3 Νοεμβρίου, 2018

Ο πολιτικός φιλελευθερισμός και η κοινωνική ευαισθησία πρέπει να συνυπάρξουν

Η ομιλία του Νίκου Αλιβιζάτου στο 3ο συνέδριο του Ποταμιού

Δείτε το βίντεο της ομιλίας εδώ:

Διαβάστε το κείμενο της ομιλίας εδώ:

Αγαπητοί φίλοι, αγαπητέ Σταύρο. Κατ’ αρχάς να ευχαριστήσω πάρα πολύ για την πρόσκληση. Είναι ιδιαίτεροι δεσμοί που μας ενώνουν εδώ και πολλά χρόνια σε ατομικό επίπεδο, εδώ και λίγα χρόνια σε πολιτικό επίπεδο και να θυμίσω ότι το Ποτάμι με τίμησε με την ψήφο του σε μια κουζουλιά κεφαλλονίτικη πριν από τέσσερα χρόνια και ήμουνα και εγώ υποψήφιος Επικρατείας στις τελευταίες εκλογές. Και πάλι ήθελα να σας ευχαριστήσω.

Από εκεί και πέρα βρεθήκαμε πολύ κοντά στην προσπάθεια την περσινή για την ανάδειξη του επικεφαλής του χώρου της κεντροαριστεράς. Σταύρο με καλέσατε για να μιλήσω και γι’ αυτό. και θα μιλήσω και γι’ αυτό και θα μιλήσω και για ένα άλλο ζήτημα που με έχει στενοχωρήσει από πλευράς Ποταμιού τις τελευταίες μέρες, αλλά αυτό θα το αφήσω για το τέλος.

Στην αρχή θέλω να μου επιτρέψετε να αφιερώσω μερικές σκέψεις σε μερικά θέματα πολιτικής, ξεφεύγοντας λίγο από τη ρουτίνα. Επειδή όμως και – απευθύνομαι στο προεδρείο – όσο μεγαλώνει κανείς χάνει λίγο την αίσθηση του χρόνου, θέλω να με διακόψετε ότι αισθάνεστε ότι ξεφεύγω. Σας ευχαριστώ.

Ένας νέος Γάλλος φιλόσοφος και πολιτικός, γνωστό το όνομα γιατί είναι ο γιός παλιάς καραβάνας της αριστεράς μετά νέος φιλόσοφος, ο Ραφαέλ Γκλικσμάν, έγραψε πρόσφατα ένα βιβλίο που λέγεται «Τα παιδιά του κενού», το οποίο είναι συγκλονιστικό.

Η έμπνευση γι’ αυτό το βιβλίο είναι η σκηνή που θα σας διηγηθώ. Μιλάει στη Λορένη μια περιφέρεια της Γαλλίας που έχει πληγεί από την ανεργία με ένα ηλικιωμένο συνταξιούχο σιδηρουργό ο οποίος του λέει, σας το έχω μεταφράσει το κομμάτι: «κύριε Γκλικσμάν έχω δυο γιους που έχω πάψει να τους καταλαβαίνω. Εργάζονται και οι δυο. Είναι καλά παιδιά. Παντρεμένοι, έχουν παιδιά. Έχουν και από ένα ωραίο αυτοκίνητο, σπίτι, κινητό. Τρώνε όσο θέλουν και πίνουν όσο θέλουν. Δεν ζουν ασφαλώς σαν μεγαλοαστοί, είναι όμως πολύ πιο πλούσιοι από όσο ήμουνα εγώ στην ηλικία τους.

Παρ’ όλα αυτά, συνεχίζει αυτός, τα παιδιά μου ψηφίζουν Λεπέν. Και πιστεύουν ότι όλα πάνε χειρότερα και χειρότερα και χειρότερα σήμερα στη Γαλλία από χθες και όλα θα είναι χειρότερα αύριο. Φοβούνται την παγκοσμιοποίηση, φοβούνται τους Άραβες, φοβούνται την Ευρώπη.

Πώς να το εξηγήσει κανείς αυτό; Μήπως φταίει η τρομοκρατία; Ρώτησα, λέει ο Γκλίκσμαν. Όχι, λέει, δεν φταίει η τρομοκρατία γιατί πήγανε με το εθνικό μέτωπο πριν γίνει το φονικό του περιοδικού του Charlie Hebdo.

Και αρχίζει να απαντάει, γιατί είχε αμηχανία ο μικρός, δεν καταλάβαινε, δεν μπορούσε να εξηγήσει, πώς διάβολο δυο νέοι άνθρωποι που τα έχουν όλα στη Γαλλία, ζούνε πολύ καλύτερα από τους γονείς τους, ψηφίζουν άκρα δεξιά; Και προσπαθεί ο πατέρας να εξηγήσει.

Εμείς, λέει, εκείνα τα χρόνια είχαμε το συνδικάτο που ήταν σαν μια οικογένεια. Είχαμε το κόμμα. Το κόμμα ήταν το σοσιαλιστικό κόμμα. Για τους πιστούς υπήρχε και η εκκλησία. Είχαμε ακόμη και το εργοστάσιο. Μεγάλες οικογένειες. Εκδρομές, γιορτές, διακοπές.

Σήμερα αυτά τα παιδιά είναι μόνα τους. Δεν πηγαίνουν καν κατασκήνωση τα παιδιά τους. Τα Σαββατοκύριακα ζούνε μέσα στο σπίτι. Όταν πηγαίνουν σε ένα εστιατόριο είναι βασικά η οικογένεια. Μοναξιά, μοναξιά, μοναξιά. Αυτή είναι η αιτία του φόβου.

Δεν έχουν έναν άνθρωπο να κουβεντιάσουν. Δεν έχουν μια φωνή να τους παρηγορήσει. Είναι κλεισμένοι μέσα. Οι δε μικροί στο internet, στο διαδίκτυο και ακόμη και έρωτα κάνουν ηλεκτρονικά.

Το συμπέρασμα που βγάζει αυτός ο φιλόσοφος είναι ότι λείπουν ανάμεσα στην υψηλή πολιτική, το κοινοβούλιο και τον κόσμο τα ενδιάμεσα σώματα. Λείπουν τα κόμματα. Λείπουν τα συνδικάτα. Λείπουν οι φορείς εκείνοι που οι άνθρωποι παλαιότερα ένιωθαν ζεστασιά. Στην Ευρώπη σήμερα οι φόβοι επιτείνονται από αυτή τη μοναξιά.

Δεν είναι αναγκαστικά όπως εμάς, θα μιλήσω γι’ αυτό, απόρροια της οικονομικής κρίσης. Όπου εκεί ξεπεράστηκε γρήγορα και δεν ήταν τόσο βαθιά. Αλλά της μοναξιάς, τις νέες τεχνολογίες. Η ψηφιακή εποχή, η ψηφιακή επανάσταση έφερε τη στροφή, την απομόνωση και ένα καινούργιο αναλφαβητισμό. Ο κόσμος σου λέει είμαι αμόρφωτος, δεν μπορώ να μπω, δεν μπορώ να επικοινωνήσω και όπως πολύ σωστά τονίζει και στη δουλειά που έχει κάνει ο εδώ παρόν Γιάννης Αναστασάκος, επιτείνει τις ανισότητες, αισθανόμαστε ότι κάποιοι πλουτίζουν πολύ πιο εύκολα από ότι άλλοτε.

Ο Πικετί, αυτός ο Γάλλος οικονομολόγος έχει δείξει πώς οι ανισότητες τα τελευταία χρόνια διευρύνθηκαν όσο ποτέ άλλοτε στην ιστορία της ανθρωπότητας. Από εκεί και πέρα φυσικά η μετανάστευση, η μετανάστευση την οποία εκμεταλλεύεται η άκρα δεξιά. Άλλωστε ο τίτλος της ομιλίας μου είναι οι φόβοι του αιώνα και η άκρα δεξιά.

Και πώς η επιστροφή στο κράτος έθνος, τον οποίο προβάλει η άκρα δεξιά από άκρου σε άκρου στην Ευρώπη, ανταποκρίνεται, έχει τεράστια απήχηση ακόμη και σε αριστερούς, ή ότι δίνει ένα αίσθημα ασφάλειας. Ξαναγυρίζουμε στα δικά μας.

Εκεί ο ίδιος φιλόσοφος αποδίδει την άνοδο της Λεπέν, την άνοδο του Σαλβίνι, την άνοδο των Εναλλακτικών στη Γερμανία, την άνοδο του Κουρ στην Αυστρία.

Πάμε στα δικά μας. Πριν από 10 χρόνια, δυστυχώς έχει πεθάνει, μια πολύ αξιόλογη γυναίκα πανεπιστημιακός, η Ρένα Σταυρίδη Πατρικίου έβγαλε ένα βιβλίο για τους φόβους του αιώνα, εννοώντας το τέλος του 19ου αιώνα στην Ελλάδα.

Από εκεί έχω πάρει τον τίτλο. Είχαμε πάλι μια ανάλογη περίοδο. Μια περίοδο που είμαι βέβαιος ότι πάρα πολλοί από εσάς έχετε διαβάσει αυτό το συγγραφέα, που ο Νίκος Θέμελης στο δεύτερο τόμο της τριλογίας περιγράφει στην ανατροπή: «έρχεται ο καινούργιος κόσμος και δημιουργεί φοβίες, φόβους».

Στην Ελλάδα ειδικότερα είχαμε και άλλες φοβίες. Έχουμε την πτώχευση του 1893, που είναι η κατάρρευση του Τρικουπικού εκσυγχρονισμού, προσέξτε τα ανάλογα με τα σημερινά. Η πτώχευση του 1893 παρά τις προσπάθειες του Τρικούπη είναι η πτώχευση του κοινοβουλευτισμού. Είναι η πτώχευση του εκσυγχρονισμού, είναι η πτώχευση του εκσυγχρονισμού.

Έχουμε τον πόλεμο του 1897. Επαναλαμβάνω, θυμίζω, οι Τούρκοι φτάνουν στη Λαμία και δεν είναι τόσο ο τουρκικός φόβος όσο ένας καινούργιος μετά το συνέδριο του Βερολίνου και του Αγίου Στεφάνου. Ο πανσλαβισμός. Τότε αρχίζει και για πρώτη φορά αυτό και διαδίδεται στην Ελλάδα.

Αυτοί είναι οι νέοι φόβοι του γυρίσματος του νέου αιώνα. Εκεί βρίσκει βάση και αναπτύσσεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα ένα αντικοινοβουλευτικό κίνημα, ένα αντιδυτικό κίνημα, Τρικούπης εναντίον του Τρικούπη, και εναντίον του δημοτικισμού – κατά την Πατρικίου – γιατί ο δημοτικισμός αμφισβητεί τα όσια και τα ιερά της ελληνικότητας, του ελληνοχριστιανικού πολιτισμού κλπ.

Η Πατρικίου παραπέμπει σε ένα σπουδαίο Γάλλο ιστορικό και έτσι καταλήγω για να προτείνω και κάτι για μας σήμερα, ο οποίος λέει, είναι ο ιδρυτής μιας μεγάλης σχολής της Σχολής των Αννάλς στη Γαλλία που λέει τα εξής: ναι να ερευνούμε την ιστορία, να τη μελετούμε γιατί μόνο η ιστορία μας επιτρέπει μέσα σε ένα κόσμο απόλυτης αστάθειας να ζήσουμε με άλλα αντανακλαστικά εκτός από το φόβο. Το φόβο τον καταπολεμάμε με γνώσεις ιστορίας.

Οι δικοί μας φόβοι σήμερα, η κρίση φυσικά σε αντίθεση με την Ευρώπη είχε τεράστιες καταστροφικές επιπτώσεις. Ανεργία. Η φορολογία, τα μεσαία στρώματα. Διάβαζα ένα πολύ μεγάλο αστό, μάλιστα έβαλε και αστικό τίτλο στο βιβλίο του, «Αστυγραφία» το λέει ο Στράτης Στρατήγης. Λέει: «Σήμερα διαλύεται η μεσαία τάξη, γιατί οι φόροι που μας έχουν βάλει και η φορολογία των ακινήτων διαλύει όλα αυτά τα στρώματα».

Κι η ανασφάλεια με τη μετανάστευση. Φυσικά. Και ναι μεν στην Ελλάδα το αντίδοτο, το μέγα αντίδοτο είναι η οικογένεια, η οποία δίνει στέγη, περιθάλπει, δίνει αυτό που λείπει και ναι μεν στην Ελλάδα έχουμε τον τουρισμό ο οποίος επίσης άμβλυνε ορισμένα αποτελέσματα σε ορισμένες κατηγορίες οικονομίας και ναι μεν στις πόλεις έχουμε τα AIRBNB τα οποία επίσης αλλάζουν τις μορφές των πόλεων. Πλην όμως οι φόβοι είναι εδώ και διατηρούνται όσο δεν δίνουμε απάντηση σε βασικές ερωτήσεις της ιστορίας μας.

Ποια είναι η μείζων; Η μείζων απάντηση αγαπητοί φίλοι συνοψίζεται σε δυο λέξεις. Δημοκρατική παράταξη. Όχι σοσιαλδημοκρατία κατά τα ευρωπαϊκά δεδομένα, είναι κάτι ευρύτερο. Είναι ο διαχρονικά βασικός φορέας της μεταρρύθμισης στην ελληνική ιστορία, ο διαχρονικά μεγάλος αντίπαλος της συντηρητικής παράταξης, είναι η παράταξη εκείνη που έβγαλε φυσιογνωμίες από τον Τρικούπη, τον Ελευθέριο Βενιζέλο, τους Παπανδρέου μέχρι το Σημίτη και που αναζητεί σήμερα να υπάρξει και πάλι.

Ποια είναι τα χαρακτηριστικά αυτής της παράταξης; Η τόλμη των μεταρρυθμίσεων. Δεν λέω. Απαριθμώ μόνο. Στις διεθνείς σχέσεις κοιτάμε συμμαχίες και δεν προχωράμε κουτουρού. Όλες τις μεγάλες μας ήττες μας τις έφερε η συντηρητική παράταξη στην Ελλάδα, Μικρά Ασία, Κύπρος ’74. Αντίθετα η δημοκρατική παράταξη μας έβαλε πάντοτε στη σωστή μεριά σε όλους τους μεγάλους πολέμους, στη μεριά των νικητών.

Προσανατολισμός προς τη Δύση στους θεσμούς, στο σύνταγμα και στο κράτος και προσανατολισμός στην Ευρώπη. Και βέβαια το μεγάλο ελάττωμα. Κατακερματισμός πολυδιάσπαση. Οι επίγονοι του Τρικούπη, οι επίγονοι του Βενιζέλου. Αυτό εάν το συνδυάσεις το ότι δεν έχουμε υψηλές επιδόσεις σαν Έλληνες στη συλλογική δουλειά, δίνει τη συνταγή της καταστροφής.

Αγαπητοί φίλοι είτε το θέλουμε, είτε όχι, αυτή η παράταξη η οποία έρχεται από πολύ παλιά, θριάμβευσε όταν τα δυο μεγάλα ρεύματά της βρήκαν επιτέλους κοινή βάση. Ο πολιτικός φιλελευθερισμός από τη μια μεριά και η κοινωνική ευαισθησία της σοσιαλιστικότερης πτέρυγας από την άλλη. Αυτά τα δυο πρέπει να συνυπάρξουν. Αλλιώς άλλοι θα διαφεντεύουν αυτό τον τόπο.

Επιδιώκουμε τη μεγάλη σύνθεση. Η μεγάλη πρόκληση είναι ο φιλελεύθερος Θεοδωράκης, το φιλελεύθερο Ποτάμι που αν δεν το είχαμε θα ντρεπόμασταν μερικές στιγμές που είμαστε Έλληνες και αναφέρομαι και για τη θέση τη φετινή στο Μακεδονικό και σε άλλα θέματα που τήρησε, έσωσε την τιμή της Ελλάδας.

Πρέπει ο φιλελεύθερος Θεοδωράκης να τα βρει, επαναλαμβάνω, πρέπει να τα βρει με το άλλο το βαθύτατο ρεύμα, όπως τα βρήκανε υπό την ηγεσία μεγάλων ηγετών του Ελευθερίου Βενιζέλου, η σοσιαλιστική πτέρυγα Αλέξανδρος Παπαναστασίου με τη φιλελεύθερη πτέρυγα Γεώργιος Καφαντάρης κοκ για να μη μπω σε πρόσφατες εποχές.

Υπό αυτή την έννοια η κίνηση ήταν σωστή, γιατί εντασσόταν η προσπάθεια που κάναμε πέρσι, εντασσόταν στην ελληνική ιστορία. Και έχω αγαπητοί φίλοι τη βεβαιότητα ότι η διάσπαση που έγινε τώρα και που αποφασίσατε πριν από λίγους μήνες, θα είναι προσωρινή. Η αποχώρηση αυτή θα είναι προσωρινή γιατί η ανάγκη επιτάσσει τη συμπόρευση.

Υπάρχει ένα θετικό προηγούμενο σε αυτή την κίνηση. Το είπε ο Σταύρος προηγουμένως. Το διαζύγιο ήταν πολιτισμένο. Ας στηριχθούμε στο προηγούμενο, ότι το διαζύγιο ήταν πολιτισμένο και ας συνεχίσουμε. Πρώτον, μη τορπιλίζοντας τις πιθανότητες να τα ξαναβρούμε. Και συγκεκριμένα αναφέρομαι, δεν λέω να κατέβουμε μαζί στις εκλογές, αλλά υπάρχουν τοπικές εκλογές σε λίγο. Εκεί επάνω δεν θα υπάρξουν πάλι συμμαχίες;

Δεν θα υπάρξουν σε τοπικό επίπεδο άνθρωποι τους οποίους μπορεί όλοι μαζί να εμπιστευτούμε; Τολμώ να πω μήπως το ίδιο ισχύει και στις ευρωεκλογές; Δεν θα υπάρξουν και εκεί πιθανές συγκλίσεις; Ας μην το αποκλείουμε. Δεν λέω να το κάνουμε φιρί – φιρί, γιατί όπως το δίδαγμα το περσινό, ήταν ότι μην πας να τα συγκολλήσεις όταν τα πράγματα ακόμα δεν είναι ώριμα. Σιγά – σιγά. Αλλά ας μην τορπιλίσουμε τέτοιου είδους κινήσεις.

Το πρώτο είναι να μην τορπιλίσουμε τις πιθανότητες να γίνει κάτι τέτοιο. Και το δεύτερο είναι να μην ξεχάσουμε το ευθύ βλέμμα και τις καθαρές μεθόδους. Αγαπητοί φίλοι η καταγγελία του Σταύρου στη Βουλή ότι πρέπει οι λογαριασμοί του Παπαντωνίου να βγούνε στη φόρα ήταν η σωστή στην κίνηση και σωστά είχε το θάρρος σε μια περίοδο σιωπής πρώτος να εγείρει το θέμα. Ήμασταν συμμαθητές 12 χρόνια, δεν του το έχω πει ποτέ με τον Παπαντωνίου καθόμασταν στο ίδιο θρανίο και μου είχε πει από τότε, πες του κάτι και δεν σου είπα ποτέ τίποτα για να μη χαλάσουμε τη σχέση μας και για να μην νομίσεις ότι έχω οτιδήποτε από πίσω. Τίποτε άλλο δεν υπήρχε. Καλά έκανες και το ήγειρες.

Η αξίωση επίσης ότι όσοι είχαν τότε την ευθύνη, απευθύνομαι στο Σταύρο ειδικά, πρέπει να αναλάβουν τις ευθύνες τους είναι επίσης σωστή κίνηση. Το να ζητάς την ώρα που γίνεται αυτός ο πόλεμος από το Σημίτη την κρίσιμη στιγμή, δεν λέω πως σου έχει φερθεί ή όχι, να πάρει θέση, φοβάμαι ότι ενδίδεις σε μεθόδους τις οποίες το Ποτάμι δεν εγκρίνει. Η προσωπική μου γνώμη. Με φώναξες όμως και εγώ θέλω να σου πω την αλήθεια.

Υπ’ αυτή την έννοια ορθώς να βγούνε όλα στη φόρα, συμφωνούμε όλοι ότι πρέπει να αναληφθεί η ευθύνη, αλλά λίγο να σκεφτούμε πότε ελέγχθηκε αυτό το πράγμα. Σας ευχαριστώ πολύ.

*O Νίκος Αλιβιζάτος είναι ομότιμος καθηγητής της Νομικής Αθηνών