Ομιλία Αντιγόνης Λυμπεράκη στην Ολομέλεια κατά τη συζήτηση για παροχή ψήφου εμπιστοσύνης προς την κυβέρνηση
Σε μία σημαδιακή, για την Ελλάδα και την Ευρώπη, ημέρα, η βουλευτής του Ποταμιού, Αντιγόνη Λυμπεράκη ξεκίνησε την ομιλία της στην Ολομέλεια της Βουλής κάνοντας μια αναδρομή στην ελληνική πολιτική σκηνή των τελευταίων χρόνων. Χαρτογράφησε την προβληματική που διακατέχει τόσο την κυβέρνηση όσο και την αξιωματική αντιπολίτευση, η οποία δεν είναι άλλη από την ανικανότητά τους να απαλλαγούν από την υπεροψία τους και να θέσουν επί τάπητος τα ουσιαστικά ζητήματα.
Τρεις μόλις εβδομάδες πριν τις Ευρωεκλογές, απελευθερωμένοι από τον βραχνά των τριών μνημονίων, η καθηγήτρια οικονομικών επεσήμανε πως στις επερχόμενες εκλογές κρίνεται το μέλλον της Ευρώπης. Δυστυχώς όμως, αντί να προβληματιστούμε γιατί φτάσαμε στην παρούσα κατάσταση, πώς θα πορευτούμε από εδώ και πέρα και κυρίως, πώς θα εξασφαλίσουμε την βιώσιμη συνέχεια της Ευρώπης, παρακολουθούμε για μία ακόμα φορά την «κακή» κυβέρνηση και την «καλή» αντιπολίτευση να πετάνε αμφότεροι βελάκια. Βρήκαμε τον αποδιοπομπαίο τράγο που τόσο ένθερμα πολλάκις (Πολλάκης!) αποζητάμε και χάνουμε ξανά το δάσος.
Επικαλούμενη την ακαδημαϊκή της ιδιότητα, η κυρία Λυμπεράκη εξήγησε πόσο εύκολο είναι να διαβάσει «πίσω από την αδιαβασιά και τις υπεκφυγές». Ως πανεπιστημιακός λοιπόν, αλλά και ως βουλευτής ενός κόμματος που λέει μόνο αλήθειες, αφιέρωσε την υπόλοιπη ομιλία της αναλύοντας τις θέσεις των δύο εκπροσώπων του δικομματισμού, καταλήγοντας στην «αλήθεια» που το Ποτάμι πρεσβεύει, χωρίς πομφόλυγες και φληναφήματα.
«Ο κόσμος κατά την ΝΔ φαίνεται ότι προσωποποιείται στον κύριο Πολλάκη, και στο ότι σύσσωμη η κυβερνητική πτέρυγα έχει μεταλλαχθεί σε ‘Πολλακίδα’ του», είπε χαρακτηριστικά η κυρία Λυμπεράκη. Η ένδεια θέσεων και η έλλειψη διάθεσης συζήτησης γύρω από τα θέματα του μέλλοντος, σε συνδυασμό με την επιτηδευμένη καλλιέργεια θυμού, αποτελούν την ταφόπλακα του πολιτικού διαλόγου. Στον πλασματικό αντίποδα βρίσκεται ο κόσμος του ΣΥΡΙΖΑ. «Δεν θέλει να κατονομάσει κανένα ενώ ταυτόχρονα δέιχνει με το δάχτυλο τους φταίχτες». Νομοσχέδια και φιλολαϊκές πολιτικές αποτελούν την σανίδα σωτηρίας ενός αποτυχημένου πάρτι.
Κλείνοντας, η συζήτηση μετατοπίστηκε και στον κόσμο κατά το Ποτάμι. Αποτελούμενο από καθημερινούς ανθρώπους, οι οποίοι αντιλαμβάνονται τους κραδασμούς της κοινωνίας, τόνισε η καθηγήτρια οικονομικών, το Ποτάμι δεν θα αποπροσανατολιστεί από τον Ευρωπαϊκό στόχο. Κλείνει τα αυτιά στις Σειρήνες του δικομματισμού αλλά ανοίγει το στόμα για να συζητήσει αυτό που θα έπρεπε να συζητάμε όλοι: ένα καλύτερο αύριο και όχι ένα εξωραϊσμένο παρελθόν.
Δείτε το βίντεο της ομιλίας εδώ:
Διαβάστε το πλήρες κείμενο της ομιλίας:
9 Μαΐου 2010 το ΔΝΤ ενέκρινε την δανειακή σύμβαση και γεννήθηκε το Μνημόνιο. Μετράμε, δηλαδή, σήμερα 9 χρόνια ακριβώς από την κρίση, 3 χρόνια για κάθε ένα από τα τρία μνημόνια... Αλλά έχουμε και εμείς στο Ποτάμι τρεις μέρες ξανά ως κοινοβουλευτικό κόμμα, αφού επί τρείς και κάτι μήνες ήμαστε κοινοβουλευτικά εξαϋλωμένοι. Εγώ η ίδια ξαναμιλάω από αυτή την έδρα μετά από τρία και κάτι χρόνια, έχοντας χάσει το τρίτο και κάτι μνημόνιο, αλλά μετά από τρία και κάτι χρόνια ενασχόλησης με αντικείμενα εκτός αυτής της αίθουσας.
Αλλά είμαστε και μόνο τρείς εβδομάδες πριν τις ευρωεκλογές, τις τρίτες από την αρχή της κρίσης. Στις εκλογές αυτές κρίνεται το μέλλον της ΕΕ – αυτού του οργανισμού δηλαδή χάρις στον οποίο εμείς έχουμε καλύτερη τύχη από την Αργεντινή ή την Βενεζουέλα. Σε μια τέτοια συγκυρία και με μια τέτοια επέτειο, όλοι οι Ελληνες και οι Ελληνίδες θα περίμεναν από εμάς να προβληματιστούμε πάνω σε τρία θέματα: (α) γιατί έγινε αυτό που έγινε; (β) πώς θα πορευτούμε από εδώ και πέρα; Κυρίως όμως θα έπρεπε να αγωνιούμε για το τρίτο: Πώς να αλλάξουμε την Ευρώπη, αν θέλουμε να εξακολουθεί να υπάρχει, σε περίπτωση που τα πρώτα δύο θέματα δεν μας "βγούν".
Πράγματι, θα συζητάμε επί τρείς ημέρες. Για ποιο πράγμα όμως; Για τον κ.Πολλάκη; Για να ξαναδώσουμε εμπιστοσύνη σε μια κυβέρνηση που έχει/δεν έχει τρείς μήνες ζωή;
Στις εξετάσεις στο Πανεπιστήμιο εμείς οι δάσκαλοι έχουμε μάθει να διαβάζουμε πίσω από την αδιαβασιά, πίσω από τις υπεκφυγές των γραπτών στις εξετάσεις. Όταν το ερώτημα της εκφώνησης είναι σαφές, ο πεπειραμένος δάσκαλος μπορεί πάντα να τεκμαίρει την πραγματική άποψη της φοιτήτριας που απαντάει, ακόμη και όταν εκείνη γράφει άλλα αντ’ άλλων. Αφού είμαι πανεπιστημιακός, αλλά και επειδή το Ποτάμι είναι κόμμα που λέει αλήθειες, θα κάνω μια ανάλυση των θέσεων των δύο εκπροσώπων του δικομματισμού, όπως αυτά προκύπτουν από τις τοποθετήσεις τους στην παρούσα συζήτηση. Θα προσπαθήσω να βάλω στην άκρη κραυγές και κορώνες· να εξηγήσω τι λένε οι άλλοι, να το αναλύσω αλλά και να καταλήξω με τι λέμε εμείς στο Ποτάμι.
Το πραγματικό και υπαρξιακό ερώτημα, σας θυμίζω, είναι γιατί μας έτυχαν 9 χρόνια κρίση και πώς να τα αποφύγουμε. Εκεί από τις δύο αναλύσεις που μας προσφέρονται εδώ προκύπτουν δύο κόσμοι:
Πρώτον, Ο κόσμος κατά ΝΔ. Κατά την ΝΔ φαίνεται ότι το πρόβλημα προσωποποιείται στον (συντοπίτη μου) κ. Πολλάκη, και στο ότι σύσσωμη η κυβερνητική πτέρυγα έχει μεταλλαγεί σε ‘Πολλακίδα’ του. Παραφράζοντας την θέση της αντιπολίτευσης, η λύση στο υπαρξιακό πρόβλημά μας είναι μια απλή αλλαγή φρουράς στις καρέκλες– να φύγουν οι ‘Κακοί’ να έλθουν οι ‘Καλοί’. Ας μου επιτραπούν, όμως, δύο παρατηρήσεις: Ο Πολλακισμός δεν είναι νέο φαινόμενο. Θυμίζω τον αείμνηστο Ευάγγελο Γιαννόπουλο, και εκείνον καταξιωμένο στον επαγγελματικό του χώρο, ο οποίος είχε αναλάβει να εκφράζει με το δικό του ιδίωμα αυτό που νόμιζε ότι ήταν ‘η φωνή του λαού’. Ο εκχυδαϊσμός της πολιτικής αντιπαράθεσης είναι σίγουρα κάτι που πρέπει να μας απασχολήσει. Όμως τα πολιτικά διλήμματα δεν λύνονται από την υιοθεσία καλών τρόπων, όσο και αν αυτοί βοηθάνε στην συνεννόηση. Θεωρούμε ότι το πρόβλημα έγκειται στο τί λέγεται, τι αποσιωπάται και στο τι (δεν) προτείνεται. Στο περιεχόμενο της πολιτικής, όχι στο περιτύλιγμα. Αυτή είναι και η δεύτερη παρατήρηση: Το ότι ο Πολλακισμός οργίζει και απωθεί είναι απλώς άλλη μια πρόφαση για να αποφευχθεί ανταλλαγή απόψεων. Υποκρύπτει, φοβάμαι, την ένδεια θέσεων και την έλλειψη διάθεσης συζήτησης γύρω από τα θέματα του μέλλοντος. Η επιτηδευμένη καλλιέργεια θυμού για ένα ατόπημα, ακόμη και όταν αυτό επαναλαμβάνεται, είναι κακός σύμβουλος πολιτικής. Είδαμε πού μας πήγαν οι Αγανακτισμένοι, αλλά και νωρίτερα τα Ζάππεια.
Δεύτερον, Ο κόσμος κατά ΣΥΡΙΖΑ. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θέλει να μιλήσει για άτομα. Θέλει όμως και αυτός να πεί ότι για όλα φταίνε οι ‘άλλοι’. Και βέβαια, πώς να μιλήσει όταν τώρα υπερηφανεύεται για όσα κατήγγειλε; Πέρασε την πρώτη του κοινοβουλευτική θητεία αντιμαχόμενο όσα εφήρμοσε με ενθουσιασμό την δεύτερη. Το μόνο που κρατήθηκε διαχρονικά σταθερό είναι οι ταμπέλες για να συκοφαντούν τους αντιπάλους τους. Ο ορισμός του ‘νεοφιλελεύθερου’, στο φτωχό λεξιλόγιο του ΣΥΡΙΖΑ, είναι απλώς το αντίθετο της εκάστοτε θέσης που του επιβλήθηκε. Το τραγικό είναι, τώρα πού έμεινε μόνο η ταμπέλα, της οποίας ο φορέας δεν έχει ιδέα για το περιεχόμενο -αφού μετά την αποχώρηση του κ.Βαρουφάκη, για το τι θα κάνει περίμενε πρώτα να δει τι θα προτείνουν οι θεσμοί. Τώρα που αυτοί μας άφησαν το λουρί πιο χαλαρά, παραμένει η ιδεοληψία και η αγωνιώδης αναζήτηση οποιουδήποτε μέτρου θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ‘φιλολαϊκό’: Το άδειο κουτί με την κόκκινη κορδέλα.
Οι δύο μονομάχοι του δικομματισμού, τρείς μόνο εβδομάδες πριν την απόφαση για την Ευρώπη ασχολούνται μόνο να μας πείσουν ότι οι ‘άλλοι είναι χειρότεροι’. Μια απλή μαθηματική ιδιότητα είναι που δημιουργεί όμως το πολιτικό πρόβλημα: Το τρία είναι μονός αριθμός· ο ‘κακός’ που θα φύγει για να έλθει ο ‘καλός’ έχει ξαναπαίξει τον ίδιο ρόλο τρία μνημόνια και τρεις ευρωεκλογές πρωτύτερα. Και όλοι θυμόμαστε τι έγινε το 2009. Οσο και να μη θυμόμαστε για ποιο λόγο.
Για τον λόγο αυτό, αντί να μιλάμε για την ουσία, μας σερβίρουν μια ακόμη δημοσκόπηση. Μια κίνηση, δηλαδή, που, ως απάντηση, είναι εκτός θέματος. Και ευτυχώς. Γιατί αν η ηγεσία της Ευρώπης προέκυπτε από προβληματισμό αυτού του χαμηλού επιπέδου που βλέπουμε σήμερα, δεν θα υπάρχει κανείς να μας σώσει όταν το ξαναχρειαστούμε.
Τρίτον, ερχόμαστε στον κόσμο κατά το Ποτάμι. Το Ποτάμι αποτελείται από άτομα που ζούμε στην κοινωνία, που έχουμε τα μάτια και τα αυτιά μας ανοικτά. Οσο η προσοχή των άλλων ήταν στις καρέκλες και την εξουσία, η δική μας ήταν στραμμένη προς τα έξω – στον κόσμο και την Ευρώπη που αλλάζει. Εμείς καταλαβαίνουμε ότι η κοινωνία θέλει να ακούσει κάτι για το επίδικο θέμα, την Ευρώπη που θέλουμε. Εμείς, επομένως, για αυτό μιλάμε – όσο πιο δυνατά μπορούμε για να ακουστούμε πάνω από την φασαρία των άλλων. Όμως, αντί για αυτό, τα κόμματα εξουσίας μας υποχρεώνουν να απαντήσουμε σε άσχετα θέματα: αν έχουμε εμπιστοσύνη στον κ.Πολλάκη λέει ο ένας- ή συλλογικά στις Πολλακίδες του ΣΥΡΙΖΑ, λέει ο άλλος.
Έρχομαι, λοιπόν, στο ερώτημα που μας έθεσαν στην αίθουσα αυτή σήμερα: Ας κρίνουμε από τα συμφραζόμενα. Έχουμε ένα πολιτικό σύστημα, κυβέρνηση και αντιπολίτευση, που συνωμοτούν για να μην υπάρχει ουσιαστική συζήτηση για την Ευρώπη, τον θεσμό από τον οποίο εξαρτάται το μέλλον μας. Και μόνο για αυτή την πράξη αποσιώπησης εμείς στο Ποτάμι δεν έχουμε εμπιστοσύνη σε αυτή την κυβέρνηση. Δυστυχώς όμως, το ερώτημα αποφεύγει και η αξιωματική αντιπολίτευση, προσπαθώντας να πείσει τον εαυτό της ότι είναι απλό θέμα αλλαγής φρουράς και ότι δεν χρειάζεται να λύσει τις εσωτερικές της αντιφάσεις. Ετσι, αν το ίδιο ερώτημα εμπιστοσύνης μας έθετε η άλλη πλευρά, η απάντησή μας θα ήταν η ίδια.
Έρχομαι τέλος, στο ερώτημα που θα έπρεπε να συζητάμε: Εμείς στο Ποτάμι αναζητούμε τρόπους να χτίσουμε ένα καλύτερο αύριο. Όχι να εξωραΐσουμε ένα χειρότερο χτες.