Στη συζήτηση του σχεδίου νόμου για τη Δημόσια Διοίκηση, ο βουλευτής Αττικής του Ποταμιού Γ. Μαυρωτάς, ξεκίνησε την ομιλία του παραθέτοντας τα θετικά στοιχεία του νομοσχεδίου όπως η κατάρτιση του Εθνικού Μητρώου Επιτελικών Στελεχών, η αξιολόγηση και ο ενισχυμένος ρόλους του ΑΣΕΠ.
Ωστόσο, επεσήμανε και τις «γνωστές» παθογένειες και ρουσφετολογικές πρακτικές της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, που κρύβονται στα τελευταία άρθρα και στον καταιγισμό τροπολογιών, ενώ εξέφρασε και την απορία, γιατί όλες οι διατάξεις παραπέμπονται για εφαρμογή το 2018.
Ο κ. Μαυρωτάς τόνισε πως το Ποτάμι πιστεύει. ότι οι πολιτικές θέσεις πρέπει να σταματούν πριν το επίπεδο του Γενικού Γραμματέα και πως δεν πρέπει να επαναλαμβάνονται φαινόμενα, όπως η κομματική επιλογή των περιφερειακών διευθυντών εκπαίδευσης. Καυτηρίασε την εξαίρεση των οργάνων διοίκησης φορέων αθλητικού σκοπού από τον συγκεκριμένο νόμο, αναρωτώμενος γιατί θα πρέπει να είναι κανείς φίλος του Υπουργού, για να διοικήσει π.χ. ένα αθλητικό κέντρο.
Για το σύστημα αξιολόγησης των δημοσίων υπαλλήλων, τοποθετήθηκε υπέρ της κινητροδότησης και του μη τιμωρητικού χαρακτήρα, αλλά όχι όμως και στην επιχειρούμενη ισοπέδωση προς τα κάτω. Χαρακτηριστικά ανέφερε ότι: «Ίσες ευκαιρίες και δικαιοσύνη σημαίνει όλοι ίσοι στη γραμμή της εκκίνησης και όχι ίσοι στη γραμμή του τερματισμού». Συνέχισε, υποστηρίζοντας ότι, εάν κάποιος υπάλληλος αξιολογείται συνεχώς ως «ακατάλληλος», τότε δεν θα έπρεπε να φοβόμαστε την περίπτωση απομάκρυνσής του.
Ο βουλευτής του Ποταμιού σχολίασε το γεγονός, ότι πάλι ο ΣΥΡΙΖΑ θεσπίζει διατάξεις, που ο Υπουργός είναι ο υπέρτατος κριτής των πάντων, αποφασίζοντας ο ίδιος για τη συνέχιση ή μη της εργασίας, όσων συμπληρώνουν την 35ετία. Στάθηκε, επίσης, στην τροπολογία για την κατάργηση του «νόμου Τσοχατζόπουλου», που κατέθεσε το Ποτάμι, έτσι ώστε να σταματήσουν οι στρατιές των μετακλητών υπαλλήλων στα γραφεία των Υπουργών.
Ολοκληρώνοντας την ομιλία του, ο κ. Μαυρωτάς είπε χαρακτηριστικά: «Τα δείγματα που μας έχει δώσει ως τώρα ο ΣΥΡΙΖΑ στη στελέχωση του κράτους είναι ο κομματισμός στο τετράγωνο», συμπληρώνοντας ότι μια αναζήτηση στο GOOGLE (που κατά κάποιους «κτυπάει τον ΣΥΡΙΖΑ») αρκεί για να δει κανείς τους πολλούς διορισμούς ημετέρων. Κλείνοντας, τόνισε ότι το Ποτάμι έχει αποδείξει ότι στη μάχη κατά της κομματικοποίησης του κράτους είναι στην εμπροσθοφυλακή.
Δείτε το βίντεο της ομιλίας εδώ:
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της ομιλίας:
Ευχαριστώ, κύριε Πρόεδρε.
Εγώ έχω συνηθίσει επτάδα και όχι πεντάδα, αλλά δεν πειράζει.
Συζητάμε, λοιπόν, σήμερα ένα νομοσχέδιο που αφορά την αποπολιτικοποίηση της Δημόσιας Διοίκησης, που ήταν μια από τις επιταγές της Συμφωνίας του Αυγούστου. Γενικά πρόκειται για ένα νομοσχέδιο που έχει και καλά στοιχεία, όπως είναι το Εθνικό Μητρώο Στελεχών, η αξιολόγηση, ο ενισχυμένος ρόλος του ΑΣΕΠ. Όμως, έχει και τις συνηθισμένες παθογένειες τις οποίες έχουμε συνηθίσει, με τις μικροδιευθετήσεις και τα ρουσφετάκια κυρίως στο Κεφάλαιο Ε΄.
Μια βασική απορία που εκφράστηκε ήδη είναι ο χρόνος εφαρμογής των όσων θετικών υπάρχουν. Παραπέμπονται ουσιαστικά στο 2018. Γιατί αυτός ο νεκρός χρόνος; Τα ψηφίζουμε τώρα για να πούμε ότι προχωράμε στην αποπολιτικοποίηση της κρατικής μηχανής, αλλά παραπέμπουμε την εφαρμογή στις καλένδες; Και στο ενδιάμεσο μπορούμε να κλείνουμε τα μάτια σε διορισμούς «ημετέρων», όπως καλά ξέρουμε να κάνουμε!
Ας ξεκινήσουμε όμως από το Εθνικό Μητρώο Στελεχών. Η χρησιμότητα του Εθνικού Μητρώου θα μπορούσε να βελτιστοποιηθεί αν παντρευόταν με ένα ψηφιακό οργανόγραμμα, όπου θα υπήρχε χαρτογράφηση όλων των δημοσίων υπηρεσιών.
Στο ΠΟΤΑΜΙ πιστεύουμε ότι στο κράτος η γραμμή μεταξύ πολιτικής εξουσίας και διοίκησης πρέπει να είναι ξεκάθαρη. Το να προέρχεται γενικός γραμματέας από τη διοίκηση μας βρίσκει σύμφωνους και θα συμβάλλει στη συνέχεια του κράτους. Εκεί, δηλαδή στο επίπεδο του γενικού γραμματέα, πρέπει να τραβήξουμε τη γραμμή και όχι να έχουμε περιφερειακούς διευθυντές εκπαίδευσης επιλεγμένους από την πολιτική ηγεσία.
Θα ήθελα να κάνω, όμως, μια παρατήρηση για το Πρώτο Κεφάλαιο περί «Εθνικού Μητρώου Επιτελικών Στελεχών».
Στο άρθρο 8, παράγραφο 4, τα όργανα διοίκησης φορέων αθλητικού σκοπού εξαιρούνται από τον παρόντα νόμο. Για τους καλλιτεχνικούς και πολιτιστικούς φορείς το καταλαβαίνω, αλλά για τους αθλητικούς φορείς γιατί; Για να διοικήσει, παραδείγματος χάρη, ένα αθλητικό κέντρο κάποιος πρέπει να είναι φίλος του εκάστοτε Υπουργού ή να είναι ένας αξιοκρατικά επιλεγμένος κρατικός υπάλληλος; Ποιο είναι καλύτερο; Εγώ ξέρω καλά την απάντηση. Αναρωτηθείτε και εσείς.
Στο Δεύτερο Κεφάλαιο μιλάμε για συστήματα αξιολόγησης. Η αξιολόγηση έχει νόημα, όταν στοχεύει στη βελτίωση του συστήματος, γιατί πρέπει να μετρήσεις πρώτα κάτι για να μπορέσεις να το βελτιώσεις. Πρέπει, λοιπόν, η αξιολόγηση να είναι προσανατολισμένη στην κινητροδότηση και στη βελτίωση και όχι να είναι τιμωρητική, όπως έχουμε δει στο παρελθόν με συγκεκριμένα πλαφόν που πρέπει να κινούνται κάτω από τη βάση. Το είδαμε πρόσφατα. Ούτε, όμως, και η αξιολόγηση που παίρνουν όλοι «άριστα» έχει νόημα, γιατί αδικεί τους πραγματικά ικανούς και φιλότιμους δρώντας ισοπεδωτικά. Ίσες ευκαιρίες και δικαιοσύνη σημαίνει «όλοι ίσοι στη γραμμή της εκκίνησης» και όχι «ίσοι στη γραμμή του τερματισμού».
Κατά τη γνώμη μου, η πλειοψηφία των δημοσίων υπαλλήλων υπηρετούν σε θέσεις υποδεέστερες από τα προσόντα τους, γιατί ακριβώς δεν υπάρχει αξιοκρατία, και αυτός είναι ο μεγάλος στόχος: Πώς θα αποκαταστήσουμε την αξιοκρατία, που είναι η κινητήρια δύναμη οποιουδήποτε συστήματος.
Όμως, εάν κάποιος επανειλημμένα αξιολογείται στα περισσότερα κριτήρια του άρθρου 17 ως «ακατάλληλος», δηλαδή από 0 έως 24, τι συνέπειες θα έχει; «Τίποτα» λέει ο Υπουργός. «Θα του γίνονται συστάσεις, θα γίνει προσπάθεια να βελτιωθεί με επιμορφώσεις, με αλλαγή θέσης ή με ψυχολογική υποστήριξη εάν κρίνεται αναγκαίο».
Γιατί φοβόμαστε να πούμε ότι, εάν κάποιος κρίνεται επανειλημμένα «ακατάλληλος», πρέπει να φεύγει; Ή θα παραδεχθούμε ότι το προτεινόμενο σύστημα αξιολόγησης είναι αντικειμενικό και δίκαιο, οπότε, όταν κάποιος κρίνεται ως «ακατάλληλος», είναι πράγματι ακατάλληλος. Δεν κρύβεται, δηλαδή, πίσω από αυτό κάποια πολιτική δίωξη, όπως ισχυρίζονται όσοι υπερασπίζονται στη διατήρηση της μονιμότητας, ακόμα και για αυτούς που δεν θέλουν να δουλέψουν. Όποιος υποστηρίζει, λοιπόν, ότι η άρση της μονιμότητας είναι επικίνδυνη και τη δαιμονοποιεί, επειδή κάποιος μπορεί να πέσει θύμα πολιτικής δίωξης, τότε δεν πιστεύει ότι το προτεινόμενο σύστημα είναι αντικειμενικό. Αποφασίστε, λοιπόν, τι θέλετε να ισχύει.
Το μήνυμα που περνάει ότι, δηλαδή, «αφού τρύπωσα, δεν με κουνάει κανείς, ό,τι και να γίνει» είναι ένα άστοχο μήνυμα, εάν θέλουμε πραγματικά τη βελτίωση του δημόσιου τομέα, αφενός επειδή δρα διαβρωτικά μέσα στις υπηρεσίες και αφετέρου επειδή στερεί τη δυνατότητα από ικανούς νέους να εισέλθουν στο δημόσιο, αναβαθμίζοντας τις υπηρεσίες.
Στις υπόλοιπες διατάξεις, το άρθρο 36 αναφέρθηκε και από τους προηγούμενους ομιλητές, για όσους δημοσίους υπαλλήλους συμπληρώνουν την τριακονταπενταετία πριν από τα 67 χρόνια μπορούν να συνεχίσουν να εργάζονται, εάν θέλει ο αρμόδιος Υπουργός. Αντίθετα, στο άρθρο 43, που αναφέρεται ρητώς στους δικαστικούς υπαλλήλους, την αρμοδιότητα αυτή την έχει το οικείο Υπηρεσιακό Συμβούλιο. Τι πιο φυσιολογικό;
Γιατί για όλους τους άλλους δημόσιους υπαλλήλους να έχει την αρμοδιότητα αυτή ο Υπουργός και όχι το Υπηρεσιακό Συμβούλιο; Ακόμα μια φορά ο ΣΥΡΙΖΑ ανάγει τον Υπουργό σε υπέρτατο κριτή των πάντων. Το είδαμε στις τηλεοπτικές άδειες, στο νομοσχέδιο για τη βία στα γήπεδα, το βλέπουμε και εδώ. Η εξήγηση που δίνω είναι, έτσι ώστε να έχει την εξουσία επί των υπαλλήλων, να εξαρτώνται από τον Υπουργό, άρα να χρωστάνε και στον Υπουργό.
Το Κεφάλαιο Ε΄ δεν θα το σχολιάσω. Έχει αρκετές, όπως είπα προηγουμένως, ρουσφετολογικές διατάξεις. Ο Υπουργός απέσυρε κάποιες από αυτές και μπράβο του.
Καταθέσαμε τροπολογία για την κατάργηση του «νόμου Τσοχατζόπουλου», που ισχύει από το 1985, επειδή πιστεύουμε ότι οι Υπουργοί μπορούν να έχουν συνεργάτες τα κατάλληλα στελέχη από τη δημόσια διοίκηση. Αυτό θα βοηθήσει και τη δημόσια διοίκηση, συμβάλλοντας στη συνέχεια και στην αποτελεσματικότητά της, γιατί εάν όλοι οι συνεργάτες του Υπουργού είναι μετακλητοί και φεύγοντας ο Υπουργός φεύγουν και αυτοί, καταλαβαίνετε ότι χάνεται το νήμα της διοικητικής συνέχειας στα Υπουργεία.
Ένα θέμα παιδείας υπάρχει σε μια τροπολογία, σε αυτή με τις πανελλαδικές εξετάσεις των ΕΠΑΛ και με αφορμή αυτό θα ήθελα να θίξω το εξής: Ενώ στις πανελλαδικές εξετάσεις των γενικών λυκείων εάν κάποιος χάσει ένα μάθημα, έχει την ευκαιρία να το ξαναδώσει, στις εξετάσεις των ΕΠΑΛ δεν ισχύει αυτό και θα πρέπει να δίνεται και εκεί η αντίστοιχη ευκαιρία.
Εν κατακλείδι, λοιπόν, η αξιοκρατία στη δημόσια διοίκηση είναι από τα βασικά ζητούμενα. Γίνεται ένα βήμα με το παρόν νομοσχέδιο ή μάλλον δεν γίνεται το βήμα, αλλά δένουμε τα κορδόνια, για να κάνουμε το πρώτο βήμα, καθότι θα μπει σε ολοκληρωμένη λειτουργία το 2018.
Τα δείγματα που μας έχει δώσει ως τώρα ο ΣΥΡΙΖΑ στη στελέχωση του κράτους είναι ο κομματισμός στο τετράγωνο. Και αν ανατρέξουμε στο GOOGLE θα δούμε πολλούς διορισμούς ημετέρων. Γενικά το GOOGLE είναι μεγάλος μαρτυριάρης και αυτό δεν αρέσει. Μάλιστα, κάποιοι έγραψαν ότι η GOOGLE εχθρεύεται τον ΣΥΡΙΖΑ. Όχι, όμως, και τα καλύτερα παιδιά, καθότι μερικές ώρες αργότερα συνελήφθησαν για εκβιασμό.
Κλείνω, κύριε Πρόεδρε.
Ελπίζουμε να είναι το νομοσχέδιο αυτό αρχή για την αποκομματικοποίηση του κράτους, έστω και αν είναι ντροπή το ότι μας επιβλήθηκε απ’ έξω, αντί να το αποφασίσουμε μόνοι μας.
Τα καλά του νομοσχεδίου, λοιπόν, θα τα στηρίξουμε, ελπίζοντας ότι θα εφαρμοστούν σύντομα και σωστά. Τι χειρότερο, άλλωστε, μπορείτε να κάνετε στο δημόσιο απ’ ό,τι κάνατε ως τώρα και απ’ ό,τι έκαναν και οι προηγούμενοι με τη λαφυραγώγησή του. Το να είναι το κράτος λάφυρο της εκάστοτε κυβέρνησης είναι η βασική παθογένεια της χώρας μας. Για να παραφράσω μια γνώριμη φράση από τον περσινό Σεπτέμβριο: «το κράτος ως λάφυρο των κομμάτων ή θα το τελειώσουμε ή θα μας τελειώσει».
Το Ποτάμι, λοιπόν, το έχει αποδείξει. Σε αυτήν τη μάχη θα είναι στην εμπροσθοφυλακή.
Ευχαριστώ πολύ.
Γιώργος Μαυρωτάς - Αττικής