του Λευτέρη Παπαγιαννάκη Στην παρέμβαση μου δεν θα ασχοληθώ με την θεωρητική παρουσίαση των δικαιωμάτων, καθώς υπάρχουν πιο ειδικοί από εμένα. Θα ήθελα να τονίσω την αναγκαιότητα μιας πολιτικής «χρήσης» των δικαιωμάτων. Πιστεύω ότι ο πολιτικός χώρος που θα επιδείξει συνάφεια λόγων και έργων στο θέμα αυτό, θα βγει μακροπρόθεσμα «κερδισμένος».
Στην παρέμβαση μου δεν θα ασχοληθώ με την θεωρητική παρουσίαση των δικαιωμάτων, καθώς υπάρχουν πιο ειδικοί από εμένα. Θα ήθελα να τονίσω την αναγκαιότητα μιας πολιτικής «χρήσης» των δικαιωμάτων. Πιστεύω ότι ο πολιτικός χώρος που θα επιδείξει συνάφεια λόγων και έργων στο θέμα αυτό, θα βγει μακροπρόθεσμα «κερδισμένος». Δεν πρέπει στο όνομα της πολιτικής σκοπιμότητας να βάζουμε σε δεύτερη μοίρα το ζήτημα των δικαιωμάτων, με την ευρύτερη δυνατή έννοια. Όσο πλησιάζουμε σε μια κρίσιμη εκλογική διαδικασία φαίνεται ότι η πολιτική συμπεριφορά της αριστεράς και της δεξιάς στο θέμα των δικαιωμάτων μοιάζει να συμπίπτει ως προς το αποτέλεσμα. Όλα τα κοινοβουλευτικά κόμματα «λένε»: ας αφήσουμε τώρα το θέμα των δικαιωμάτων, έχουμε πιο σοβαρά ζητήματα.
Χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι η σύνδεση των διατάξεων του αντιρατσιστικού για την ταυτότητα φύλου με τις κατασχέσεις σπιτιών από τις τράπεζες "Αν δηλαδή οι ομοφυλόφιλοι περιμένουν μερικά ακόμα χρόνια χωρίς να μπορούν να κάνουν μήνυση σ’ αυτούς που τους λοιδορούν θα πάθουν πολύ μεγάλη ζημιά; Μεγαλύτερη από το να τους έχουν πάρει το σπίτι οι τράπεζες;", ή το ζήτημα του χωρισμού Κράτους-Εκκλησίας είναι πολύ σημαντικό, αλλά να μην ξεχνάμε την βασική προτεραιότητα: τους ανέργους.
Είναι εντυπωσιακό πως πολιτικοί χώροι (κυρίως η κεντροαριστερά) βλέποντας την εξουσία να πλησιάζει ή να απομακρύνεται, θυσιάζουν τα δικαιώματα ομάδων πολιτών δίνοντας νέο περιεχόμενο στην έννοια «όλοι μαζί πρέπει να αγωνιστούμε για να βγούμε από την κρίση».
Πιστεύω ότι ο αγώνας για τον σεβασμό και την αναγνώριση δικαιωμάτων για όλους μπορεί να απελευθερώσει κοινωνικές και αναπτυξιακές δυνάμεις που θα βοηθήσουν τη χώρα να βγει από την κρίση.
Η κρίση εκφράζεται οικονομικά αλλά είναι βαθιά ιδεολογική και κοινωνική. Είναι μια κρίση αξιών. Πρέπει να αναγνωρίσουμε σε ποια χώρα ζούμε, ποια είναι τα κοινωνικά χαρακτηριστικά της και ποιες αλλαγές είμαστε διατεθειμένοι να προτείνουμε ώστε να περάσει σε μια άλλη εποχή.
Με αφορμή την στάση της συγκυβέρνησης στα ζητήματα της επέκτασης του σύμφωνου συμβίωσης και του αντιρατσιστικού, θεωρώ ότι, ίσως, η βασικότερη αλλαγή που πρέπει να προταθεί από το Ποτάμι είναι ο χωρισμός Κράτους-Εκκλησίας. Η αμαρτωλή αυτή σχέση είναι ο βασικός λόγος που η Ελλάδα δεν είναι η χώρα, που πολλοί από εμάς λένε ότι θέλουν.
Πέρα λοιπόν από την υπονόμευση των δικαιωμάτων λόγω των πολιτικών διαχείρισης και αντιμετώπισης της κρίσης μοιάζει να γίνεται το ίδιο και από όλες τις δυνάμεις που διαφωνούν με τις πολιτικές αυτές (μνημονιακές) στο όνομα της προσπάθειας ανατροπής τους. Αυτή η εγγενής υποκρισία είναι απαράδεκτη και ανεπίτρεπτη. Ο μόνος τρόπος είναι οι καθαρές και συνεπείς θέσεις.
Κλείνοντας θα ήθελα να κάνω μια επισημανση. Οι μελέτες, οι αναλύσεις και τα άρθρα τα οποία αναφέρονται στην κρίση αναγνωρίζουν οτι οι ομάδες που πλήττονται απο την κρίση είναι οι νέοι οι γυναίκες, τα παιδια, οι άνεργοι, οι μετανάστες οι μειονότητες, τα ΑΜΕΑ, τα ατομα της LGBTQI κοινότητας. Ποιοι μένουν; Άνδρες άνω των 40, κυρίως δημόσιοι υπάλληλοι σε υψηλές θέσεις και κάποιοι ελεύθεροι επαγγελματίες που δεν έχει αγγίξει η κρίση. Αυτοι είναι μια μειοψηφία. Για να κάνω και μια παρατήρηση για την ομάδα διαλόγου δείτε ποιοι συμμετέχουν, ποιοι είμαστε. Είμαστε η μειοψηφία που συζητά για την πλειοψηφία. Αυτό πρεπει να αλλάξει, πρεπει να ανοίξει η συζήτηση.