Ομιλία Γ. Μαυρωτά στην επιτροπή κατά τη συζήτηση του σχεδίου νόμου του Υπ. Εσωτερικών
Την πρόταση του Ποταμιού για κυβερνησιμότητα και αντιπροσωπευτικότητα στους Δήμους, μέσω ενός συστήματος σταθμισμένης αναλογικής υποστήριξε ο βουλευτής Αττικής και Γραμματέας Κοινοβουλευτικού Έργου, Γιώργος Μαυρωτάς, κατά τη συζήτηση του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Εσωτερικών, σχετικά με την τοπική αυτοδιοίκηση και το Πρόγραμμα «Κλεισθένης Ι».
Παρουσίασε τα βασικά στοιχεία της πρότασης, ξεκινώντας με την ανάγκη ύπαρξης ενός πλαφόν εισόδου 3% - 5% για τους συνδυασμούς, προκειμένου να περιοριστεί το φαινόμενο μονοπρόσωπων συνδυασμών και να ενισχυθούν οι συνεργασίες. Τόνισε πως βασικό χαρακτηριστικό είναι και ο καθορισμός ενός ποσοστού, πάνω από το οποίο να μην χρειάζεται η 2η Κυριακή (π.χ. 42,5%). Επίσης, αναφέρθηκε και στη σημασία να δίνεται ένα bonus (σταθερό π.χ. 20% των εδρών ή αναλογικό) στον νικητή σε σχέση με τα αποτελέσματα της 1ης Κυριακής, ώστε να μπορεί να έχει την πλειοψηφία ή τη σχετική πλειοψηφία, αν αυτό επιτρέπει το ποσοστό του.
Ο κ. Μαυρωτάς σχολίασε ότι «Η ανάγκη για κυβερνησιμότητα στους δήμους, που έχουν εκτελεστικές αρμοδιότητες, είναι ίσως πιο σημαντική από τη Βουλή, που έχει βασικά νομοθετικές αρμοδιότητες». Συμπλήρωσε επίσης πως όταν αλλοιώνεται η πολιτική, προκειμένου να γίνεται αρεστή σε όλους, τότε αυτή μεταλλάσσεται σε ευχολόγιο, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να εφαρμοστεί ή να υλοποιηθεί. Αυτόν τον κίνδυνο διέκρινε και με το παρόν νομοσχέδιο της Κυβέρνησης, επισημαίνοντας ότι όλο αυτό ίσως γίνεται επειδή ο ΣΥΡΙΖΑ θέλει να αποκτήσει ρόλο και υπόσταση στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, όπου υστερεί. Παράλληλα, ανέφερε πως με τον ΚΛΕΙΣΘΕΝΗ Ι παρατείνεται ο εναγκαλισμός της Τοπικής Αυτοδιοίκησης από το κράτος, μέσα από τη δημιουργία διαφόρων ελεγκτικών μηχανισμών στο Υπουργείο Εσωτερικών, όπως ο διορισμός των Εποπτών Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης, από τον Υπουργό, αντί της θέσπισης Ελεγκτή Νομιμότητας.
Τέλος, ο βουλευτής του Ποταμιού έκανε αναφορά στις τροπολογίες που κατέθεσε ο κ. Σκουρλέτης, διερωτώμενος εάν χρειάζεται να δημιουργηθεί μέσω νόμου μια επιτροπή, η οποία θα μελετήσει το θέμα της ψήφου των Ελλήνων του εξωτερικού. Εκτός όπως είπε αν πρόκειται για ένα αλισβερίσι προκειμένου να ψηφιστεί από την αντιπολίτευση η ρύθμιση για την κατάτμηση της Β’ Αθήνας.
Δείτε το βίντεο της ομιλίας εδώ:
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της ομιλίας:
Οι βασικές αλλαγές που φέρνει το νομοσχέδιο είναι τρεις:
1) Καθιερώνεται η απλή αναλογική για την εκλογή δημοτικών και περιφερειακών συμβουλίων.
2) Μειώνεται η θητεία των αιρετών από 5 σε 4 χρόνια, αποσυνδέονται οι αυτοδιοικητικές εκλογές από τις ευρωεκλογές,
3) Άλλες λειτουργικές διατάξεις που κάποιες από αυτές προσθέτουν γραφειοκρατία στο σύστημα
Επιτρέψτε μου στην πρώτη συνεδρίαση να δώσω την έμφαση στο εκλογικό σύστημα που νομίζω ότι είναι και το μείζον του νομοσχεδίου. Στα εκλογικά συστήματα και το έχουμε συζητήσει αυτό και στον εκλογικό νόμο, το ζητούμενο είναι να συγκεράσεις δύο κριτήρια: την αντιπροσωπευτικότητα και την κυβερνησιμότητα.
Η αντιπροσωπευτικότητα έχει να κάνει με την ίση συμβολή της ψήφου στο αποτέλεσμα. Η κυβερνησιμότητα με τη δυνατότητα διακυβέρνησης μετά τις εκλογές. Δηλαδή το κυβερνόν σχήμα πρέπει να εκφράζει όσο το δυνατόν πιστότερα τη βούληση των πολιτών και να μπορεί να διοικήσει, να κυβερνήσει όσο το δυνατόν αποτελεσματικότερα. Η δημοκρατία μας επιτρέπει να μπορούμε να συνδυάζουμε αυτά τα δύο κριτήρια. Η απλή και άδολη αναλογική μπορεί να δουλέψει άψογα σε μια κοινωνία αγγέλων, όπου συζητάνε, συνεννοούνται, συναινούν, συνθέτουν. Όμως όσο περισσότεροι χρειάζονται να συνεννοηθούν, για να εκφράσουν μια πλειοψηφία, τόσο περισσότερο αυξάνουν οι πιθανότητες να πέσεις σε αδιέξοδα και ακυβερνησία, τόσο αδυνατίζει μέσα από συμβιβασμούς η πολιτική που θέλεις να εφαρμόσεις, τόσο πιο πιθανό είναι να μπεις σε ένα πολιτικό αλισβερίσι (δώσε μου να σου δώσω).
Το να συνεννοηθούν 2-3 για μια πολιτική είναι εφικτό. Το να συνεννοηθούν 5-10 και να συμφωνήσουν είναι ανέφικτο. Ή όταν γίνει εφικτό είναι τελικά και αναποτελεσματικό. Μια πολιτική όταν «νερωθεί» πολύ για να είναι αρεστή σε όλους παύει να είναι πολιτική και γίνεται ευχολόγιο και μένει στις γενικές αρχές (ανάπτυξη, αιώνια ειρήνη, ευτυχία κλπ), χωρίς εφαρμογή και υλοποίηση γιατί εκεί κρύβονται οι διαφορές.
Και θα ρωτήσει κάποιος: Ήταν σωστό και δίκαιο το προηγούμενο εκλογικό σύστημα στους Δήμους; Κάποιος που έπαιρνε το 20% των ψήφων να έπαιρνε και το 60% των εδρών; Ούτε αυτό ήταν δίκαιο, γιατί ακριβώς για να ικανοποιήσει το κριτήριο της κυβερνησιμότητας έπασχε στο κριτήριο της αντιπροσωπευτικότητας. Όταν θέλεις να συνδυάσεις 2 ή περισσότερα κριτήρια δεν υπάρχουν βέλτιστες λύσεις που να βελτιστοποιούν ταυτόχρονα όλα τα κριτήρια. Για αυτό επιζητούμε τις ενδιάμεσες, τις αποτελεσματικές, τις λεγόμενες βέλτιστες κατά Pareto λύσεις, όπου πετυχαίνουμε ταυτόχρονα ικανοποιητικές επιδόσεις σε κάθε κριτήριο. Το «ικανοποιητικές» έχει βέβαια να κάνει και με τον συντελεστή βαρύτητας που αποδίδουμε σε κάθε κριτήριο. Πρέπει δηλαδή στη διαδικασία επιλογής να βάλουμε την υποκειμενικότητα, τις προτιμήσεις του αποφασίζοντα. Στην προκειμένη περίπτωση της επιλογής του εκλογικού συστήματος αν μας ενδιαφέρει μόνο το κριτήριο της κυβερνησιμότητας το προηγούμενο σύστημα ήταν μια χαρά. The winner takes it all που λένε και οι Αμερικάνοι και προχωράμε.
Αν μας ενδιαφέρει μόνο το κριτήριο της αντιπροσωπευτικότητας το προτεινόμενο σύστημα από τον κ. Σκουρλέτη της απλής αναλογικής είναι επίσης μια χαρά. Όλοι εκπροσωπούνται αναλογικά και ας υπάρξει ακυβερνησία ή διακυβέρνηση του ελάχιστου κοινού παρανομαστή. Αν όμως μας ενδιαφέρει και το κριτήριο της κυβερνησιμότητας και της αντιπροσωπευτικότητας, πρέπει να απομακρυνθούμε από τις δύο ακραίες (ακραίες με την μαθηματική έννοια) λύσεις και να κινηθούμε κάπου ανάμεσα. Εκεί λοιπόν υπάρχουν διάφορες δυνατότητες που μπορούν να συνδυάσουν τα δύο κριτήρια.
Το σύστημα μιας σταθμισμένης αναλογικής κατά τη γνώμη μας θα ήταν η καλύτερη λύση ώστε να συνδυαστούν τα δύο αυτά κριτήρια. Ένα σύστημα σταθμισμένης αναλογικής με τα εξής χαρακτηριστικά:
1. Θα πρέπει να υπάρχει ένα πλαφόν εισόδου για τους συνδυασμούς της τάξης του 3% - 5%, ώστε να διασφαλίζεται ο μη κατακερματισμός του πεδίου με μονοπρόσωπους συνδυασμούς και να ενθαρρύνονται οι συγχωνεύσεις τέτοιων συνδυασμών ώστε να αποκτούν μια κρίσιμη μάζα.
2. Να υπάρχει ένα ικανό ποσοστό πάνω από το οποίο να μην χρειάζεται η 2η Κυριακή (π.χ. το 42.5%).
3. Να δίνεται ένα bonus (σταθερό ή αναλογικό) στον νικητή σε σχέση με τα αποτελέσματα της πρώτης Κυριακής, ώστε να μπορεί να έχει την πλειοψηφία ή τη σχετική πλειοψηφία αν του το επιτρέπει το ποσοστό του.
Για παράδειγμα, αν δοθεί ένα bonus 20% των εδρών στον πρώτο, θα μπορεί να έχει την πλειοψηφία στο Δημοτικό Συμβούλιο αν έχει ξεπεράσει το 35% που είναι ένα εύλογο ποσοστό. Ή θα μπορούσε το bonus των εδρών να είναι ανάλογο του ποσοστού που πήρε την πρώτη Κυριακή. Έτσι, διασφαλίζεται ότι ο νικητής των εκλογών τη 2η Κυριακή έχει πολύ περισσότερες πιθανότητες να έχει πλειοψηφία στο Δημοτικό Συμβούλιο ανάλογα με τα ποσοστά που πήρε. Και βέβαια αν τα ποσοστά που πήρε δεν ήταν τόσο υψηλά (π.χ. 20%-25%) θα πρέπει να κάνει συμμαχίες.
Τέλος, να σημειώσω ότι η ανάγκη για κυβερνησιμότητα στους δήμους που έχουν εκτελεστικές αρμοδιότητες είναι ίσως πιο σημαντική από τη Βουλή που έχει βασικά νομοθετικές αρμοδιότητες. Βέβαια, αν η απλή αναλογική είναι το Άγιο Δισκοπότηρο για τον ΣΥΡΙΖΑ, μια τέτοια πρόταση σταθμισμένης αναλογικής, ξέρουμε ότι δεν την συζητάει.
Εκτός αν κάνουμε λάθος. Με δεδομένο λοιπόν ότι η ΝΔ λέει ότι θα καταργήσει τον παρόντα νόμο αν γίνουν βουλευτικές εκλογές πριν τις αυτοδιοικητικές, αφήνουμε εδώ αυτήν την πρόταση, που θα εξειδικεύσουμε σε επόμενες συνεδριάσεις, ώστε να υπάρχει ως μαγιά. Αυτή είναι άλλωστε η χρησιμότητα του Ποταμιού – οι θέσεις του και οι τολμηρές προτάσεις του. Χωρίς ετεροπροσδιορισμούς, χωρίς να μπαίνουμε σε πολιτικό αλισβερίσι. Ένας κακόπιστος λοιπόν, όχι εγώ, θα έλεγε ότι φέρνετε την απλή αναλογική στους Δήμους, για να αποκτήσει ρόλο και υπόσταση ο αδύναμος στην Τοπική Αυτοδιοίκηση ΣΥΡΙΖΑ.
Ένα δεύτερο σημείο κριτικής του ΚΛΕΙΣΘΕΝΗ Ι είναι ο εναγκαλισμός της Τοπικής Αυτοδιοίκησης από το κράτος μέσα από τη δημιουργία διαφόρων ελεγκτικών μηχανισμών στο Υπουργείο Εσωτερικών. Οι μέχρι σήμερα αρμοδιότητες για τον έλεγχο νομιμότητας των δήμων μεταφέρονται από τις αποκεντρωμένες διοικήσεις στους επόπτες ΟΤΑ. Εδώ πρέπει να πούμε ότι γενικά απαιτείται μία αξιολόγηση του θεσμού της αποκεντρωμένης διοίκησης.
Σήμερα, ο έλεγχος νομιμότητας ασκείται από τις Αποκεντρωμένες Διοικήσεις. Ο Συντονιστής (μέχρι πρόσφατα λεγόταν «Γενικός Γραμματέας») κάθε Αποκεντρωμένης Διοίκησης διορίζεται από την Κυβέρνηση και είναι ουσιαστικά Γ.Γ. του Υπουργείου Εσωτερικών. Το μοντέλο αυτό έχει προκαλέσει πάμπολλες διαμαρτυρίες του συνόλου σχεδόν των αιρετών, καθώς θεωρείται αναποτελεσματικό, χρονοβόρο και κυρίως διαβλητό. Είναι συνεχείς οι διαμαρτυρίες ότι ο έλεγχος νομιμότητας παρεκτρέπεται σε έλεγχο σκοπιμότητας, με κριτήρια κομματικά, πολιτικά κ.ο.κ.
Για αυτό και είναι απαραίτητη η θέσπιση Ελεγκτή Νομιμότητας (και όχι κατ’ ακριβολογία «Επόπτη»), κάτι που ζητάει όλη η αυτοδιοίκηση. Όμως με το Σ/Ν συνεχίζεται δυστυχώς η υφιστάμενη τακτική, δηλαδή ο Υπουργός Εσωτερικών διορίζει τους Επόπτες Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης και άρα συνεχίζεται (και επιτείνεται) ο εναγκαλισμός της τοπικής αυτοδιοίκησης με το Κεντρικό Κράτος. Υπό το πρόσχημα του ελέγχου νομιμότητας ενδέχεται να συνεχισθεί η σημερινή στρέβλωση, δηλαδή η τοποθέτηση κομματικών στελεχών ως Εποπτών ΟΤΑ που θα συνεχίσουν να λειτουργούν ως το «μακρύ χέρι» του κράτους στην αυτοδιοίκηση.
Δημιουργούνται ουσιαστικά 3 επίπεδα ελέγχου που πρακτικά ενισχύουν τον εναγκαλισμό της τοπικής αυτοδιοίκησης με το κράτος, αυξάνουν την γραφειοκρατία και τους χρόνους ελέγχου δυσχεραίνοντας το έργο των δήμων. (Διαμορφώνονται 3 βαθμίδες ελέγχου της Τοπικής Αυτοδιοίκησης στο Υπουργείο Εσωτερικών)
1) Επόπτης ΟΤΑ
2) Συμβούλιο Εποπτών ΟΤΑ
3) Επιτροπή Συντονισμού και Ελέγχου ΟΤΑ
Μια πρώτη πρόταση βελτίωσης είναι η λειτουργία της Υπηρεσίας αυτής, της εποπτείας δηλαδή, ως «ανεξάρτητης αρχής», περιοριζόμενης μόνο σε έλεγχο νομιμότητας, όπως ακριβώς προβλέπει το Σύνταγμα (άρθρο 102 § 4 Συντάγματος). Μιλάμε για ένα αμιγώς επιστημονικό, νομικό έργο, με εχέγγυα αντικειμενικότητας και επιστημονικής επάρκειας. Διασφαλίζεται έτσι η επιτέλεση του Ελέγχου Νομιμότητας με τον πλέον φερέγγυο, αδιάβλητο και αντικειμενικό τρόπο. Ο Επόπτης λοιπόν να είναι ανεξάρτητη αρχή, ενιαία για όλη τη χώρα, με αυξημένο θεσμικό κύρος, καθώς καλείται να επιτελέσει έναν σοβαρό, πολύπλοκο και απαιτητικό ρόλο, έλεγχος όλης της λειτουργίας όλων των Δήμων και Περιφερειών, πειθαρχικός έλεγχος Δημάρχων, Περιφερειαρχών κ.α. αιρετών. Δεν μπορεί το έργο αυτό να ασκείται από κρατικό υπάλληλο, διορισμένο από τον Υπουργό Εσωτερικών.
Οι χρόνοι που χρειάζονται για τον έλεγχο νομιμότητας πρέπει να μειωθούν από 30 σε 20 μέρες (μόλις παρέλθει αυτό το διάστημα τεκμαίρεται η νομιμότητα). Οι επόπτες ΟΤΑ προβλέπεται να είναι βασικά δικηγόροι, επειδή όμως ένα μεγάλο μέρος των ελέγχων αφορά έργα, υπηρεσίες και προμήθειες πρέπει να μπορούν να είναι και μηχανικοί με τα αντίστοιχα προσόντα. Οι επόπτες ΟΤΑ πρέπει να αποφαίνονται εντός 1 μηνός και όχι 2 για τις προδικαστικές προσφυγές. Το ίδιο και για τις πράξεις αναστολής εκτέλεσης από δύο σε ένα μήνα σελίδα 15). Οι επόπτες ΟΤΑ φαντάζομαι θα είναι θέσεις που θα προκηρυχτούν. Στο προσωπικό της Αυτοτελούς Υπηρεσίας ΟΤΑ να προκηρυχτούν νέες θέσεις και το 50% να είναι νέοι μηχανικοί που να μιλούν άριστα μία ξένη γλώσσα.
Πέρα από τα δύο κύρια σημεία της κριτικής που ασκείται, σημαντικά είναι και τα παρακάτω σημεία: Τα επιχειρησιακά και ετήσια προγράμματα υπάρχουν και σήμερα αλλά κανείς δεν ελέγχει την πρόοδο και τις αποκλίσεις. Είναι σχεδόν διακοσμητικά. Πρέπει να αξιολογούνται και να υπάρχει συνυπολογισμός της αξιολόγησης τους στο ποσό των ΚΑΠ που λαμβάνουν οι δήμοι. Τα τεχνικά προγράμματα των δήμων μαζί με τις προμήθειες εξοπλισμού πρέπει να αξιοποιούν πόρους τουλάχιστον του 10% του ετήσιου προϋπολογισμού. Δήμοι και Οργανισμοί δεν υλοποιούν τεχνικά προγράμματα και προμήθειες εξοπλισμού με αποτέλεσμα συχνά το 80% του προϋπολογισμού τους να αποτελεί μισθοδοσία, οι υποδομές να απαξιώνονται και τα ανταποδοτικά τέλη να μην αξιοποιούνται αποτελεσματικά. Απαξιωμένες υποδομές – απαξιώνουν και το προσωπικό. Χρειάζονται ενίσχυση οι τεχνικές υπηρεσίες των δήμων με νέους μηχανικούς.
Άλλο, η Τεχνική Βοήθεια της ΜΟΔ Α.Ε. να αναλαμβάνει και σύνταξη προδιαγραφών, ώστε να διευκολύνονται οι διαδικασίες σύνταξης προϋπολογισμού και ψήφισης των αναμορφώσεων. Προτείνεται επιτροπή για την εκπόνηση ολοκληρωμένου θεσμικού πλαισίου για την ανάπτυξη σε δημοτικές εκτάσεις (στελέχωση, εξειδίκευση). Το Παρατηρητήριο είναι ένα πολυμελές και δυσκίνητο όργανο. Χρειάζεται μία αυτονομία για να μπορεί να παράγει δείκτες που τελικά αξιολογούν αυτό καθ’ αυτό το Υπουργείο Εσωτερικών. Το Παρατηρητήριο με 16 μέλη και με κανένα από τα στελέχη του να επιλέγεται με ανοιχτή διαδικασία δεν θα μπορέσει να παίξει τον ρόλο που προδιαγράφεται.
Οι Διυπουργικές Επιτροπές Ανακαθορισμού Αρμοδιοτήτων και Διαδικασιών (ΔΕΑΝΑΔ) θεσπίζονται αναγνωρίζοντας μία από τις μεγαλύτερες παθογένειες του Δημόσιου Τομέα. Προβλέπεται η πρόσκληση εμπειρογνωμόνων και ειδικών επιστημόνων.
Για τους ΚΑΠ: Τα κριτήρια της κατανομής των Κεντρικών Αυτοτελών Πόρων (ΚΑΠ) που σήμερα είναι αποκλειστικά πληθυσμιακά, εμπλουτίζονται με 11 κριτήρια (υποδομές, ΑΕΠ, κοινωνική συνοχή). Αυτό είναι θετικό και πολύ ενδιαφέρον, αλλά δε συνοδεύεται από τη στάθμιση των κριτηρίων και από μία έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου που θα μας έδειχνε τις μεγάλες αλλαγές που θα επιφέρει στους ΚΑΠ. Η στάθμιση των κριτηρίων είναι πολύ σημαντική, γιατί εκφράζει και τις κατευθύνσεις που θέλει να δώσει ο νομοθέτης.
Σχετικά με τις τροπολογίες: Χρειάζεται τροπολογία, χρειάζεται νόμος για να δημιουργήσετε μια επιτροπή για να μελετήσει το θέμα της ψήφου των Ελλήνων του Εξωτερικού; Ή για να ξεγελάσετε τη ΝΔ (που το ζήτησε) για να ψηφίσει την κατάτμηση της Β’ Αθήνας και της περιφέρειας Αττικής; Κι εδώ αλισβερίσι;
Αυτά προς το παρόν. Στη συζήτηση επί των άρθρων και στη Β’ ανάγνωση θα μπούμε λίγο πιο αναλυτικά στις λεπτομέρειες. Σκεφτείτε όμως πάλι αυτό που σας είπα για το εκλογικό σύστημα και τον συγκερασμό των δύο κριτηρίων: της κυβερνησιμότητας και της αντιπροσωπευτικότητας. Μην πάμε από το ένα άκρο στο άλλο όταν υπάρχουν ενδιάμεσες πιο βιώσιμες και γόνιμες λύσεις.