20 Σεπτεμβρίου, 2014

Κοινωνικές Επενδύσεις και Κοινωνική Ανάπτυξη

του Ιωάννη Νασιούλα Κοινωνικές Επενδύσεις και Κοινωνική Ανάπτυξη Πολιτικό προοίμιο Η συμφωνία διαχειριστικής και χρηματοδοτικής υποστήριξης της Ελλάδος από τους τρεις εταίρους της (Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Ευρωπαϊκή Κεντρική […]

του Ιωάννη Νασιούλα

Κοινωνικές Επενδύσεις και Κοινωνική Ανάπτυξη

Πολιτικό προοίμιο

Η συμφωνία διαχειριστικής και χρηματοδοτικής υποστήριξης της Ελλάδος από τους τρεις εταίρους της (Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα) απέτυχε να αποτελέσει ένα αποδεκτό πολιτικό πλαίσιο για τους Έλληνες. Αναγνωρίζεται η πρακτική της αξία για την αποφυγή άτακτης χρεοκοπίας και την αποκατάσταση της πρόσβασης του κράτους, των τραπεζών και των επιχειρήσεων στις αγορές χρήματος. Πολλές από τις μεταρρυθμίσεις που περιλαμβάνει γίνονται θετικά δεκτές από τους πολίτες. Όμως, η πολιτική πράξη της εφαρμογής του Μνημονίου πάσχει σε τρία σημαντικά σημεία:

1. Δεν χαίρει πολιτικής νομιμοποίησης. Θεωρείται νόθα πολιτική απόφαση. Οι Έλληνες δεν την αποδέχθηκαν, γιατί είναι προϊόν μεγάλης ανευθυνότητας. Ήδη από το έτος 2008, δεν υπήρχε συναίνεση μεταξύ της Κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας υπό τον Κώστα Καραμανλή και της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης του ΠΑΣΟΚ υπό τον Γιώργο Παπανδρέου σχετικά με τη δημοσιονομική κατάσταση της χώρας. Πολλοί, τόσο στην Ελλάδα, όσο και σε θέσεις κομβικής σημασίας στο εξωτερικό, πιστεύουν πως αν υπήρχε συναίνεση για λήψη περισταλτικών δημοσιονομικών μέτρων κατά τα έτη 2008 και 2009, η χώρα δε θα είχε χάσει την πρόσβασή της στις αγορές. Και δε θα προέκυπτε η ανάγκη προσφυγής σε εξωτερική χρηματοδοτική στήριξη με περιστολή της εθνικής μας κυριαρχίας, στο βαθμό και με τον τρόπο που έγινε.

2. Το Μνημόνιο ταυτίστηκε με τη γενικευμένη και έντονη σε ορισμένους κλάδους εσωτερική υποτίμηση και το διαλυτικό αποπληθωρισμό σε τομείς της εσωτερικής αγοράς. Όμως, δεν έχει εξηγηθεί επαρκώς πως η μείωση του εισοδήματος των πολιτών και η καταστροφή μέρους του οικονομικού κεφαλαίου οφείλονται πρωτίστως στην απώλεια της πρόσβασης σε δανεικά. Αυτά χρηματοδοτούσαν τον τρόπο ζωής μας στο επίπεδο που είχαμε συνηθίσει. Δεν υπήρχε ανταπόκριση στην πραγματική μας παραγωγικότητα. Όντως, στην περίπτωση άτακτης χρεοκοπίας, η οικονομική καταστροφή στη χώρα θα ήταν ανεξέλεγκτη και ανήκεστος. Όμως, οφείλουμε να οικοδομήσουμε μια πολιτική αφήγηση που να εξηγεί στους πολίτες πως για πολλά χρόνια ακόμα το επίπεδο των εισοδημάτων μας θα παραμείνει αρκετά χαμηλό σε σχέση με αυτό του 2009. Ο μόνος δρόμος για να αντιπαρέλθουμε την κατάσταση αυτή είναι (α) να δημιουργήσουμε περισσότερο πλούτο με τον κόπο και το μεράκι μας, (β) να δεχθούμε περισσότερες άμεσες ξένες επενδύσεις, που να αφήνουν προστιθέμενη αξία στη χώρα και (γ) να αποκτήσουμε ξανά πρόσβαση στις αγορές με λογικά επιτόκια, επενδύοντας όμως τα χρήματα που δανειζόμαστε κατά κύριο λόγο σε κοινωνικές επενδύσεις και όχι σε κατανάλωση. Αυτό σημαίνει πως οι αυξήσεις στους μισθούς θα πρέπει να παραμείνουν φειδωλές. Γενναίες αυξήσεις θα πρέπει να δοθούν μόνον στις ιδιαίτερα χαμηλές συντάξεις. Γενικευμένες πολιτικές ελάχιστου κοινωνικού εισοδήματος θα πρέπει να εφαρμοσθούν. Το κόστος των καταναλωτικών δανείων θα πρέπει να παραμείνει υψηλό και τα πιστοληπτικά κριτήρια αυστηρά. Γενικώς, είμαστε αναγκασμένοι να ακολουθήσουμε πολιτικές ακριβού χρήματος για κατανάλωση.

3. Λείπει το όραμα της κοινωνικής ανάπτυξης. Στο πλαίσιο της υποστήριξης από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η έμφαση των παρεμβάσεων δίδεται σε τομείς που ορίζονται ή επηρεάζονται από το κράτος και σε δράσεις που έχουν διατηρήσιμο δημοσιονομικό όφελος ή επίδραση στην παραμετρική εξέλιξη του ελλείμματος και του χρέους. Από την προγραμματική πολιτική της κυβέρνησης λείπει το τμήμα εκείνο που να αφορά στην μεταρρύθμιση των κοινωνικών δομών, την στήριξη των καινοτόμων κοινωνικών πρωτοβουλιών και τη δημιουργία νέων θεσμών κοινωνικής προόδου. Η ορατή αυτή έλλειψη γίνεται αποδεκτή γενικώς στο δημόσιο διάλογο. Πρόκειται για το «δικό μας» σχέδιο εξόδου από την κρίση, που όμως αναβάλλεται συνεχώς ή επιδιώκεται αναιμικά. Πιστεύω πως αυτό οφείλεται σε τρεις κυρίως λόγους:

  • Την ανυπαρξία ικανής δημόσιας γραφειοκρατίας και αξιόπιστων κοινωνικών εταίρων, που να μπορούν να προβλέπουν, να αντιδρούν, να σχεδιάζουν, να υλοποιούν και να προσαρμόζουν μεσοπρόθεσμα πολιτικά προγράμματα σε πραγματικό χρόνο.
  • Την έλλειψη τεχνογνωσίας σχετικής με την κοινωνική ανάπτυξη από μέρους του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Τέτοια τεχνογνωσία διαθέτει η Παγκόσμια Τράπεζα και σήμερα αναπτύσσει δειλά η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
  • Την αντικειμενικώς μονοθεματική προσήλωση των τελευταίων κυβερνήσεων στην οικοδόμηση τεχνογνωσίας βραχυχρόνιας διαχείρισης της πτώχευσης, λαμβάνουσα χώρα σε περίοδο διεθνούς και εγχώριας επενδυτικής ασφυξίας, που δεν επιτρέπει τη διαθεσιμότητα πόρων για μεσοπρόθεσμες κοινωνικές επενδύσεις.

Σήμερα, υπάρχει γενική συναίνεση μεταξύ της Κυβέρνησης και της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης πως η δημοσιονομική κατάσταση της χώρας θα παραμένει κρίσιμη για πολλά χρόνια ακόμη. Επίσης, υπάρχει συναίνεση για πολιτική ισοσκελισμένων προϋπολογισμών, έστω και αν δεν είναι πλήρως αποδεκτή η πολιτική υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων. Κάτι τέτοιο, θα ενισχύσει τις πιθανότητες η χώρα να μπορεί να επανέλθει στις αγορές με τρόπο διατηρήσιμο. Επίσης, θα επιτρέπει στην Κυβέρνηση να αρνηθεί προγράμματα χρηματοδοτικής στήριξης με αιρεσιμότητες που υπολαμβάνουν έκτακτο μετριασμό της εθνικής κυριαρχίας. Αυτή είναι μια πολιτική και κοινοβουλευτική κατάκτηση και πιστώνεται στα κόμματα και τις ηγεσίες τους. Η συναίνεση αυτή δεν υπήρχε το 2009. Η οικοδόμηση μιας μετριοπαθούς και υπεύθυνης πολιτικής ατζέντας συγκλίσεων οφείλει να συνεχισθεί.

Εισαγωγή
Για να έχουμε δίκαιη και διατηρήσιμη πρόοδο, οφείλουμε να επενδύσουμε στην κοινωνική ανάπτυξη. Χρειαζόμαστε μια καλά οργανωμένη πολιτική, που να συνδέει τις επενδύσεις, με την απασχόληση και τη συνοχή. Αυτό είναι το νόημα της κοινωνικής ανάπτυξης. Πρωταγωνιστές μπορούν να είναι οι οργανισμοί της Κοινωνικής Οικονομίας, κυρίως οι κοινωνικοί συνεταιρισμοί και τα κοινά ταμεία. Κάτι τέτοιο απαιτεί μεταρρυθμίσεις, πέρα από τη λογική του Μνημονίου. Υποστηρίζω πως αυτές δεν θα έχουν μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό κόστος, αλλά μόνον ορατό οικονομικό και κοινωνικό όφελος.

Α. ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ

Α.1. Άμεσες ξένες επενδύσεις και κοινωνικά ομόλογα

Η χώρα δεν είναι ελκυστική σε άμεσες ξένες επενδύσεις. Μεγάλο μέρος των υφισταμένων αμέσων ξένων επενδύσεων δε δημιουργεί διατηρήσιμες θέσεις απασχόλησης, για εργαζόμενους με υψηλή εξειδίκευση, ώστε να κρατήσουμε τα καλύτερα μυαλά στον τόπο μας. Επίσης, μεγάλο μέρος παράγει προστιθέμενη αξία που πιστώνεται στις μητρικές εταιρείες στο εξωτερικό. Με λίγα λόγια, χρειαζόμαστε ποιοτικό χρήμα, που να μένει εδώ.

Μπορούμε να ανοίξουμε χρηματοδοτικές γραμμές για κοινωνικές επενδύσεις, δηλαδή για επενδύσεις όπου το κοινωνικό όφελος είναι μετρήσιμο και διατηρήσιμο. Διαθέσιμα κεφάλαια για τέτοιες επενδύσεις υπάρχουν στο εξωτερικό σε αναδυόμενους κλάδους, όπως αυτόν του Impact Investment, δηλαδή των επενδύσεων που αποσκοπούν σε ηθικά, κοινωνικά ή περιβαλλοντικά οφέλη. Γνωρίζουμε ήδη πως υπάρχει μεγάλο επενδυτικό ενδιαφέρον και πολύ καλές χρηματικές αποδόσεις. Η πληροφόρησή μας στην Ομάδα Εμπειρογνωμόνων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, βασιζόμενη σε μελέτη του οίκου JP Morgan Chase, είναι πως ο συνολικός εκτιμώμενος τζίρος στην Κοινωνική Οικονομία μπορεί να πλησιάσει τα 100 δισεκατομμύρια ως το 2020 στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Παρόλα αυτά, ο πιο υπολογίσιμος όγκος κεφαλαίων είναι διαθέσιμος από τρίτες αγορές και κυρίως τις ΗΠΑ.

Μπορούμε να αποκτήσουμε πρόσβαση σε τέτοια κεφάλαια μέσα από την έκδοση Κοινωνικών Ομολόγων. Εδώ, ο επενδυτής δεν επενδύει μόνον στη χρηματική ανταπόδοση με τη μορφή επιτοκίου. Επενδύει στην επίτευξη μετρήσιμων και διατηρήσιμων στόχων κοινωνικής ανάπτυξης, όπως η αύξηση θέσεων εργασίας επιστημόνων με υψηλή εξειδίκευση, η αύξηση της απασχόλησης περιθωριοποιημένων ατόμων σε μια περιοχή, η μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, η αύξηση της βιοποικιλότητας κοκ.

Υπεραξίες από την εμπορία τέτοιων κοινωνικών ομολόγων μπορούν να προέλθουν από τη διαπραγμάτευσή τους σε Κοινωνικά Χρηματιστήρια (Social Stock Exchange).

Α.2. Πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων και κοινωνική ρήτρα

Το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων υποχρηματοδοτείται. Το υφιστάμενο δημοσιονομικό μείγμα υφίσταται τους περιορισμούς που προκύπτουν από την ανάγκη ισοσκελισμένων προϋπολογισμών ή συστηματικής παραγωγής πρωτογενών πλεονασμάτων. Βέβαια, οι υφιστάμενες επενδυτικές ροές προσανατολίζεται άνισα προς τις κατασκευές, εις βάρος των επενδύσεων στην ανάπτυξη του ανθρωπίνου κεφαλαίου. Επίσης, το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων έχει προσδεθεί στα ευρωπαϊκά κονδύλια και τη διαθεσιμότητά τους, με αποτέλεσμα να αναβάλλονται παρεμβάσεις που πρέπει να γίνουν άμεσα εν αναμονή αντιστοίχισής τους με ευρωπαϊκές χρηματοδοτήσεις.

Δεδομένης της σπανής κεφαλαίων, χρειαζόμαστε μεγαλύτερη κοινωνική ανταποδοτικότητα στις υφιστάμενες δράσεις που χρηματοδοτούνται από το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων. Κάτι τέτοιο μπορεί να γίνει εισάγοντας ένα πλαίσιο κοινωνικής επανεπένδυσης και κοινωνικές ρήτρες. Ήδη με το Νόμο 4019/2011 εισάγουμε στο δίκαιό μας την έννοια της κοινωνικής ρήτρας, αν και με τρόπο μη γενικό. Ταυτόχρονα, ψηφίστηκε ήδη ο νέος Ευρωπαϊκός Κανονισμός για τις δημόσιες συμβάσεις, που εισάγει κίνητρα για όσους αποδεικνύουν πως με τα χρήματα που αξιοποιούν επιτυγχάνουν καλά ορισμένους κοινωνικούς σκοπούς. Αυτό είναι και το νόημα της κοινωνικής ρήτρας. Δημιουργώντας, τώρα ένα πλαίσιο κοινωνικής επανεπένδυσης, χρηματοδότες και εργολάβοι δημοσίων έργων οφείλουν να παρουσιάζουν μετρήσιμους κοινωνικούς στόχους, δίπλα στα συμβατικά παραδοτέα της σύμβασης που έχουν συνάψει με το δημόσιο.

Α.3. Ρευστότητα και κοινωνική τραπεζική

Χρειαζόμαστε επειγόντως γραμμές τραπεζικής πίστης και ιδιαίτερα προς επενδύσεις με ορατή κοινωνική ανταποδοτικότητα – αν θέλουμε να βγούμε από την κρίση όλοι μαζί. Τα Ευρωπαϊκά Ταμεία Κοινωνικής Επιχειρηματικότητας (European Social Entrepreneurship Funds – EUSEFs) είναι μια οργανωμένη μορφή ηθικής τράπεζας, που θεσμοθετείται στο επίπεδο της ευρωπαϊκής τραπεζικής αγοράς και στοχεύει να χρηματοδοτήσει ακριβώς αυτό τον τομέα της ιδιωτικής οικονομίας. Οφείλουμε να δημιουργήσουμε τις προϋποθέσεις ώστε και στην Ελλάδα να δούμε τέτοιες ηθικές τράπεζες.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θέλει να αναπτύξει ολοκληρωμένα τον τρίτο τομέα της οικονομίας, την Κοινωνική Οικονομία. Κάτι τέτοιο δε μπορεί να γίνει χωρίς το χρηματοδοτικό σκέλος. Το τελευταίο διάστημα καλούμαστε να διασαφηνίσουμε ένα σύνολο από ζητήματα που θα τα βρούμε σύντομα μπροστά μας. Το άνοιγμα του τραπεζικού κλάδου στις κοινωνικές επενδύσεις συνεπάγεται πως κοινωνική τραπεζική και κοινωνική πολιτική θα συναντηθούν. Αυτό συμβαίνει για πρώτη φορά οργανωμένα. Ως τα τώρα, οι κοινωνικές επενδύσεις και η τεχνογνωσία τους ήταν αποκλειστική ευθύνη του δημόσιου τομέα. Ανοίγοντας μια τόσο μεγάλη αγορά στις κοινωνικές επιχειρήσεις, στις κοινωνικές τράπεζες και στους ενδιαμέσους φορείς χρηματοδότησής τους, τεράστιοι προϋπολογισμοί του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου, του Ευρωπαϊκού Ταμείου Περιφερειακής Ανάπτυξης και ιδιωτικοί πόροι θα συνδυαστούν και θα καταστούν προσβάσιμοι και από τους ιδιώτες. Αυτή είναι μια μεγάλη μετάβαση από την κοινωνική πολιτική στην Κοινωνική Οικονομία.

Τα Ευρωπαϊκά Ταμεία Κοινωνικής Επιχειρηματικότητας είναι ιδιωτικές τράπεζες. Θεσμικοί επενδυτές και άτομα με μεγάλη περιουσία (high net worth individuals) έχουν δικαίωμα να επενδύουν τα χρήματά τους σ αυτά. Το 70% των διαθέσιμων προς επένδυση κεφαλαίων διοχετεύονται σε επενδύσεις σε κοινωνικές επιχειρήσεις. Το υπόλοιπο 30% μπορούν τα Ευρωπαϊκά Ταμεία Κοινωνικής Επιχειρηματικότητας να το διαθέτουν σε συμβατικές τραπεζικές τοποθετήσεις και επενδύσεις. Τα Ευρωπαϊκά Ταμεία Κοινωνικής Επιχειρηματικότητας μπορούν να επενδύουν όχι μόνον σε κοινωνικές επιχειρήσεις αλλά και μεταξύ τους, διαμορφώνοντας μια διατραπεζική αγορά της Κοινωνικής Οικονομίας.

Η ποιότητα των χαρτοφυλακίων, η πιστοληπτική τους αξιολόγηση, η κεφαλαιακή τους επάρκεια και η οικονομική τους υγεία εν γένει είναι σημαντικοί παράγοντες. Οι κανόνες της ΒΑΣΙΛΕΙΑΣ ΙΙΙ ισχύουν και κανείς δε θέλει να δημιουργηθούν θνησιγενή σχήματα έτσι, ως ένα πολιτικό πυροτέχνημα που θα κρατήσει τρεις μέρες και μετά θα αφήσει πίσω του συντρίμμια.

Β. ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ

Β.1. Αποδοτικές επενδύσεις και νέο ΕΣΠΑ

Στο πλαίσιο του νέου ΕΣΠΑ, οι Περιφέρειες θα κληθούν να διαχειριστούν ένα διόλου ευκαταφρόνητο τμήμα των ευρωπαϊκών κονδυλίων. Υπάρχουν σοβαρές επιφυλάξεις για την επιχειρησιακή τους δυνατότητα. Επίσης υπάρχει σκεπτικισμός για το αν εν τέλει καταφέρουν να εισπράξουν το σύνολο των διαθέσιμων χρημάτων. Τόσο σε επίπεδο σχεδιασμού, όσο και σε επίπεδο αξιολόγησης είμαστε αδύναμοι. Ταυτόχρονα, οι νέοι κανόνες και η συνειδητοποίηση της ανεπάρκειας του ελεγκτικού μηχανισμού από πλευράς Ευρωπαϊκής Επιτροπής θα πρέπει να μας προετοιμάζουν για δύσκολες διαπραγματεύσεις και αυστηρή επιτήρηση.

Στα προηγούμενα ΕΣΠΑ αποτύχαμε να διοχετεύσουμε χρήμα προς τις διατηρήσιμες και αποδοτικές επενδύσεις. Μετατρέποντας τα ευρωπαϊκά κονδύλιο σε οικογενειακό προϋπολογισμό και χρήμα για κατανάλωση, τονώσαμε τον πληθωρισμό σε βαθμό που τώρα μας πνίγει. Πιστεύω πως χρειαζόμαστε ένα Υπουργείο αποκλειστικά για τις ευρωπαϊκές χρηματοδοτήσεις, ίσως με διαίρεση του Υπουργείου Ανάπτυξης. Το σύνολο των φορέων που διαχειρίζονται ευρωπαϊκό χρήμα δεν έχει ίδιες δυνατότητες σχεδιασμού, εφαρμογής και αξιολόγησης. Επίσης, ο έλεγχος της πολιτικής σκοπιμότητας και της ανταποδοτικότητας δε μπορεί να κρύβεται πίσω από τις ελάχιστες απαιτήσεις και τις δαιδαλώδεις αλλά αναποτελεσματικές αιρεσιμότητες που θέτει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Οφείλουμε να αυτοδεσμευθούμε στην υιοθέτηση ενός αυστηρότατου πλαισίου αξιολόγησης της σκοπιμότητας και της αποδοτικότητας, δεσμευτικό για όλους και αξιόπιστα αποτελεσματικό στο να περιστέλλει την κατασπατάληση των κοινοτικών πόρων. Και το χρειαζόμαστε άμεσα, γιατί με τα λεφτά του ΕΣΠΑ ως δεδομένα έχουμε κάνει τους λογαριασμούς με τους πολίτες και με τους πιστωτές.

Β.2. Ανοικτά πανεπιστήμια και φοιτητικοί συνεταιρισμοί

Χρειαζόμαστε πανεπιστήμια ανοικτά στην κοινωνία. Μπορούμε να υποστηρίξουμε τη δημιουργία φοιτητικών συνεταιρισμών, με θετική επίδραση στην οικοδόμηση επιχειρηματικής παιδείας των νέων επιστημόνων. Φοιτητές, τελειόφοιτοι και απόφοιτοι θα μπορούν να μπουν στη δουλειά και να κάνουν τη δική τους επιχείρηση. Αυτή είναι η έννοια του επιχειρηματικού πειραματισμού. Το κράτος μπορεί να προσφέρει μια ελάχιστη ασφαλιστική κάλυψη καθώς και ένα πλαίσιο τριτεγγυήσεων προς τις τράπεζες.
Ταυτόχρονα, θα αντιμετωπίσουμε το βαθύτερο πρόβλημα νοοτροπίας που σήμερα αναπαράγεται λυπηρά σε ελληνικά πανεπιστήμια. Οι φοιτητικοί συνεταιρισμοί θα μαθαίνουν στους φοιτητές να σέβονται το δημόσιο χώρο γιατί σ αυτόν κτίζουν τα όνειρά τους. Θα έχουμε μικρά ερευνητικά θαύματα κάθε τρεις και λίγο. Οι ερευνητικές συμπράξεις των φοιτητικών ΚΟΙΝΣΕΠ με τα Ακαδημαϊκά Εργαστήρια και τους πανεπιστημιακούς οργανισμούς θα βοηθήσουν την έρευνα στην Ελλάδα και θα κρατήσουν το νέο κόσμο εδώ. Θα βελτιωθούν επίσης πολύ οι απορροφήσεις τον κονδυλίων για έρευνα και ανάπτυξη. Θα ζωντανέψει ο χώρος των ελληνικών πανεπιστημίων και θα ξανάρθει η ζωή στην πάλαι ποτέ μαύρη τρύπα του ελληνικού δημόσιου χώρου.

Β. 3. Κοινωνική καινοτομία και κοινωνική οικονομία

Σήμερα, δεν έχουμε πλαίσιο υποστήριξης της κοινωνικής καινοτομίας. Δεν ενθαρρύνουμε την εταιρική κοινωνική ευθύνη, σε βαθμό που να την αντιμετωπίζουμε ως ρηχή διαφημιστική πρακτική. Η ποικιλομορφία των οργανισμών της Κοινωνικής Οικονομίας εμποδίζει την συμπερίληψή τους σε ένα ενιαίο στρατηγικό πλάνο εθνικής ανάπτυξης: συνεταιρισμοί, ιδρύματα, σωματεία, ιδιωτικά αλληλασφαλιστικά ταμεία και κοινωνικές συνεταιριστικές επιχειρήσεις δεν αντιμετωπίζονται σε ένα περιβάλλον συμπληρωματικότητας και δεν αναγνωρίζεται έμπρακτα η ιδιαίτερα κοινωνική τους συνεισφορά, πέρα από το ορατό οικονομικό τους αποτέλεσμα.

Μπορούμε να προχωρήσουμε στην ίδρυση Ανεξάρτητης Αρχής Κοινωνικής Οικονομίας και Κοινωνικής Εταιρικής Ευθύνης. Κύρια ευθύνη της θα είναι η εισαγωγή πλαισίου κοινωνικής αξιολόγησης και κινήτρων για οργανισμούς της Κοινωνικής Οικονομίας και συμβατικές επιχειρήσεις που παράγουν μετρήσιμες κοινωνικές εξωτερικότητες. Η διαδικασία προτυποποίησης και κινήτρων αναμένεται να ενισχύσει τη πιστοληπτική δυναμική του επιχειρηματικού σκέλους της Κοινωνικής Οικονομίας και να εμπεδώσει κανόνες διαφάνειας και απολογιστικότητας στο μη κερδοσκοπικό της σκέλος.

Γ. ΣΥΝΟΧΗ

Γ.1. Επιχειρηματική ενδυνάμωση και μικροπιστώσεις

Οι μικροπιστώσεις είναι ένας βέλτιστος τρόπος να χρηματοδοτηθούν νέες μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις. Η παροχή μικροπιστώσεων γίνεται από επίσημα αδειοδοτημένους χρηματοπιστωτικούς φορείς όπως οι τράπεζες, οι συνεταιριστικές τράπεζες, οι πιστωτικοί συνεταιρισμοί και ταμεία επιστρεπτέων χρηματοδοτήσεων. Η στόχευσή τους είναι αναπτυξιακή: βοηθούν άτομα και ομάδες επιχειρηματιών με πολύ χαμηλά χρηματικά διαθέσιμα να αποκτήσουν αρχικό κεφάλαιο επένδυσης. Η λειτουργία τους είναι κοινωνική: σε περιβάλλον χρηματοδοτικής ασφυξίας και χρηματοληπτικής αδυναμίας, τόσο η προσφορά όσο και η ζήτηση τραπεζικών πιστώσεων είναι ασύμφορη, αδύνατη ή παρακινδυνευμένη. Σήμερα, οι ελληνικές τράπεζες δε παρέχουν ρευστότητα προς νεοφυείς πολύ μικρές ατομικές, συνεταιριστικές ή κοινωνικές επιχειρήσεις επειδή αυτές παρουσιάζουν μεγάλη οικονομική επισφάλεια και η πορεία τους στην αγορά είναι κάθε άλλο παρά εξασφαλισμένη.

Επειδή πολλές νέες συμβατικές και κοινωνικές επιχειρήσεις χαρακτηρίζονται από ερασιτεχνισμό, χαμηλό επαγγελματισμό, ασαφές πλαίσιο δέσμευσης στις οικονομικές τους υποχρεώσεις και επιχειρηματικά πλάνα έντασης εργασίας, είναι χαρακτηριστικά παραδείγματα επιχειρηματικότητας ανάγκης: έρχονται ως ανταπόκριση στην κάθετη πτώση του προσωπικού και οικογενειακού εισοδήματος, ιδρύονται ως λύσεις της τελευταίας στιγμής και στοχεύουν σε πολύ κοντόφθαλμες οικονομικές προβολές. Αξιόπιστοι μηχανισμοί δημόσιας πρόσβασης σε επιχειρηματική υποστήριξη και συμβουλευτική δε λειτουργούν στη χώρα. Οι νέοι επιχειρηματίες λειτουργούν εμπειρικά, με συμβουλές από τον οικογενειακό κύκλο και τον κοινωνικό περίγυρο.

Ταυτόχρονα, οι μεγάλες συστημικές τράπεζες δεν έχουν αναπτύξει τμήματα μικρο-τραπεζικής και μικροπιστώσεων γιατί το κοινό που θα ενδιαφερθεί θα είναι ευάριθμο αλλά θα κουβαλήσει μαζί του πολλές, μικρές, προβληματικές και εξαιρετικά επισφαλείς ιστορίες. Σε περιβάλλον ανακεφαλαιοποίησης, όπου τα ίδια κεφάλαια των συστημικών (και όχι μόνον) τραπεζών είναι ανεπαρκή, όπου οι δανειακές υποχρεώσεις των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων καθίσταται σχεδόν αδύνατον να εξυπηρετηθούν, όπου τα μη-επιδεκτικά είσπραξης χρέη εκτινάσσονται, μια επένδυση χαμηλής ανταποδοτικότητας για την τράπεζα αλλά υψηλού ρίσκου αν δε σχεδιαστεί καλά, φαντάζει μάλλον πολυτέλεια.

Γ.2. Συγκριτικά πλεονεκτήματα και θεματικοί συνεταιρισμοί

Στη χώρα, υπάρχει ισχυρό δυναμικό επιχειρηματικής φιλανθρωπίας (venture philanthropy), στο πλαίσιο του οποίου εύποροι συμπολίτες μας και ιδρύματα χρηματοδοτούν τις κοινωνικές επενδύσεις. Θεματικές αγορές που παρουσιάζουν συγκριτικά πλεονεκτήματα μπορούν να υποστηριχθούν αποφασιστικά. Πέρα από τους φοιτητικούς συνεταιρισμούς και τις επενδύσεις σε ανθρώπινο κεφάλαιο, υπάρχει πλήθος άλλων τομέων με πολλές προοπτικές ανάπτυξης. Ενεργειακοί συνεταιρισμοί ευρείας λαϊκής βάσης θα παράγουν ηλεκτρική ενέργεια σε βιώσιμο κόστος και με επιχειρηματικά κέρδη για τις κοινότητες που θα τους εκμεταλλεύονται. Οφείλουμε να τους βάλουμε στην εξίσωση της απελευθέρωσης της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας άμεσα. Ναυτιλιακοί συνεταιρισμοί θα κοινωνικοποιήσουν τις θαλάσσιες συγκοινωνίες, ανεβάζοντας την ποιότητα των μεταφορών σε περιοχές που υποεξυπηρετούνται. Ο εφοπλιστικός κλάδος μπορεί να προσφέρει τεχνογνωσία και να επενδύσει κεφάλαια, δημιουργώντας κρίσιμες συνέργειες. Οφείλουμε να ξαναδούμε το πλαίσιο υποστήριξής τους από την αρχή.

Γ.3. Βιώσιμη ασφάλιση και αλληλασφαλιστικά ταμεία

Η ρήτρες μηδενικού ελλείμματος για τα ασφαλιστικά ταμεία δημιουργούν κίνδυνο συρρίκνωσης των συντάξεων. Δεν έχουμε αντιμετωπίσει ακόμα το δομικό έλλειμμα του ασφαλιστικού συστήματος και η ανάγκη για αναπλήρωση των ελλειμμάτων του κινδυνεύει να μεταφραστεί σε έκτακτη και σπασμωδική φορολογία τα επόμενα χρόνια. Έχουμε λίγα αλλά ισχυρά ιδιωτικά αλληλασφαλιστικά ταμεία υγείας και σύνταξης, που κτίστηκαν με τη δεσπόζουσα θέση και την προνομιακή μεταχείριση που είχαν οι ισχυρές πρώην κρατικές εταιρείες. Αυτό όμως δεν είναι δίκαιο, γιατί τώρα ζητούμε από τους άλλους κλάδους να οικοδομήσουν τα δικά τους αλληλασφαλιστικά ιδιωτικά ταμεία χωρίς καμία υποστήριξη. Θα επιτρέψουμε αυτή την ιστορική αδικία; Το κράτος οφείλει να έχει ισχυρό ρόλο στην οικοδόμηση του μη-κρατικού ασφαλιστικού κλάδου.

Επίλογος

Για να προσφέρουμε γόνιμο έδαφος στους θεσμούς κοινωνικής ανάπτυξης, οφείλουμε να σχεδιάσουμε από το μηδέν τόσο το θεσμικό όσο και το χρηματοδοτικό τους καθεστώς. Οι πόροι προς τους θεσμούς κοινωνικής ανάπτυξης είναι κοινωνικές επενδύσεις και όχι δημοσιονομικό κόστος. Μπορούμε να πείσουμε την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να εξαιρέσει μεσοπρόθεσμα τις δαπάνες ενός τέτοιου πακέτου από τον εθνικολογιστικό υπολογισμό του ετήσιου ελλείμματος.

διαβάστε επίσης