Οι πολιτικές της δραστικής περικοπής της κρατικής επιχορήγησης που ακολούθησαν οι προηγούμενες κυβερνήσεις και οι οποίες συνεχίζονται και σήμερα με την κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, έχει οδηγήσει τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα (ΑΕΙ) της χώρας σε οικονομικό αδιέξοδο.
Έχοντας χάσει μέσα σε 5 χρόνια, πάνω από το 50% της τακτικής χρηματοδότησής τους, είναι απορίας άξιον πώς περιμένει η ελληνική πολιτεία και το Υπουργείο Παιδείας να αντεπεξέλθουν σε αυτό το ασφυκτικό πλαίσιο. Οι νέοι προϋπολογισμοί, όπως χαρακτηριστικά δηλώνουν πολλοί εκ των πρυτάνεων, δεν είναι ικανοί να καλύψουν τις λειτουργικές τους δαπάνες, ούτε καν τους λογαριασμούς των ΔΕΚΟ. Μάλιστα, με τα ενεργειακά κόστη να αποτελούν μεγάλο τμήμα των λειτουργικών εξόδων των ΑΕΙ, πολλά από αυτά δυσκολεύονται να πληρώσουν τους λογαριασμούς του ηλεκτρικού ρεύματος, ενώ ορισμένα χρωστούν ήδη από πέρυσι μέρος των οφειλών τους προς τη ΔΕΗ.
Το σημαντικό αυτό πρόβλημα του ενεργειακού κόστους καλούνται να αντιμετωπίσουν και το Πανεπιστήμιο και το Πολυτεχνείο της Κρήτης, τα οποία, παρά τη σημαντική πρόοδο και τις προσπάθειές τους για ορθολογικότερη χρήση και εξοικονόμηση ενέργειας, συνεχίζουν να πληρώνουν μεγάλα ποσά για ηλεκτρικό ρεύμα. Ενώ, όμως, είναι προφανής και βιώσιμη η λύση για αξιοποίηση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ), με άμεσα οικονομικά και περιβαλλοντικά οφέλη, τα ιδρύματα της Κρήτης, εξαιτίας της μη διασύνδεσης του νησιού με την ηπειρωτική Ελλάδα και της σχετικής υπουργικής απόφασης που θέτει ως μέγιστο όριο τα 50 kW εγκατεστημένης ισχύος ΑΠΕ, «εξαιρούνται» κατ’ ουσία από το να είναι ενεργειακά αυτόνομα. Δηλαδή, ενώ η πανεπιστημιακή κοινότητα είναι έτοιμη να παράξει μόνη της την ενέργεια που καταναλώνει και να μειώσει έτσι τα έξοδά της, η πολιτεία δεν τη διευκολύνει.
Το Ποτάμι στηρίζει πλήρως την αυτοδιοίκηση των ΑΕΙ της χώρας, η οποία πρέπει να αποδεικνύεται και στην πράξη, ειδικά τώρα που το κράτος αδυνατεί να καλύψει τις υποχρεώσεις του, με σκοπό την απελευθέρωση και αξιοποίηση όλων των δυνατοτήτων για την οικονομική βιωσιμότητά τους. Οι Βουλευτές του Ποταμιού Σπύρος Δανέλλης (Ηρακλείου) και Γιώργος Μαυρωτάς (Αττικής) έφεραν στη Βουλή το ζήτημα της ενεργειακής ανεξαρτησίας των ΑΕΙ της Κρήτης, μέσω της ερώτησης που κατέθεσαν προς τους Υπουργούς Περιβάλλοντος & Ενέργειας και Παιδείας, Έρευνας & Θρησκευμάτων, καλώντας τους να επανεξετάσουν το σχετικό θεσμικό πλαίσιο περί των αυτοπαραγωγών ΑΠΕ στα μη διασυνδεδεμένα νησιά.
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της ερώτησης:
Προς:
α) Υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας
β) Υπουργό Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων
Θέμα: Τα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα της Κρήτης «εξαιρούνται» από τη δυνατότητα εγκατάστασης μονάδων ΑΠΕ υπό την ιδιότητα του αυτοπαραγωγού
Η τρέχουσα χρηματοοικονομική συγκυρία και οι πολιτικές που ακολούθησαν οι προηγούμενες κυβερνήσεις και η νυν κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, έχει αποστερήσει από τα Πανεπιστήμια της χώρας ένα πολύ μεγάλο τμήμα της δημόσιας ενίσχυσης η οποία πλέον βρίσκεται περίπου στο 40% αυτής που είχαν στη διάθεσή τους λίγα χρόνια νωρίτερα. Καθώς η τακτική κρατική επιχορήγηση αποτελεί τον βασικό χρηματοδοτικό πόρο για την κάλυψη των λειτουργικών εξόδων, τα Πανεπιστήμια έχουν αποδοθεί σε έναν αγώνα δρόμου τόσο από τη μία για τον περιορισμό τους όσο και για την εξεύρεση άλλων πηγών χρηματοδότησης.
Οι ενεργειακές δαπάνες αποτελούν σημαντικό τμήμα των λειτουργικών δαπανών των Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων (ΑΕΙ), και με τις πρόσφατες μειώσεις των επιχορηγήσεων σε ορισμένα Ιδρύματα, αντιστοιχούν μέχρι και στο 50% της δημόσιας επιχορήγησης. Επομένως, είναι θέμα και οικονομικής βιωσιμότητας για τα Πανεπιστήμια της χώρας, να υιοθετήσουν πρακτικές «Πράσινου Πανεπιστήμιου» και να εντάξουν τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) όπως και δράσεις για την εξοικονόμηση ενέργειας στο σχεδιασμό τους. Η πολιτική αυτή είναι απόλυτα συμβατή με την προσπάθεια της χώρας να μειώσει τις δημόσιες δαπάνες, και τα Πανεπιστήμια μπορούν να αποτελέσουν παράδειγμα καλής πρακτικής και για άλλους φορείς του Δημόσιου Τομέα.
Στις 30/12/2014, εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση της Υποπαραγράφου ΙΓ.8 της Παραγράφου ΙΓ του άρθρου πρώτου του ν. 4254/2014, η Υπουργική Απόφαση (ΑΠΕΗΛ/Α/Φ1/οικ. 24461) του τότε Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής κ. Μανιάτη σχετικά με την «Εγκατάσταση μονάδων ΑΠΕ από αυτοπαραγωγούς με συμψηφισμό ενέργειας κατ’ εφαρμογή του άρθρου 14Α του ν.3468/2006.».
Η συγκεκριμένη Υπουργική Απόφαση αναμενόταν με εξαιρετικό ενδιαφέρον από την πανεπιστημιακή κοινότητα καθώς το πρόβλημα του ενεργειακού κόστους έχει αναδειχθεί κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών, σε κρίσιμο ζήτημα για τη λειτουργία των Πανεπιστημιακών Ιδρυμάτων. Είναι χαρακτηριστικό ότι τόσο στο Πολυτεχνείο όσο και στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, το ύψος της ενεργειακής δαπάνης αγγίζει το 50% της διαθέσιμης δημόσιας επιχορήγησης των τακτικών τους προϋπολογισμών, παρά τις επιτυχείς προσπάθειες για ορθολογικότερη χρήση και εξοικονόμηση ενέργειας. Είναι επίσης προδιαγεγραμμένο ότι τα Ιδρύματα υπό αυτές τις συνθήκες δεν θα καταφέρουν να ανταποκριθούν στο κόστος αυτό προς την Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού (ΔΕΗ) με ότι αυτό συνεπάγεται. Χαρακτηριστικές είναι οι αναφορές πολλών εκ των πρυτάνεων ότι τα ιδρύματα τους ήδη από πέρυσι χρωστούν μέρος των οφειλών τους προς τη ΔΕΗ.
Η Υπουργική Απόφαση, «εξαιρεί» κατ’ ουσία, από τη δυνατότητα εγκατάστασης μονάδων ΑΠΕ υπό την ιδιότητα του αυτοπαραγωγού, τα ΑΕΙ της Κρήτης καθώς θέτει ως ανώτατο όριο εγκατεστημένης ισχύος τα 50 kW και όχι τα 500 kW, όπως ισχύει στην ηπειρωτική Ελλάδα.
Η προαναφερθείσα Υπουργική Απόφαση βασίστηκε στην υπόθεση της χρόνιας έλλειψης υποδομών στο δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας του νησιού και της μη ύπαρξης διασύνδεσης με την ηπειρωτική χώρα.
Δεδομένου ότι, το νησί της Κρήτης έχει από τις υψηλότερες τιμές έντασης ηλιακής ακτινοβολίας και κατά συνέπεια ευνοεί τη μεγαλύτερη αξιοποίηση της φωτοβολταϊκής ενέργειας,
Δεδομένου ότι, τα φωτοβολταϊκά είναι μια ώριμη τεχνολογία με κόστη επένδυσης που φθίνουν, και συγχρόνως είναι κατάλληλα για την προώθηση της αποκεντρωμένης παραγωγής η οποία δε θέτει ζητήματα ευστάθειας του συστήματος ενώ συμβάλλει στη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου,
Δεδομένου ότι η συνολική εγκατεστημένη ισχύς φωτοβολταϊκών στο νησί ανέρχεται περίπου στα 100 ΜW. Ακόμα και αν όλα τα ιδρύματα τοποθετήσουν 2 MW συνολικά, η απόκλιση από τη σημερινή κατάσταση είναι ελάχιστη για να ειπωθεί ότι το δίκτυο είναι σε κίνδυνο,
Δεδομένου ότι, η κατανάλωση βάσης των Ιδρυμάτων είναι υψηλή και η ζήτηση ισχύος υπερβαίνει κατά πολύ τα 500 kW,
Δεδομένου ότι, η σημερινή τεχνολογία μας δίνει σύγχρονα συστήματα ελέγχου και ρύθμισης για την ασφάλεια του δικτύου σε σχέση με την παραγωγή των φωτοβολταϊκών σταθμών,
Και δεδομένου ότι, η σημερινή οικονομική και τεχνική δυνατότητα του Πολυτεχνείου Κρήτης να υλοποιήσει άμεσα ένα έργο ΑΠΕ 500 kW εξοικονομεί κόστος, λόγω του υψηλού κόστους παραγωγής ρεύματος της ΔΕΗ στο νησί, 0,15 €/kWh. Η συνεπαγόμενη άμεση ωφέλεια μπορεί να ανέλθει σε 895.000 kWh x 0,15 = 135.000 €/έτος,
Ερωτώνται οι κ.κ. Υπουργοί:
1. Προτίθεται το αρμόδιο Υπουργείο να δώσει στα ΑΕΙ της Κρήτης τη δυνατότητα εγκατάστασης φωτοβολταϊκών και λοιπών μονάδων ΑΠΕ επαρκούς ισχύος, υπό την ιδιότητα του αυτοπαραγωγού, ενισχύοντας έτσι τη δημόσια εκπαίδευση;
2. Εξετάζετε την περίπτωση να αναθεωρήσετε κατάλληλα τα εδάφια της Υπουργικής Απόφασης, συμβάλλοντας σημαντικά στη βιωσιμότητα των δύο αυτών Ιδρυμάτων η οποία έχει τεθεί σε κίνδυνο λόγω της οικονομικής κρίσης τα τελευταία χρόνια, αλλά και γενικά των ΑΕΙ που εδράζονται σε μη διασυνδεδεμένα νησιά;
3. Έχει υπάρξει κάποια συνεννόηση μεταξύ των δύο Υπουργείων προκειμένου να βρεθούν λύσεις για τα υψηλά ενεργειακά κόστη των ΑΕΙ της χώρας στο πλαίσιο της αυτοδιοίκησής τους;
Οι ερωτώντες Βουλευτές
Σπύρος Δανέλλης – Ηράκλειο
Γιώργος Μαυρωτάς - Αττικής