«Το νερό είναι δημόσιο αγαθό. Αδιαπραγμάτευτο. Η ενέργεια είναι στον αποκλειστικό έλεγχο του δημοσίου. Η πατρίδα δεν πωλείται και διάφορα άλλα τέτοια λυρικά πατριωτικά παραληρήματα ακούγαμε όλο αυτό το διάστημα, χρόνια τώρα. Η αλήθεια είναι όχι μόνο από εσάς, αλλά και από εσάς. Και μόνο από εσάς μετά το 2010. Σήμερα, όμως, ολοκληρώνετε εσείς μόνοι σας, με δική σας πρωτοβουλία τη μεταβίβαση των ΔΕΚΟ στο υπερταμείο. Η παραχώρηση της περιουσίας του ελληνικού δημοσίου σε ένα ανεξάρτητο μη κρατικό, μη δημόσιο οργανισμό για τα επόμενα 100 χρόνια είναι έργο και πρωτοτυπία της αριστερής κυβέρνησης, η οποία άρχισε την πορεία στην εξουσία βάζοντας κόκκινες γραμμές και μιλώντας για προδότες που εκχωρούν τα ασημικά και τα μαχαιροπίρουνα» τόνισε ο κ. Μπαργιώτας, βουλευτής Λάρισας με το Ποτάμι, κατά τη συζήτηση στη Βουλή για τα προαπαιτούμενα.
Στη συνέχεια, αναφερόμενος στο «ξήλωμα» των διατάξεων του ασφαλιστικού, είπε «Οι αλλαγές στο ασφαλιστικό είναι ένα από τα χαρακτηριστικά σημάδια του τρόπου και του ήθους του κυβερνητικού. Παίρνει πίσω τις ελαφρύνσεις που έκανε το Μάιο. Μπορεί κάποιοι να αισθάνονται πολύ έξυπνοι ή ένα είδος ρεβάνς, καθώς φαίνεται ότι εξαπάτησαν τους νέους επιστήμονες και το περίφημο κίνημα της γραβάτας παίρνοντας πίσω αυτά που τους υποσχέθηκαν το Μάιο. Το ίδιο έκαναν και με τους αγρότες. Όμως, αυτό το καθαρά εισπρακτικό και εντελώς ανήθικο κόλπο είναι και ένας συναγερμός για αυτό που λέγαμε κάποιοι ότι ο νόμος Κατρούγκαλου για το ασφαλιστικό και οι ρυθμίσεις που επέλεξε οι κυβέρνηση δεν λύνουν το πρόβλημα και απλώς το μεταθέτουν. Δυστυχώς, φαίνεται ότι ο νόμος Κατρούγκαλου δεν κατόρθωσε να μεταθέσει το πρόβλημα ούτε καν στο 2017, καθώς οι τρύπες στο ασφαλιστικό αρχίζουν να γίνονται ήδη ορατές».
Ακολούθως, ο κ. Μπαργιώτας επέκρινε την κυβέρνηση για διγλωσσία, λέγοντας χαρακτηριστικά «Ρητή απαγόρευση άρσης του δημοσίου ελέγχου των αγαθών του νερού και της ηλεκτρικής ενέργειας υποσχόταν ο Πρωθυπουργός, πριν από δύο μήνες στη φιέστα για τη συνταγματική αναθεώρηση. Ο κ. Σκουρλέτης να δείτε τι υποσχόταν. Από τα 750 ευρώ ελάχιστο μισθό, στην αναστολή της επένδυσης στις Σκουριές, στην πώληση της ΔΕΣΦΑ που την παίρνει πίσω τώρα, έχει περίπου υποσχεθεί όλα τα αντίθετα από όσα έχει κάνει στη διάρκεια της υπουργίας του. Κάθε φορά που επισημαίνω αυτού του τύπου τις αντιθέσεις, που είναι πολύ συχνές στην κυβέρνηση –δεν είναι μόνο ο κ. Σκουρλέτης- αυτή την ξεδιάντροπη και απολύτως συνειδητή επιλογή του να λέει κανείς άλλα και να κάνει άλλα. Πέρα από τις ηθικολογίες, στην πραγματικότητα υπάρχουν δύο πολύ σοβαρά θέματα. Το ένα είναι το θέμα των ευθυνών. Αν ήταν πάντα θετική η απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας, όπως λέμε εμείς, μήπως έχουν κάποιοι βαριές ευθύνες που δεν έγιναν από το 2010, το 2011, το 2103; Μήπως έχουν βαριές ευθύνες αυτοί που αντιδρούσαν βίαια σε τέτοιες προσπάθειες; Αυτοί που παρείχαν πλήρη πολιτική και ιδεολογική κάλυψη σε κάθε είδους Φωτόπουλους, που κατεβάζανε όποτε θέλανε κυριολεκτικά τους διακόπτες και ακύρωναν τις πολιτικές; Προκύπτει το γνωστό πανάρχαιο ερώτημα: «ένοχος ή βλαξ»; Συνειδητά ψέματα ή απλώς δεν ξέρατε τι σας γίνεται; Ή και τα δύο μαζί; Και πόσο μπορεί να εμπιστευτεί κανείς κάποιον που έκανε τόσο χοντρά λάθη;».
Τέλος, ο βουλευτής εξέφρασε επιφύλαξη σε σχέση με τη βούληση της κυβέρνησης να υλοποιήσει τις μεταρρυθμίσεις. Χαρακτηριστικά, είπε «Όμως, αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς, το σοβαρότερο είναι το δεύτερο: δεν πιστεύατε και δεν πιστεύετε όχι απλώς την αναγκαιότητα και την αξία, αλλά την πιθανότητα να γίνουν αυτού του τύπου οι αλλαγές. Έτσι, λοιπόν, υπάρχουν φόβοι ότι θα σαμποτάρετε όσο μπορείτε την επένδυση του ελληνικού, πράγμα το οποίο κάνετε, έτσι και αλλιώς, όλο αυτό τον καιρό, αλλά και ότι η απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας, που αποτελεί πολύ σημαντικό γεγονός, θα σαμποταριστεί στην πορεία. Η σημαντικότερη επιφύλαξη δεν αφορά κανενός είδους επιμέρους διάταξη. Αφορά το γεγονός πως η ίδια η κυβέρνηση, ο ίδιος ο Υπουργός -και όχι μόνο αυτός- επανειλημμένα έχουν πάρει θέση ενάντια σε αυτού του τύπου τις μεταρρυθμίσεις. Τις αντιλαμβάνονται ως ήττα, όπως έλεγε και ο κ. Μπαλτάς, και στην πραγματικότητα αντί να μεριμνήσουν για την εφαρμογή τους, θα τις πολεμήσουν. Και είναι αυτή ακριβώς η παράνοια που είναι το βασικό πρόβλημα αυτής της κυβέρνησης. Υποδύεται το μεταρρυθμιστή, ενώ είναι βαθιά αντιμεταρρυθμιστική».
Δείτε το βίντεο της ομιλίας εδώ:
Ακολουθεί η απομαγνητοφώνηση της ομιλίας:
«Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
αυτό είναι ένα ακόμα νομοσχέδιο στο δρόμο για την επόμενη δόση των 2,8 δις εκατ. ευρώ αυτή τη φορά, τα οποία εκκρεμούν και των οποίων η εκταμίευση λήγει την 31/10, στην πραγματικότητα μέχρι το επόμενο euroworking group που θα γίνει τέλη Σεπτεμβρίου. Εκκρεμεί και η δεύτερη αξιολόγηση μέχρι το τέλος του έτους για μια ακόμη δόση των 6,1 δις. Ο πρωθυπουργός είναι εξαιρετικά αισιόδοξος. Δήλωσε ότι θα κλείσει νωρίτερα μέσα στον Οκτώβριο, αλλά πάλι είχε δηλώσει πως θα σκίσει το Μνημόνιο, οπότε οφείλει κανείς να είναι τουλάχιστον επιφυλακτικός με τέτοιες δηλώσεις. Θυμίζω ότι η κυβέρνηση τον Ιούνιο με ανακούφιση συμφώνησε σε όλα με τους δανειστές, υπέγραψε τα πάντα (τις περικοπές, τον κόφτη, το υπερταμείο και τη μεταφορά όλης της περιουσίας σε ένα φορέα υπό την εποπτεία των δανειστών, τα κόκκινα δάνεια) και, αφού με τόση χαρά εκχώρησε όλες τις κόκκινες γραμμές, περάσαμε ένα Ιούλιο θριαμβολογιών με φιέστες στην αυλή της Βουλής και συζητήσεις για τον εκλογικό νόμο εντός της αιθούσης, με την κυβέρνηση να διαβεβαιώνειι σε όλα τα επίπεδα πως από εδώ και εμπρός θα εφαρμόσει το αριστερό της πρόγραμμα. Ξεχνούσε βέβαια ότι αυτά που υπέγραψε είχαν ένα βαρύτατο οικονομικό κόστος τόσο για την οικονομία γενικότερα όσο και για τις λαϊκές τάξεις και τους συνταξιούχους ειδικότερα. Αλλά, λίγο η μάχη της παραλίας που δόθηκε και κερδήθηκε στα διάρκεια Αυγούστου, λίγο η αυθυποβολή περί αριστερών πολιτικών, φτάσαμε με την καλοκαιρινή ευφορία μέχρι τα μέσα Σεπτεμβρίου. Μέχρι και την ανάκαμψη της οικονομίας άρχισαν να διαλαλούν μερικοί και την μείωση της ανεργίας. Προανήγγειλαν μάλιστα σκληρές διαπραγματεύσεις που θα ακύρωναν ή θα μετέτρεπαν τη συμφωνία του Ιουνίου.
Εξαιρετική αντιμετώπιση: υπογράψαμε τον Ιούνιο, αλλά τώρα πέρασε το καλοκαίρι και αλλάξαμε γνώμη. Όταν έλεγες, τι θα γίνει με τις επικουρικές που κόβονται ή τι θα γίνει με τα προαπαιτούμενα τα οποία είναι ante portas και πρέπει να ολοκληρωθούν, για να μπορέσουμε να συνεχίσουμε, οι απαντήσεις ήταν του τύπου «θα διαπραγματευτούμε θα το παλέψουμε, θα αγωνιστούμε». Έτσι, φτάσαμε μέχρι την προηγούμενη εβδομάδα, περίπου ευτυχείς και εντελώς απαράσκευοι, μέχρι που συνειδητοποιήσαμε ότι οι δεσμεύσεις είναι αμείλικτες. Και περάσαμε πάλι στα γνωστά: κατ’ επείγουσες διαδικασίες, νομοσχέδια στο γόνατο για πολύ σοβαρά θέματα και ήττες, όπως λέει ο κ. Μπαλτάς για το ελληνικό. Επιτυχία έλεγε ο κ. Φλαμπουράρης. Άλλο ένα χαρακτηριστικό αυτής της κυβέρνησης: κυβέρνηση σούπερ μάρκετ. Έχει από όλα στα ράφια της: επιτυχία και ήττα και ο καθείς αγοράζει ό, τι θέλει.
Τώρα πάμε να περάσουμε κατ’ επειγόντως τις αλλαγές στο ασφαλιστικό, την ολοκλήρωση της εκχώρησης των ΔΕΚΟ στο υπερταμείο και τη διεθνή εποπτεία και κυρίως πάμε να κάνουμε κάτι πάρα πολύ σημαντικό και πολύ δύσκολο: επιτέλους λέω εγώ. Το άνοιγμα της αγοράς ενέργειας και η κατάργηση του μονοπωλίου της ΔΕΗ. Το πρώτο άρθρο που αφορά το ασφαλιστικό είναι ένα από τα χαρακτηριστικά σημάδια του τρόπου, του ήθους αν θέλετε του κυβερνητικού. Παίρνει πίσω τις ελαφρύνσεις που έκανε το Μάιο. Μπορεί κάποιοι να αισθάνονται πολύ έξυπνοι ή ένα είδος ρεβάνς, καθώς φαίνεται ότι εξαπάτησαν τους νέους επιστήμονες και το περίφημο κίνημα της γραβάτας παίρνοντας πίσω αυτά που τους υποσχέθηκαν το Μάιο. Το ίδιο έκαναν και με τους αγρότες. Όμως, αυτό που θέλω να σχολιάσω σε αυτό το καθαρά εισπρακτικό και εντελώς ανήθικο κόλπο είναι ότι μαζί με όλα τα άλλα είναι ένα κουδούνι, ένας συναγερμός για αυτό που λέγαμε κάποιοι ότι ο νόμος Κατρούγκαλου για το ασφαλιστικό και οι ρυθμίσεις οι οποίες επέλεξε οι κυβέρνηση δεν λύνουν το πρόβλημα και απλώς το μεταθέτουν. Πίστευα τότε ότι μεταθέτετε το πρόβλημα σε ορίζοντα κάποιων χρόνων. Δυστυχώς, φαίνεται ότι ο νόμος Κατρούγκαλου δεν κατόρθωσε να μεταθέσει το πρόβλημα ούτε καν στο 2017, καθώς οι τρύπες στο ασφαλιστικό αρχίζουν να γίνονται ήδη ορατές. Και λογικά δεν έχει καν εξασφαλίσει τις συντάξεις για τον επόμενο μήνα, ενώ ο ΕΦΚΑ, ο καινούριος ενιαίος φορέας, που καλώς θα έρθει λέω εγώ, θα αρχίσει με μια προίκα ελλείμματος της τάξης 3 δις περίπου. Δυστυχώς, η κατάσταση δεν είναι όπως την περιγράφουν κάποιοι υπεραισιόδοξοι από την κυβέρνηση.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, το νερό είναι δημόσιο αγαθό. Αδιαπραγμάτευτο. Η ενέργεια είναι στον αποκλειστικό έλεγχο του δημοσίου. «Η πατρίδα δεν πωλείται» και διάφορα άλλα τέτοια λυρικά πατριωτικά παραληρήματα ακούγαμε όλο αυτό το διάστημα, χρόνια τώρα. Η αλήθεια είναι όχι μόνο από εσάς, αλλά και από εσάς. Και μόνο από εσάς μετά το 2010. Σήμερα, όμως, ολοκληρώνετε εσείς μόνοι σας, με δική σας πρωτοβουλία τη μεταβίβαση των ΔΕΚΟ στο υπερταμείο. Την εκχώρηση ουσιαστικά όλης της δημόσιας περιουσίας σε μια ανώνυμη εταιρεία της οποίας τον έλεγχο δεν έχει το ελληνικό δημόσιο κατ’ αποκλειστικότητα, αλλά κυρίως προτεραιότητα έχουν οι δανειστές, οι οποίοι μπορεί μεν να διορίσουν 2 από τους 5, εγκρίνουν όμως και τους υπόλοιπους 3 από το εποπτικό συμβούλιο της εταιρείας. Το 1897 στη χειρότερη χρεοκοπία στην ιστορία της χώρας κανείς δεν είχε διανοηθεί να παραχωρήσει περιουσία. Η παραχώρηση της περιουσίας του ελληνικού δημοσίου σε ένα ανεξάρτητο μη κρατικό, μη δημόσιο οργανισμό για τα επόμενα 100 χρόνια είναι έργο και πρωτοτυπία της αριστερής κυβέρνησης, η οποία άρχισε την πορεία στην εξουσία βάζοντας κόκκινες γραμμές και μιλώντας για προδότες που εκχωρούν τα ασημικά και τα μαχαιροπίρουνα. Έτσι, λοιπόν, οι συγκοινωνίες, το νερό σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, αυτό το αδιαπραγμάτευτο, η κτηματική περιουσία του δημοσίου μεταβιβάζονται όλα στο υπερταμείο. Παρά τα περί του αντιθέτου, η ΔΕΗ φεύγει από τον έλεγχο του δημοσίου. Το 51% των μετοχών της ΔΕΗ θα βρίσκεται από αύριο στον έλεγχο του υπερταμείου. 34% είναι το ποσοστό του Υπουργείου οικονομικών και το 17% που είχε το ΤΑΙΠΕΔ προς πώληση, μια και ολόκληρο το ΤΑΙΠΕΔ μπαίνει στο ταμείο.
«Ρητή απαγόρευση άρσης του δημοσίου ελέγχου των αγαθών του νερού και της ηλεκτρικής ενέργειας» υποσχόταν ο Πρωθυπουργός, πριν από δύο μήνες στη φιέστα για τη συνταγματική αναθεώρηση. Ο κ. Σκουρλέτης να δείτε τι υποσχόταν. Από τα 750 ευρώ ελάχιστο μισθό, στην αναστολή της επένδυσης στις Σκουριές, στην πώληση της ΔΕΣΦΑ που την παίρνει πίσω τώρα, έχει περίπου υποσχεθεί όλα τα αντίθετα από όσα έχει κάνει στη διάρκεια της υπουργίας του. Κάθε φορά που επισημαίνω αυτού του τύπου τις αντιθέσεις, που είναι πολύ συχνές στην κυβέρνηση –δεν είναι μόνο ο κ. Σκουρλέτης- αυτή την ξεδιάντροπη και απολύτως συνειδητή επιλογή του να λέει κανείς άλλα και να κάνει άλλα, η κοινή ερώτηση είναι «και εσείς τι λέτε για το ελληνικό; Δε συμφωνείτε; Δε χαίρεστε που αλλάξαμε και συμφωνούμε στην απελευθέρωση της ενέργειας; Γιατί κάνετε κριτική; Και αρνείστε; Και δεν βοηθάτε;
Πέρα από τις ηθικολογίες, στην πραγματικότητα υπάρχουν δύο πολύ σοβαρά θέματα. Το ένα είναι το θέμα των ευθυνών. Αν ήταν πάντα θετική η απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας, όπως λέμε εμείς, μήπως έχουν κάποιοι βαριές ευθύνες που δεν έγιναν από το 2010, το 2011, το 2103; Μήπως έχουν βαριές ευθύνες αυτοί που αντιδρούσαν βίαια σε τέτοιες προσπάθειες; Αυτοί που παρείχαν πλήρη πολιτική και ιδεολογική κάλυψη σε κάθε είδους Φωτόπουλους, που κατεβάζανε όποτε θέλανε κυριολεκτικά τους διακόπτες και ακύρωναν τις πολιτικές; Προκύπτει το γνωστό πανάρχαιο ερώτημα: «ένοχος ή βλαξ»; Συνειδητά ψέματα ή απλώς δεν ξέρατε τι σας γίνεται; Ή και τα δύο μαζί; Και πόσο μπορεί να εμπιστευτεί κανείς κάποιον που έκανε τόσο χοντρά λάθη;
Όμως, αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς, το σοβαρότερο είναι το δεύτερο: δεν πιστεύατε και δεν πιστεύετε όχι απλώς την αναγκαιότητα και την αξία, αλλά την πιθανότητα να γίνουν αυτού του τύπου οι αλλαγές. Έτσι, λοιπόν, υπάρχουν φόβοι ότι θα σαμποτάρετε όσο μπορείτε την επένδυση του ελληνικού, πράγμα το οποίο κάνετε, έτσι και αλλιώς, όλο αυτό τον καιρό, αλλά και ότι η απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας, που αποτελεί πολύ σημαντικό γεγονός, θα σαμποταριστεί στην πορεία. Η απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας θα μπορούσε υπό τις κατάλληλες συνθήκες να ανοίξει την αγορά ενέργειας σε επενδύσεις, να φέρει διεθνείς ξένες επενδύσεις σε μέγα κλίμακα και να ανοίξει χιλιάδες θέσεις εργασίας, δίνοντας λύσεις για την οικονομία της χώρας. Και αν θέλουμε να είμαστε σοβαροί, αυτή η διαδικασία είναι εξαιρετικά δύσκολη και πολύπλοκη, η μετάπτωση από το απαρχαιωμένο μονοπωλιακό καθεστώς μιας κρατικής ΔΕΗ σε μια ευρωπαϊκού τύπου ανοιχτή, ανταγωνιστική αγορά είναι μια διαδικασία και χρονοβόρα και δύσκολη. Και ιδιαίτερο σχεδιασμό προσεκτικό χρειάζεται.
Αντί για αυτά, προτιμήθηκε η οδός του κατ’ επείγοντος για ακόμα μια φορά. Ενός νόμου που ήρθε στο παρά πέντε, χωρίς δημόσιο διάλογο, χωρίς τη γνώμη των φορέων, ούτε καν τον ελάχιστο χρόνο για επεξεργασία. Πολλά ερωτήματα προκύπτουν για τις επιμέρους ρυθμίσεις και πολλές ενστάσεις για την ετοιμότητα του ΛΑΓΗΕ, για την ικανότητα του ΑΔΜΗΕ, για τη μορφή που θα πάρει το ένα, για τις προθεσμίες σύστασης των καινούριων νομικών προσώπων που εγγυώνται τη μετάπτωση, για το αν ο ΛΑΓΗΕ νομίμως μπορεί να αναλάβει τον έλεγχο της αγοράς χονδρικής κοκ. Δεν πρόκειται να υποδυθώ τον ειδικό. Αυτά αφορούν μια συζήτηση τεχνική, ανθρώπων με υψηλό επίπεδο εμπειρίας και εξειδίκευσης, που δεν έγινε σε κανένα επίπεδο. Και από ό, τι φαίνεται δυστυχώς από τον τρόπο που είναι διατυπωμένα και την προχειρότητα του νόμου δεν έγινε καν σε νομοπαρασκευαστικό επίπεδο από πριν.
Θα μπορούσε κανείς να πει ότι τέτοιου είδους ατέλειες θα μπορούσαν να λυθούν στην πορεία, αν ήταν σίγουρος ότι η κυβέρνηση έχει ενστερνιστεί αυτή την ανάγκη της αλλαγής. Δεν θα ήταν η πρώτη φορά που νομοθετούμε, διορθώνουμε ή αλλάζουμε πράγματα τα οποία έγιναν ειδικά από αυτή την κυβέρνηση κατά λάθος, βιαστικά ή εκ παραδρομής, θα μπορούσε να αισιοδοξεί κανείς ότι τα επιμέρους ζητήματα θα λυθούν. Όμως, αυτή η πορεία δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι θα υπάρξει. Η σημαντικότερη επιφύλαξη δεν αφορά κανενός είδους επιμέρους διάταξη. Αφορά το γεγονός πως η ίδια η κυβέρνηση, ο ίδιος ο Υπουργός -και όχι μόνο αυτός- επανειλημμένα έχουν πάρει θέση ενάντια σε αυτού του τύπου τις μεταρρυθμίσεις. Τις αντιλαμβάνονται ως ήττα, όπως έλεγε και ο κ. Μπαλτάς, και στην πραγματικότητα αντί να μεριμνήσουν για την εφαρμογή τους, θα τις πολεμήσουν. Και είναι αυτή ακριβώς η παράνοια που είναι το βασικό πρόβλημα αυτής της κυβέρνησης. Υποδύεται το μεταρρυθμιστή, ενώ είναι βαθιά αντιμεταρρυθμιστική».