων. Εδώ ακριβώς χρειάζεται η συμβολή της κοινωνίας των πολιτών και οργανισμών, όπως η «Αλληλεγγύη-Solidarity Now», η οποία, με την υποστήριξη των Open Society Foundations και της κυβέρνησης της Νορβηγίας (ΕΟΧ) και την πολύτιμη συνεργασία ανθρωπιστικών οργανώσεων, όπως οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα, η Διεθνής Επιτροπή Διάσωσης κ.ά., συμπεριλαμβανομένων και των τοπικών αρχών, έχει αναπτύξει σημαντικές δράσεις για την επιτόπου παροχή βοήθειας και την άμεση ανακούφιση των προσφύγων.
Αρθρογράφοι: Νίκος Κ. Αλιβιζάτος, Αντιγόνη Λυμπεράκη, Χρήστος Ροζάκης, Άννα Τριανταφυλλίδου
Πηγή: Καθημερινή