20 Σεπτεμβρίου, 2014

Αρχική εκπαίδευση, επιμόρφωση, υποδοχή, επαγγελματική ανάπτυξη αξιολόγησης

του Μανώλη Κουτούζη

Πολλές φορές τα τελευταία χρόνια οι εκπαιδευτικοί βρέθηκαν στο στόχαστρο της «κοινής γνώμης», αλλά και συγκεκριμένων προσώπων που διαμορφώνουν την εκπαιδευτική πολιτική, με αφορμή το ζήτημα της αξιολόγησης στην εκπαίδευση. Είναι αλήθεια ότι πολύ συχνά ο συνδικαλιστικός λόγος και η αντίδραση «σε οποιαδήποτε μορφή αξιολόγησης» αποτέλεσαν πρώτης τάξεως επιχείρημα για την αμφισβήτηση της επάρκειας, της συνέπειας αλλά και της επιστημονικής υπόστασης των εκπαιδευτικών. Το περίεργο είναι ότι αρκετές έρευνες που έγιναν μέσα στην τελευταία δεκαετία δεν επιβεβαιώνουν την καθολική αντίδραση των εκπαιδευτικών απέναντι στην αξιολόγησή τους. Πολλά είναι τα στοιχεία που δείχνουν ότι οι εκπαιδευτικοί δέχονται την αξιολόγηση αλλά με όρους και προϋποθέσεις. Η βασικότερη προϋπόθεση είναι ότι η αξιολόγηση θα πρέπει να είναι η κατάληξη μια διαδικασίας επαγγελματικής ανάπτυξης και όχι η μοναδική πρόταση που σχετίζεται με τον επαγγελματισμό των εκπαιδευτικών.

Η διαδικασία αυτή οφείλει να περιλαμβάνει, πολύ συνοπτικά, τα παρακάτω:

Την αρχική επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση των εκπαιδευτικών. Είναι γνωστό ότι μέχρι στιγμής οι λεγόμενες «καθηγητικές σχολές» δεν προετοιμάζουν ουσιαστικά τους εκπαιδευτικούς για το επάγγελμα.

Την υποδοχή και ένταξη των νέων εκπαιδευτικών με όρους διαφορετικούς από τους σημερινούς. Ενεργοποίηση του θεσμού του μέντορα, ουσιαστική αναβάθμιση και διαφοροποίηση του θεσμού των Περιφερειακών Επιμορφωτικών Κέντρων, επιμόρφωση των διευθυντών σε ζητήματα που σχετίζονται με την ένταξη των νέων εκπαιδευτικών, ενεργοποίηση των Συλλόγων Διδασκόντων στις διαδικασίες υποδοχής, είναι κάποιες ιδέες

Συστηματική, έγκαιρη και ουσιαστική επιμόρφωση κυρίως σε τοπικό – σχολικό επίπεδο. Συχνά η επιμόρφωση (π.χ για νέα εκπαιδευτικά υλικά και αναλυτικά προγράμματα) γίνεται με μεγάλη καθυστέρηση με αποτέλεσμα οι εκπαιδευτικοί να καλούνται να ανταποκριθούν άμεσα χωρίς την στοιχειώδη προετοιμασία Η επιμόρφωση μεγάλης κλίμακας δεν πρέπει να αποτελεί τη μοναδική πολιτική επιλογή στον τομέα αυτό μια και έχει περιορισμένες δυνατότητες. Ανίχνευση επιμορφωτικών αναγκών σε τοπικό και σχολικό επίπεδο. Ενεργοποίηση και υποστήριξη του θεσμού της ενδοσχολικής επιμόρφωσης, υποστήριξη των εκπαιδευτικών μονάδων προς αυτή την κατεύθυνση, θα μπορούσαν να εμπλουτίσουν την πολιτική επαγγελματικής ανάπτυξης.

Είναι προφανές ότι όλα αυτά θα πρέπει να αποτυπώνουν το στίγμα μιας νέας εκπαιδευτικής πολιτικής η οποία θα θεωρεί τους εκπαιδευτικούς συνδιαμορφωτές της. Παράλληλα όμως οι προϋποθέσεις αυτές είναι μια πολύ καλή βάση εκκίνησης για την θεμελίωση κλίματος αμοιβαίας εμπιστοσύνης το οποίο με τη σειρά του είναι προαπαιτούμενο για οποιαδήποτε μορφή αξιολόγησης. Η έλλειψη εμπιστοσύνης χαρακτηρίζει νομίζω τη σχέση μεταξύ εκπαιδευτικών και κράτους. Το ίδιο βέβαια ισχύει πλέον για πολλές κοινωνικές και επαγγελματικές ομάδες…

Με αυτή τη βάση εκκίνησης η οποία θα συνοδεύεται από μεθοδολογική πληρότητα (ξεκάθαροι συνδιαμορφωμένοι στόχοι, κριτήρια και διαδικασίες) της αξιολόγησης, αξιοποίηση των αποτελεσμάτων για λόγους βελτίωσης και ανατροφοδότησης, αναγνώριση της ιδιαιτερότητας της κάθε εκπαιδευτικής μονάδας καθώς και της εξάρτησης της ποιότητας του εκπαιδευτικού έργου από βασικές κεντρικά καθορισμένες πολιτικές, είναι βέβαιο ότι η εκπαιδευτική κοινότητα της χώρας θα επανατοποθετηθεί απέναντι στο ζήτημα της αξιολόγησης. Έτσι θα σταματήσει η αξιολόγηση να πλανιέται ως φάντασμα πάνω από τους εκπαιδευτικούς και ίσως γίνει η αφορμή για μια συνολική επαναδιαπραγματευση του ρόλου τους στο εκπαιδευτικό σύστημα.

διαβάστε επίσης