Κυρίες και κύριοι,
Τέτοια ώρα τέτοια λόγια! Δεν ήμουν προετοιμασμένος για βεγγέρα, γιατί πρώτον δεν θα φορούσα σακάκι. ναΑς μην ερμηνευτεί το σακάκι μου ως ταξική διαφορά, σας ομολογώ ότι ήθελα απλώς να κρύψω το κοιλιακό μου πάχος. Δεύτερον, μπορεί να είναι αργά: Κανονικά θα μπορούσα να αποκτήσω το δικαίωμα να πω και καναδυό ανέκδοτα, αλλά δεν θα το κάνω, όταν κάποιος καλεί έναν ξένο, με την καλή έννοια του όρου, σε ένα Συνέδριο που τελείωσε!
Τελείωσε η συνάντηση η αποψινή, επομένως όσοι κάθονται εδώ είναι γιατί πρώτον είναι ευγενείς, αφού έφεραν έναν άνθρωπο ο οποίος είναι τετράκις εικοσαετής τουλάχιστον. Δεύτερον διότι δεν αποκλείεται να πει και καμιά κουβέντα που μπορεί να είναι χρήσιμη και επομένως εάν πρόκειται τα επόμενα είκοσι λεπτά να ακουστώ, έχω και μια παράκληση: Αυτοί οι φίλοι που είναι πίσω από την πλάτη μου, θα πρέπει να κάνουν τον κόπο να απομακρυνθούν γύρω στα 2-3 μέτρα περισσότερο, ώστε η μεν συζήτησή τους να μην διακόπτεται καθόλου από την παρουσία τη δική μου, αλλά και η δική τους συζήτηση να μη διακόπτει τη δική μου ομιλία. Παρακαλώ πάρα πολύ ή να σιωπήσετε ή να απομακρυνθείτε.
Το θέμα, κυρίες και κύριοι, είναι όπως συζητήθηκε με κάποια διαπραγμάτευση την οποία πως ο κ. Θεοδωράκης έτυχε να έχει την καλοσύνη να έρθει σε μια δημόσια συζήτηση που κάναμε αντιπροχθές και έτσι είμαι εγώτώρα το θύμα, ή, αν θέλετε, απολαμβάνω το γεγονός μιας συμπτώσεως, διότι εκεί ο Θεοδωράκης αναρωτήθηκε τότε «τι λένε αυτοί εκεί», ;». Το θέμα ήταν « Τι σχέση έχουν οι φιλόσοφοι με την πολιτική»,και όπως λέμε περίπου « σχέση έχει κι η μυλωνού τον άντρα της με τους πραματευτάδες». Και είπε –και εγώ το αποδέχτηκα– να το πούμε και εδώ.
Αυτή η πρώτη διατύπωση ενός τέτοιου ερωτήματος ευλόγως θα σας εκπλήξει, εν μέρει τουλάχιστον∙ θα πείτε «γιατί αυτό και όχι κάτι άλλο που να είναι πιο κρουστό, πιο πολύ συνδεδεμένο με την κομματική πράξη;», η οποία αντιλαμβάνομαι με πολλή χαρά, πρέπει να πω, ότι είναι ήδη η μέριμνά σας και η φροντίδα σήμερα και τις επόμενες δύο μέρες.
πρώτη αιτίαΈνας λόγος, κυρίες και κύριοι, είναι γιατί ακούγεται όλο και πιο πολύ αυτή η λαχταριστή φράση «αχ, καλέ, και να μπορούσαν να συμμετέχουν στην πολιτική αυτοί που έχουν βαθιά γνώση –επίτηδες το λέω με βάθος φωνής– και αταλάντευτο ήθος», δηλαδή οι φιλόσοφοι, τάχατες. Ώστε ακούγεται αυτός ο νταλκάς.
δεύτερονΈνας δεύτερος λόγος έχω και τη βάσιμη υποψία, κυρίες και κύριοι, είναι ότι η συντριπτική πλειονότητα υμών των συνέδρων αυτού του νέου κόμματος κάποιον ανάλογο Ρουβίκωνα πάτε να ξεπεράσετε, διότι εσείς, από ό,τι αντιλαμβάνομαι, πολιτικοί δεν ήσασταν, επομένως πάτε να γίνετε πολιτικοί με την έννοια εκείνου που συμμετέχει ευθέως στα κοινά.
Επομένως, απολογούμαστε γιατί διαλέξαμε ένα τέτοιο θέμα. Ας απαντήσουμε στο πρώτο ερώτημα «Καλά, και τι είναι αυτοί οι φιλόσοφοι δηλαδή;». Λέει «Α, καλά, είναι οι καθηγητές της Φιλοσοφίας στα πανεπιστήμια». «ά A παράτα με, ρε Μήτσο!» γίνεται απόρριψη της πρώτης εκδοχής του τι θα πει φιλόσοφοι.
Ο Πλάτων, ξέρετε, χρησιμοποίησε τον όρο, αλλά εκείνη την εποχή φιλόσοφοι εσήμαινε οποιονδήποτε διανοητικώς εργαζόμενο∙ και δεν ήταν τόσοι πολλοί, όπως οι Ελληναράδες υποστηρίζουν. Ενώ σήμερα ο όρος φιλόσοφος θέλει λίγο ένα ξεκαθάρισμα∙ θα είναι γρήγορο σχετικώς.
Τι να είναι; Ποιοι άλλοι να είναι; «Να είναι οι διακεκριμένοι καλλιτέχνες!» Γιατί όχι; Και αυτοί μέσα. Γιατί; Άλλωστε, η πολιτική πράξη στην Ελλάδα δεν είναι γεμάτη από λαμπρά παραδείγματα από διακριμένους καλλιτέχνες και διακεκριμένους αθλητέςδεν είναι γεμάτη από λαμπρά παραδείγματα; Και άλλα, λιγότερο λαμπρά παραδείγματα; δεν μπορεί κανείς να αποκλείσει το ενδεχόμενο μέσα στο επίθετο «φιλόσοφοι» να περιλαμβάνει αυτό το…
Τι άλλο να είναι αυτοί οι φιλόσοφοι; Να τελειώνουμε σιγά σιγά: « Να είναι όλοι όσοι εργάζονται διανοητικά». Και καθώς περνάνε τα χρόνια και οι αιώνες, κυρίες και κύριοι, και καθώς το ανθρώπινο γένος περπατάει, παρά τα περί του αντιθέτου λεγόμενα από ανιστόρητους ανθρώπους, παρά ταύτα λέω, μειώνεται συνεχώς η δουλειά που γίνεται με τα χέρια ή με τα πόδια και αυγαταίνει η δουλειά που γίνεται με το μυαλό και με την καρδιά και αυτό είναι κάτι που το καμαρώνουμε και είναι και υπέρ του Διαφωτισμού, που ακούστηκε κάποια στιγμή απόψε, δικαίως.
Άρα, όλοι μας είμαστε υποψήφιοι. Γιατί όχι; Ώστε η αποσαφήνιση του όρου είναι… το αμέσως επόμενο θέμα. ότι… έΈχω λοιπόν μια πραγματική ιστορία: Θυμάστε εκείνο που λέει «κάλεσε ανθρώπους των γραμμάτων και των τεχνών»; Το λένε ακόμη στα mass media και υπαινίσσονται όλους τους ανθρώπους και κάτι φουκαριάρικα, που λέγονται επιστήμονες, μηχανικοί, οικονομολόγοι… Όλοι! Κι αυτοί μέσα στο «γραμμάτων και τεχνών». Όλοι χοροδιδάσκαλοι! Δεν πειράζει.
Τους κάλεσε ένας παλαιός πολιτικός αρχηγός –και πρωθυπουργός– σε ένα χλιδάτο ξενοδοχείο της οδού Συγγρού και τους είπε με βαριά φωνή μια απίστευτα επιπόλαιη ατάκα. Να τη διαβάσω, για να είμαι ιστορικώς ακριβής: «Αποστολή των ανθρώπων της τέχνης είναι να ελέγχουν και να αμφισβητούν». Υποθέτω, δηλαδή, ότι τους θεωρούσε όλους ορκωτούς λογιστές, δημοσιολόγους, αρθρογράφους. Αυτό θα πει.
«Τι είσαι; Τραγουδιστής; Α, όχι! Είσαι ελεγκτής της εξουσίας». Έτσι τους όρισε εκείνη την ιστορική νύχτα και κιχ δεν έβγαλε κανένας από τους παρισταμένους επιστήμονες, δημοσιογράφους, καθηγητάδες. Να πουν « Μα τι τρίχες είναι αυτές που λες; Πώς είναι δυνατό να γίνεται μια τέτοια απαξίωση της έννοιας της τέχνης και μια σύγχυση ανάμεσα στο καλλιτεχνικό, σπουδαίο ανθρώπινο ενέργημα με αυτό που ονομάζεται πολιτικό ενέργημα;». Με τέτοιες συγχύσεις τραφήκαμε.
Τέτοιες συγχύσεις όμως δεν θα γίνουν απόψε, κγι’ αυτό ξεκαθαρίζουμε λίγο την έννοια: αΑυτοί οι φιλόσοφοι, των οποίων τον πιθανό πολιτικό ρόλο αναζητούμε απόψε, είναι όλοι εκείνοι που πράγματι είναι ειδικοί σε έναν τομέα, εργάζονται με το μυαλό τους και ενδέχεται –αναμένουμε ρητορικώς– ότι μπορούν να βοηθήσουν στο πολιτικό ενέργημα.
Τρεις είναι, κυρίες και κύριοι, οι οι ενδεχόμενοι τρόποι με τους οποίους αυτοί οι φιλόσοφοι θα μπορούσαν να μπουν στα δημόσια πράγματα. Ο πρώτος είναι και ο πιο υποτιμημένος, εκείνος που δεν είναι γκλαμουράτος. Είναι ότι εγώ, που είμαι ειδικός, εγώ, που είμαι καθηγητής, εγώ, που είμαι δάσκαλος, εγώ, που παίζω ένα υπέροχο μαντολίνο, εγώ, που… τέλος πάντων μπαίνω μέσα στον «ορισμό» της έννοιας του φιλοσόφου, να καταδεχτώ να βοηθήσω τον ελληνικό λαό. Μιλάμε τώρα για την Ελλάδα.
Διευκρινίζω να τον βοηθήσω αμισθί. Να στηρίξω δηλαδή το λαό και να του προσφέρω υπηρεσίες που μπορώ να τις προσφέρω λόγω της ειδικότητάς μου, χωρίς να πληρώνομαι. Πέραν εκείνων των υπηρεσιών τις οποίες απολαμβάνει μερίμνη της πολιτείας και υπάρχουν τέτοιες ανάγκες μύριες όσες. Όχι μόνο για φυλακισμένους, όχι μόνο για μετανάστες, όχι μόνο για πρόσφυγες, όχι μόνο για αστέγους.
Και το ωραίο είναι ότι ακούστηκε πολλές φορές η λέξη «εθελοντισμός». «Μα αυτό είναι εθελοντισμός;» Ναι. Δηλαδή; Δηλαδή είναι ένα απίστευτο φαινόμενο εξαιρετικής πολιτικής σημασίας, το οποίο μισούν τα όμματακόμματα. Γιατί; Δεν περνάει από τα γραφεία των κομμάτων, δεν προβλέπεται από τη μεσσιανική πολιτική θεωρία του προπερασμένου αιώνα, οποίο η οποία προβλέπει με τελείως μηχανιστικούς όρους με ποιον τρόπο θα λυθούν… τα ελληνικά προβλήματα στην Καλαμάτα το 2014. Δεν χρειάζεται να σκεφτείτε, δεν χρειάζεται καμία αξιακή τοποθέτηση, δεν χρειάζεται καμία λεπτομέρεια για την επίλυση του προβλήματος. Δεν έχετε παρά να διαβάσετε το τάδε τσιτάτο για να βρείτε την απάντηση. Προσβολή στην έννοια της πολιτικής, προσβολή στην έννοια του ήθους, προσβολή στην έννοια της επιστήμης. Έλεος!
Ο εθελοντισμός δεν τα έχει αυτά. Βλέπει τις ανάγκες και λέει « Ρε παιδιά, μας χρειάζονται 200.000 πιάτα». Απαντάει «Ναι, να πάει να τα βρει το κεφάλαιο». Καλά, όσο εσύ θα βρίσκεις τον τρόπο να τα φέρει το κεφάλαιο, εμείς δεν αφήνουμε τους άλλους να πεθάνουν και έχουμε 250.000 εθελοντές, εκτός από τους δικούς σας εδώ μέσα, που θέλετε να λέγεστε και εθελοντές και μπράβο σας.
Αυτό το φαινόμενο, επιτρέψτε μου, παρ’ όλο ότι είναι πολιτικώς υποτιμημένο, να το θεωρώ ως μια σπουδαία πολιτική πράξη και γι’ αυτό την έβαλα πρώτη, ως πρώτη ενδεχόμενη πολιτική συμμετοχή των φιλοσόφων. Αφού ακούω τον Θεοδωράκη να βάζει μεγάλη φωνή, κόλλησα κι εγώ τώρα! Ενώ δεν χρειάζετα.ι.
δεύτερηΟ δεύτερος τρόπος, ο σπουδαιότερος και ουσιαστικότερος ξέρετε, είναι αυτ. Η ουσιαστικότερη είναι εκείνη ός που όλος ο κόσμος περιμένει. Δεν είσαι για εθελοντής. Εσύ έχεις μεγάλες δυνατότητες και έχεις και τα κότσια –για να μη χρησιμοποιήσω άλλη, ρωμαλεωτέρα, νεοελληνική έκφραση!– να γίνεις πολιτικός, αδελφέ μου. Εσύ είσαι φιλόσοφος, είσαι διανοούμενος, είσαι καθηγητής. Αυτά, εντάξει, τα καταλάβαμε. Θες να ανακατευτείς με τα πολιτικά; Να μαζέψεις το νευρικό σου σύστημα, τις γνώσεις σου, την ικανότητά σου, το χρόνο σου –κυρίως το νευρικό σου σύστημα, τα κότσια σου– και να μπεις στην πολιτική; Υπό δύο προφανείς όρους: να ξέρεις τι είναι η πολιτική και να το ξέρεις και θεωρητικώς και εμπειρικώς.
Κυρίες και κύριοι, επιτρέψτε σε έναν που δεν έχει τα κότσια να μπει στην πολιτικήΤ –τα είχε, αλλά του τα ’κοψε ο Παπαδόπουλος τότε που ήταν η εποχή ήταν της γενιάς μουαλλά μας τά –, σε έναν λοιπόν που δεν έχει τα κότσια να γίνει πολιτικός να επωφεληθεί της δικής σας παρουσίας απόψε και να θέσει υπόψη σας εκείνο για το οποίο είμαι βέβαιος, παρά την ευγένειά σας, ότι θα γελάσετε.
Πώς φαντάζομαι εγώ, ο έσχατος, τι είναι η πολιτική, ώστε, ενδεχομένως, από τις δικές σας αντιδράσεις στο διάλογο, που δεν προλαβαίνουμε να κάνουμε τώρα, αλλά που πάντως τον ψίθυρο θα τον ακούσω –την έχω αντιγράψει από τον Παττακό τη λέξη «ψίθυρος»: Όταν γκρέμισαν το «Βαλιντέ τζαμί» και μας πήγαν και στα Δικαστήρια διότι αντιδράσαμε, έλεγε «Τι λέει ο ψίθυρος;», δηλαδή πώς ακούγεται στο Ηράκλειο η υπόθεση; Και λέω «α, ωραία λέξη, πολιτικής σημασίας!!».
Συνεχίζω λοιπόν και μη με παρεξηγήσετε αν θα πω πράγματα πολύ γνωστά: Το πολιτικό ενέργημα, κυρίες και κύριοι, για την ταπεινότητά μου, και δεν είναι καθόλου πρωτότυποδεν είναι, είναι η αναίρεση αξιακών συγκρούσεων στο πλαίσιο μιας κοινότητας. Τίποτε άλλο. Μόνο άμα οι συγκρούσεις είναι αξιακού χαρακτήρα έχουν δικαίωμα να θεωρούνται ότι είναι πολιτικό ενέργημα. Διότι αν τα θέματα δεν ήταν αξιακά, και θα φέρω παραδείγματα, τότε τι είναι;
Αν ήταν επιστημονικά τα θέματα, θα τα έλυναν οι μαθηματικοί, δεν θα χρειαζόταν πολιτικό ενέργημα. Αν ήταν ένα θέμα λογιστικής, θα το έλυναν οι λογιστές. Επομένως δεν είναι διαχείριση, δεν είναι επικοινωνία. Μπορεί να χρειάζονται κι αυτά κι άλλα τόσα, ωστόσο έχουμε έναν καινούριο όρο –δεν είναι καινούριος, τουλάχιστον από την εποχή του Αριστοτέλη– αλλά ο άλλος όρος «πολιτικός» και όχι διαχειριστής ή επικοινωνιολόγος.
Επιτρέψτε μου να δώσω, μου επιτρέπετε για τη διαύγαση της έννοιας, ένα πρώτο παράδειγμα επίτηδες, επειδή η αφηρημένη ορολογία καμιά φορά αφήνει πάρα πολλά περιθώρια∙ και αν δεν έχουμε γεμίσει από αφηρημένες ορολογίες οιονεί μεταφυσικές, μέσω των οποίων περνούν τα α-μηνύματα. Έχω παραγάγει το νεολογισμό «α-μήνυμα», ο οποίος παράγεται ετυμολογικώς από το «αμήν».
Δηλαδή, υποθέστε ότι έχετε τη συμπαθεστάτη τάξη εργαζομένων, παραδείγματος χάριν –για την απλότητα του παραδείγματος– των δημοσίων λειτουργών, εξαιρετικά αποδοτικών, αφιερωμένων στη δουλειά τους, ανθρώπων οι οποίοι κρατάνε τη χώρα στα χέρια τους, ενώ, ως γνωστόν, ο ιδιωτικός τομέας είναι σαχλαμάρες και δεν μπορεί να παραγάγει τίποτε. Λέω λοιπόν εγώ, που δημόσιος υπάλληλος ήμουν, αλλά προτού γίνω δημόσιος υπάλληλος είχα υπηρετήσει στον ιδιωτικό τομέα επί τρεις δεκαετίες, άντε δύο: Υποθέστε ότι οι άξιοι αυτοί άνθρωποι σε κάποια φάση της ζωής –και πράγματι έχει έρθει αυτή η φάση– και εγώδημόσιος υπάλληλος ήμουν. Προτού γίνω δημόσιος υπάλληλος έχω υπηρετήσει στον ιδιωτικό τομέα επί τρεις δεκαετίες, άντε δύο
Λέω λοιπόν έχουν ανάγκη από βελτίωση των απολαβών τους και επειδή είναι δίκαιο το αίτημα πρέπει να ικανοποιηθεί. Με ποιον τρόπο άραγε; «Να αυξήσουμε τη φορολογία!» «Ναι, βρε Μήτσο» αυξήσεις τη φορολογία –Μήτσοι, είναι οι διάφοροι που παίρνουν τις αποφάσεις–μόλις θα βάλεις τη φορολογία «άμα αυξήσεις τη φορολογία, δεν αποκλείεται καθόλου αφ ενός μεν να έχεις πρόσθετους ανέργους και αφ ετέρου να υπάρξει και μια στρέβλωση: οποία μπορεί να μειωθούν και οι εξαγωγές». «Βρε γαμώτο» λέει «δηλαδή τι έγινε τώρα;» «Πάμε να ικανοποιήσουμε την αξία της εργασίας μιας τάξεως και στο τέλος μας βγαίνει από πίσω η απαξίωση μιας άλλης τάξεως; Και μιας τρίτης τάξεως;» «Ναι» λέει «Μήτσο, έτσι γίνεται!».
Γι’ αυτό και τούτο εδώ το δίλημμα, κυρίες και κύριοι, είναι άκρως πολιτικό. Τη λύση του δεν θα τη βρείτε σε κανένα βιβλίο, σε καμία θεωρία, σε καμία μαθηματική εξίσωση. Είναι αξιακής σημασίας, προτεραιότητας αξιών. Τούτο ή εκείνο. Και τα δυο δεν γίνονται. Αυτοί που λένε ότι και τα δύο γίνονται, ας μπουν στο βιβλίο Γκίνες να μας αφήσουν ήσυχους. Στην επιστήμη αυτά δεν συμβαίνουν ούτε στην ιστορία της πολιτικής.
Λες «Όχι, άσ’ το. Τότε να μη βάλουμε πρόσθετη φορολογία, να πατάξομεν τη φοροδιαφυγή, ». Λέει «Α, αυτό είναι πιο καλό και πιο τίμιο: Είναι αυτοί οι κερατάδες που δεν πληρώνουν». Μάλιστα. Μόλις αρχίζεις να την πατάσσεις, πρέπει να πατάξεις πρώτα αυτές τις λεγεώνες που τα πιάνουν. Λεγεώνες τα πιάνουν και όσο περνάει ο καιρός τόσο και αυγαταίνει το πλήθος που φαίνεται ως η κορυφή του παγόβουνου.
Το κυριότερο όμως είναι άλλο. Θα πνίξεις χιλιάδες ή και εκατοντάδες χιλιάδες φίλων, μερικοί των οποίων ενδέχεται να είναι και κομματικοί φίλοι. Άλλωστε, έχουμε πρόσφατο παράδειγμα για το πού μοιράζονται οι ειδοποιήσεις. Πήγαν βέβαια και σε γερόντια οι ειδοποιήσεις, τι να κάνουμε. Άμα χρωστάς φόρους, δεν λες τι ηλικία έχεις.
Θέλω να πω ότι ενδέχεται αυτή η εθνοσωτήρια κραυγή « Κάτω η φοροδιαφυγή», που βεβαίως είναι εθνοσωτήρια διότι ξέρετε τα νούμερα πόσο θυελλώδη είναι: άλλοι μιλούν για 35 δις το χρόνο και άλλοι, σεμνότεροι, για 15 δις το χρόνο. Αυτά τα θυελλώδη νούμερα, τα οποία σας ξαναλέω είναι θικής ειδικής κατηγορίας, εν μέρει για εκείνους που είναι απατεώνες, και επομένως πώς ένα ειδικής κατηγορίας φαινόμενο είναι δυνατό να μετατρέπεται σε δισεκατομμύρια δολάρια, αυτό είναι κάτι που καμία πολιτική θεωρία δεν έχει καταδεχθεί να ομολογήσει. Γιατί; Γιατί είναι μηχανιστικές. Δεν δέχονται ότι είναι δυνατό το ήθος να παραγάγει χρήμα, δεν το δέχονται. Και αυτό είναι που με ενοχλεί πάρα πολύ.
Λέει, εν πάση περιπτώσει, «Κοιτάξτε, αφήστε τα τώρα αυτά, ας δανειστούμε να τελειώνουμε, να ικανοποιήσουμε τας ανάγκας της πτωχής αυτής τάξης». «Ναι…» απαντάει –και ακούστηκε και πριν– «άμα δανεισθόμεν, τότε είμεθα –θα το πω εγώ εις την γλώσσαν του μέλλοντος– νταβατζήδες, είμεθα δηλαδή εκμεταλλευτές της επόμενης γενιάς, η οποία δεν έχει και εκπρόσωπους σήμερα εδώ για να πει « Ρε κερατάδες, θα ρυθμίσετε εσείς τα θέματά σας και θα τα πληρώσουμε εμείς μετά εικοσαετίαν;»δεν είναι εκπρόσωπους. Και τους τη φοράμε! Και κάνουμε το δάνειο και τακτοποιούμε το θέμα.
Βλέπετε για άλλη μια φορά πως η μετακύλιση της αξίας ή η μετακύλιση της κλοπής είναι καθαρώς πολιτικό θέμα. Θες να ικανοποιήσεις τούτο που είναι μια σπουδαία, αξιακής φύσεως προτεραιότητα και κλέβεις έναν άλλον, τον επιβαρύνεις. Μπορείς να συγκρίνεις και να πεις « Πόσο άραγε πρέπει να ικανοποιήσω αυτή την ανάγκη και πόσο να μην ικανοποιήσω εκείνη την ανάγκη;» Ποια μαθηματική, κ. Γραμματικάκη, θεωρία απαντάει σε αυτό το ερώτημα; Καμία. Ποιος απαντά σε αυτό; Μόνο η συνείδηση του πολίτη, που είναι εν πολλοίς γνωσιακής και συγκινησιακής φύσεως και ιστορικής συγκυρίας. Όλα τούτα εδώ συνιστούν το πολιτικό ενέργημα. Γι’ αυτό το πολιτικό ενέργημα είναι αφαντάστως περίπλοκο, αφαντάστως ζωντανό, αφαντάστως συγκυριακό, πολύ περισσότερο από ό,τι θέλουν οι ετοιματζίδικες θεωρίες.
καιΠάνω σε αυτό υπάρχουν πάρα πολλά παραδείγματα, αλλά ο χρόνος δεν το επιτρέπει και εν πάση περιπτώσει ένα είναι βέβαιο: Οποιαδήποτε λύση και να δώσετε, οι επιπτώσεις της λύσεως είναι γνωσιακής κατηγορίας. Εδώ μέχρι χτες δεν ξέραμε ακόμη πόσοι είναι οι τυφλοί του ΙΚΑ, δεν το ξέραμε. Ανοίξαμε τα μάτια μας και το βρήκαμε. Άσε που μας έβαλαν άλλοι με το ζόρι να ανοίξουμε τα μάτια μας για να το βρούμεπόσοι είναι οι τυφλοί του ΙΚΑ, αλλά αυτό είναι λεπτομέρεια.
Θέλω να πω, το είπε νομίζω ο κ. Γραμματικάκης, η απέραντη περιπλοκή του δημόσιου βίου, της φύσεως των σύγχρονων τεχνολογικών και οικονομικών προβλημάτων είναι τέτοια, ώστε χρειάζεται μια εξαιρετικά βαθιά και λεπτομερής γνώση και μια αφιέρωση ζωής για να μπορείς πράγματι να προβλέψεις τις συνέπειες μιας λύσης που αγαπούν οι ψηφοφόροι σου και τις συνέπειες μιας λύσης που δεν αγαπούν οι ψηφοφόροι σου.
Χρειάζεται εσείς τώρα, που μπαίνετε πλησίστιοι στην πολιτική, να το πάρετε απόφαση ότι θα πρέπει να μην κοιμάστε τις νύχτες, να είστε δίπλα στο διαδίκτυο, να συντάσσετε και μελέτες, να έχετε επαφές με αυτούς που το ξέρουν, τους οποίους δεν τους λέμε βέβαια τεχνοκράτες, γιατί αυτός που εφεύρε αυτό τον όρο στην Ελλάδα κακώς τον εφεύρε, δεν ήξερε καλά Ελληνικά. Τεχνοκρατία είναι ο φασισμός στην επιστήμη. Υπήρχε και όμμα κόμμα στις Ηνωμένες Πολιτείες που λεγόταν Technocracy και είπε «Δεν τη χρειαζόμαστε την πολιτική, τρίχες κατσαρές, εδώ είμαστε οι μηχανικοί και καθαρίζουμε». Δεν λέγονται οι ειδικοί τεχνοκράτες, για όνομα του Θεού! Αυτοί λέγονται ειδικοί, γνώστες, τεχνικοί, ναι, αλλά όχι τεχνοκράτες. Τεχνοκρατία είναι η πλήρης και έμμονος, αδιάφορος των κοινωνικών παραμέτρων άποψη υπέρ του σιναφιού μου και ενίοτε υπέρ της τσέπης μου. Δεν θα τους λέμε τεχνοκράτες πια, θα τους λέμε τεχνικούς και ειδικούς.
Λέω λοιπόν ότι ο πολιτικός, κοντά στα άλλα, οφείλει να έχει και όλη αυτή τη γνώση την απέραντη, τουλάχιστον να ξέρει πώς θα την αναζητήσει και να της έχει σεβασμό αυτή τη γνώση και επιπλέον να τη μοιραστεί με τους ψηφοφόρους του, όχι κρυπτολαγνεία. Θα πει. Έχει υποχρέωση. Αυτό είναι το πολιτικό ενέργημα του οποίου αποπειρώμαι μιαν επαναπεριγραφήν. Και σας λέω πράγματα γνωστά.
Είναι το πολιτικό ενέργημα αυτού του πολιτικού που μέσα του έχει και την ενημέρωση των ψηφοφόρων για τις συνέπειες της άλφα ή της βήτα λύσης ή της αντίθετης. Και πώς διάολο να τις ξέρει ο ψηφοφόρος; Αφού δεν τις ξέρει ο πολιτικός που τις προετοιμάζει στο μυαλό του, θα τις ξέρει ο ψηφοφόρος;
Η εκτελεστική εξουσία πρέπει να βοηθήσει; Ναι, αλλά πρέπει να ανακοινώνονται οι λύσεις. Και φαντάζομαι, οραματίζομαι ύστερα από 30-40 χρόνια, που ελπίζω επίσης να μπορώ να μιλάω κάπως έτσι, ένα νέο Σύνταγμα να προβλέπει την υποχρέωση της συντάξεως αιτιολογικών εκθέσεων για κάθε νομοθέτημα. Ξέρετε πώς είναι οι αιτιολογικές εκθέσεις στη Βουλή; Μόνο δυο σελίδες του λογιστηρίου. Αιτιολογική έκθεση μιας πολιτικής απόφασης σημαίνει έναν τόμο, κυρίες και κύριοι, που έχει μέσα όλα τα σενάρια, έχει όλη την υποστήριξη των αιτίων που οδήγησαν σε αυτή τη λύση και όχι στην αντίθετη. Όλη την περιγραφή των συνεπειών αυτής της λύσης και όχι μιας άλλης. Μόνο έτσι νοείται μια αιτιολογική έκθεση, την οποία ζητάει το Σύνταγμα και όμως γίνεται καταπάτηση του Συντάγματος συνεχώς. Ώστε να, φρέσκα φρέσκα, ποια είναι η υπόθεση.
Να προσθέσουμε κάτι άλλο; Ο πολιτικός υποτίθεται ότι είναι αυτό που κάνει ο ψηφοφόρος του. Δηλαδή κάνει αξιακή δουλειά, πρέπει και ο ίδιος να έχει μυηθεί στο γλυκό κρασί της αναζήτησης της προτεραιότητας των αξιών. Δηλαδή εγώ ή ο άλλος, εγώ ή τα παιδιά μου, το χωριό μου ή η χώρα μου, για να πάμε στα περιβαλλοντικά προβλήματα, που περίπου κάπως έτσι είναι. Αυτή αξιακή τη μύηση στο γλυκό κρασί της αξίας πρέπει να έχει περάσει και από τον ίδιο. Δεν μπορεί να την απαιτεί από τους άλλους αν δεν την έχει ο ίδιος.
Και άμα έχει περάσει; Αν έχει καταλήξει στις δικές του αξίες –γιατί οι αξίες δεν είναι έτοιμες, δεν είναι ο κατάλογος του Μωυσέως, που δεν είναι αξίες, με συγχωρείτε πάρα πολύ, είναι εξωγενείς εντολές που δεν λύνουν προβλήματα. Άλλωστε, να το πω κι αυτό, δεν πειράζει τώρα είναι περασμένη η ώρα, δικαιούται κανείς να λέει και καμιά σαχλαμάρα: Είπε «ου φονεύσεις», αλλά μπροστά η ρομφαία και έσφαζε… πώς τους λένε αυτούς τους ταλαίπωρους της Ιεριχούς… για να μπει μέσα ο καλός λαός.
Θέλω να πω ότι αυτά δεν λύνουν τα προβλήματα. Λύνουν τα προβλήματα μιας μικρής νομαδικής εκεί οικογένειας τα λοιπάκτλ. Η περιπλοκή των πραγμάτων είναι τέτοια, ώστε μόνο οι αξίες τις οποίες φτάνει κανείς με πνευματικό και σωματικό μόχθο, προσωπικώς, μέσα από πραγματικές εμπειρίες εκείνο που είναι ο μπούσουλας της ζωής. Ο πολιτικός λοιπόν πρέπει να έχει τέτοιο και κάποια στιγμή βεβαίως πρέπει να έχει ταχτεί και κατά… μια που λέμε ότι θα έχει αξίες. Πρέπει τέλος πάντων να ξεκαθαρίσουμε και τη στάση όλων των πολιτικών και, αν μου επιτρέπετε, παίρνω το θάρρος να πω μη τυχόν πρέπει να υπάρξει μια ειδική διακήρυξη των νέων ομμάτων κομμάτων για το μπαχτσίσι, την ετεροδοσοληψία που τη λέω στο διαδίκτυο.
Γιατί; Διότι φαίνεται ότι η εθνική απώλεια εις χρήμα από την μπαχτσισιολογία είναι συγκρίσιμη με τις απώλειες που έχουμε από το δημόσιο χρέος. Αλλά αυτό είναι μια άλλη διάλεξη. άλλο χρειάζεται για να μένουμε; Αφού μας λες –αν έχεις δίκιο– ότι πολιτικό ενέργημα δεν είναι παρά η αναίρεση των αξιακών συγκρούσεων, την οποία δεν μπορώ να κάνω διαβάζοντας τη .σελίδα 84 του τάδε, του Χάγερ και του Μαρξ. Αλλά πρέπει να την κάνω με όλη μου την καρδιά, τη συμμετοχή, τη μελέτη των προβλημάτων κ τα λοιπάτλ., άρα δεν μπορεί να προέλθει από γνωστικά ενεργήματα. Δεν μπορεί να έρθει και από την άσκηση βίας, γιατί σου λέει « Άντε ρε, άι σιχτίρ από εκεί, για έλα για μια μικρή ανάκριση και τα λέμε. Να σου πω εγώ τι ωραία που λύνονται τα προβλήματα, όταν δεν είναι πολιτικά».
Αφού δεν μπορεί να γίνει έτσι ή αλλιώς, πώς μπορεί να γίνει, για; Με τη δημοκρατία, κυρίες και κύριοι. Είχα την ευκαιρία προχθές στο Ηράκλειο να μιλήσω λεπτομερέστατα γι’ αυτό: Μόνο με τη δημοκρατία.
Η δημοκρατία δεν είναι ιδεολογία, η δημοκρατία είναι η αναπόφευκτη διαδικαστική προϋπόθεση για να ασκηθεί η πολιτική∙ για να γίνει η αναίρεση των αξιακών συγκρούσεων. Αλλά «πώς να την κάνουμε, ρε Μήτσο;». Με τη συναίνεση. Αφού έχουμε διαφορετικές προτεραιότητες, τι να κάνουμε; Να σκοτωθούμε λοιπόν; Δεν είναι λύση. Είναι, αλλά δεν είναι πολιτική. Είναι, σου λένε, η ολοκληρωτική, βεβαίως και είναι λύση. Περάστε για μια μικρή ανάκριση. Ή περνάμε σε μια μεταφυσική λύση: «ό,τι θέλει ο Φύρερ» ή «ό,τι θέλει ο λαός».
Εδώ μιλάμε για την αναζήτηση των συγκεκριμένων λύσεων. Κατά τη φάση αυτή δεν αποφεύγονται οι συναινέσεις. Αυτό θα πει δημοκρατία. Δεν αποφεύγονται –και αυτό που ακούστηκε πολλές φορές απόψε– γίνεται,οι συμμαχίες. Γι’ αυτό και η δημοκρατία μαζί με την τήρηση φυσικά των ελαχίστων εκείνων μη διαπραγματεύσιμων αρχών, που είναι στο Σύνταγμα, συνιστούν την προϋπόθεση της πολιτικής. Αλλά νομίζω ότι εδώ πρέπει να σταματήσω για να περάσω γρήγορα προς το τέλος.
Είναι εκπρόσωπος μεν ο πολιτικός, η έννοια του πολιτικού δεν είναι μόνο ο ψηφισμένος, είναι και όλοι υμείς που θα μπαίνετε μέσα στην πολιτική αρένα και θα είσαστε υποκείμενα δημοκρατίας, έτσι λέγονται στη θεωρία. Αλλά εκείνοι οι οποίοι τελικώς έχουν τους ψηφοφόρους τους είναι μεν εκπρόσωποι αλλά δεν είναι παραγγελιοδόχοι. Άρα κάποιος πρέπει να προβλέπει, όταν έρθει η κακιά η ώρα και υπάρχει μια διαφορά μεταξύ της δικής μου αντιλήψεως περί του ηθικού μου καθήκοντος και των ψηφοφόρων μου, που μου φωνάζουν και ζητάνε εκείνο, λέω αν τυχόν συμβεί κάτι τέτοιο, τι κάνει ο πολιτικός;
Αυτό πρέπει να προβλέπεται, ει δυνατόν, και από τον κώδικα δεοντολογίας των βουλευτών, ο οποίος δεν υπάρχει. Ο σχετικός νόμος, ο κανονισμός που υπάρχει στη Βουλή είναι μόνο διά τα διαδικαστικά ζητήματα συμπεριφοράς εντός της Βουλής, ενώ όλα τα επαγγέλματα, πλην άλλου ενός που δε θα το μαρτυρήσω, έχουν κώδικα δεοντολογίας, το επάγγελμα των βουλευτών δεν έχει.
Υπάρχει και μια τρίτη πλευρά, σύμφωνα με την οποία πολλοί λένε «Κοιτάξτε, αυτά είναι βαριές κουβέντες, δε μπορούμε να γίνουμε όλοι πολιτικοί. Είμεθα διανοούμενοι. Άσε μας τουλάχιστον, ρε παιδί μου, να κάνουμε παρεμβάσεις των διανοουμένων». Και έτσι με φωνή ωραία.. Παρεμβάσεις. «Τι να κάνεις, ρε Μήτσο; Τι θα πει;»
Πρώτα πρώτα ποιοι είσαστε εσείς οι διανοούμενοι; Εγώ έκανα πολλές απόπειρες στο παρελθόν, τα τελευταία 20 χρόνια, με μια δυο επιφυλλίδες που είχαν αυτό το θέμα. Πες ο Ρεπέμ ότι είναι ο διανοούμενος. Έγιναν απόπειρες ορισμών, αλλά δε βγαίνει. Αλλά εν πάση περιπτώσει, πες ότι βγαίνει. Τι να κάνει αυτός τώρα; Να κάνει διακονία αγάπης;
Νομίζω ότι έχει χρησιμοποιήσει τον όρο ο Καστοριάδης, αλλά δεν είμαι βέβαιος. Όχι, το είπαμε αυτό, είναι η κατηγορία ΑΑ. Τι να κάνει; «Όχι» λέει «να κάνει διακήρυξη των ατομικών πολιτικών του πεποιθήσεων». Να κάνει ο Χ καθηγητής ή ο Ζ κιθαρωδός διακήρυξη των προσωπικών του πολιτικών πεποιθήσεων.
Κυρίες και κύριοι, επιτρέψτε μου, μα σας παρακαλώ να μου το επιτρέψετε, να παραπέμψω αυτή την απάντηση εις την σύγκλισιν με τον γνωστόν, έξοχον, λαϊκόν σουρεαλιστικόν στίχον που λέει: «Σκασίλα μου μεγάλη και πέντε παπαγάλοι». Τι παρέμβαση διανοουμένων είναι αυτή, ρε παιδιά; Έλεος. «Όχι» λέει «αφήστε τα αυτά. Nα είναι αντιεξουσιαστής, αυτό θα πει παρέμβαση διανοουμένου».
Στη δική μου γλώσσα, στη δική μου ηλικία, αυτός ο οποίος είναι αντιεξουσιαστής πρέπει να μας πει τι είναι η εξουσία και τυχόν να υποπτευθεί μη τυχόν πίσω από την εξουσία υπάρχουν κι άλλα υποκείμενα της δημοκρατίας και ότι «δεν είμαι ο μόνος γνήσιος και παρθένος ο οποίος πονάω το λαό», αλλά ενδέχεται να υπάρχουν κι άλλοι που πονάνε το λαό και αυτή τη στιγμή συμβαίνει να είναι πίσω από την εξουσία.
Αν λοιπόν μου λέτε ότι πρέπει να είμαι αντιεξουσιαστής, κινδυνεύετε, αν μ’ έχετε προτείνει, να έχω ήδη υποτιμήσει και άλλα υποκείμενα της δημοκρατίας. Δεν αντέχει η υπόθεση, αλλά το πολιτικό κύρος από πού θα το αρυσθεί ο ειδικός; Δεν έχω χρόνο να μπω σε περισσότερες λεπτομέρειες, δε μπορεί να το κάνει. Διότι είπαμε ότι με τις γνώσεις του ναι, μπορεί. Με την ψήφο του ναι, μία είναι. Αλλά δε μπορεί με την παρέμβασή του με μια ανακοίνωση.
Αν έχει τα testiculi, να το πω λατινικά, για να κάνει μια παρέμβαση να την κάνει πραγματικά, βοηθώντας το λαό ως ειδικός, βοηθώντας ως σύμβουλος την εκτελεστική εξουσία, άμισθος σύμβουλος, όχι τους έμμισθους συμβούλους, που κουβαλάει τους κουμπάρους του ο κάθε υπουργός! Ξέρετε πόσοι είναι οι σύμβουλοι τους οποίους κάθε υπουργός κουβαλάει και εγκαθιστά σε σαλόνια μέσα σε κάθε Υπουργείο; Και κόβεται η επαφή του υπουργού με την υπαλληλία; Δεν υπάρχει.
Έχεις εσύ ένα Γενικό Γραμματέα που είναι ένα πρόσωπο, δε χρησιμοποιώ επίθετα, κομματικό και έχεις και δυο τρία σαλόνια από κουμπάρους ειδικούς. Ειδικός Γραμματέας, Ειδικός του Ειδικού κτλ., αυτοί είναι σύμβουλοι. Πάρα πολλοί απ’ αυτούς κάνουν ωραίο έργο, ωστόσο αυτοί είναι έμμισθοι. Δε μιλώ γι’ αυτούς. Εσύ, ως διανοούμενος, αν θέλεις να προσφέρεις τέτοιες υπηρεσίες, να είσαι άμισθος.
Υπάρχει και κάτι άλλο: Μπορείς να γίνεις, επιτρέψτε μου να χρησιμοποιήσω το επίθετο, εντεταλμένος υπουργός. Δε θα τους λέτε αυτούς υπουργούς, τους εξωκοινοβουλευτικούς; Αυτοί είναι εντεταλμένοι υπουργοί και δεν είναι τίποτε άλλο παρά ευθέως μέλη της εκτελεστικής εξουσίας, τίποτε άλλο. Δεν ανήκουν στη νομοθετική, είναι όμως σπουδαίο γιατί χάρη στη γνώση τους μπορούν, όταν υπάρχει πολιτική απόφαση, να δώσουν και προς τα πάνω τις γνώμες τους και προς τα κάτω.
Πώς τελειώνω; Δεν πηγαίνω στην αρχαία Αθήνα, δεν κάνω την απίστευτη σύγκριση ανάμεσα στον Σωκράτη και στον Πλάτωνα. Στον Σωκράτη, ο οποίος ήταν παρεμβατικός, είχε συμμετάσχει στου κόσμου τα πράγματα, είχε ένα προσωπικό ήθος, και στον Πλάτωνα, που οραματιζόταν φιλοσόφους χωρίς να καταδέχεται να μπαίνει σε οποιαδήποτε λεπτομέρεια.
Τελειώνω απλώς με τη γνωστή μομφή: «Μα πού χάθηκαν οι διανοούμενοι; ;». Εμείς νομίζω ότι μπορούμε ν’ απαντάμε ότι ευτυχώς που γλιτώσαμε από κάτι προεκλογικά μανιφέστα καθηγητάδων, οι οποίοι με την πράξη τους ούαυτή, τα μανιφέστα, μας έλεγαν ποιο κόμμα να ψηφίσουμε στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων, τα θυμόσαστε. Αυτό ήταν παρέμβαση διανοουμένων. Γλιτώσαμε από δαύτους και είναι πολύ ωραίο και παρήγορο, κυρίες και κύριοι. Και με αυτή την παρήγορη είδηση θέλω να σας αφήσω, : Διότι δεν αμφισβητεί κανείς έργω την καθολικότητα της ψήφου. Μία ψήφο έχεις, ρε καθηγητή, γιατί θα μου πεις εμένα τι θα ψηφίσω, επειδή εσύ γουστάρεις να ψηφίσεις το τάδε κόμμα; Ευτυχώς από τέτοιου είδους παρεμβάσεις γλιτώσαμε, απομένουν όμως όλες οι άλλες και ελπίζω μέσω ημών υμών να συμβούν.
Σας ευχαριστώ.