Ερώτηση προς τον Υπουργό Οικονομικών και την Υπουργό Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης & Κοινωνικής Αλληλεγγύης
Τα σοβαρότατα προβλήματα που δημιουργούνται από την ακολουθούμενη ασφυκτική πολιτική με τον καταλογισμό υπέρογκων φορολογικών και ασφαλιστικών εισφορών, σε συνδυασμό με τις ελλείψεις και τη δυσλειτουργικότητα του ασφαλιστικού συστήματος που προκαλούν εισοδηματική αφαίμαξη, οικονομική ασφυξία και επιχειρηματική αποδιοργάνωση σε ένα σημαντικό παραγωγικό κομμάτι της χώρας, θίγουν με την ερώτηση που κατέθεσαν προς τους υπουργούς Οικονομικών & Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, οι βουλευτές Β’ Αθηνών, Γιώργος Αμυράς και Γρηγόρης Ψαριανός και Aττικής, Γιώργος Μαυρωτάς.
Θέτουν δε, μία σειρά από ερωτήματα για την πολιτική αυτή της υπέρμετρης φορολόγησης και ασφαλιστικών εισφορών των αυτοαπασχολούμενων και ελεύθερων επαγγελματιών, οι οποίοι, ειρήσθω εν παρόδω, συνέβαλαν αποφασιστικά στην αύξηση του ΑΕΠ όλα τα προηγούμενα χρόνια, πολιτική που έχει ως αποτέλεσμα τόσο τη φτωχοποίηση τους αλλά και την διαφαινόμενη αύξηση του κινδύνου της φοροδιαφυγής και της παραοικονομίας, λόγω της, προφανούς πλέον, ανάγκης προσωπικής επιβίωσης τους.
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της ερώτησης:
α) τον Υπουργό Οικονομικών
β) την Υπουργό Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης
ΘΕΜΑ: Υπέρμετρη φορολόγηση και υπέρογκες ασφαλιστικές εισφορές για αυτοαπασχολούμενους και ελεύθερους επαγγελματίες
Το Ποτάμι μέσω του κοινοβουλευτικού ελέγχου, κατέθεσε το 2017 μία σειρά ερωτήσεων σχετικά με την απαράδεκτη πολιτική της Κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, για την εξοντωτική φορολόγηση και την επιβολή υπέρμετρων ασφαλιστικών εισφορών προς τους ελεύθερους επαγγελματίες και αυτοαπασχολούμενους. Επιπλέον με δεδομένο ότι δεν έχει υπάρξει καμία απάντηση από την Υπουργό Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης κα. Αχτσιόγλου, όπως ενδεικτικά στις ερωτήσεις με αρ. πρωτ. 2638/17-01-2017 και 918/03-11-2017, κρίνεται επιτακτική η εκ νέου επισήμανση και ανάδειξη του ιδιαίτερα σοβαρού αυτού ζητήματος που πλήττει τα μικρά και μικρομεσαία στρώματα της κοινωνίας.
Με τον ν. 4387/2016 για το Ενιαίο Σύστημα Κοινωνικής Ασφάλειας, ορίστηκε ως ποσοστό της μηνιαίας εισφοράς για τον κλάδο σύνταξης των αγροτών, αυτοαπασχολούμενων και ελευθέρων επαγγελματιών το 20% επί του εισοδήματός τους καθώς και 6,95% για τον κλάδο υγειονομικής περίθαλψης. Επιπρόσθετα εισφορές επικουρικής και εφάπαξ σύνταξης σε ποσοστά 7% και 4%, αντίστοιχα, επιβάρυναν αναλόγως συγκεκριμένες κατηγορίες αυτοαπασχολούμενων και ελεύθερων επαγγελματιών (γιατροί, δικηγόροι, μηχανικοί, συμβολαιογράφοι). Επίσης η εισφορά αλληλεγγύης ορίστηκε σε ποσοστά τα οποία κυμαίνονται από 2,20% έως 10%. Με τον ίδιο νόμο θεσπίστηκε νέα κλίμακα φορολογίας εισοδήματος και τα εισοδήματα άνω των 20.000 ευρώ φορολογούνται πλέον με αυξημένους συντελεστές που ξεκινούν από 29% και φτάνουν έως 45%.
Στη συντριπτική τους πλειοψηφία οι αυτοαπασχολούμενοι έχουν έλθει αντιμέτωποι και με νέα πλήγματα από την ανάλγητη κυβερνητική πολιτική. Πέρα από τις αυξημένες λόγω του νεότερου τρόπου υπολογισμού τους τρεχουσών ασφαλιστικών εισφορών, που υπολογίζονται από το τρέχον έτος χωρίς να αφαιρούνται από τη βάση υπολογισμού οι ήδη καταβληθέντες εισφορές για το 2017, μεγάλες κατηγορίες ελευθέρων επαγγελματίων όπως μηχανικοί, γιατροί, δικηγόροι κ.ά. καλούνται το τρέχον έτος, να πληρώσουν ετεροχρονισμένα και σωρευτικά τις κρατήσεις για επικουρική και εφάπαξ ασφάλιση, αναδρομικά από 1/1/2017. Και αυτό με ευθύνη της Πολιτείας καθώς υπήρξε αδυναμία του συστήματος να ενσωματώσει τις εν λόγω κατηγορίες εισφορών στα ειδοποιητήρια του ΕΦΚΑ κατά τον πρώτο χρόνο λειτουργίας του.
Επιπλέον η διάκριση ως προς τον υπολογισμό των ασφαλιστικών εισφορών για τα δύο εξάμηνα του 2017, ούτε αυτή κατέστη δυνατή με υπαιτιότητα πάλι του αρμόδιου Υπουργείου, έτσι ενώ έπρεπε μόνο μέχρι και τον Ιούνιο του 2017, ο υπολογισμός των ασφαλιστικών εισφορών να γίνεται με βάση τα εισοδήματα του 2015, τελικά ο ίδιος τρόπος υπολογισμού επεκτάθηκε και το 2ο εξάμηνο του 2017 για το οποίο κανονικά θα πραγματοποιείτο με βάση τα εισοδήματα του 2016. Με δεδομένη τη σημαντική μείωση στα εισοδήματα του έτους 2016 σε σχέση με του 2015 αλλά και με την ευρέως γνωστή ανομοιομορφία στις ροές πληρωμής των αυτοαπασχολουμένων ανά έτος, η μη έγκαιρη εφαρμογή της διαδικασίας του συμψηφισμού από το Υπουργείου Εργασίας έχει οδηγήσει πολλούς ασφαλισμένους να καταβάλουν υψηλότερες εισφορές ενώ ορισμένοι να αδυνατούν να ανταπεξέλθουν στις συνεχείς υψηλότερες εισφορές οι οποίες άλλωστε δεν αντιστοιχούν στα πραγματικά τους εισοδήματα ενώ εμφανίζεται και πλασματικό πλεόνασμα στον ΕΦΚΑ.
Όλη η περιγραφείσα κατάσταση καθιστά ένα παραγωγικό κομμάτι της κοινωνίας το οποίο φέρεται να διαθέτει ένα αξιοπρεπές εισόδημα εν μέσω οικονομικής κρίσης και δηλώνει ειλικρινώς το ύψος αυτού, να επιβαρύνεται υπέρμετρα με φόρους και εισφορές σε σημείο που ξεπερνούν κατά πολύ το ήμισυ αυτού. Ενδεικτικά, αυτοαπασχολούμενος με εισόδημα 45.000 ευρώ καλείται να αποδώσει στο κράτος το 57,58% αυτού μόνο για την εξόφληση των φορολογικών και ασφαλιστικών του εισφορών ενώ με το υπόλοιπο εισόδημα καλείται να καλύψει, ΕΝΦΙΑ, και τις λοιπές αυξημένες δαπάνες διαβίωσης λόγω και του αυξημένου ΦΠΑ.
Τα συνεπακόλουθα μιας τέτοιας ασφυκτικής φορολογικής και ασφαλιστικής πολιτικής είναι η επικείμενη φτωχοποίηση των αυτοαπασχολούμενων και των ελεύθερων επαγγελματιών, η αναπόφευκτη μεσοπρόθεσμα, δημιουργία «μαύρης τρύπας» στα έσοδα από τη φορολογία και τις ασφαλιστικές εισφορές των αυτοαπασχολουμένων. Συγχρόνως προκαλείται αύξηση τόσο του κινδύνου φοροδιαφυγής μέσω της απόκρυψης εισοδημάτων λόγω αδυναμίας πληρωμής των υψηλών φορολογικών και ασφαλιστικών εισφορών όσο και του μεγέθους της παραοικονομίας, το οποίο είναι κατά κανόνα 4-5 μονάδες πάνω από το μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Παράλληλα οι συνθήκες οικονομικής ασφυξίας στην ευρεία αγορά ελευθέρων επαγγελματιών αποτελούν σημαντική τροχοπέδη για την περαιτέρω ανάπτυξη, παραγωγικότητα και δημιουργία νέων θέσεων εργασίας ενός κλάδου της οικονομίας, που συνέβαλε αποφασιστικά στην αύξηση του ΑΕΠ όλα τα προηγούμενα χρόνια και στην ανάπτυξη της παραγωγικής βάσης της οικονομίας σε στέρεα θεμέλια.
Και επειδή όσο αφορά τους νεοεισερχόμενους στην αγορά εργασίας, επιστήμονες αυτού του είδους, η εξαντλητική φοροδοτική και εισφοροδοτική πολιτική της Κυβέρνησης των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, πλέον των ανωτέρω κινδύνων, λειτουργεί αποθαρρυντικά και αυξάνει τις πιθανότητες μελλοντικής μετανάστευσης τους (brain drain) σε χώρες του εξωτερικού, με συνέπεια την απώλεια ενός εκ των πλέον δυναμικών και παραγωγικών ανθρωπίνων κεφαλαίων της χώρας.
Ερωτώνται οι κ.κ. Υπουργοί:
1. Είναι στις προθέσεις της Κυβέρνησης να βελτιώσει το ισχύον θεσμικό πλαίσιο σχετικά με το φορολογικό και ασφαλιστικό καθεστώς, προκειμένου να αποτραπεί η εισοδηματική αφαίμαξη των αυτοαπασχολούμενων και ελεύθερων επαγγελματιών; Αν ναι, με ποιους τρόπους σκοπεύετε να το πράξετε;
2. Ποιο είναι το ύψος των προβλεπόμενων εσόδων από την αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών για το έτος 2018; Τι προβλέπεται να εισπραχθεί για την επόμενη πενταετία;
3. Ποιο είναι το προβλεπόμενο ύψος των εσόδων για το έτος 2018 από την υπαγωγή των ασφαλισμένων σε ρύθμιση των ασφαλιστικών οφειλών τους;
4. Πώς τεκμηριώνεται ότι η προβλεπόμενη αύξηση των εσόδων ΕΦΚΑ δεν οφείλεται στην εξαντλητική εισφοροδότηση αλλά στη μείωση της ανεργίας, τη διεύρυνση του εργασιακού πληθυσμού, και στην καλύτερη ρύθμιση των ασφαλιστικών οφειλών;
5. Έχει εκτιμηθεί ο κίνδυνος απώλειας εσόδων λόγω φοροδιαφυγής και ανάπτυξης παραοικονομίας; Υφίστανται ή έχουν προβλεφθεί οι κατάλληλες δομές (ελεγκτικός μηχανισμός) για τη διαχείριση του εν λόγω κινδύνου;
Οι ερωτώντες Βουλευτές
Γιώργος Αμυράς, Β’ Αθηνών
Γιώργος Μαυρωτάς, Αττικής
Γρηγόρης Ψαριανός, Β’ Αθηνών