Ομιλία Γιώργου Μαυρωτά κατά τη συζήτηση της επίκαιρης επερώτησης της ΝΔ
Τη μεγάλη καθυστέρηση στην ολοκληρωμένη μετάβαση της χώρας στη νέα ψηφιακή εποχή με ευθύνη όλων των Κυβερνήσεων και τώρα του ΣΥΡΙΖΑ, ανέδειξε στην Ολομέλεια της Βουλής ο Γραμματέας Κοινοβουλευτικού Έργου και βουλευτής Αττικής με το Ποτάμι, Γιώργος Μαυρωτάς, κατά τη συζήτηση της σχετικής επίκαιρης επερώτησης της ΝΔ.
Αναφερόμενος στην πολύ χαμηλή θέση της Ελλάδας (3η από το τέλος μεταξύ 28 χωρών) στον δείκτη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την Ψηφιακή Οικονομία και Κοινωνία (Digital Economic and Society Index (DESI) για το 2017, σχολίασε ότι είναι το αποτέλεσμα παρελθοντικών και συνεχιζόμενων δομικών αδρανειών, αλλά και αποσπασματικών κινήσεων όλων των Κυβερνήσεων μέχρι τώρα. Σχολίασε ότι δεν αρκεί απλά ο ΣΥΡΙΖΑ να κατηγορεί τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ για το τι δεν έκαναν για τον ψηφιακό μετασχηματισμό της χώρας αλλά να εξηγήσει τι θα κάνει ο ίδιος, αξιοποιώντας τις ραγδαίες εξελίξεις και τις πολλές προσφερόμενες δυνατότητες. Όλα αυτά όπως τόνισε ο κ. Μαυρωτάς, δεν γίνονται χωρίς βιώσιμο στρατηγικό σχέδιο, χωρίς κατασκευή εφαρμόσιμων δημόσιων πολιτικών, χωρίς ανάπτυξη υποδομών και χωρίς την επιτάχυνση των διαδικασιών.
Εκτός από την ανάγκη των υποδομών εστίασε στο ανθρώπινο κεφάλαιο, ένα κεφάλαιο το οποίο διαθέτει η Ελλάδα με άριστους και καλά καταρτισμένους επιστήμονες και τεχνικούς σε όλον το φάσμα των ψηφιακών τεχνολογιών, συστημάτων και εφαρμογών. Τόνισε ότι αν δεν υπάρξει το κατάλληλο πλαίσιο και δεν ευδοκιμήσουν οι σύγχρονες επιχειρήσεις τότε το brain drain δεν θα σταματήσει και εμείς απλά θα το παρατηρούμε. Τα πολλαπλασιαστικά οφέλη του ψηφιακού μετασχηματισμού της χώρας θα δώσει όπως σημείωσε χαρακτηριστικά, έναυσμα και στην καινοτομία και στη δημιουργία μικρών δυναμικών start-ups.
Κλείνοντας την ομιλία του αναφέρθηκε στον κομβικό ρόλο που έχει για την ψηφιακή πορεία της χώρας η εκπαίδευση σε όλες τις βαθμίδες. Τάχθηκε υπέρ του Ψηφιακού Σχολείου και των θετικών που έχει πέραν από την επαφή των μαθητών με τις νέες τεχνολογίες, και στην άμβλυνση των εκπαιδευτικών ανισοτήτων. Αρκεί βέβαια όπως σημείωσε ο βουλευτής του Ποταμιού να μην πιστεύουν στον ΣΥΡΙΖΑ ότι τα τεχνολογικά μέσα «…αποστειρώνουν τη διδακτική σχέση. Την εξαϋλώνουν τείνοντας τελικά να την καταργήσουν», όπως είχε υποστηρίξει ο πρώτος Υπουργός Παιδείας της Κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ κ. Μπαλτάς.
Ο κ. Μαυρωτάς προέτρεψε την κυβέρνηση να παραδειγματιστεί από τη σημαντική και ραγδαία πρόοδο χωρών, όπως η Τσεχία, Σλοβενία, Λετονία και Σλοβακία οι οποίες δεν είχαν ψηφιακό προβάδισμα και να διερωτηθεί γιατί αυτοί τα κατάφεραν και η Ελλάδα όχι. Η ψηφιακή σύγκλιση της χώρας, όπως τόνισε, είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την αύξηση του ΑΕΠ, τη δημιουργία θέσεων εργασίας και τη γενικότερη σύγκλιση της Ελλάδας με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες.
Δείτε το βίντεο της ομιλίας εδώ:
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της ομιλίας:
Σε 6’ δεν θα προλάβω να αναφερθώ στα πιο συγκεκριμένα της ερώτησης οπότε επιτρέψτε μου να αναφερθώ στα πιο γενικά της ψηφιακής πορείας της χώρας μας.
Είμαστε ήδη στην εποχή της ψηφιακής επανάστασης, σε μια περίοδο που ο ψηφιακός μετασχηματισμός επεκτείνεται και αλλάζει τα μοντέλα διοίκησης χωρών, επιχειρήσεων αλλά και τη ζωή των πολιτών.
Χώρες που το έχουν έγκαιρα αντιληφθεί, έχουν προετοιμαστεί και προσαρμοστεί, και κυρίως έχουν προχωρήσει και καινοτομήσει σε διάφορους τομείς του ψηφιακού γίγνεσθαι, αποκτούν ένα τεράστιο συγκριτικό πλεονέκτημα το οποίο ωστόσο για να διατηρηθεί θέλει συνεχή προσπάθεια.
Η Ελλάδα δυστυχώς και σε αυτό, βρίσκεται στις τελευταίες θέσεις των κατατάξεων, είναι 3η από το τέλος μεταξύ των 28 χωρών της ΕΕ σύμφωνα με τον επικαιροποιημένο δείκτη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την Ψηφιακή Οικονομία και Κοινωνία (Digital Economic and Society Index (DESI) για το 2017.
Προφανώς η διαμόρφωση αυτής της επίδοσης δεν είναι αποτέλεσμα μόνο της παρούσας διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ…
αλλά αποκαλύπτει τις δομικές αδράνειες, τις αποσπασματικές κινήσεις και τις καθυστερημένες πρωτοβουλίες όλων των προηγούμενων Κυβερνήσεων.
Ωστόσο εδώ επιτρέψτε μου να σημειώσω κάτι, κάτι που συνηθίζει ο ΣΥΡΙΖΑ να λέει επιρρίπτοντας ευθύνες και δικαίως σε ένα βαθμό, στους προηγούμενους.
Ειδικά στον χώρο της ψηφιακής σύγκλισης, το επιχείρημα ότι οι άλλοι κυβερνούσαν 40 χρόνια ενώ εσείς μόλις 2,5 δεν μπορεί να ισχύει ευθέως αναλογικά.
Ότι λοιπόν μπορεί να μην έγινε για πολλά χρόνια για διάφορους λόγους, δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί να γίνει τώρα σε λιγότερο χρονικό διάστημα, εκμεταλλευόμενοι τις ραγδαίες εξελίξεις και τις δυνατότητες στον ψηφιακό κόσμο.
Αρκεί να υπάρχει το πλαίσιο. Και εδώ είναι που το κράτος πρέπει να εκπονεί και προπαντός να υλοποιεί βιώσιμα στρατηγικά σχέδια για τον ψηφιακό μετασχηματισμό των δομών του, των λειτουργιών του και βέβαια του περιβάλλοντος στο οποίο δραστηριοποιούνται όλοι οι παίκτες και οι συμμέτοχοι.
Πλέον έχουμε και αρμόδιο Υπουργείο για την Ψηφιακή Πολιτική, το θέμα είναι να μας εξηγήσει τι ακριβώς πράττει στην κατεύθυνση της κατασκευής εφαρμόσιμων δημόσιων πολιτικών, της ανάπτυξης υποδομών και της επιτάχυνσης των διαδικασιών του ψηφιακού μετασχηματισμού της χώρας;
Η ανάπτυξη κατάλληλου ψηφιακού περιβάλλοντος θα οδηγήσει σε εκμετάλλευση τεχνολογιών αιχμής όπως είναι το Internet of Things και βέβαια στη διάδοση των smart grids στον τομέα της ενέργειας και στην εμπέδωση της χρησιμότητας της αποκεντρωμένης παραγωγής.
Στη χώρα μας η ανάπτυξη ψηφιακών υποδομών ειδικά στις τηλεπικοινωνίες μπορεί να συμβάλει δραστικά στην αποκέντρωση καθότι αμβλύνονται τα μειονεκτήματα των απομακρυσμένων περιοχών και κατ’ επέκταση μπορεί να δοθεί ένεση τόνωσης για την περιφερειακή ανάπτυξη.
Η ψηφιακή εποχή σίγουρα θέλει υποδομές θέλει όμως και ανθρώπινο κεφάλαιο. Και ανθρώπινο κεφάλαιο η χώρα μας έχει. Έχει άριστους και καλά καταρτισμένους επιστήμονες και τεχνικούς σε όλον το φάσμα των ψηφιακών τεχνολογιών, συστημάτων και εφαρμογών.
Οι νέοι μας όμως φεύγουν στο εξωτερικό και αυτή η διαρροή εγκεφάλων αναδεικνύει στον μέγιστο βαθμό την ανάγκη επιτάχυνσης διαμόρφωσης του κατάλληλου πλαισίου συνθηκών ώστε να ευδοκιμήσουν επιχειρήσεις οι οποίες θα στηριχθούν σε αυτούς τους νέους επιστήμονες.
Να κάνουμε επιτέλους κάτι και να κρατήσουμε κανένα νέο παιδί εδώ να παρά να είμαστε απλοί παρατηρητές και να θρηνούμε για το brain drain.
Για παράδειγμα η αξιοποίηση των όλο και πλουσιότερων ανοικτών και δημόσιων δεδομένων μπορεί να δημιουργήσει ένα ολόκληρο νέο πεδίο για νέους επιστήμονες οι οποίοι να ασχολούνται με αντίστοιχες εφαρμογές διαχείρισης και παρουσίασής τους.
Τα πολλαπλασιαστικά οφέλη όλων αυτών θα δώσουν έναυσμα και στην καινοτομία και στη δημιουργία μικρών δυναμικών start-ups.
Να λοιπόν που και εδώ η παιδεία και όλες οι βαθμίδες της εκπαίδευσης παίζουν καίριο ρόλο.
Να ξεκινήσουμε από τα πρώτα χρόνια των παιδιών στο σχολείο.
Να δώσουμε ξανά ώθηση στο Ψηφιακό Σχολείο που εκτός από την πρώτη επαφή των μαθητών με τις νέες τεχνολογίες, συνεισφέρει και αμβλύνει τις εκπαιδευτικές ανισότητες.
Ελπίζω επιτέλους να επιταχύνει σε αυτόν τον τομέα η κυβέρνηση σε συνεργασία των υπουργείων ψηφιακής πολιτικής και παιδείας. Αρκεί βέβαια να μην πιστεύετε και εσείς ότι τα τεχνολογικά μέσα…
«…αποστειρώνουν τη διδακτική σχέση. Την εξαϋλώνουν τείνοντας τελικά να την καταργήσουν.»
…όπως ο πρώτος Υπουργός Παιδείας της διακυβέρνησής σας, ο κ. Μπαλτάς αλλά και άλλοι σύντροφοί σας όταν αναφέρονται σε θέματα τεχνολογίας στην επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων.
Η δημιουργία και κουλτούρα εκπαίδευσης για τους πολίτες από το δημοτικό μέχρι την τριτοβάθμια εκπαίδευση, μέσα από νέες τεχνολογίες και τη δια βίου μάθηση είναι στόχος που θα έπρεπε να έχει απασχολήσει την Πολιτεία εδώ και πολλά χρόνια.
Επειδή μου αρέσει να μιλάω και να αναφέρομαι σε παραδείγματα ας δούμε πως τα κατάφεραν χώρες που θεωρητικά δεν είχαν το ψηφιακό προβάδισμα σε σχέση με εμάς, χώρες οι οποίες έχουν σημειώσει σημαντική πρόοδο τα τελευταία χρόνια όπως Τσεχία, Σλοβενία, Λετονία και Σλοβακία).
Μάλιστα η Σλοβενία και η Σλοβακία σημείωσαν το μεγαλύτερο άλμα προόδου στο δείκτη DESI για το 2017, με αύξηση άνω των 7 εκατοστιαίων μονάδων κατά το τελευταίο έτος. Άραγε αυτοί γιατί τα κατάφεραν;
Η βελτίωση της ψηφιακής ωριμότητας της Ελλάδας μέχρι το 2021 θα μπορούσε να οδηγήσει σε ενίσχυση του ελληνικού ΑΕΠ από 2,6% έως 4%, ισοδυναμώντας με αύξηση του ελληνικού ΑΕΠ έως το 2021 κατά 4,9 δισ. έως και 7,6 δισ. Ευρώ.
Και αυτή η πρόσθετη ανάπτυξη της οικονομίας μπορεί να ανασχέσει όπως προανέφερα το ελληνικό brain drain και να δημιουργήσει όπως αναφέρει η πρόσφατη μελάτη του ΣΕΒ, κατ’ ελάχιστον σε 50.000 νέες θέσεις εργασίας.
Η χώρα μας πρέπει να συγκλίνει με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες και η ψηφιακή σύγκλιση είναι μια απαραίτητη προϋπόθεση.