Η Ειδική Διαρκής Επιτροπή Ευρωπαϊκών Υποθέσεων της Βουλής, συνεδρίασε την Τρίτη 8/11 στα πλαίσια της προετοιμασίας της ελληνικής κοινοβουλευτικής αποστολής στην 56η διάσκεψη της COSAC (Διάσκεψη των Επιτροπών Ευρωπαϊκών Υποθέσεων των Κοινοβουλίων της Ευρωπαϊκής Ένωσης), η οποία θα πραγματοποιηθεί στη Μπρατισλάβα 13 - 15 Νοεμβρίου. Τα θέματα που θα τεθούν στην συνάντηση της COSAC αφορούν τις εξελίξεις σε σχέση με την πορεία των διαπραγματεύσεων ΕΕ – ΗΠΑ για την εμπορική συμφωνία TTIP, τα ζητήματα της ενεργειακής ένωσης και τέλος τα θέματα της διαχείρισης της προσφυγικής κρίσης και της φύλαξης των εξωτερικών συνόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Στην συνεδρίαση μίλησε ο βουλευτής Β’ Αθηνών με ΤΟ ΠΟΤΑΜΙ και μέλος της Επιτροπής Ευρωπαϊκών Υποθέσεων Γρηγόρης Ψαριανός και τοποθετήθηκε για τα ζητήματα αυτά.
Για το πρώτο θέμα της ατζέντας, την Διατλαντική Συμφωνία Εμπορίου και Επενδύσεων Ε.Ε. – ΗΠΑ, ο κος Ψαριανός επεσήμανε πως και ο ίδιος και το Ποτάμι είναι επί της αρχής θετικοί σε τέτοιες μεγάλες συμφωνίες, μάλιστα, η συγκεκριμένη, όταν ολοκληρωθεί θα αποτελέσει την μεγαλύτερη εμπορική συμφωνία που έχει γίνει ποτέ, και θα πρέπει να σταθούμε μακριά από συνωμοσιολογίες, φοβίες και κινδυνολογίες και να επιδιώξουμε την ορθολογική εφαρμογή της προς όφελος των πολιτών και την προάσπιση των ευρωπαϊκών κεκτημένων:
«Η Συμφωνία αυτή αν γίνει με τους όρους που πρέπει και που θα είναι προς όφελος όλων και κυρίως των λαών και των κοινωνιών, θα συμβάλει στη βελτίωση της οικονομικής ανάπτυξης αλλά και της απασχόλησης και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού. Ωστόσο υπάρχουν πολλές ανησυχίες για κάποιες συνέπειες που μπορεί να έχει η μη ορθολογική εφαρμογή της. Ένα ζήτημα που τίθεται από πολλούς στη χώρα μας αλλά και στην ευρωπαϊκή πλευρά είναι οι συνθήκες άκρας μυστικότητας κάτω από τις οποίες γίνονται οι συζητήσεις για την συμφωνία αυτή, ένα έλλειμμα ενημέρωσης που δημιουργεί ανησυχίες για το περιεχόμενο της. Θα πρέπει όμως να δούμε και να προσπαθήσουμε, να αρθεί η μυστικότητα, κάτω από την οποία διεξάγεται η διαδικασία αυτής της Συμφωνίας και να αναλυθεί, ώστε να προβληθούν όλες οι πλευρές. Δεν θα πρέπει όμως να είμαστε φοβικοί. Προφανώς και υπάρχουν τεράστια οικονομικά συμφέροντα και τεράστια επιχειρηματικά συμφέροντα, ένθεν κακείθεν, κυρίως από την πλευρά της αμερικανικής υπερδύναμης, αλλά δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να ακυρώσουμε συνεργασίες και γέφυρες, επειδή υπάρχουν δυσκολίες. Πάντα θα υπάρχουν δυσκολίες. Πάντοτε υπήρχαν δυσκολίες, και ευτυχώς με κάποιους τρόπους, σιγά-σιγά, ξεπερνιούνται. Αυτό καλούμαστε να κάνουμε Ευρωπαίοι και Αμερικανοί, γιατί μιλάμε για δύο διαφορετικούς πολιτισμούς, μάλιστα ο αμερικανικός είναι πολυπολιτισμικός πολιτισμός και μάλιστα πολύ περισσότερο ίσως από την ευρωπαϊκή πανσπερμία, είναι διαφορετικά τα παραγωγικά μοντέλα, τα μοντέλα κατανάλωσης, οι εργασιακοί κανόνες, οι εργασιακές σχέσεις, τα δικαιώματα. Εδώ, θα πρέπει, να ενισχύσουμε την ευρωπαϊκή πλευρά, όμως θα πρέπει να συνεχίσουμε και την προσπάθεια συνεργασίας με την απέναντι πλευρά του Ατλαντικού, διότι παρά τις μεγάλες διαφορές μας, μοιραζόμαστε κοινές αξίες στον τομέα της δημοκρατίας και των δικαιωμάτων, αλλά και της πολιτικής και οικονομικής ελευθερίας. Επίσης, θα πρέπει να δούμε πως μπορούμε αποτελεσματικά να προασπίσουμε κεκτημένα ευρωπαϊκά, αλλά και το πως θα πρέπει να κάνουμε σαφές ότι δεν μπορούμε να κάνουμε πίσω σε κατακτήσεις του ευρωπαϊκού μοντέλου, διατροφικού, γεωργικού, οικονομικού, πολιτιστικού, μια που οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν πολύ πιο χαλαρούς κανόνες και νομοθεσίες. Μάλιστα, θα ήθελα να αναφέρω ότι υπάρχει διαφορετική νομοθεσία σε όλες τις Πολιτείες, για τα γενετικά τροποποιημένα προϊόντα, για τα χημικά και τα φυτοφάρμακα, αλλά και τη χρήση τους. Επάνω σε αυτό το σημείο, θα πρέπει να είμαστε πάντα πολύ προσεκτικοί και να επικεντρωθούμε στο να αρθούν οι υποψίες και οι ανησυχίες φορέων, πολιτών και κρατών και σε θέματα υποβάθμισης των κανόνων ασφαλείας και των εργασιακών δικαιωμάτων.»
Σε ό,τι αφορά το θέμα της ενέργειας, ο βουλευτής του Ποταμιού ανέφερε μεταξύ άλλων:
«Η Ευρώπη αντιμετωπίζει μια σειρά από προκλήσεις, την αυξανόμενη ζήτηση, την αστάθεια των ενεργειακών τιμών, αλλά και τις διαταραχές στον ενεργειακό εφοδιασμό. Η ανθεκτική ενεργειακή ένωση, είναι ένα ζητούμενο και θα πρέπει να το καταφέρουμε και να προχωρήσουμε σε πολιτική αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής.
Εμείς, για την Ελλάδα θα πρέπει να πούμε, ότι είμαστε άμεσα εξαρτημένοι από το πετρέλαιο, τα στερεά καύσιμα, τους λιγνίτες, αλλά και όλα τα εισαγόμενα - πετρέλαιο και φυσικό αέριο - ενώ θα έπρεπε να είναι τα τελευταία στις επιλογές μας. Θα έπρεπε να είχαμε ως πρώτο στόχο την ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, την καθαρή ενέργεια. Θα πρέπει να δούμε, λοιπόν, ότι είναι απαράδεκτο η χώρα μας να είναι στην τελευταία θέση σε ό,τι αφορά την ελκυστικότητα για επενδύσεις, την πραγματοποίηση επενδύσεων, αλλά και της λειτουργίας των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, την στιγμή που στην Ε.Ε. σε πολλές χώρες είναι πάνω από 50% και στις σκανδιναβικές χώρες είναι πάνω από 70% και με στόχους το 2020 να αγγίξουν το 100%.
Εμείς εδώ είμαστε ακόμα στους λιγνίτες και στα εισαγόμενα καύσιμα – πετρέλαιο και φυσικό αέριο - στα οποία γίνεται και ένα τεράστιο λαθρεμπόριο και από ομίλους, αλλά και μια ληστρική, στα όρια του λαθρεμπορίου, πολιτική, από το ίδιο το Κράτος και τις Κυβερνήσεις μας, σε σχέση με τις τιμές του πετρελαίου, όπου έχουμε τις ακριβότερες τιμές σε σχέση με το κόστος του ίδιου του προϊόντος. Μάλιστα πρέπει να δούμε, ότι όταν το πετρέλαιο ήταν στα 160 $ το βαρέλι, πληρώναμε τη μονάδα 1,60, τώρα που έχει φτάσει στα 25 $ - 30 $ το βαρέλι- το 1/8 της τιμής- σχεδόν καθόλου δεν κατέβηκε η λιανική τιμή στην κατανάλωση, το ίδιο και στο φυσικό αέριο και κυρίως στα προϊόντα του πετρελαίου.
Πρέπει λοιπόν να προσπαθήσουμε να εξορθολογήσουμε την ισορροπία της παραγωγής ενέργειας στην Ελλάδα. Οι μεταβάσεις αυτές, με ένα εθνικό στρατηγικό σχέδιο για την ενέργεια που χρειαζόμαστε τώρα και χάραξη πολιτικής σε εθνικό, σε περιφερειακό, αλλά και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, πρέπει να είναι και κοινωνικά δίκαιες.
Εν κατακλείδι, ζητάμε άμεση υλοποίηση των δεσμεύσεων και των μνημονιακών υποχρεώσεων, σε όσα αφορούν τις μεταρρυθμίσεις και την απελευθέρωση της αγοράς στην ενέργεια και αυτό αφορά βεβαίως, πρώτα απ' όλα τη Δ.Ε.Η.. Επανεκκίνηση και ανάπτυξη των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, με στόχο τη σταδιακή μείωση- ως εξαφάνιση- της εξάρτησης από τα «πετρέλαια και τους λιγνίτες» και το φυσικό αέριο. Να εξασφαλίσουμε δίκαιο θεσμικό πλαίσιο για την αγορά και τους παραγωγούς, όχι να τους κοροϊδεύουμε : «Βάλτε και θα κερδίζετε» και μετά να αλλάζουμε το πλαίσιο και να τρέχουν οι άνθρωποι και «να τραβάνε τα μαλλιά τους», μιλάω για τα πάνελ - και τις ανεμογεννήτριες και τα φωτοβολταϊκά.
Να εξασφαλίσουμε λοιπόν δίκαιο θεσμικό πλαίσιο για την αγορά και τους παραγωγούς, ασφαλή και περιβαλλοντικά-φιλική ενεργεία για τη βιομηχανία, για τις επιχειρήσεις και για τα νοικοκυριά, με στόχο τα ευρωπαϊκά πρότυπα.»
Τέλος, για το φλέγον ζήτημα της διαχείρισης της προσφυγικής κρίσης, ο κος Ψαριανός αναφέρθηκε στην αναποτελεσματική έως και εγκληματική, όπως την χαρακτήρισε, πολιτική της κυβέρνησης και τόνισε ότι μόνος δρόμος είναι η στενή συνεργασία με τους Ευρωπαίους συμμάχους μας τους οποίους πρέπει να εμπιστευτούμε:
«Η μεταναστευτική πολιτική, ιδίως κατά το πρώτο διάστημα της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, ήταν εγκληματική. Το προσφυγικό - μεταναστευτικό είναι ένα τεράστιο πρόβλημα για την Ευρώπη. Πρέπει να ζητήσουμε και να εντείνουμε την εγγύηση της ευρωπαϊκής ασφάλειας των ευρωπαϊκών συνόρων, που είναι τα ανοιχτά θαλάσσια σύνορα της Ελλάδας. Έπρεπε από την αρχή να έχουμε ζητήσει από τους ευρωπαϊκούς μηχανισμούς και από τους συμμάχους μας, το ΝΑΤΟ, την FRONTEX και όλους τους μηχανισμούς που υπήρχαν ή δημιουργούνται σιγά σιγά, γιατί το πρόβλημα εντείνεται και θα εντείνεται και έπρεπε να έχουμε προβλέψει, να έχουμε οργανώσει την συνεργασία με αυτούς τους μηχανισμούς, μέσω των ευρωπαϊκών θεσμών και όχι να είμαστε στην αρχή καχύποπτοι και στο τέλος «να φάμε καπέλο το ΝΑΤΟ» και να κάνει τον «δερβέναγα» η Τουρκία στις ελληνικές θάλασσες. Είναι ένα ζήτημα, στο οποίο ελπίζουμε ο ρόλος των ευρωπαϊκών μηχανισμών να ενταθεί και να είναι ωφέλιμος και για την Ελλάδα και για όλη την Ευρώπη, διότι δεν μπορεί να λυθεί αυτό το πρόβλημα αν δεν συνεργαστούμε όλες οι ευρωπαϊκές χώρες, σε αυτή την ιστορία της αντιμετώπισης ενός τεράστιου προβλήματος, που όλο και περισσότερο εντείνεται.
Ένα πολιτικό μήνυμα είναι ότι ο χώρος Σένγκεν, η ελεύθερη κυκλοφορία των ανθρώπων, το μοναδικό σύμβολο της Ευρωπαϊκής ενοποίησης, πρέπει να παραμείνει βιώσιμος και αυτό θα γίνει μόνο αν προστατεύσουμε αποτελεσματικά τα δικά μας σύνορα που είναι και τα σύνορα της μεγάλης μας οικογένειας της Ευρώπης.»