Στην ολομέλεια τοποθετήθηκε σήμερα ο Βουλευτής Ηρακλείου με το Ποτάμι, Σπύρος Δανέλλης, στο πλαίσιο της συζήτησης της επίκαιρης ερώτησης του Ποταμιού για τα προβλήματα στη Δημόσια Υγεία.
Δείτε το βίντεο της ομιλίας εδώ:
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της ομιλίας:
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Η νοσοκομειακή φαρμακευτική δαπάνη από το 2009 έως το 2018 προβλέπεται να είναι μειωμένη κατά σχεδόν 60%.
Πιο συγκεκριμένα, το 2009 η νοσοκομειακή φαρμακευτική δαπάνη είχε φτάσει στο δυσθεώρητο 1,252 δισεκατομμύρια ευρώ, ενώ για το 2018 προβλέπεται πως θα φτάσει τα 530 εκατομμύρια.
Να σημειωθεί ότι για την χρονιά που πέρασε, το 2015, η εν λόγω δαπάνη ήταν ακόμη μικρότερη.
Μόλις 495 εκατ. ευρώ.
Ποια είναι το συμπέρασμα από τα παραπάνω;
Θα μπορούσε να πει κανείς, ότι επιτέλους, εξορθολογικοποιήσουμε τη νοσοκομειακή φαρμακευτική δαπάνη και μέσα από ένα συνολικό και ορθολογικά δομημένο σύστημα καταφέραμε επιτέλους, να εξασφαλίσουμε στους Έλληνες ασθενείς, αφενός επάρκεια φαρμάκων και αφετέρου φθηνό και ποιοτικό φάρμακο.
Είναι όμως έτσι;
Το 28% των ογκολογικών ασθενών δεν έχει πρόσβαση στα φάρμακά του, ενώ πολλοί αναγκάζονται να διακόψουν ακόμα και προγραμματισμένες χημειοθεραπείες.
Σοβαρές ελλείψεις σε φάρμακα αντιμετωπίζουν και οι αιμορροφιλικοί, όπως και οι ασθενείς με HIV.
Ενώ στα φαρμακεία των νοσοκομείων παρατηρούνται ουρές ταλαιπωρημένων ασθενών.
Σημειωτέον ότι αυτές οι διαπιστώσεις έγιναν κατά τη διάρκεια του 4ου Συνεδρίου Ασθενών που πραγματοποιήθηκε πριν από λίγους μήνες στην Αθήνα.
Αυτά αποδεικνύουν ότι στην πραγματικότητα κανένας σοβαρός σχεδιασμός για το φάρμακο δεν υπάρχει.
Αντίθετα υπό το καθεστώς πίεσης εκ μέρους των δανειστών, υποκύπτουμε σε πρόχειρους και αποσπασματικούς τρόπους αντιμετώπισης του προβλήματος, εφαρμόζοντας οριζόντιες λογικές.
Ακρογωνιαίος λίθος αυτών των λογικών είναι το διαβόητο claw back.
Τι εξασφαλίσατε όμως με αυτό;
Μήπως με το claw back αποθαρρύνατε τα νοσοκομεία από το να υπερβαίνουν τον προϋπολογισμό τους;
Μήπως εξασφαλίσατε τη χρήση γενοσήμων, αντί των ακριβών και πρωτότυπων φαρμάκων, τα οποία αποδεδειγμένα είχαν εκτοξεύσει τις φαρμακευτικές δαπάνες, χωρίς επιπλέον όφελος για τον ασθενή;
Όχι.
Αντιθέτως, το νοσοκομείο εξακολουθεί να μπορεί να χρησιμοποιεί ακριβά φάρμακα και πρωτότυπα αντί γενοσήμων.
Η υπέρβαση του προϋπολογισμού απλά επιβαρύνει τον προμηθευτή μέσω claw back.
Αρκεί η έγκριση της υπέρβασης του προϋπολογισμού από τον εκάστοτε Υπουργό και οι προμηθευτές επωμίζονται το βάρος της υπέρβασης.
Έτσι η προσπάθεια ελέγχου της χρήσης ακριβών φαρμάκων και της κατάχρησης, όπως και ο στόχος της εισαγωγής γενοσήμων ουσιαστικά ακυρώνεται.
Παράλληλα, επιβαρύνατε τους προμηθευτές χωρίς καμία διάκριση, καθώς δεν εισήχθησαν κριτήρια ή κατηγορίες, με αποτέλεσμα η υπέρβαση π.χ. στην κατανάλωση αντιβιοτικών, να επιβαρύνει εξίσου τους προμηθευτές χημειοθεραπευτικών ή αντιστρόφως.
Έτσι υπάρχει συνεχώς κίνδυνος ελλείψεων και απόσυρσης φαρμάκων ή τεχνητών ελλείψεων, από τη στιγμή που ήδη υπάρχει απροθυμία εισαγωγής ακριβών φαρμάκων, λόγω των μακροχρόνιων οφειλών νοσοκομείων και ΕΟΠΠΥ.
Σ’ ένα χρόνο διπλασιάστηκαν τα χρέη του δημοσίου (ΕΟΠΥΥ και νοσοκομεία) για το φάρμακο προς τις εταιρείες του κλάδου, οι οποίες με το claw back είναι στην πραγματικότητα αναγκασμένες να καλύπτουν το 30% της συνολικής δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης, ποσοστό που μεταφράζεται σε 800 εκατ. ευρώ, στα 2.5 δισ. ευρώ μικτής δαπάνης.
Δημιουργήσατε δηλαδή τεράστια τεχνικά προβλήματα.
Στο ίδιο πλαίσιο του ανορθολογισμού και των στρεβλώσεων τα εργαστήρια φυσικοθεραπείας που συνεργάζονται με τον ΕΟΠΥΥ βρίσκονται σε αδιέξοδο και οδηγούνται σε χαμηλής ποιότητας παροχή υπηρεσιών και οικονομική ασφυξία.
Στην πραγματικότητα, μιλάμε για ατομικές επιχειρήσεις – μικρά εργαστήρια που έχουν μέχρι δύο εργαζομένους και έναν μόνο πελάτη, τον ΕΟΠΥΥ.
Πιθανοί ιδιώτες πελάτες είναι μόνο άνεργοι – ανασφάλιστοι, που από τη μία δεν έχουν δυνατότητα να πληρώσουν και από την άλλη πιέζουν τους φυσικοθεραπευτές να δεχθούν τη χρήση των βιβλιαρίων κάποιου συγγενή τους ή να μην κόψουν απόδειξη για να χαμηλώσουν την τιμή.
Ο ΕΟΠΥΥ έχει για τη φυσικοθεραπεία κλειστό προϋπολογισμό 62 εκ. ευρώ και εφαρμόζει τις ρυθμίσεις της κλιμακωτής επιστροφής (rebate) και της αυτόματης επιστροφής (claw back).
Αν το rebate έχει μια δόση δικαιοσύνης και αναδιανομής του όγκου δουλειάς το claw back αντίθετα στρέφεται με άμεσο και ισοπεδωτικό τρόπο εναντίον όσων έχουν λιγότερη δουλειά.
Όλα αυτά αποδεικνύουν ότι κανένα εργαστήριο δεν είναι βιώσιμο με έντιμο τρόπο.
Δυστυχώς, τα παραπάνω αποδεικνύουν πως στη χώρα μας οι πολιτικές υγείας παραμένουν καθηλωμένες σε προ-νεωτερικά στάδια.
Υπάρχουν Μονάδες Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ), όπως για παράδειγμα αυτή του Ηρακλείου, που έχει 2 κλειστά κρεβάτια σε σύνολο 11 που έπρεπε να είναι διαθέσιμα, ενώ 8-9 νοσηλεύτριες του τμήματος έχουν μακροχρόνιες άδειες κυήσεως, μητρότητας και αναρρωτικές. Οι βάρδιες που θα έπρεπε να πραγματοποιούνται από 28 άτομα, εντέλει «βγαίνουν» μόνο με 17-18 άτομα νοσηλευτικό προσωπικό.
Πρόκειται για απόλυτο παραλογισμό.
Μια πολιτική για την υγεία και ποιο συγκεκριμένα μια πολιτική για το φάρμακο με σύγχρονους όρους, θα έπρεπε να είναι πολυεπίπεδη και να μην επιτρέπει τέτοιες στρεβλώσεις.
Γνώμονάς θα όφειλε να είναι όχι μόνο το συμφέρον του ασθενούς και η προάσπιση της δημόσιας υγείας αλλά και η διατήρηση θέσεων εργασίας και εν τέλει η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας.
Δεν είναι δυνατόν ακόμα και σήμερα να πληρώνει ο Έλληνας ασθενής το ίδιο φάρμακο πιο ακριβά από τον Ευρωπαίο.
Ταυτόχρονα, η Πολιτεία θα όφειλε να μεριμνήσει, ώστε η τιμολόγηση των φαρμάκων να είναι δίκαιη και ισορροπημένη, να εξασφαλίζει την επάρκειά τους και, στο βαθμό που είναι δυνατό, να εξασφαλίζει την επιβίωση και την ανάπτυξη της εγχώριας βιομηχανίας, έναντι του διεθνούς ανταγωνισμού.
Ήδη, προηγούμενες απόπειρες «οριζόντιων» περικοπών, ως το μόνο μέτρο περιορισμού της φαρμακευτικής δαπάνης οδήγησαν σε ελλείψεις, στη διακοπή κυκλοφορίας σκευασμάτων, αλλά δυστυχώς και στην αύξηση του όγκου των συνταγογραφούμενων φαρμάκων.
Για να αποφευχθούν τέτοια φαινόμενα, πρέπει να δοθεί χρόνος, για να σχεδιαστεί μια ολοκληρωμένη πολιτική για την εξυγίανση του κύκλου παραγωγής, εμπορίας αλλά και χρήσης των φαρμάκων, με άξονες τα πρωτόκολλα συνταγογράφησης, την αντιμετώπιση της πολυφαρμακίας και της τεχνητής ζήτησης, την χαρτογράφηση της φαρμακευτικής δαπάνης και των σκευασμάτων που την επιβαρύνουν, την ενδυνάμωση και ενημέρωση των ασθενών, σε συνδυασμό με την όποια μείωση τιμών, η οποία, όμως, θα αφορά ισότιμα τόσο τις μεγάλες πολυεθνικές όσο και τις εγχώριες φαρμακοβιομηχανίες.
Ας μην ξεχνάμε ότι η ελληνική φαρμακοβιομηχανία, όπως και κάθε παραγωγικός κλάδος που συνεισφέρει θέσεις εργασίας και εισόδημα στη χώρα, αξίζει να στηριχθεί.
Η πρόσβαση σε ποιοτικό, ασφαλές και οικονομικό φάρμακο για όλους τους πολίτες είναι το διακύβευμα και απαιτεί από όλους μας σοβαρές και τεκμηριωμένες ενέργειες και προτάσεις.
Εμείς στο Ποτάμι θεωρούμε ότι δεν υπάρχουν περιθώρια για πειραματισμούς, που μπορεί να οδηγήσουν σε χειροτέρευση των υπηρεσιών υγείας ή σε περαιτέρω οικονομική επιβάρυνση των ασθενών.
Πρέπει να εξασφαλιστεί χρόνος για έναν ανοικτό έντιμο διάλογο για την πολίτικη τιμολόγησης με γνώμονα το συμφέρον των ασθενών και της εθνικής οικονομίας.
Ευχαριστώ.