Εκδήλωση έγινε στο ΕΚ με πρωτοβουλία των προέδρων των επιτροπών Ανάπτυξης, DEVE, και Προσωπικών Ελευθεριών, LIBE, αφιερωμένη στην Ελλάδα ώστε να ανιχνευτούν τρόποι βοήθειας στη χώρας μας.
Ο Μίλτος Κύρκος, μέλος της LIBE τοποθετήθηκε στην εκδήλωση:
«Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προσέφερε στην Ελλάδα για το προσφυγικό τρία σημαντικά πράγματα: σημαντική χρηματοδότηση (πάνω από το μισό της οποίας δεν έχει ακόμη απορροφηθεί), τον μηχανισμό μετεγκατάστασης (τον οποίο κάποια κράτη μέλη σαμποτάρουν) και κυρίως τη συμφωνία με την Τουρκία, που σταμάτησε τις ροές από τις ακτές της.
Αυτό που ποτέ δεν κατάλαβε η Επιτροπή είναι η τεράστια παθογένεια της ελληνικής διοίκησης. Τα αποτελέσματα αυτής της αυταπάτης τα είδαμε: τα μισά κονδύλια είναι ακόμη ανεκμετάλλευτα και, παρά τις συνεχείς προσπάθειες του υπουργού κ. Μουζάλα, οι συνθήκες διαβίωσης και σίτισης πολλές φορές ήταν απάνθρωπες.
Και τώρα, μέσα στο καλοκαίρι, αποφασίστηκε οι υπηρεσίες στα νησιά να προσφέρονται πλέον από το κράτος και όχι υπό τον έλεγχο της UNHCR. Μια μεταβατική περίοδος ανοίγει. Ήταν καιρός το κράτος να αναλάβει τις ευθύνες τώρα που -προς το παρόν- έληξε η κατάσταση έκτακτης ανάγκης, αλλά και πάλι η Κομισιόν αποδέχεται ως ρεαλιστικές τις καλές προθέσεις των εθνικών αρχών. Δυστυχώς το πιο πιθανό είναι να βρούμε πάλι μπροστά μας τον τοίχο της διοικητικής ανεπάρκειας.
Ήδη, από 31/5 οι Γιατροί του Κόσμου (MDM) έφυγαν από την Μόρια της Λέσβου καθώς ανέλαβε το ΚΕΕΛΠΝΟ, όμως η δημόσια προκήρυξη για επιλογή εταίρων που θα προσφέρουν ιατρικές υπηρεσίες θα ολοκληρωθεί 15 (!) Αυγούστου. Μέχρι τότε ο Ερυθρός Σταυρός προσφέρθηκε να καλύψει το κενό αλλά στη θέση 10 γιατρών, 11 νοσηλευτών και 6 ψυχολόγων ο ΕΣ παρέχει 1,5 γιατρό (ένας είναι partime ), 1 νοσηλεύτρια και 1 ψυχολόγο. Πώς άραγε γίνεται ο ιατρικός έλεγχος τον νεοεισερχομένων; Πώς καλύπτονται οι ιατρικές ανάγκες τόσων χιλιάδων προσφύγων;
Είναι φανερό πως οι καλές προθέσεις της κυβέρνησης δεν αρκούν. Η Κομισιόν πρέπει να απαιτήσει ένα εθνικό σχέδιο δράσης για τη μετάβαση που θα είναι προϊόν ανοικτού, φανερού διαλόγου και με τις ΜΚΟ που παρέχουν τις υπηρεσίες, αλλά και με τους φορείς που θα τις αναλάβουν».