«Όσο πληθαίνουν οι χρήσεις της θάλασσας και των ακτών, τόσο εντείνεται η ανάγκη για μία συστηματική κατανομή του χώρου ανά δραστηριότητα», είπε στην Ολομέλεια της Βουλής ο Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος του Ποταμιού, Σπύρος Δανέλλης, στο πλαίσιο της συζήτησης του νομοσχεδίου του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας για το Θαλάσσιο Χωροταξικό Σχεδιασμό.
Ο βουλευτής Ηρακλείου τόνισε πως ο Θαλάσσιος Χωροταξικός Σχεδιασμός αποτελεί εργαλείο και προαπαιτούμενο για την πραγμάτωση της μεγάλης Ευρωπαϊκής στρατηγικής για την Γαλάζια Ανάπτυξη και θα διευκολύνει την ανάπτυξη νέων κλάδων, όπως είναι η θαλάσσια αιολική ενέργεια, αλλά και η προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος.
Επιπλέον, ο Σπύρος Δανέλλης επεσήμανε πως η ανάγκη για θαλάσσια χωροταξία προκύπτει από την αυξημένη χρήση των παράκτιων και των θαλάσσιων ζωνών, καθώς και από τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, των κινδύνων φυσικών καταστροφών και της διάβρωσης, που ασκούν επίσης πίεση στους παράκτιους και θαλάσσιους πόρους.
«Στην Ελλάδα, με την απειλή της διάβρωσης των ακτών στο Αιγαίο και αλλού, αλλά και την αύξηση των επενδύσεων στο θαλάσσιο χώρο, έχουμε κάθε λόγο να βάλουμε τάξη στις χρήσεις της θάλασσας», είπε χαρακτηριστικά.
Ο βουλευτής του Ποταμιού, σχολιάζοντας την πληθώρα των «βουλευτικών» τροπολογιών, υπενθύμισε πως κυρίως οι βουλευτές της πλειοψηφίας οφείλουν να διαφυλάξουν το προνόμιο των βουλευτικών τροπολογιών, που σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να «ξεφτίσει», διολισθαίνοντας στην εξυπηρέτηση της εκτελεστικής εξουσίας, επειδή αυτό την διευκολύνει για διάφορους λόγους.
«Ο σεβασμός στη διάκριση νομοθετικής και εκτελεστικής εξουσίας, δεν αποτελεί τύπο, αλλά ουσία της Δημοκρατίας», τόνισε.
Δείτε το βίντεο της ομιλίας εδώ:
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο:
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Όσο πληθαίνουν οι χρήσεις της θάλασσας και των ακτών, τόσο εντείνεται η ανάγκη για μία συστηματική κατανομή του χώρου ανά δραστηριότητα.
Ο Θαλάσσιος Χωροταξικός Σχεδιασμός, ο οποίος αποτελεί εργαλείο και προαπαιτούμενο για την πραγμάτωση της μεγάλης Ευρωπαϊκής στρατηγικής για την Γαλάζια Ανάπτυξη, δηλαδή την αξιοποίηση των δυνατοτήτων της θαλάσσιας οικονομίας, θα διευκολύνει την ανάπτυξη νέων κλάδων όπως είναι η θαλάσσια αιολική ενέργεια, αλλά και την προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος.
Από την πλευρά της, η εφαρμογή Ολοκληρωμένης Διαχείρισης των Παράκτιων Ζωνών θα εξορθολογικοποιεί τη χρήση της παράκτιας γης, η οποία στη Μεσόγειο είναι ήδη κατά 40% δομημένη. Είναι σαφές πως ο ρόλος της τοπικής αυτοδιοίκησης στην υλοποίηση του θαλάσσιου και παράκτιου σχεδιασμού θα είναι εξαιρετικά σημαντικός.
Και σε αυτόν το σχεδιασμό ο ρόλος των Περιφερειών έχει βαρύνουσα σημασία, δεδομένου ότι αυτές έχουν την απαιτούμενη πείρα και αναπτύσσουν τις τεχνικές δυνατότητες τους για να εγγυηθούν την ειρηνική και παραγωγική συνύπαρξη των θαλάσσιων δραστηριοτήτων.
Η όλη ωστόσο πολιτική εδράζεται στην αρχική φιλοδοξία της Ευρωπαϊκής Ένωσης να ενισχύσει την έξυπνη και περιβαλλοντικά βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη, με ορίζοντα το 2020, η οποία σαφώς περνάει και από τη θάλασσα.
Οι τομείς που συνδέονται με το θαλάσσιο περιβάλλον προσφέρουν ευκαιρίες προώθησης της καινοτομίας, της αειφόρου ανάπτυξης και της απασχόλησης, οι οποίοι αναμένεται να συμβάλουν στην επίτευξη του συγκεκριμένου στόχου.
Τον Οκτώβριο του 2012, οι ευρωπαίοι υπουργοί αρμόδιοι για θέματα που αφορούν το θαλάσσιο περιβάλλον, ενέκριναν τη Διακήρυξη της Λεμεσού όσον αφορά τη στήριξη των στόχων της στρατηγικής Ευρώπη 2020 μέσω ενός ισχυρού θαλάσσιου πυλώνα.
Ακολούθησε η πρωτοβουλία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη Γαλάζια Ανάπτυξη, η οποία καταδεικνύει τις τεράστιες προοπτικές των θαλάσσιων και παράκτιων κλάδων για οικονομική ανάπτυξη τα επόμενα χρόνια.
Η μελέτη που διεξήχθη από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκτιμούσε πως το οικονομικό μέγεθος των θαλάσσιων κλάδων θα αυξανόταν κατά 100 δισ. ευρώ μέχρι το 2020, με παράλληλη δημιουργία 1.6 εκ. νέων θέσεων εργασίας.
Στην παρούσα συγκυρία, το διακύβευμα της γαλάζιας ανάπτυξης είναι σημαντικότερο στο Νότο, στη Μεσόγειο, στην Ελλάδα, από οπουδήποτε αλλού. Μια περιοχή που έχει πληγεί κατά κόρον από την πολυεπίπεδη κρίση.
Αλλά είναι γεγονός πως ολόκληρη η Ευρώπη έχει μακρά παράδοση στη θάλασσα, ενώ στις ακτές και θάλασσές της δραστηριοποιούνται ήδη ώριμες συγκεντρώσεις θαλάσσιων κλάδων.
Για πρώτες ύλες έχουν την ίδια τη θάλασσα, τις ακτές, τον άνεμο, τα οποία διαθέτουν σε αφθονία.
Λαμβάνοντας αυτά υπόψη, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επικέντρωσε την προσοχή της σε πέντε οικονομικούς κλάδους: την ενέργεια, τον θαλάσσιο και παράκτιο τουρισμό, τις ιχθυοκαλλιέργειες, τη γαλάζια βιοτεχνολογία και την εξόρυξη ορυκτών. Ωστόσο περιθώρια για ανάπτυξη υπάρχουν και σε άλλους κλάδους, όπως είναι π.χ. η ναυτιλία και η ναυπηγική βιομηχανία. Οι θαλάσσιοι κλάδοι μπορούν θα τονωθούν επιπλέον αν επιλέξουμε σύγχρονες πολιτικές που να ευνοούν τις επενδύσεις και να προστατεύουν το περιβάλλον.
Και θα πρέπει να τεθούν υπό ένα ρυθμιστικό πλαίσιο που να καλλιεργεί την πολλαπλασιαστική δύναμη των συνεργειών, μεταξύ ετερογενών δραστηριοτήτων και μεταξύ των νέων παγκόσμιων αλυσίδων αξίας.
Για αυτό, από την πλευρά τους η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, αλλά και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στις διεργασίες για τη Γαλάζια Ανάπτυξη, της οποίας είχα την τιμή να είμαι ο συντάκτης και εισηγητής στο Ευρωκοινοβούλιο, έθεσαν τη Θαλάσσια Χωροταξία ως προαπαιτούμενο της ανάπτυξης της λεγόμενης γαλάζιας οικονομίας της Ευρώπης.
Η ανάγκη για θαλάσσια χωροταξία προκύπτει εξάλλου από την αυξημένη χρήση των παράκτιων και των θαλάσσιων ζωνών, καθώς και από τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, των κινδύνων φυσικών καταστροφών και της διάβρωσης, που ασκούν επίσης πίεση στους παράκτιους και θαλάσσιους πόρους.
Στην Ελλάδα, με την απειλή της διάβρωσης των ακτών στο Αιγαίο και αλλού, αλλά και την αύξηση των επενδύσεων στο θαλάσσιο χώρο, έχουμε κάθε λόγο να βάλουμε τάξη στις χρήσεις της θάλασσας.
Επομένως απαιτείται ολοκληρωμένη και συνεκτική διαχείριση, ώστε να διασφαλιστεί η αειφόρος ανάπτυξη και η διατήρηση των παράκτιων και θαλάσσιων οικοσυστημάτων για τις μελλοντικές γενιές.
Σε πρακτικό επίπεδο, ο Θαλάσσιος Χωροταξικός Σχεδιασμός αφορά τη δημόσια διαδικασία ανάλυσης και σχεδιασμού της χωροχρονικής κατανομής των ανθρωπογενών δραστηριοτήτων στις θαλάσσιες περιοχές για την επίτευξη οικονομικών, περιβαλλοντικών και κοινωνικών στόχων.
Απώτερος στόχος του θαλάσσιου χωροταξικού σχεδιασμού είναι η κατάρτιση σχεδίων για τον καθορισμό τρόπων αξιοποίησης των θαλάσσιων ζωνών για διαφορετικές χρήσεις. Ο Θαλάσσιος Χωροταξικός Σχεδιασμός πλαισιώνεται από την Ολοκληρωμένη Διαχείριση των Παράκτιων Ζωνών (ΟΔΠΖ), μία συγγενής διαδικασία της θαλάσσιας χωροταξίας και συγκεκριμένα ένα εργαλείο για την ολοκληρωμένη χάραξη πολιτικής στις παράκτιες ζώνες.
Για αυτό και η ψήφιση σήμερα του εν λόγω νομοσχεδίου που ενσωματώνει τη συγκεκριμένη Οδηγία είναι μόνο το πρώτο βήμα.
Η αβασάνιστη ενσωμάτωση οριζόντιων ρυθμίσεων μέσα από μία απλή μετάφραση της Οδηγίας δεν αρκεί, αλλά επιβάλλεται η ένταξη τόσο του Χερσαίου, όσο και του Θαλάσσιου χώρου κάτω από μια κοινή ομπρέλα, αυτή της Εθνικής Χωρικής Στρατηγικής με βασικό γνώμονα την συνεκτικότητα, την αλληλεπίδραση και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της κάθε περιοχής.
Δεν είναι τυχαίο άλλωστε πως και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο της Ε.Ε. συμφώνησαν ως προς σημασία των αλληλεπιδράσεων θάλασσας – ξηράς, των παράκτιων δραστηριοτήτων και την αντιμετώπισή τους με συντονισμένο τρόπο, ώστε να εξασφαλίζεται η βιώσιμη ανάπτυξη των παράκτιων και των θαλάσσιων ζωνών.
Το εν λόγω εργαλείο εξασφαλίζει το ότι οι αποφάσεις περί διαχείρισης ή ανάπτυξης λαμβάνονται με συνεκτικό τρόπο σε όλους τους τομείς.
Ο Θαλάσσιος Χωροταξικός Σχεδιασμός αποτελεί βάση για την εφαρμογή της Ευρωπαϊκής Στρατηγικής για την Γαλάζια Ανάπτυξη.
Η Οδηγία που υιοθετήθηκε το 2014 από την Ε.Ε. και κυρώνουμε σήμερα με την γνωστή ελληνική καθυστέρηση, αποτελεί εργαλείο που βασίζεται στην καταγραφή των σημερινών και μελλοντικών δραστηριοτήτων και λαμβάνει υπόψη τα συμφέροντα και τις ιδιαιτερότητες των ενδιαφερόμενων κλάδων και τον αντίκτυπο των δραστηριοτήτων στις μεταξύ τους σχέσεις και στο θαλάσσιο και παράκτιο περιβάλλον.
Επιβάλλεται η ουσιαστική ενημέρωση της κοινωνίας, με συνεχή διάλογο, λαμβάνοντας υπόψη ότι η σύγκρουση δυστυχώς με ορισμένους από τους εμπλεκομένους φορείς π.χ., τους αλιείς θα είναι αναπόφευκτη.
Πρέπει να σημειωθεί επίσης ότι επιτυχία του φορέα εφαρμογής θα κριθεί σε μεγάλο βαθμό από την αποτελεσματικότητα διαχείρισης των συγκρούσεων, μεταξύ εμπλεκόμενων φορέων και τοπικών κοινωνιών και της συνολικής αποδοχής του. Γιατί ξέρουμε πως και η ίδια η υιοθέτηση της Οδηγίας σε επίπεδο Ε.Ε. δεν ήταν εύκολη διαδικασία και απαίτησε επίπονες διαπραγματεύσεις.
Ως εισηγητής της ομάδας των Σοσιαλιστών και Δημοκρατών στο Ε.Κ. της παρούσας Οδηγίας έζησα από κοντά τις οργανωμένες αντιδράσεις από τα Κράτη-Μέλη (όπως το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ολλανδία) που είχαν ήδη καταρτίσει χωροταξικά σχέδια και που επεδίωκαν να αποτρέψουν την υιοθέτηση της Οδηγίας, εγείροντας θέμα επικουρικότητας.
Ωστόσο, η πίεση που άσκησε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και η Επιτροπή υπήρξε καταλυτική ως προς το αποτέλεσμα. Σύμφωνα με την Οδηγία λοιπόν, τα Κράτη Μέλη υποχρεούνται να καταρτίσουν χωροταξικά σχέδια μέχρι το 2021.
Δεδομένου ότι η θαλάσσια δραστηριότητα συχνά παραβλέπει τα εθνικά σύνορα, τα κράτη μέλη θα πρέπει να συνεργαστούν ώστε να διαχειριστούν καλύτερα τις θάλασσές μας και να τις κάνουν πιο ασφαλείς και βιώσιμες.
Ως εκ τούτου, διαφαίνεται η ιδιαίτερη αξία της και για την ίδια την Ελλάδα και τις ακτές της, αφού θα αποτελέσει σημείο αναφοράς ως ένα σύγχρονο πλαίσιο πολιτικής ικανό να εξισορροπήσει τις ανάγκες της γαλάζιας ανάπτυξης και της προστασίας των ευαίσθητων παράκτιων περιοχών.
Σήμερα περισσότερο από κάθε προηγούμενη περίοδο, είναι κοινή η διαπίστωση της αναγκαιότητας άμεσης δημιουργίας ευέλικτου, ελκυστικού και βιώσιμου επενδυτικού περιβάλλοντος, που να προσφέρει ασφάλεια δικαίου ενώ ταυτόχρονα να διασφαλίζει την περιβαλλοντική αειφορία και την κοινωνική συνοχή.
Μόνο με τον τρόπο αυτό θα επιτευχθεί η οικονομική ανάκαμψη της χώρας και θα διαφυλαχθεί το μέλλον των επερχόμενων γενεών στον τόπο μας.
Κλείνοντας, ένα γενικό σχόλιο για την πληθώρα των κατ’ επίφαση «βουλευτικών» τροπολογιών.
Έχω επανειλημμένα απευθύνει έκκληση από αυτό το βήμα, να διαφυλάξουμε το προνόμιο των βουλευτικών τροπολογιών, που σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να «ξεφτίσει», διολισθαίνοντας στην εξυπηρέτηση της εκτελεστικής εξουσίας, επειδή αυτό την διευκολύνει για διάφορους λόγους.
Ο σεβασμός στη διάκριση νομοθετικής και εκτελεστικής εξουσίας, δεν αποτελεί τύπο, αλλά ουσία της Δημοκρατίας.