8 Φεβρουαρίου, 2017

«Για τα θέματα εξωτερικής πολιτικής της χώρας επιβάλλεται πνεύμα ομοψυχίας»

Ομιλία Σπ. Δανέλλη για το Ν/Σ του Υπ. Εξωτερικών «Τροποποίηση του Κώδικα του Οργανισμού του Υπουργείου Εξωτερικών και λοιπές διατάξεις»

Στην Ολομέλεια της Βουλής τοποθετήθηκε ο Ειδικός Αγορητής του Ποταμιού, Σπύρος Δανέλλης, στο πλαίσιο της συζήτησης για το Ν/Σ του Υπουργείου Εξωτερικών «Τροποποίηση του Κώδικα του Οργανισμού του Υπουργείου Εξωτερικών και λοιπές διατάξεις».

Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της ομιλίας:

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι.

Συζητούμε σήμερα ένα νομοσχέδιο του Υπουργείου Εξωτερικών.

Ενός Υπουργείου, του οποίου τα νομοθετήματα δεν προσφέρονται για ανέξοδους μικροκομματικούς τακτικισμούς.

Εξάλλου, βρισκόμαστε σε μια περίοδο που η χώρα βρίσκεται στο μάτι του κυκλώνα, δεδομένων των συνθηκών που επικρατούν, τόσο στον πλανήτη, όσο και στην ευρύτερη γειτονιά μας.

Αν και στην σύγχρονη μετανεωτερική εποχή της παγκοσμιοποίησης, έχουν δημιουργηθεί πλείστοι όσοι Διεθνείς Οργανισμοί, παρότι το Διεθνές Δίκαιο και τα Ανθρώπινα Δικαιώματα έχουν κατοχυρωθεί και παρά την σχετικά ειρηνική εβδομηντάχρονη περίοδο από το 1945, η ασφάλεια των κρατών εξακολουθεί να μην ακολουθεί ασφαλή γραμμική πορεία.

Μετά την 9/11 μια πληθώρα παραγόντων στο εσωτερικό, στο διακρατικό και το διεθνές περιβάλλον κάθε χώρας δημιουργούν πολυπλοκότητα και αίσθημα ανασφάλειας.

Ακριβώς εξαιτίας αυτού του πολύπλοκου και πολυεπίπεδου διεθνούς σκηνικού αναδύεται το χρέος της πολιτείας κάθε κράτους να μελετά, να εξετάζει, να θέτει προτεραιότητες, να αξιολογεί, να αναστοχάζεται και να αναπροσαρμόζει την πολιτική της ενόψει των διεθνών, διακρατικών ή εσωτερικών προκλήσεων σε συγκεκριμένο χώρο και χρόνο.

Για τη χώρα μας η κατάσταση είναι λίγο πολύ γνωστή.

Στα ανατολικά μας είναι ιδιαίτερης κρισιμότητας ο εμφύλιος στην Συρία, οι εστίες πολέμου στο Ιράκ, αλλά και στην Κεντρική Ασία και οι εκτεταμένες προσφυγικές ροές, ως απόρροιά τους.

Γνωστές είναι επίσης και οι συνεχείς προκλήσεις μιας σχετικώς αποδυναμωμένης, εξίσου επικίνδυνης ωστόσο Τουρκίας, που συνεχώς αποσταθεροποιείται και μας απειλεί, τόσο στρατιωτικά, όσο και με το επαπειλούμενο άνοιγμα από πλευράς της, της στρόφιγγας των προσφυγικών ροών.

Τα ανοιχτά και χρόνια ζητήματα του Κυπριακού.

Αλλά και στα δυτικά μας:

Οι τριγμοί του κοινού ευρωπαϊκού οικοδομήματος, ιδίως μετά το Brexit, αλλά και την άνοδο των ακροδεξιών κομμάτων, πάντοτε υπό το πρίσμα των επερχόμενων εκλογικών αναμετρήσεων σε μεγάλες χώρες της Ε.Ε.

Η μειωμένη μας αξιοπιστία, που για άλλη μια φορά εκδηλώνεται με την αδυναμία κλεισίματος της αξιολόγησης, ανοίγοντας και πάλι την συζήτηση για ένα πιθανό Grexit.

Είναι λόγοι που μας αναγκάζουν να αναζητήσουμε τρόπους συνεννόησης, αφήνοντας κατά μέρους τις προπέτειες, τους αφορισμούς και τους άσκοπους διαξιφισμούς.

Σε αυτό το πλαίσιο θα θυμίσω για μια ακόμη φορά, πως Το Ποτάμι έχει προτείνει την αναγκαιότητα δημιουργίας ενός Εθνικού Συμβουλίου Ασφαλείας και προς τούτο μάλιστα έχει καταθέσει και σχετική πρόταση νόμου, της οποίας η συζήτηση δυστυχώς εκκρεμεί ακόμη.
Γιατί παρουσιάζεται για την Ελλάδα, η αδήριτη ανάγκη για μία νέα προσέγγιση εθνικού συντονισμού με έμπρακτο σχεδιασμό εφικτών και εφαρμόσιμων πράξεων, ώστε η χώρα να είναι προετοιμασμένη για κάθε σοβαρό βήμα και για κάθε ενδεχόμενο.

Άλλωστε, δεν θα είμαστε οι μόνοι.

Πολλές δυτικές χώρες έχουν υιοθετήσει εδώ και χρόνια και υπό διάφορες μορφές την θέσπιση ενός Συμβουλίου για την Εθνική Ασφάλειά τους.

Σε αυτήν την ιδέα ανταποκρίνεται η δημιουργία του «Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας» (Σ.Ε.Α.), που θα εδράζεται σε προϋποθέσεις νηφαλιότητας, αίσθησης και γνώσης του διεθνούς δικαίου, της στρατηγικής και της διπλωματίας, ώστε να γνωμοδοτεί επί των εθνικών θεμάτων από τη συντριπτική πλειοψηφία των δημοκρατικών κομμάτων και να αποφεύγεται η περιστασιακή αντιμετώπιση των προκλήσεων.

Πρόκειται για όργανο, το οποίο θα εκφράζει μία πολιτική δομή που επιτρέπει ένα κοινό τόπο και αδιαίρετο τρόπο σκέψης και συνεργασίας σε θέματα εξωτερικής πολιτικής και ασφάλειας που θα επικουρεί την κυβέρνηση.

Θα υπάγεται σε τακτικό κοινοβουλευτικό έλεγχο και ενημέρωσης του Εθνικού Κοινοβουλίου υπό την έννοια της απόδοσης λόγου προς το λαό.

Νομίζω πως η Κυβέρνηση επιβάλλεται να εξετάσει σοβαρά την εν λόγω πρόταση και να προχωρήσει με γοργά βήματα στην υλοποίησή του.

Επί του συζητούμενου νομοσχεδίου τώρα, το οποίο εκφεύγει των καθιερωμένων κυρώσεων Μνημονίων Συνεννόησης, στις οποίες μας έχει συνηθίσει το ΥΠ.ΕΞ.
Πρόκειται για ένα νομοσχέδιο που έρχεται να αντιμετωπίσει οργανωτικά κυρίως ζητήματα και να προσπαθήσει να διορθώσει στρεβλώσεις, που ταλανίζουν τις δομές και το προσωπικό του εν λόγω Υπουργείου, εδώ και χρόνια.
Ήδη από το στάδιο των επιτροπών εκφράσαμε την άποψη πως θα περιμέναμε μια ολοκληρωμένη πρόταση αλλαγής του Κανονισμού λειτουργίας του, που βρίσκεται σε τελικό στάδιο επεξεργασίας εξάλλου, και όχι την αποσπασματική τροποποίηση ορισμένων μόνο διατάξεων.
Και αν και κατανοούμε την αναγκαιότητα και το επείγον των εν λόγω ρυθμίσεων, δεν αντιλαμβανόμαστε γιατί δεν έγιναν εγκαίρως οι απαραίτητες διαδικασίες, ώστε σήμερα να συζητούμε ένα πιο ολοκληρωμένο σχέδιο νόμου.
Ένα από τα κύρια ζητήματα που θέτει το συζητούμενο νομοσχέδιο με τα άρθρ. 1 και 2 είναι η Ανασύσταση και η Αναδιοργάνωση του Κέντρου Ανάλυσης και Σχεδιασμού και του Επιστημονικού Συμβουλίου.
Στόχος της δομής αυτής κατά την ίδρυσή της το 1998, ήταν να αποτελέσει μια αυτοτελή υπηρεσία του ΥΠΕΞ, που θα ήταν επιφορτισμένη με την εκπόνηση εισηγήσεων σχεδιασμού και στρατηγικής, με στόχο να βοηθήσουν στην άσκηση της εξωτερικής πολιτικής της χώρας.
Από το 1998 ωστόσο που αρχικά θεσπίστηκε το ΚΑΣ υποβιβάστηκε, εξαιτίας της έλλειψης επιστημονικού προσωπικού, σε μια απλή διοικητική υπηρεσία.
Κοιτώντας υπό αυτό το πρίσμα την προσπάθεια αναδιοργάνωσης και αναβάθμισης που εισηγείστε, θα έλεγε κανείς πως η διάταξη κινείται στην σωστή κατεύθυνση.
Παρόλα αυτά μέσα στην παρούσα οικονομική συγκυρία, θα πρέπει να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί κάθε φορά που πάμε να ενισχύσουμε υπάρχουσες, φθίνουσες δομές, με επιπλέον πόρους και προσωπικό, ιδίως μάλιστα αν ληφθεί υπόψη ότι οι λειτουργίες τους είναι δυνατόν να καλυφθούν με πλήρη επάρκεια και αδάπανα από άλλους μηχανισμούς, τόσο εσωτερικούς, όσο και εξωτερικούς.
Το επιχείρημα που υπάρχει στην αιτιολογική έκθεση είναι ορθό, ότι οι αντίστοιχες δομές υπάρχουν και υποστηρίζουν τα ΥΠ.ΕΞ. άλλων ανεπτυγμένων χωρών.
Ωστόσο θα πρέπει να αντιλαμβανόμαστε και την αναντιστοιχία τόσο των αναγκών της εξωτερικής μας πολιτικής όσο και των προς διάθεση κονδυλίων με τις άλλες χώρες.
Δεν αντιλαμβανόμαστε επίσης, γιατί με το άρθρο 3 συστήνεται αυτοτελές Γραφείο Νομοθετικής Πρωτοβουλίας, το οποίο στελεχώνεται μάλιστα με τέσσερεις νομικούς συμβούλους που θα προσληφθούν, των οποίων δεν αποσαφηνίζεται ούτε καν το ακριβές περίγραμμα εργασίας τους.
Δεν γίνεται κατανοητό γιατί απαιτείται αυτός ο αριθμός νομικών συμβούλων, δεδομένου ότι το ΥΠΕΞ έχει περιορισμένο νομοθετικό έργο, το μεγαλύτερο μέρος του οποίου μάλιστα έρχεται έτοιμο προς κύρωση από το εξωτερικό και δεν χρειάζεται ιδιαίτερη νομική επεξεργασία.
Δεν γίνεται κατανοητό γιατί θα πρέπει να δαπανούμε επιπλέον 120.000 ευρώ ετησίως, για τη μισθοδοσία τους, όπως αναφέρεται και στην έκθεση του ΓΛΚ.
Ωστόσο, θεωρούμε πως το άρθρ. 4 που αφορά το όριο ενημέρωσης της Βουλής για τις απόρρητες δαπάνες του ΥΠΕΞ, κινείται στη σωστή κατεύθυνση, καθώς ενισχύει τη διαφάνεια.
Είναι γνωστό και απολύτως θεμιτό η χώρα δια του ΥΠΕΞ να στηρίζει οικονομικά, με απόρρητο τρόπο, κρίσιμους θεσμούς του ελληνισμού στο εξωτερικό, που προωθούν εθνικά συμφέροντα.
Θεσμούς που στηρίζουν την επιβίωση ελληνικών πληθυσμών, δημιουργούν ερείσματα επικοινωνίας και σχέσεων καλής γειτονίας με άλλες χώρες και προβάλλουν την θετική εικόνα της.
Θεσμοί οι οποίοι αποβλέπουν στην εξυπηρέτηση αμέσως ή εμμέσως της εξωτερικής πολιτικής του Κράτους και που προφανώς δεν μπορούν να γίνουν γνωστοί χωρίς ζημία των συμφερόντων της χώρας.
Γιατί είναι κατανοητό πως η εκτέλεση δαπανών για απόρρητους εθνικούς σκοπούς για διπλωματικούς, πολιτικούς, οικονομικούς και πολιτισμικούς λόγους είναι απαραίτητη σε ένα δύσκολο και απαιτητικό διεθνές τοπίο.
Δυστυχώς, τα προηγούμενα χρόνια έφτασαν στην δημοσιότητα πολλές περιπτώσεις κατασπατάλησης των εν λόγω κονδυλίων, σε δραστηριότητες που ουδόλως εξυπηρετούσαν τα συμφέροντα της χώρας, αλλά αντίθετα κάλυπταν μικρο-κομματικές και ρουσφετολογικές εξυπηρετήσεις.

Στην συνέχεια, στο άρθρο 7 του Σχεδίου Νόμου επεκτείνεται η δυνατότητα απονομής επί τιμή βαθμού που ισχύει για το σύνολο των αφυπηρετούντων διπλωματικών υπαλλήλων με πρεσβευτικό βαθμό (πρέσβεις, πληρεξούσιοι υπουργοί Α΄ και Β΄), καθώς και στους αφυπηρετούντες του Ειδικούς Νομικούς Συμβούλους, Νομικούς Συμβούλους Α΄ του Κλάδου Επιστημονικού Προσωπικού της ΕΝΥ και στους αφυπηρετούντες εμπειρογνώμονες πρεσβευτές συμβούλους Α΄ του Κλάδου Εμπειρογνωμόνων.
Νομίζω πως θα μπορούσαμε για λόγους ισότητας να εξετάσουμε τη δυνατότητα αυτό να ισχύει και για τους αφυπηρετούντες υπαλλήλους του Κλάδου Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων με βαθμό Γενικού Συμβούλου Α΄.
Όλοι πλέον ζητούν ένα σύστημα κρίσεων και εξέλιξης που θα χαρακτηρίζεται από διαφάνεια και αξιοκρατία και θα διέπεται από κοινούς κανόνες που θα τηρούνται από όλους.

Και με την ευκαιρία αυτή θα ήθελα να προσθέσω κάτι που φαντάζομαι ότι συμμεριζόμαστε όλοι, ότι δηλαδή δεν θα πρέπει οι υπάλληλοι του Κλάδου Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων να αντιμετωπίζονται ως «φτωχοί συγγενείς» του υπόλοιπου Διπλωματικού Σώματος, μιας και σε ένα παγκοσμιοποιημένο οικονομικό περιβάλλον, τα καθήκοντά τους είναι καθήκοντα αιχμής.
Και θα πρέπει να κοιτάξουμε την αναδιοργάνωση και την συνολική αναβάθμιση του ρόλου και του έργου των γραφείων αυτών, ακόμη και στις περιπτώσεις χωρών που δεν είναι δυνατή για διάφορους λόγους η σύσταση μιας Πρεσβείας, δεδομένου ότι η χώρα μας, θα μπορούσε να συνάψει τουλάχιστον εμπορικές και οικονομικές συμφωνίες, επεκτείνοντας τα συμφέροντά της.

Στην παρούσα φάση της οικονομίας μας, καμία χώρα δεν περισσεύει και οι αγκυλώσεις του παρελθόντος, καλό θα ήταν να ξεπεραστούν.
Στο άρθρο 9 θα ξανα-αναφερθώ όπως και στην Επιτροπή, στο ζήτημα, που αφορά έναν πολύ μικρό αριθμό υπαλλήλων, του κλάδου ΔΕ Διοικητικών Γραμματέων του ΥΠΕΞ, περίπου 6-7 τον αριθμό.

Υπάλληλοι που αναγκάστηκαν σε αφυπηρέτηση την άνοιξη του 2016, καθώς είχαν συμπληρώσει το 60 έτος της ηλικίας τους την 31/12/2015, με αποτέλεσμα να εμπίπτουν στις διατάξεις του Ν. 4336/2015.

Η συγκεκριμένη παρατήρηση είναι βέβαια ήσσονος σημασίας για το σύνολο του συζητούμενου νομοσχεδίου, όπως επίσης και για τον προϋπολογισμό του ΥΠΕΞ, αλλά παρόλα αυτά, για αυτούς τους ανθρώπους αποτελεί ζήτημα αιχμής, καθώς τους οδηγεί σε δύσκολες επιλογές ζωής που δεν ήταν στο πλάνο τους.

Να το ξαναδείτε κ. Υπουργέ.

Τέλος έρχομαι στην περίπτωση του Ελληνικού Κέντρου Ευρωπαϊκών Μελετών το οποίο επιτέλους καταργείται με το άρθρ. 14.
Είναι γνωστό ότι από το έτος 2012 το Ε.Κ.Ε.Μ. ουσιαστικά είναι ένα κενό κέλυφος, καθώς δεν έχει ούτε έναν υπάλληλο, ενώ συνεχίζει ακριβώς να κατασπαταλά πόρους του Ελληνικού Δημοσίου.
Εμείς με μια ερώτηση που σας είχαμε καταθέσει τον Ιούνιο 2016 είχαμε αναδείξει αυτό το ζήτημα και τις δαπάνες που θα μπορούσαμε να έχουμε αποφύγει, σε κάθε περίπτωση όμως, είναι θετικό που τα Δημόσια Ταμεία απαλλάσσονται από τη λειτουργία του.

Είναι όμως απαραίτητο να κλείσει η εκκρεμότητα των οφειλών δεδουλευμένων στα στελέχη του.
Θα πρέπει να γίνει, κύριε Υπουργέ -και είναι πλέον καιρός, γιατί νομίζω ότι έχετε μια πλήρη θεώρηση των Νομικών Προσώπων Δημοσίου και Ιδιωτικού Δικαίου που εποπτεύει το Υπουργείο σας- ένα καλό ξεκαθάρισμα, το οποίο θα είναι χρήσιμο αφενός οικονομικά αφετέρου λειτουργικά και εντέλει ηθικά.
Ευχαριστώ.