Στο πρώτο συνέδριο, στο Λαύριο, ενάμιση μόλις χρόνο πριν, αυτό που με έπεισε να γίνω Ποτάμι ήταν η αυθόρμητη συμμετοχή εκατοντάδων ανθρώπων που συνέρρευσαν από παντού: πανεπιστήμια, επιχειρήσεις, αγρότες, κεντροδεξιοί και κεντροαριστεροί. Ένας πολύχρωμος κόσμος που τον συνεπήρε η προοπτική ενός καινούριου, εναλλακτικού, διαφορετικού κόμματος. Ενός κόμματος που τα έλεγε αλλιώς και ήθελε να κάνει αλλιώτικα πράγματα.
Σήμερα, ένα σημαντικό μέρος αυτού του κόσμου το έχουμε χάσει. Κυρίως όμως έχουμε χάσει αυτή τη φρεσκάδα του καινούριου, του πρωτότυπου, του διαφορετικού. Αναπόφευκτα ως ένα σημείο: Η πραγματικότητα μιας χώρας σε κρίση είναι πολύ σκληρός στίβος και οι προσδοκίες καμιά φορά αβάσιμες. Λόγω λαθών και αστοχιών; Σίγουρα. Μετά από ένα κακό εκλογικό αποτέλεσμα και ένα αμήχανο φθινόπωρο, καθώς οι εξελίξεις τρέχουν ιλιγγιωδώς, βρισκόμαστε σε ένα σημείο καμπής. Μετά την ευρωπαϊκή στροφή του ΣΥΡΙΖΑ, η εύκολη φιλοευρωπαϊκή αντιπολίτευση αποδυναμώθηκε. Εκεί που η απάντηση ήταν με την Ευρώπη, το ερώτημα έγινε δύσκολο: Ποια Ελλάδα σε ποια Ευρώπη;
Το Ποτάμι δεν μπόρεσε από το Σεπτέμβρη και μετά να παράξει πολιτική. Δεν μπόρεσε να πάρει πρωτοβουλίες σημαντικές, δεν μπόρεσε να φωτίσει τις αδυναμίες μιας κυβέρνησης που παραπαίει ούτε να διαφοροποιηθεί επαρκώς από την αντιπολίτευση. Κουραστήκαμε να προσπαθούμε να πάρουμε τις γωνίες, να στρογγυλέψουμε, για να μη δυσαρεστήσουμε, δυσκολευόμαστε να κλείσουμε πόρτες και να ανοίξουμε μέτωπα. Με την κυβέρνηση, τον κρατισμό, την βαλτωμένη δικαιοσύνη. Αναπόφευκτο και αυτό ως ένα σημείο. Το Ποτάμι δεν έχει, δεν απέκτησε ποτέ, δεν πρόλαβε και δεν ήθελε να αποκτήσει μηχανισμούς παράγωγης πολιτικής. Δεν είχε ούτε το χρόνο ούτε τα όργανα που θα μπορούσαν να επεξεργαστούν στρατηγική και να εξειδικεύσουν την πολιτική πράξη. Ούτε η επιτροπή πολιτικού σχεδιασμού απέκτησε ποτέ σταθερά χαρακτηριστικά και το απαραίτητο βάθος ούτε τα όργανα που εκλέχθηκαν στο Λαύριο και στις ενδιάμεσες συνδιασκέψεις υπήρξαν ποτέ. Παιδικές ασθένειες; Ας το ελπίσουμε.
Δεν συμμετείχα στη συζήτηση για την οργανωτική δομή και τη μορφή που θα έχει η ΜΕΣΥΑ. Η αλήθεια είναι πως θα προτιμούσα μια κλασική Κεντρική Επιτροπή, καθώς θεωρώ το σχήμα πιο λειτουργικό. Όμως, παρά τις πολλές επιφυλάξεις που έχω, θεώρησα και θεωρώ σημαντικότερη, μακράν ουσιαστικότερη, την επιβεβαίωση της πολιτικής βούλησης να μετατραπούμε σε ένα κόμμα αρχών με όργανα που λειτουργούν, συνέρχονται τακτικά και παράγουν αποτέλεσμα. Αυτό που μένει να αποδειχθεί είναι η πραγματική μας βούληση, όλων μας, να λειτουργήσουμε τα όργανα που θα εκλέξουμε, να τα σεβαστούμε και να τα περιφρουρήσουμε. Αν θέλουμε πραγματικά να είμαστε το κόμμα που θα βοηθήσει την Ελλάδα στην ευρωπαϊκή της πορεία, δεν μπορεί παρά να γίνουμε ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό κόμμα.
Ένα κόμμα, δηλαδή, με αποτελεσματικούς μηχανισμούς λήψης αποφάσεων σε διαρκή επικοινωνία με την κοινωνία και κατοχυρωμένη την εσωκομματική δημοκρατία. Ελευθερία έκφρασης, κατοχύρωση του δικαιώματος στη διαφωνία, σεβασμός στη διαφορετική φωνή και -γιατί όχι- στις τάσεις και στην εσωκομματική αντιπολίτευση, αν κάτι τέτοιο οργανωθεί και υπάρξει. Τα σύγχρονα προοδευτικά κόμματα έχουν τάσεις, συνιστώσες, αντιπολίτευση. Το μοντέλο του μονολιθικού αρχηγικού κόμματος, όπου δε χωρούν παρά οι πιστοί του αρχηγού, δεν υπάρχει ως επιλογή. Ακόμη και αν υποθέσουμε πως ο Σταύρος το επεδίωκε- πράγμα που δεν ισχύει- είναι απλώς ένα μοντέλο που ανήκει σε άλλες εποχές, είναι ένα μοντέλο που ανήκει σε άλλες ηπείρους. Δεν χωρά στην ευρωπαϊκή πραγματικότητα, συνιστά μια θεμελιώδη αντίφαση. Δεν μπορεί να θέλει να γίνεις ευρωπαίος, με όχημα ένα αρχηγικό κόμμα χωρίς αρχές και λειτουργία.
Πολλοί έχουν την τάση να επικαλούνται τις τελευταίες μέρες, καθώς φούντωνε η συζήτηση και καθώς υπήρξαν κάποια παρατράγουδα που θα μπορούσαν να αποφευχθούν, μια «κομματική ορθοδοξία» και βάση αυτής να εγκαλούν όποιον διαφωνεί μαζί τους. Κάποιοι έφτασαν μάλιστα να μιλάνε για διαγραφές, ξεκαθαρίσματα κοκ. Ήμουν και είμαι μαχητικά αντίθετος σε λογικές καταστολής και διαγραφών. Από θέση αρχής, αλλά κυρίως για λόγους κομματικού συμφέροντος: δεν έχουμε την πολυτέλεια των προγραφών. Στο κάτω κάτω της γραφής τα κόμματα συγκροτούνται μέσα από συγκρούσεις και η πολιτική είναι παράγωγο της διαφωνίας. Χωρίς διαφορές, δεν υπάρχει σύνθεση και χωρίς απόψεις δεν υπάρχει πολιτική. Η αμφισβήτηση των προθέσεων, η συνωμοσιολογία είναι μια παθογένεια του δημοσίου διαλόγου στην Ελλάδα που πρέπει να αφήσουμε πίσω.
Το πρόβλημα του Ποταμιού στην παρούσα φάση δεν είναι ο κίνδυνος της υπονόμευσης ή της άλωσης του κόμματος από μέσα. Είναι η αδυναμία να πείσει το ίδιο του το κοινό, τους ανθρώπους που το στήριξαν και το ανέδειξαν, και όχι μόνο αυτούς, πως μπορεί να συνεχίσει να είναι ο αξιόπιστος πολιτικός φορέας που θέλουν να δουν να ολοκληρώνει την ανασύσταση του μεσαίου χώρου, πως εξακολουθεί να είναι το κόμμα η ενδυνάμωση του οποίου μπορεί να γίνει ο καταλύτης μιας νέας πορείας. Από χθες, μετά την πρόταση του Σταύρου για τη δημιουργία του κοινοβούλιου του μεσαίου χώρου, μπαίνουμε σε μια διαδικασία συζήτησης με ανθρώπους και στελέχη από έναν ευρύτερο πολιτικό χώρο επιδιώκοντας συγκλίσεις και συνέργειες. Είναι νομίζω μια κίνηση που είναι απαραίτητη, μια κίνηση που ίσως να έχει αργήσει κιόλας. Το Ποτάμι πρέπει να υπερβεί τον εαυτό του: Όχι να τον καταργήσει, ούτε να τον αλλοιώσει: Να βρει το θάρρος και την αυτοπεποίθηση που απαιτεί η ανοικτή απροσχημάτιστη συζήτηση. Αν δεν το κάνουμε εμείς τώρα, μαζί με τους άλλους, σύντομα θα το κάνουν οι άλλοι χωρίς εμάς.
Οφείλουμε να μη μείνουμε στις διακηρύξεις. Οφείλουμε να βρούμε τη γενναιότητα που απαιτεί η επίτευξη του πραγματικού στόχου, που είναι η σωτηρία της πατρίδας. Απομένει να επιβεβαιώσουμε και εμείς και οι άλλοι πως έχουμε και τη διάθεση και τη δύναμη και πάνω από όλα την πολιτική βούληση. Θα ήθελα να το διατυπώσουμε με την καθαρότητα και την ένταση που το διατύπωσε ο Γκι Φερχόφστατ: Υπέρ των μεταρρυθμίσεων του ριζοσπαστικού μετασχηματισμού της κοινωνίας. Κι αν είναι η αριστερά απέναντι μου είμαι απέναντι στην αριστερά, αν είναι η δεξιά βαρίδι, είμαι κατά της δεξιάς.