Κυρίες και κύριοι, φίλες και φίλοι, κυρίες και κύριοι, θα προσπαθήσω να πω δυο λόγια αφού χθες άκουσα την ομιλία του κ. Θεοδωράκη και κυρίως είδα το πολύ ευρηματικό σύνθημα που έχετε στον τοίχο και θα προσπαθήσω να κινηθώ, ελπίζω, σε μια διαφορετική κατεύθυνση από τους προηγούμενους ομιλητές.
Είναι σαφές ότι το συνέδριό σας πραγματοποιείται μέσα σε μια εξαιρετικά κρίσιμη καμπή για την Ευρώπη. η αδυναμία της Ευρώπης να προβάλλει μια απάντηση για το προσφυγικό πρόβλημα, η άρνηση των ηγετών της να παραδεχθούν ότι οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές έχουν δημιουργήσει μια κρίση που τη βιώνουν όλοι οι λαοί της Ευρώπης και ταυτοχρόνως η σταθερή άνοδο των αντιευρωπαϊκών δυνάμεων, συνθέτουν μια ζοφερή εικόνα.
Η Ευρώπη των ανθρωπιστικών αξιών και του κοινωνικού κράτους δίνει σιγά σιγά τη θέση της σε μια Ευρώπη όπου αρχίζει να ηγεμονεύει η ξενοφοβία και η αντίληψη ότι τα πάντα κρίνονται με βάση τους αριθμούς. Σε αυτό το περιβάλλον ο ελληνικός λαός και η ελληνική κυβέρνηση αντιμετωπίζουν με αυτονόητη, πλην όμως αξιοσημείωτη δεδομένων των διεθνών συνθηκών αλληλεγγύη και ζεστασιά, το δράμα εκατοντάδων χιλιάδων ανυπεράσπιστων ανθρώπων στον αγώνα τους να εξασφαλίσουν το στοιχειώδες ανθρώπινο δικαίωμα στην ασφαλή και αξιοπρεπή ζωή.
Από τη δική μας πλευρά δεν υπάρχει αμφιβολία ότι κάναμε και θα κάνουμε ό,τι περνά από το χέρι μας ώστε να δώσουμε ουσιαστική βοήθεια και ασφάλεια σε αυτούς τους κυνηγημένους και ξεριζωμένους ανθρώπους οι οποίοι το μόνο που θέλουν είναι να συνεχίσουν το ταξίδι τους στην επιβίωση.
Το έχουμε πει με χιλιάδες τρόπους ότι την προσφυγιά δεν την επιλέγει κανείς από μόνος του, ότι οι πρόσφυγες είναι τα θύματα ενός πολέμου και αν αυτός δε σταματήσει δεν πρόκειται να υπάρξει καμία απολύτως ουσιαστική λύση του προβλήματος. Ας ελπίσουμε ότι έστω και μερική κατάπαυση του πυρός, που αρχίζει σήμερα, θα κρατήσει και θα γενικευθεί.
Η οικονομική κρίση των τελευταίων χρόνων δημιούργησε γόνιμο έδαφος για την ηγεμονία των οικονομικά πολύ συντηρητικών δυνάμεων, επιβάλλοντας μια οικονομική πολιτική που λεηλάτησε τις χώρες του νότου, μη διστάζοντας μάλιστα να διακινδυνεύσουν ακόμη και τις εσωτερικές ισορροπίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης με την απειλή του grexit.
Πολλοί κάνουν ότι δε βλέπουν αυτή την κατάσταση και επιμένουν ότι εχθρός της Ευρώπης είναι η Αριστερά. Ας αναλογιστούν πού μπορεί να οδηγήσει μια τέτοια ρητορική τις κοινωνίες μας. Ας θυμηθούν τα ιστορικά προηγούμενα της ξενοφοβίας και τα οποία δυστυχώς είναι πολλά στην Ευρώπη.
Και ας αναλογιστούν όταν χρησιμοποιούν αλόγιστα μια εύκολη και διχαστική ρητορική αν είναι η Αριστερά το πρόβλημα ή αν η Αριστερά είναι η λύση. Ή μάλλον, ας αναρωτηθούμε όλοι μαζί αν πρέπει ή όχι ν’ αναζητήσουμε συναινέσεις με την Αριστερά για ένα σύνολο θεμελιωδών ζητημάτων της κοινωνίας μας.
Γνωρίζουμε στο ΣΥΡΙΖΑ πολύ καλά ότι ούτε οι μάχες έχουν κριθεί ούτε οι επιθέσεις εναντίον μας θα τελειώσουν. Ξέρουμε ότι απέναντί μας θα βρούμε τις δυνάμεις που θέλουν την αποτυχία αυτής της κυβέρνησης και μαζί της, την αποτυχίατου πολιτικού σχεδίου για το ριζικό μετασχηματισμό της Ελλάδας. Δε σκοπεύουμε προφανώς να σταματήσουμε να δίνουμε τη μάχη για την υπεράσπιση των αδύνατων και τη διατήρηση της κοινωνικής συνοχής της χώρας στα πλαίσια μιας συμφωνίας δύσκολης που όμως έχει δυνατότητες διεξόδου, δίνει δυνατότητες άσκησης πολιτικής που θα αμβλύνει τις συνέπειες.
Βρίσκουμε όμως απέναντί μας τις πολιτικές δυνάμεις του ακραίου νεοφιλελευθερισμού και τις δυνάμεις του ελληνικού χρεοκοπημένου πολιτικού και οικονομικού συστήματος εξουσίας, τις δυνάμεις της διαφθοράς και των πελατειών σχέσεων.
Και θα είμαστε αμείλικτοι με οτιδήποτε υπονομεύει τη δημοκρατική λειτουργία των θεσμών και τη χειραγώγηση των λαϊκών στρωμάτων από κανάλι και καναλάρχες που θεωρούν αναφαίρετο δικαίωμά τους να κάνουν ό,τι θέλουν, να χρωστάνε όσα θέλουν και να εκβιάζουν όποιον θέλουν.
Η κυβέρνηση προχωρά σε νομοθετικές ρυθμίσεις σε συνθήκες ακραίας κρίσης, σε μια κοινωνία που έχει απωλέσει την έννοια της κανονικότητας. Δεν υπάρχει όμως άλλος τρόπος. Όλοι μας, οι πολίτες, η κοινωνία και τα πολιτικά κόμματα θα πορευθούμε μέσα από αυτές τις ιστορικά πρωτόγνωρες συνθήκες με μοναδικό κριτήριο να επαναφέρουμε τη χώρα σε μια νέα κανονικότητα.
Μέσα σ’ αυτές τις ασφυκτικές συνθήκες οι επιπτώσεις των οποίων δεν έχουν ακόμη πλήρως συνειδητοποιηθεί, η κυβέρνηση επιδιώκει να προχωρήσει σε διάφορες ρυθμίσεις που θ’ ανακουφίσουν τα φτωχά στρώματα και θ’ αφήσει το αξιακό της αποτύπωμα.
Υπάρχει ωστόσο και κάτι ακόμη: 40 χρόνια μετά τη μεταπολίτευση, αναγνωρίζουμε όλοι πως σε κάποιους τομείς θα πρέπει πλέον να συμφωνήσουμε σε ορισμένες κατευθύνσεις που θα μας επιτρέψουν ν’ απεγκλωβιστούμε από παθογένειες και στρεβλώσεις του παρελθόντος. Όλοι μας.
Για το λόγο αυτό, τείνουμε το χέρι στην αντιπολίτευση για έναν ουσιαστικό διάλογο, για μια σειρά από ζητήματα. προκαλούν λοιπόν εντύπωση οι απόψεις ότι η κυβέρνηση πρέπει να παραιτηθεί, ιδιαίτερα όταν εκφράζουν απ’ όσους δηλώνουν ότι δε θέλουν να είναι λαϊκιστές.
Οι πολιτικές όμως δυνάμεις σήμερα είναι αντιμέτωπες και με άλλα βαθύτερα διλήμματα. Ένα από αυτά, είναι αν είναι η νεοφιλελεύθερη πολιτική μπορεί ν’ αντιμετωπίσει τις κοινωνικές ανάγκες, τις ανάγκες των λαϊκών στρωμάτων. Το δίλημμα αυτό δεν είναι πια ιδεολογικό. Αρκεί να δούμε τι έγινε και τι γίνεται στην Ευρώπη, στις λεγόμενες πλούσιες χώρες όπου γιγαντώθηκε η φτώχια και απλώθηκε σε πολυπληθείς κοινωνικές ομάδες
Μόλις χθες ανακοινώθηκε από επίσημα κυβερνητικά χείλη, στην Αγγλία, ότι οι άστεγοι στο Λονδίνο από πέρυσι, έχουν αυξηθεί κατά 30%. Μετά από τόσες δεκαετίες νεοφιλελεύθερων επιλογών πολλών κυβερνήσεων της Ευρώπης πώς αλλιώς μπορούμε να ερμηνεύσουμε την αύξηση της φτώχιας, την αύξηση της περιθωριοποίησης των νέων, της έκπτωσης της δημοκρατίας;
Δεν είναι αυτό το πιο τρανταχτό παράδειγμα της χρεοκοπίας του νεοφιλελευθερισμού; Σήμερα όμως όπως συχνά γίνεται, δοκιμάζεται και πάλι η δημοκρατία. Τίποτα δεν είναι δεδομένο στη δημοκρατία αν δεν πείσουμε τους πολίτες καθημερινά να νοιάζονται για τη δημοκρατία, να διεκδικούν τα δικαιώματά τους, να καυτηριάζουν τις παραβιάσεις από λογής κέντρα με οποιοδήποτε ιδεολογικό προσανατολισμό.
Η υπεράσπιση της δημοκρατίας σε μια περίοδο που υπονομεύεται από δυνάμεις του φασισμού σε όλη την Ευρώπη, σημαίνει εμμονή σε αρχές και εμμονή σε αξίες. Και ως προς την υπεράσπιση της δημοκρατίας τα δυο κόμματά μας, το Ποτάμι και ο ΣΥΡΙΖΑ έχουν έμπρακτα δείξει να έχουν κοινές αξίες.
Τα συνέδρια είναι στιγμές στην ιστορία των κομμάτων, όπου αναζητούνται συγκλίσεις, αποσαφηνίζονται πολιτικές, αναδεικνύονται διαφορές, επανανοηματοδοτούνται παλιές έννοιες, γίνονται απόπειρες για σύνθεση διαφορετικών εμπειριών και συγκροτούνται προγράμματα δράσης.
Σε κάθε περίπτωση, τα συνέδρια είναι από τις σημαντικότερες κατακτήσεις του πολιτικού μας συστήματος, ενισχύοντας την πολυφωνία και τη συνύπαρξη των διαφορετικοτήτων. Με άλλα λόγια, τα συνέδρια είναι και αυτά σημαντικότατο μέρος των διαδικασιών της παραπέρα εδραίωσης της δημοκρατίας.
Σας ευχαριστούμε πολύ για την πρόσκλησή σας και σας ευχόμαστε δημιουργικές διεργασίες.