Ερώτηση προς τους Υπουργούς Ναυτιλίας & Νησιωτικής Πολιτικής και Περιβάλλοντος & Ενέργειας
Δυτικά και νότια της Πελοποννήσου και της Κρήτης, στην Ελληνική Τάφρο, ζει ένας μόνιμος πληθυσμός από 200 φάλαινες φυσητήρες, τις οποίες οι επιστήμονές μας κατέγραψαν μόλις το 1998! Κάθε χρόνο, ένας έως τρεις φυσητήρες εκβράζονται στις ελληνικές ακτές με εμφανή σημάδια από συγκρούσεις με πλοία, απειλώντας με εξαφάνιση τον πληθυσμό τους. Απάντηση στο πρόβλημα είναι η μετατόπιση του διαδρόμου πλεύσης των πλοίων κατά μερικά μίλια, χωρίς να μεταβληθεί επί της ουσίας το μήκος της διανυόμενης διαδρομής.
Με ερώτησή του στη Βουλή ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του Ποταμιού, Γιώργος Αμυράς, ζητά από τους Υπουργούς Ναυτιλίας, Παναγιώτη Κουρουμπλή, και Περιβάλλοντος, Γιώργο Σταθάκη, να υποβάλουν επίσημο αίτημα προς τις αρμόδιες Επιτροπές Προστασίας Θαλασσίου Περιβάλλοντος και Ασφάλειας Ναυσιπλοΐας του International Maritime Organization (ΙΜΟ), για τη λήψη μέτρων αποφυγής συγκρούσεων μεγάλων πλοίων με φυσητήρες στην Ελληνική Τάφρο και να το υποστηρίξουν σε διεθνές επίπεδο εντός του 2018.
Ο Γιώργος Αμυράς επισημαίνει ότι η λύση του προβλήματος δεν επιφέρει οικονομικό κόστος για το Ελληνικό Δημόσιο, καθώς οι ενδιαφερόμενοι φορείς εδώ και πολλά χρόνια χρηματοδοτούν με ίδιους πόρους τις σχετικές έρευνες, ενώ ο κρατικός μηχανισμός έχει τα τεχνοκρατικά εργαλεία, για να αναδείξει το ζήτημα. Παράλληλα, θα μειωθεί σημαντικά η ανθρωπογενής θνησιμότητα των κητωδών της Ανατολικής Μεσογείου, αλλά ταυτόχρονα θα διαδοθεί διεθνώς το μήνυμα ότι η χώρα μας, παρά τις οικονομικές δυσκολίες, πρωτοστατεί σε θέματα προστασίας περιβάλλοντος σκεπτόμενη το μέλλον των θαλασσών και των μελλοντικών γενεών.
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της ερώτησης:
ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥΣ: ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ ΚΑΙ ΝΗΣΙΩΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ
ΘΕΜΑ: Έλλειψη προστασίας για τον αφανιζόμενο πληθυσμό φυσητήρων της Ανατολικής Μεσογείου
Στην Ελληνική Τάφρο, θαλάσσια περιοχή δυτικά και νότια της Πελοποννήσου και της Κρήτης, ζει ένας μόνιμος πληθυσμός από φυσητήρες, που βρίσκεται υπό άμεση απειλή εξαφάνισης. Ο φυσητήρας είναι ένα μεγάλο κητώδες, το δεύτερο σε μέγεθος ζώο της ελληνικής πανίδας και μέχρι να ανακαλυφθεί δίπλα στις ακτές μας από Έλληνες επιστήμονες το 1998, όλοι πιστεύαμε ότι τέτοια ζώα μόνο τυχαία μπορούσαν να βρεθούν στα νερά μας.
Σε πρόσφατη συνεδρίαση της Ειδικής Μόνιμης Επιτροπής Περιβάλλοντος της Βουλής, μάθαμε από τους πλέον ειδικούς επιστήμονες ότι ο ευάλωτος αυτός πληθυσμός των φυσητήρων της Ελληνικής Τάφρου αριθμεί μόνο 200 άτομα περίπου, τα οποία αποτελούν και το σύνολο των φυσητήρων της Ανατολικής Μεσογείου.
Η Διεθνής Συμφωνία για τη Διατήρηση των Κητωδών της Μαύρης Θάλασσας, της Μεσογείου και της συγκείμενης ζώνης του Ατλαντικού (ACCOBAMS), την οποία έχει επικυρώσει το ελληνικό κοινοβούλιο, έχει εντάξει την Ελληνική Τάφρο στον κατάλογο των 18 περιοχών της Μεσογείου και της Μαύρης Θάλασσας που πρέπει να ανακηρυχθούν Θαλάσσιες Προστατευόμενες Περιοχές για τα κητώδη. Πρόσφατα η περιοχή αυτή ήταν ανάμεσα στις πρώτες στον κόσμο που αναγνωρίσθηκε διεθνώς ως Σημαντική Περιοχή για τα Θαλάσσια Θηλαστικά (Important Marine Mammal Area - IMMA), από την κοινή Ομάδα Δράσης για τη Βιοποικιλότητα και τις Προστατευόμενες Περιοχές (IUCN).
Παρόλα αυτά, η συνεχής αύξηση της κυκλοφορίας μεγάλων πλοίων στην εν λόγω περιοχή, αποτελεί την κύρια απειλή για τον πληθυσμό των φυσητήρων της Ανατολικής Μεσογείου. Τα αποτελέσματα είναι πολλοί τραυματισμοί και υψηλή θνησιμότητα των θαλάσσιων θηλαστικών λόγω συγκρούσεων με τα διερχόμενα πλοία. Ένας έως τρεις φυσητήρες ανά έτος εκβράζονται στις ελληνικές ακτές με εμφανή σημάδια από συγκρούσεις με πλοία. Σύμφωνα με μελέτες ο πληθυσμός μειώνεται τουλάχιστον κατά 0,5-1,5% ετησίως μόνο από τις συγκρούσεις (δεδομένου ότι υπάρχουν και θάνατοι από κατάποση πλαστικών, εμπλοκή σε παρασυρόμενα αφρόδιχτα κλπ.). Είναι λοιπόν πολύ πιθανόν, εντός λίγων ετών ο πληθυσμός να υποστεί μειώσεις που θα καταστήσουν την καθοδική πορεία του μη αναστρέψιμη, με τελικό αποτέλεσμα την εξαφάνισή του, αν δεν ληφθούν άμεσα μέτρα προστασίας.
Η θεσμοθετημένη μετατόπιση του διαδρόμου πλεύσης των ποντοπόρων πλοίων κατά μερικά μίλια μακρύτερα από τις δυτικές ακτές των νησιών του Ιονίου και της Πελοποννήσου και τις νοτιοδυτικές ακτές της Κρήτης, αποτελεί την απάντηση στο πρόβλημα. Το μήκος της διανυόμενης διαδρομής για τα μεγάλα πλοία δεν θα μεταβληθεί επί της ουσίας, ενώ οι ρότες τους θα απομακρυνθούν, τόσο όσο απαιτείται, για την αποφυγή των περισσοτέρων συγκρούσεων με φυσητήρες.
Για να επιτευχθεί αυτό θα πρέπει να προωθηθεί από τη χώρα μας σχετικό αίτημα προς την Επιτροπή Προστασίας Θαλασσίου Περιβάλλοντος και προς την Επιτροπή Ασφάλειας Ναυσιπλοΐας του International Maritime Organization (ΙΜΟ). Τα αρμόδια όργανα του υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής που εκπροσωπούν τη χώρα μας στον ΙΜΟ έχουν την εμπειρία, αλλά γνωρίζουν και τη σχετική διαδικασία.
Επισημαίνεται μάλιστα, ότι η λύση του προβλήματος δεν επιφέρει οικονομικό κόστος για το Ελληνικό Δημόσιο, καθώς οι ενδιαφερόμενοι φορείς εδώ και πολλά χρόνια χρηματοδοτούν με ίδιους πόρους τις σχετικές έρευνες, ενώ ο κρατικός μηχανισμός έχει τα τεχνοκρατικά εργαλεία για να αναδείξει το ζήτημα. Παράλληλα, προωθώντας τη λύση του προβλήματος θα μειωθεί σημαντικά η ανθρωπογενής θνησιμότητα των κητωδών της Ανατολικής Μεσογείου, αλλά ταυτόχρονα θα διαδοθεί διεθνώς το μήνυμα ότι η χώρα μας, παρά τις οικονομικές δυσκολίες, πρωτοστατεί σε θέματα προστασίας περιβάλλοντος σκεπτόμενη το μέλλον των θαλασσών και των μελλοντικών γενεών.
Κατόπιν των ανωτέρω, ερωτάσθε:
1. Τι έχει πράξει η ελληνική κυβέρνηση για να διαφυλάξει αυτόν τον ανεκτίμητο θαλάσσιο πλούτο της χώρας μας, ώστε να μπορέσουν και οι επόμενες γενιές των Ελλήνων να επωφελούνται από την παρουσία ενός από τα πιο εντυπωσιακά ζώα του πλανήτη στις θάλασσες τους;
2. Προτίθενται τα αρμόδια υπουργεία να προβούν στην επίσημη υποβολή αιτήματος για την λήψη μέτρων αποφυγής των συγκρούσεων μεγάλων πλοίων με φυσητήρες στην Ελληνική Τάφρο και να το υποστηρίξουν στον ΙΜΟ και σε οιοδήποτε άλλο διεθνές forum απαιτηθεί;
3. Προτίθενται οι συναρμόδιοι υπουργοί να δεσμευθούν για την υιοθέτηση συγκεκριμένου χρονοδιαγράμματος, ώστε το ζήτημα να επιλυθεί εντός του 2018;
Ο ερωτών βουλευτής
Γιώργος Αμυράς, Β’ Αθήνας