Το Ποτάμι αρνήθηκε χτες στο Ευρωκοινοβούλιο να στηρίξει την πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ σύμφωνα με την οποία οι παραγωγοί ενέργειας θα συνεχίσουν να επιδοτούνται με δωρεάν δικαιώματα εκπομπής διοξειδίου άνθρακα. Συγκεκριμένα, ψηφιζόταν η ευρωπαϊκή οδηγία για τον περιορισμό των αερίων του θερμοκηπίου και την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής. Με την οδηγία αυτή, οι παραγωγοί ενέργειας και άλλες βιομηχανίες αναλαμβάνουν να πληρώνουν για τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου για την περίοδο 2021-2030. Η οδηγία, ταυτόχρονα, παρέχει οικονομικά κίνητρα για να αναπτύξουν οι χώρες τεχνογνωσία, μονάδες παραγωγής και θέσεις εργασίας στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Προτείνεται επίσης η δημιουργία ενός νέου Ευρωπαϊκού Ταμείου για την μετάβαση περιφερειών που εξαρτώνται από ορυκτά καύσιμα στην μεταλιγνιτική εποχή. Το Ταμείο αυτό θα στοχεύει στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας και θα ωφελήσει ιδιαίτερα περιοχές, στις οποίες σήμερα λειτουργούν λιγνιτικές μονάδες παραγωγής ενέργειας.
Όμως, οι εκπρόσωποι του ΣΥΡΙΖΑ στο ευρωκοινοβούλιο πρότειναν τη συνέχιση της επιδότησης των παραγωγών ηλεκτρικής ενέργειας από λιγνίτη με δωρεάν άδειες. Η υιοθέτηση αυτού του μέτρου θα στερήσει από την Ελλάδα δημόσιους πόρους που εκτιμώνται μεταξύ 1,75-2,5 δις ευρώ για τη δεκαετία 2021-2030, αφαιρώντας, έτσι, πόρους για την ανάπτυξη των ΑΠΕ και την εξοικονόμηση ενέργειας. Ο ελληνικός λιγνίτης δεν είναι ούτως ή άλλως ανταγωνιστικός μιας και το κόστος παραγωγής του αγγίζει τα 60ευρώ/MWh, ενώ πχ στη Βουλγαρία το κόστος είναι κάτω από 32ευρώ/MWh. Επιπλέον, η προσκόλληση και οι επενδύσεις σε μια τεχνολογία που προϊόντος του χρόνου καθίσταται παλαιική, όχι μόνο δεν ευνοούν την ανάπτυξη ενός πολλά υποσχόμενου κλάδου για την Ελλάδα, αλλά κρατούν και τους εργαζόμενους ομήρους σε εργασίες οι οποίες σε λίγο καιρό δεν θα έχουν καμία ζήτηση.
Εν μέσω αρνητικής οικονομικής συγκυρίας, οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας αποτελούν έναν από τους ελάχιστους κλάδους της εγχώριας οικονομίας που εμφάνισαν ανάπτυξη τα τελευταία χρόνια. Το Ποτάμι πιστεύει ότι πρέπει να στηρίξουμε δύο μεγάλα συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας:
1. Το κλίμα που μας δίνει τη δυνατότητα να γίνουμε οι πρωτοπόροι της Ευρώπης σε παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές
2. Το ανθρώπινο δυναμικό που ξεχωρίζει για τις σπουδές του και τις γνώσεις του, αλλά, δυστυχώς, αναγκάζεται να μεταναστεύσει μη βρίσκοντας πεδίο ενασχόλησης στην Ελλάδα.
Γι’ αυτό υποστηρίζουμε ότι πρέπει να υιοθετήσουμε την πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την προώθηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Αξίζει δε να σημειωθεί ότι καταφέραμε σε συνεργασία και με άλλους έλληνες ευρωβουλευτές, να επωφεληθεί η Ελλάδα από το ταμείο εκσυγχρονισμού για επενδύσεις στο ενεργειακό σύστημα με ισχυρές δικλείδες ασφαλείας που εξαιρούν από το ταμείο επενδύσεις σε λιγνιτικά έργα.
Αυτό που κάνει η κυβέρνηση είναι σαν να προσπαθεί κάποιος να επιβάλλει την κυκλοφορία με άμαξες για να «προστατεύσει» το επάγγελμα του αμαξά, ενώ όλοι πλέον κυκλοφορούν σε μεγάλους αυτοκινητόδρομους ταχείας κυκλοφορίας. Δεν προστατεύονται κατ΄αυτόν τον τρόπο οι θέσεις εργασίας. Σε μια χώρα η οποία λόγω κλίματος έχει συγκριτικό πλεονέκτημα στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, θα έπρεπε να δίνουμε πρώτοι κίνητρα στην ανάπτυξή τους. Αυτό πρέπει να κάνει η κυβέρνηση, όχι μόνο για λόγους προστασίας του περιβάλλοντος, αλλά κυρίως γιατί η καθαρή ενέργεια είναι ένα πεδίο στο οποίο η χώρα μας μπορεί να γίνει πρωταγωνιστής.
* Ο Μίλτος Κύρκος είναι ευρωβουλευτής