Ο κοινωνικός μετασχηματισμός ΚΑΙ Η ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ περνά μέσα από την ΠΑΙΔΕΙΑ. ΣΥΝΤΕΛΕΙΤΑΙ ΜΕΣ ΣΤΑ ΣΧΟΛΕΙΑ. Γι’ αυτό θα πρέπει να επιδιώξουμε μια πιο ανταγωνιστική δημόσια εκπαίδευση και ταυτόχρονα μια ιδιωτική εκπαίδευση με περισσότερο κοινωνικό και αλληλέγγυο πρόσωπο. Η μεταμόρφωση της εκπαίδευσης δεν είναι εύκολη υπόθεση. Το αντίτιμο όμως της αποτυχίας είναι βαρύτερο απ’ όσο αντέχουν οι πλάτες μας, ενώ τα οφέλη από την επιτυχία της περισσότερα απ’ όσα μπορεί να χωρέσει η φαντασία μας…
ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ ΜΠΟΡΟΥΜE.....
1.Τη διασφάλιση του ατομικού δικαιώματος πρόσβασης στη γνώση
Τι ισχύει: Τα κρατικά πανεπιστήμια και οι πανελλαδικές εξετάσεις έχουν εξελιχθεί σχεδόν σε "μονόδρομο" για την πρόσβαση στη γνώση, την εκπαίδευση, την κατάρτιση και, τελικά, την αγορά εργασίας των απόφοιτων λυκείου αλλά και, γενικότερα, των ενήλικων πολιτών που επιθυμούν να αποκτήσουν γνώσεις σχετικά με τις εξελίξεις του αντικειμένου τους ή και να ειδικευθούν σε κάτι νέο. Σημαντικότερο, ακόμη, για τον επαγγελματικό βίο των Ελλήνων πολιτών αποτελεί η θλιβερή πραγματικότητα που τους υποχρεώνει να φοιτούν σε σχολές όχι της πρώτης επιλογής τους και να απασχολούνται σε επαγγέλματα που πιθανώς να μην τους ταιριάζουν. Πώς θα ήταν άραγε η χώρα μας αν ο καθένας και η καθεμία είχε τη δυνατότητα να απασχοληθεί με αυτό που τον/την εκφράζει πραγματικά;
Προτείνουμε:
Την αναβάθμιση της επαγγελματικής εκπαίδευσης, σε όλα τα επίπεδα, σε άμεση σύνδεση με την τοπική αγορά εργασίας.
Τη λειτουργία Σχολικών Επαγγελματικών Κέντρων (ΣΕΚ) σε επαρχιακές πόλεις με στόχο την ανάπτυξη της αγροτικής και κτηνοτροφικής οικονομίας και την αειφόρο αξιοποίηση των φυσικών πόρων της χώρας.
Την ίδρυση μη κρατικών πανεπιστημίων που θα λειτουργούν συμπληρωματικά και όχι ανταγωνιστικά προς τα κρατικά.
2. Αξιολόγηση, Αξιοκρατία και Κίνητρα
Τι ισχύει:
Σε ό,τι αφορά το εκπαιδευτικό σύστημα γενικά, παρά το ότι, κατά καιρούς, έχουν γίνει προσπάθειες βελτίωσής του στη βάση σύγχρονων τάσεων που έχουν εφαρμοστεί και διεθνώς, οι προσπάθειες αυτές λίγο απέδωσαν, αφενός γιατί ήταν αποσπασματικές και η εκπαίδευση δεν αντιμετωπίστηκε ως ένα ενιαίο σύστημα και αφετέρου, γιατί κάθε φορά ξεκινούσαμε για μια «νέα μεταρρύθμιση» καταργώντας ό,τι υπήρχε προηγούμενα χωρίς να το αξιολογήσουμε για να απορρίψουμε τα αρνητικά και να κρατήσουμε ό,τι ήταν θετικό για τη μάθηση και τη διδασκαλία.
Σε ό,τι αφορά τους εκπαιδευτικούς όλων των βαθμίδων όσο και τα στελέχη του συνόλου της εκπαιδευτικής ιεραρχίας στη χώρα μας, εργάζονται σε καθεστώς παντελούς απουσίας τεσσάρων βασικών στοιχείων:
αντικειμενικής αξιολόγησης,
επαγγελματικής ανάπτυξης,
αξιοκρατικών κριτηρίων ανέλιξης και
κινήτρων απόδοσης στην εργασία.
Ο συνδυασμός των παραπάνω είναι ισοπεδωτικός και καθηλώνει τον/την εκπαιδευτικό σε ένα μονότονο και χωρίς νόημα επαγγελματικό βίο. Αποτελεί δε το βασικό παράγοντα μείωσης της αποδοτικότητας των εκπαιδευτικών οργανισμών. Διαχρονικά, σε κάθε απόπειρα σχεδιασμού ενός συστήματος αξιολόγησης των εκπαιδευτικών και των στελεχών της εκπαίδευσης, υπήρξαν αντιρρήσεις σε σχέση με την προβλεπόμενη αντικειμενικότητα και την εγκυρότητα του αποτελέσματος ενώ, σε κάποιες περιπτώσεις, η αξιολόγηση συνδέθηκε άμεσα με απολύσεις.
Προτείνουμε: Ένα αξιόπιστο σύστημα συνεχούς αξιολόγησης του εκπαιδευτικού συστήματος σε όλα τα επίπεδα. Ένα σύστημα που θα παρέχει συνεχή ανατροφοδότηση ώστε να γίνονται, κάθε φορά, οι αναγκαίες προσαρμογές τόσο σε μέσα και μεθόδους διδασκαλίας (προγράμματα σπουδών, διδακτικό υλικό, στρατηγικές διδασκαλίας και μάθησης) όσο και σε διαδικασίες επιλογής και αξιοποίησης του διδακτικού και στελεχιακού δυναμικού της εκπαίδευσης.
Σε ό,τι αφορά την αξιολόγηση του εκπαιδευτικού προσωπικού, προτείνουμε να ανατεθεί σε Ανεξάρτητη Αρχή Πιστοποιημένων Αξιολογητών, οι οποίοι θα διενεργούν την αξιολόγηση στη βάση επιστημονικών εργαλείων, τα οποία θα έχουν ελεγχθεί από διεθνείς έρευνες και έχουν χρησιμοποιηθεί σε άλλες χώρες, προσαρμοσμένα όμως στις ανάγκες και ιδιαιτερότητες του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος μετά από την πιλοτική εφαρμογή τους.
Ένα σύστημα αξιολόγησης που θα είναι προϊόν διαβούλευσης, θα βασίζεται στην αρχή της βελτίωσης (του προσωπικού, της διδασκαλίας, των προγραμμάτων) και όχι στην τιμωρητική απόλυση των εργαζομένων με τελικό στόχο την αποτελεσματικότητα της διδασκαλίας.
Το σύστημα αξιολόγησης θα πρέπει να αποτελεί δικαίωμα του εκπαιδευτικού και όχι υποχρέωση και να εξασφαλίζει την ανέλιξη στις θέσεις της εκπαιδευτικής ιεραρχίας, εκπαιδευτικών με τυπικά και ουσιαστικά προσόντα και όχι μόνο έτη διδακτικής υπηρεσίας.
Ένα Σύστημα Αξιολόγησης Προσωπικού που στοχεύει στη βελτίωση δεν μπορεί να σταθεί αυτόνομο και χωρίς την υποστήριξη από ένα οργανωμένο σύστημα επιμόρφωσης προσωπικού.
Αιχμή του δόρατος είναι η συνεχής επιμόρφωση, η στοχευμένη στη βάση διερεύνησης των επιμορφωτικών αναγκών κάθε ομάδας και ανατροφοδοτική. Δεν μπορεί, για παράδειγμα, να είναι επαρκής μια αρχική επιμόρφωση των εκπαιδευτικών με τον διορισμό τους, ενώ για τα επόμενα 30 χρόνια επαγγελματικού βίου να μην τους παρέχεται το δικαίωμα της επαγγελματικής εξέλιξης και βελτίωσης μέσω περιοδικών επιμορφωτικών προγραμμάτων. Για αυτό προτείνουμε την θεσμοθετημένη επαγγελματική ανάπτυξη με κριτήριο τη συστηματική επιμόρφωση όλων των εκπαιδευτικών και όχι την περιστασιακή επιμόρφωση με στόχο την απορρόφηση ευρωπαϊκών πόρων χωρίς σχεδιασμό.
3. Αυτοδιαχειριζόμενα και απογραφειοκρατικοποιημένα σχολεία - Κέντρα αθλητισμού και πολιτισμού σε κάθε γειτονιά.
Τι ισχύει: Τα σχολεία, όλων των βαθμίδων εκπαίδευσης, κτιριακά ανήκουν στους δήμους. Τα οικονομικά κάθε σχολείου μοιράζονται σε διαφορετικές υπηρεσίες: το Υπουργείο Παιδείας μισθώνει βιβλία και εκπαιδευτικό προσωπικό, οι Περιφέρειες και οι δήμοι χρηματοδοτούν τη συντήρηση των κτιρίων ενώ η εταιρία "Κτιριακές Υποδομές ΑΕ" αναλαμβάνει την ανέγερση νέων σχολικών κτιρίων - εταιρία που εποπτεύεται από το Υπουργείο Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και συνεργάζεται με το Υπουργείο Παιδείας. Τα σχολεία, λοιπόν, δεν μπορούν να προγραμματίσουν δράσεις, να αξιοποιήσουν πόρους και να εξοικονομήσουν χρήματα για τις ανάγκες τους, καθώς δεν γνωρίζουν κάθε χρόνο μέχρι και τα μέσα της χρονιάς τι ποσό θα εκταμιεύσουν από τους δήμους. Ταυτόχρονα, οι δήμοι δεν λαμβάνουν εγκαίρως τα προϋπολογισμένα ποσά. Οι διευθυντές, το προσωπικό και οι γονείς των μαθητών δεν έχουν το δικαίωμα να διαχειριστούν το σχολείο της γειτονιάς τους και να αποφασίσουν για την αξιοποίηση των χώρων, του εξοπλισμού και των πόρων του προς όφελος των μαθητών και της κοινότητας.
Προτείνουμε: Η χρηματοδότηση των σχολικών μονάδων να γίνεται απευθείας από το Υπουργείο των Οικονομικών με συγκεκριμένα κριτήρια (πλήθος μαθητών, παλαιότητα σχολείου, προβλήματα/ιδιατερότητα περιοχής ή σχολικής μονάδας). Τα σχολεία να συντάσσουν οικονομικό προϋπολογισμό και να είναι υπεύθυνα για τη διαχείριση των πόρων τους. Να συσταθούν ενδοσχολικές επιτροπές, στις οποίες θα συμμετέχουν εκπρόσωποι του διευθυντικού και του εκπαιδευτικού προσωπικού του σχολείου και των γονέων, οι οποίες θα είναι υπεύθυνες για τη σύνταξη του οικονομικού προϋπολογισμού του σχολείου, τη διαχείριση των διαθέσιμων πόρων και των υλικών πόρων (κτίρια, βιβλία, εποπτικό υλικό, εξοπλισμό). Τα σχολεία θα έχουν το δικαίωμα να διεκδικούν και να εξοικονομούν πόρους άλλους, πέραν της χρηματοδότησής τους από το κράτος (π.χ αξιοποίηση πόρων από ευρωπαϊκά προγράμματα). Κάθε ενδοσχολική επιτροπή θα έχει το δικαίωμα να αξιοποιεί το σχολικό κτίριο και να το κρατά ανοικτό στην κοινωνία τα απογεύματα με εξω-διδακτικές δραστηριότητες που θα αποφασίζει. Οι ενδοσχολικές επιτροπές θα είναι υπεύθυνες και για τους υλικούς πόρους (κτίρια, βιβλία, εποπτικό υλικό). Όλες οι αποφάσεις για τις δράσεις του σχολείου, τον οικονομικό προϋπολογισμό και την αξιοποίηση των πόρων θα πρέπει να εγκρίνονται από το σύλλογο των διδασκόντων του σχολείου.
Η μετατροπή των σχολείων σε αυτοδιαχειριζόμενα:
1. μειώνει σημαντικά τη γραφειοκρατία,
2. αποκεντρώνει τη λήψη αποφάσεων που αφορούν τη λειτουργία των σχολικών μονάδων και τη διαχείριση θεμάτων την καθημερινής σχολικής ζωής,
3. προϋποθέτει και, τελικά, οδηγεί στην ανάδειξη των ικανότερων ως διευθυντών στα σχολεία,
4. αναβαθμίζει τον ρόλο του σχολείου και το καθιστά κέντρο πολιτισμού κάθε γειτονιάς
5. παρέχει κίνητρα για τη συμμετοχή όλων των εμπλεκόμενων με τη λειτουργία των σχολείων (προσωπικό, γονείς, μαθητές) για την εξασφάλιση πόρων και την ανάπτυξη των σχολικών μονάδων,
6. αναγνωρίζει τη διαφορετικότητα λειτουργίας κάθε σχολικής μονάδας και την εκπαιδευτική και σχολική κοινότητα ως την καταλληλότερη για την επίλυση των προβλημάτων και τη διαχείριση των πόρων προς όφελος πάντα των μαθητών και μαθητριών της.
4. Αποδέσμευση του Λυκείου από την εισαγωγή στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση – Εθνικό Απολυτήριο και Εθνικά Επίπεδα μάθησης.
Θέλουμε ένα αυτόνομο Λύκειο με αναμορφωμένα προγράμματα σπουδών βασισμένα στην οργάνωση των κύκλων μαθημάτων. Επιστήμονες, εμπειρογμώμονες και εκπαιδευτικοί με επιστημονική γνώση και εξειδίκευση μπορούν να εργαστούν για να διαμορφώσουν ένα Εθνικό Σύστημα Επιπέδων για κάθε σχολική τάξη. Τα Εθνικά Επίπεδα θα πληροφορούν μαθητές, γονείς και εκπαιδευτικούς "ποιες συγκεκριμένες γνώσεις και δεξιότητες θα πρέπει να έχει ένας μαθητής-τρια ολοκληρώνοντας μία σχολική τάξη". Βάσει των εθνικών επιπέδων, οι μαθητές/τριες των Λυκείων θα παρακάθονται σε εξετάσεις των οποίων τα θέματα θα προκύπτουν από μία "Εθνική Βάση Θεμάτων Αξιολόγησης" με διαβαθμισμένα δοκίμια αξιολόγησης γνώσεων και δεξιοτήτων ανά γνωστικό αντικείμενο και θα είναι σε άμεση συνάφεια και συνέχεια με τα εθνικά επίπεδα της χώρας. Η βαθμολόγηση των μαθητών της χώρας από ένα τέτοιο σύστημα, θα διαμορφώσει ένα ισχυρό ενιαίο Εθνικό Απολυτήριο. Οι εκπαιδευτικοί επιμορφωμένοι για τα εθνικά επίπεδα των τάξεων, θα εργάζονται με στόχο την κατάκτησή τους από τον καθένα και καθεμιά μαθήτρια χωριστά εφαρμόζοντας διαφοροποιημένα μοντέλα διδασκαλίας με τη χρήση ποικίλων εγχειριδίων, διδακτικών εργαλείων και τεχνολογικών μέσων.