22 Ιανουαρίου, 2019

«Η Ελλάδα μέρος ευρωπαϊκής λύσης σε ένα βαλκανικό πρόβλημα»

Ομιλία Γιώργου Μαυρωτά κατά τη συζήτηση για την επικύρωση της Συμφωνίας των Πρεσπών

Την εργαλειοποίηση της Συμφωνίας των Πρεσπών κατήγγειλε για πολλοστή φορά ο Αντιπρόεδρος του Ποταμιού Γιώργος Μαυρωτάς, κατά τη συζήτηση για την επικύρωσή της στη Διαρκή Επιτροπή Εθνικής Άμυνας και Εξωτερικών Υποθέσεων. Παρουσίασε τη Συμφωνία ως αποτέλεσμα συμβιβασμού, που δεν θα πρέπει ούτε να εξιδανικεύεται ούτε να δαιμονοποιείται.

Εξήγησε, πως το Ποτάμι, υποστηρίζοντας τη Συμφωνία, δεν στηρίζει την Κυβέρνηση, αλλά παραμένει συνεπές στις θέσεις του, που περιλαμβάνουν την αποδοχή της εθνικής γραμμής για «σύνθετη ονομασία με γεωγραφικό προσδιορισμό πριν από τη λέξη «Μακεδονία» που θα ισχύει έναντι όλων (ergaomnes), για κάθε χρήση, εσωτερική και διεθνή» στην κατεύθυνση της ομαλοποίησης των σχέσεων με τους γείτονες.

Διαπίστωσε πως μέσα στο δίπολο «προδότες/εθνομηδενιστές» έναντι «ακροδεξιών/ εθνικιστών» που διαμορφώθηκε, χάθηκε η ευκαιρία για μια σε βάθος συζήτηση των πλεονεκτημάτων που απορρέουν από τη Συμφωνία για τη χώρα μας, διατυπώνοντας την άποψη πως οι αντιμαχόμενες πλευρές περιλαμβάνουν στην πραγματικότητα πατριώτες υπέρ της Συμφωνίας, στηριζόμενους περισσότερο στο ρεαλισμό και ορθολογισμό και πατριώτες εναντίον της Συμφωνίας στηριζόμενους περισσότερο στο πάθος και συναίσθημα.

Παρουσίασε τα, κατά τη γνώμη του, δύο βασικά θετικά σημεία της Συμφωνίας. Πρώτον, τη διακοπή της μονοπωλιακής χρήσης του όρου Μακεδονία, που de facto είχε κερδίσει η γειτονική χώρα και τη δυνατότητα ανάκτησης του brand του όρου από την Ελλάδα με τον πολιτισμό, τις τοποθεσίες και τα προϊόντα. Δεύτερον, το γεωπολιτικό όφελος με τη σταθεροποίηση της γείτονος, χάρη στην Ευρωατλαντική προοπτική της, και τη δυνατότητα της Ελλάδας να αναδειχθεί ως πυλώνας σταθερότητας και ηγέτιδα δύναμη στην περιοχή.

Ολοκληρώνοντας, παρουσίασε τη Συμφωνία ως αφετηρία προσπάθειας να ανατραπεί προς όφελος της Ελλάδας ένα διεθνές τετελεσμένο και προέκρινε τη δημιουργία γεφυρών παρά τειχών σε ένα ευρωπαϊκό περιβάλλον με την Ελλάδα στραμμένη στο μέλλον και εξωστρεφή παρά φοβική.

Δείτε το βίντεο της ομιλίας εδώ:

Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της ομιλίας:

Mε τη συμφωνία των Πρεσπών δεν γράφουμε σε λευκό χαρτί. Υπάρχει προϊστορία. Με την ενδιάμεση συμφωνία το 1995 τους αναγνωρίσαμε ως Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας όπως είναι το όνομά της χώρας στους διεθνείς οργανισμούς. Ο όρος «Μακεδονία» δηλαδή υπάρχει ήδη στο όνομα με το οποίο τους έχουμε αναγνωρίσει. Ως το 2007 περίπου 140 κράτη (μεταξύ των οποίων 3 μέλη του ΣΑ του ΟΗΕ ΗΠΑ, Ρωσία και Κίνα) την έχουν αναγνωρίσει με τη συνταγματική της ονομασία ως «Δημοκρατία της Μακεδονίας».

Έκτοτε προκειμένου να ανακοπεί αυτό το μονοπώλιο του ονόματος από τη γειτονική χώρα η εθνική γραμμή για το όνομα διαμορφώθηκε ως εξής:

https://www.mfa.gr/to-zitima-tou-onomatos-tis-pgdm/

σύνθετη ονομασία με γεωγραφικό προσδιορισμό πριν από τη λέξη «Μακεδονία» που θα ισχύει έναντι όλων (ergaomnes), για κάθε χρήση, εσωτερική και διεθνή.

Το Ποτάμι από την ίδρυσή του το 2014 έχει στις θέσεις του την αποδοχή αυτής της εθνικής γραμμής και της ομαλοποίησης των σχέσεων με τους γείτονες.

Με αφορμή λοιπόν την ευνοϊκή διεθνή συγκυρία μας δόθηκε η ευκαιρία να ανακτήσουμε πράγματα που τα τελευταία 25 χρόνια είχαμε χάσει και να κλείσουμε μια πληγή που στοίχισε πολύ σε διπλωματικό κεφάλαιο για τη χώρα μας.

Το αποτέλεσμα αυτής της διαπραγμάτευσης είναι η συμφωνία των Πρεσπών που ολοκληρώθηκε τον Ιούνιο του 2018. Η συμφωνία που συζητάμε σήμερα είναι το αποτέλεσμα μιας διαπραγμάτευσης που καταλήγει σε έναν συμβιβασμό προκειμένου να είναι βιώσιμη. Μια συμφωνία που δεν πρέπει ούτε να εξιδανικεύουμε, αλλά ούτε και να δαιμονοποιούμε.

Δεν θα μπώ στις τεχνικές λεπτομέρειες γιατί κατά τη γνώμη μου το πιο αρνητικό κομμάτι της συμφωνίας δεν είναι ούτε η ιθαγένεια, ούτε η γλώσσα που αναφέρονται ως «Μακεδονική».

(Άλλωστε ακόμα και στο Συμβούλιο της Ευρώπης που η χώρα αναγνωρίζεται ως FYROM, η επίσημη γλώσσα τους είναι η Μακεδονική -μπείτε στο siteτου CouncilofEuropeνα το δείτε- και δεν ξέρω αν τόσα χρόνια έχουμε κάνει κάποιο διάβημα) ούτε οι συντομογραφίες κλπ κλπ. Με αυτά ζούμε δεκαετίες.

Το πιο αρνητικό κομμάτι της συμφωνίας θεωρώ ότι είναι η εργαλειοποίησή της. Η κυβέρνηση το είδε σαν μια ευκαιρία να πετύχει με ένα σμπάρο δυο τρυγόνια:

Και να λύσει ένα μακροχρόνιο, ακανθώδες πρόβλημα βελτιώνοντας τη διεθνή της εικόνα. Και από την άλλη να διεμβολίσει την αντιπολίτευση. Έτσι διαπραγματεύθηκε χωρίς να επιδιώξει ευρύτερες συναινέσεις και χωρίς ενημέρωση των άλλων κομμάτων. Η αξιωματική αντιπολίτευση αντιλήφθηκε τον κίνδυνο διάσπασης και στεγανοποίησε το δεξιό της τοίχωμα αποκηρύσσοντας τη συμφωνία πατώντας στα αμφιλεγόμενα σημεία (και προφανώς σημεία συμβιβασμού), δηλαδή τη μακεδονική ιθαγένεια και γλώσσα. Το ίδιο έκανε και το Κίνημα Αλλαγής. Παρά την αντίθετη άποψη των 5 από τα 6 μέλη του πολιτικού συμβουλίου, προφανώς βλέποντας μια ευκαιρία να επαναπατρίσει το «πατριωτικό ΠΑ.ΣΟ.Κ.» από τον ΣΥ.ΡΙΖ.Α. Αυτή η εργαλειοποίηση που δεν είχε απέναντι μόνο όσους αντιτίθενται στην οποιαδήποτε χρήση του όρου Μακεδονία αλλά και όσους ήταν υπέρ της εθνικής γραμμής αλλά θεωρούν ότι δεν ικανοποιείται με τη συμφωνία των Πρεσπών. Κατέληξε γρήγορα-γρήγορα σε ένα διχασμό με αποτέλεσμα, όσοι συμφωνούν με τη συμφωνία να θεωρούνται προδότες και εθνομηδενιστές και όσοι διαφωνούν ακροδεξιοί και εθνικιστές.

Εγώ δεν το βλέπω έτσι. Εγώ βλέπω πατριώτες υπέρ της συμφωνίας και πατριώτες εναντίον της συμφωνίας. Οι πρώτοι στηριζόμενοι περισσότερο στο ρεαλισμό και ορθολογισμό και οι δεύτεροι περισσότερο στο πάθος και συναίσθημα. Οι πρώτοι τη βλέπουν ως ευκαιρία, οι δεύτεροι ως απειλή.

Και μέσα σε αυτό το μανιχαϊστικό σκηνικό χάθηκε η ευκαιρία να συζητήσουμε σοβαρά. Τι δηλαδή κερδίζουμε από αυτά που de facto είχαμε χάσει τα τελευταία 25 χρόνια. Πού συμβιβαζόμαστε και με τι ασφαλιστικές δικλείδες; Πού πρέπει να εστιάσουμε την προσοχή μας και να είμαστε σε εγρήγορση γιατί ως γνωστόν οι συμφωνίες κρίνονται στην εφαρμογή;

Αυτό είναι το μεγάλο «κατηγορώ» προς την κυβέρνηση που μια συμφωνία που θα μπορούσε να είναι κτήμα όλου του ευρωπαϊκού τόξου του πολιτικού συστήματος, προσπάθησε να την εντάξει στο εσωτερικό πολιτικό παιχνίδι. Και αυτό ενέτεινε ακόμα περισσότερο την πόλωση (λες και δεν είχαμε αρκετή). Ακόμα και εμφυλιοπολεμικά σύνδρομα αναβίωσαν επειδή ακριβώς οι δύο αντιμαχόμενες πλευρές, είδαν τη συμφωνία αυτή υπό το πρίσμα του παρελθόντος και όχι του μέλλοντος.

Η εργαλειοποίηση της συμφωνίας είναι λοιπόν το κύριο αρνητικό κατά τη γνώμη μου που ελπίζω μετά την κύρωσή της να πάψει. Τα βασικά θετικά σημεία της συμφωνίας είναι δύο κατά τη γνώμη μου:

Πρώτον, με τον όρο Βόρεια Μακεδονία σπάμε το μονοπώλιο του όρου Μακεδονία που de facto είχε κερδίσει η γειτονική χώρα. Για να μην στρουθοκαμηλίζουμε, tο Βόρεια Μακεδονία σημαίνει ότι υπάρχει μια ευρύτερη Μακεδονία, το καλύτερο κομμάτι της οποίας το έχει η Ελλάδα. Ποια; Την αρχαία Μακεδονία, την ελληνική Μακεδονία. Τα περί της ιστορικής κληρονομιάς μπαίνουν ρητά στη συμφωνία κανείς δεν μπορεί να τα αμφισβητήσει. Γιατί είναι γνωστή η Μακεδονία παγκοσμίως; Μέγας Αλέξανδρος, Ιστορία κλπ. Με τον διαχωρισμό που γίνεται μπορούμε να ανακτήσουμε το brand του όρου με τον πολιτισμό, τις τοποθεσίες και τα προϊόντα μας. Αυτό είναι κατά τη γνώμη μου το πρώτο μεγάλο κέρδος.

Το δεύτερο μεγάλο κέρδος είναι το γεωπολιτικό. Σταθεροποιείται η γειτονική χώρα με την Ευρωατλαντική προοπτική. Σε ένα ασταθές βαλκανικό σκηνικό όπου Ρώσοι, Τούρκοι έχουν ήδη διεισδύσει στα Σκόπια, μπαίνει σε μια δυτική τροχιά αντί να γίνει προτεκτοράτο τους. Απομακρύνεται και ο κίνδυνος να διαμελισθεί και να έχουμε στα βόρεια σύνορά μας μια μεγάλη Αλβανία και μια μεγάλη Βουλγαρία. Θα αναπτυχθούν ομαλότερα οι σχέσεις και η χώρα μας θα παίξει τον ρόλο του πυλώνα σταθερότητας στην περιοχή, ως ηγέτιδα δύναμη. Από την άλλη, η διεθνής κοινότητα θα ακούσει κάποια καλά νέα από τη χώρα μας και αυτό μετράει στο κλίμα και το έχουμε ανάγκη. Στη συγκεκριμένη γεωπολιτική συγκυρία πρέπει να κλείνουμε μέτωπα και να επικεντρωνόμαστε στα πραγματικά σημαντικά.

Η συμφωνία λοιπόν δεν είναι ο τερματισμός αλλά μάλλον η αφετηρία μιας προσπάθειας να ανατρέψουμε ένα διεθνές τετελεσμένο και να το γυρίσουμε προς όφελός μας. Με την υπάρχουσα κατάσταση ο χρόνος δεν κυλάει υπέρ μας, ώστε να περιμένουμε ευνοϊκότερες συγκυρίες στο μέλλον. Η πορεία αυτή που ξεκινάει θέλει συστηματική δουλειά, διπλωματική εγρήγορση και μεθοδικότητα. Και προφανώς και από τις επόμενες κυβερνήσεις. Ακούω πολλές φορές ότι με τη συμφωνία αυτή οι Έλληνες νιώθουν ταπεινωμένοι.
Συγνώμη…

Τους αναγκάζουμε να αλλάξουν το όνομά τους. Τους αναγκάζουμε να αλλάξουν το Σύνταγμά τους. Τους αναγκάζουμε να αλλάξουν την ιστορία με την οποία μεγάλωσαν. Και νιώθουμε εμείς ταπεινωμένοι;
Εκτός αν θεωρούμε ότι δεν πρέπει να περιέχεται καθόλου ο όρος Μακεδονία στο όνομά τους. «Και το ξεπουλάμε», λες και στο υπάρχον Π.Γ.Δ.Μ., το «Μ» δεν είναι Μακεδονία, είναι Μοζαμβίκη. Μια υποκρισία που όμως πουλάει.

Στους Βαλκανικούς Πολέμους (το 1913) πήραμε το καλύτερο κομμάτι της Μακεδονίας, δεν την πήραμε ολόκληρη! Πάντα όμως βάζαμε το κεφάλι στην άμμο και λέγαμε «ας τους λένε όλοι Μακεδονία, ας μην τους λέμε εμείς». Και νομίσαμε ότι λύθηκε το πρόβλημα, ενώ απλώς όλοι μας παρέκαμπταν και έτσι απέκτησαν de factoτην αποκλειστικότητα του όρου.

Κλείνοντας, με τη στήριξη της Συμφωνίας των Πρεσπών δεν στηρίζουμε την κυβέρνηση (και γι αυτό μη χειροκροτήσετε στο τέλος της ομιλίας μου), στηρίζουμε τις θέσεις μας. Και τις στηρίζουμε όχι μόνο στα λόγια αλλά και όταν έρχεται η ώρα του δια ταύτα που άλλοι κάνουν μεταβολή. Δεν είναι το κόμμα της «σιγουράτζας». Και η συμφωνία των Πρεσπών δεν είναι το νήμα του τερματισμού, είναι το σφύριγμα της εκκίνησης μιας νέας εποχής. Μιας νέας εποχής, μιας νέας σχέσης που πρέπει να μάθουμε να δημιουργούμε γέφυρες και όχι τείχη. Πρέπει να γίνουμε κομμάτι μιας ευρωπαϊκής λύσης σε ένα βαλκανικό πρόβλημα. Και εδώ τίθεται επίσης το θέμα τι Ελλάδα ονειρευόμαστε για το μέλλον. Μια Ελλάδα με εθνική αυτοπεποίθηση, εξωστρεφή, πυλώνας σταθερότητας και ηγέτιδα δύναμη στην περιοχή ή μια Ελλάδα φοβική, περίκλειστη και απομονωμένη με το κεφάλι στην άμμο; Εγώ ονειρεύομαι την πρώτη.