του Πλάτωνα Τήνιου
Α. Κόμματα, πρόβλημα ή λύση;
Τι δουλειά κάνουν τα κόμματα; Κάνουν ρουσφέτια ή προσφέρουν λύσεις; Είναι η πηγή του προβλήματος ή η αφετηρία της λύσης;
Τα παλιά πολιτικά κόμματα, σίγουρα, δεν εντόπιζαν προβλήματα ούτε πρότειναν λύσεις. Αντίθετα, καθησύχαζαν τον κόσμο, χάιδευαν αυτιά και έκαναν ρουσφέτια. Ετσι, έκρυβαν το πρόβλημα, το μετέθεταν και το έκαναν ακόμη χειρότερο. Και έτσι πέταξαν την χώρα στα βράχια. Δεν ήταν παρά μυωπικοί μηχανισμοί αυτοκαταστροφής.
Όμως, μπορούμε να βγούμε από την κρίση χωρίς κόμματα; Ποιος θα αντιληφθεί το πρόβλημα, θα το διαγνώσει, ποιος και πώς θα βρεί την λύση, ποιος θα πείσει; Ποιος θα πιέσει;
Αυτές δεν είναι δουλειές για τεχνοκράτες. Τα κόμματα είναι απαραίτητα. Σίγουρα όχι τα παλιά. Ποια όμως; Ποια είναι η περιγραφή καθηκόντων για το νέο είδος κόμμα που χρειάζεται ο τόπος;
Όλα αυτά ακούγονται ίσως λίγο θεωρητικά. Για αυτό πρέπει να δούμε ένα παράδειγμα: Ένα πρόβλημα, σημαντικό αν και σχεδόν άγνωστο, χωρίς εύκολες λύσεις. Ένα από αυτά τα θέματα που ‘αξιοποιούν’ τα παλιά κόμματα για να κοροϊδεύουν τον κόσμο υφαρπάζοντας την ψήφο του, προκειμένου να αναπαράγουν τον εαυτό τους.
Ταυτόχρονα όμως είναι ένα πρόβλημα στην αντιμετώπιση του οποίου θα δοκιμαστούν, στην πράξη και όχι θεωρητικά και τα νέα κόμματα. Σε ένα τέτοιο θέμα θα φανεί αν το νέο αξίζει τον κόπο. Αν, δηλαδή, πραγματικά είναι σε θέση ένα νέο κόμμα μπορεί να σπάσει την αδράνεια και να αλλάξει την Ελλάδα.
Β. Οι πραγματικοί χαμένοι της κρίσης
Ποιοι είναι οι χαμένοι της κρίσης; Αυτοί που φωνάζουν δυνατότερα; Οι πιο αξιοθρήνητοι; Αυτοί που βγαίνουν περισσότερο στα τηλεπαράθυρα;
Όταν μια κρίση έχει διαρκέσει τόσο όσο η δική μας, οι πραγματικά χαμένοι για τους οποίους ελάχιστα μιλάνε είναι αυτοί που πιάστηκαν στην μέση: η ενδιάμεση γενιά. Αυτοί είναι τα πραγματικά θύματα των καθυστερήσεων και των αναβολών.
Αυτοί που μεγάλωσαν σε ένα σύστημα και τώρα καλούνται να ζήσουν την ζωή τους σε ένα άλλο. Αυτοί που πίστεψαν στις διαβεβαιώσεις των κομμάτων ότι το Κράτος τα είχε όλα υπό έλεγχο, που δεν πήραν τα μέτρα τους όταν θα μπορούσαν να το είχαν κάνει, αλλά τώρα πια διαπιστώνουν ότι ο χρόνος που τους έμεινε δεν αρκεί. Αυτοί είναι που βρίσκονται μεταξύ δύο κόσμων και δύο προτύπων. Αφού αποσυρθούν τα φώτα της δημοσιότητας, θα διαπιστώνουν όλο και περισσότερο, ότι δεν τους προστατεύει κανένα σύστημα – ούτε το παλιό ούτε το νέο.
Τέτοιοι υπάρχουν πολλοί:
- Είναι οι σημερινοί σαραντάρηδες των οποίων τα δικαιώματα συντάξεων έχουν ριζικά μειωθεί, αλλά δεν επαρκεί ο χρόνος να αποταμιεύσουν αυτά που χρειάζεται για να έχουν μια ικανοποιητική ποιότητα ζωής στα 70 τους.
- Είναι όλοι και όλες που προσπαθούσαν να μπούν στην αγορά εργασίας όλα τα χρόνια που η ανεργία χτυπούσε κόκκινο (τόσο πριν όσο και κατά την διάρκεια της κρίσης). Μετά την κρίση θα είναι πολύ μεγάλοι για να επωφεληθούν από μέτρα για την ανεργία των νέων. Αλλά και πολύ μικροί για να έχουν προφτάσει να τακτοποιήσουν τη ζωή τους πριν την κρίση.
- Εχουν περάσει οκτώ χρόνια – ένα τρίτο της γενιάς – με συνεχείς μειώσεις στην απασχόληση. Τα άτομα αυτά θα φέρουν σε όλη τους τη ζωή τα τραύματα και τις ουλές της προβληματικής τους εισόδου στην αγορά εργασίας.
- Νέα ζευγάρια και γυναίκες που ανέβαλαν την δημιουργία οικογένειας στην διάρκεια της κρίσης ενδεχομένως να βρούν ότι, όταν κάπως βελτιώνονται τα οικονομικά τους, οι επιλογές τους έχουν ριζικά περιοριστεί.
Τα παραδείγματα δεν εξαντλούνται σε αυτές τις ομάδες. Σε κάθε μεταρρύθμιση και μεγάλη αλλαγή που έγινε, αυτοί που πραγματικά θα χάσουν, είναι αυτοί που πιστέψανε στις μεταβατικές ρυθμίσεις που φτιάχτηκαν να μοιάζουν γενναιόδωρες για να διευκολύνουν την αρχική τους αποδοχή, αλλά περικόπτονται στη πράξη μόλις φύγουν από τα πρωτοσέλιδα..
Τα προβλήματα αυτών των ανθρώπων είναι δύσκολα. Πρέπει να οριστούν εξ αρχής, να εντοπιστούν, να εξευρεθούν λύσεις, να υπάρχει συναίνεση στο ποιος πρέπει να στηρίζει ποιον και με ποιον τρόπο.
Εγώ που σας μιλάω, παρότι ειδικός σε μερικά θέματα, ίσως γνωρίζω αρκετά για να ψάξω να βρω πού βρίσκεται το πρόβλημα, αλλά δεν είμαι έτοιμος να προτείνω μια λύση. Πολύ δε περισσότερο να επιχειρηματολογήσω για την ιεράρχηση και το επείγον της επίλυσης του ενός προβλήματος πριν ή μετά από το άλλο. Ως ειδικός, όσο και να διακρίνω ότι το πρόβλημα είναι αγωνιώδες, η εισήγησή μου δεν μπορεί παρά να είναι προς την κατεύθυνση της σεμνότητας: Δουλειά, αναζήτηση, συνομιλία. Να ακούσουμε, να σκεφτούμε, να πειστούμε, να πείσουμε.
Γ. Κόμματα, προβλήματα και λύσεις
Τα παλιά κόμματα δεν έχουν τέτοιες αναστολές. Ολους αυτούς τους χαμένους τους προσεγγίζουν ήδη και τους υπόσχονται ‘αποκατάσταση αδικιών’ – δηλαδή ότι θα γυρίσουν τα ρολόγια πίσω και μάλιστα ειδικά για τον καθένα. Τους το ψιθυρίζουν στο αυτί προκειμένου να μην καταλάβουν ότι και άλλοι ακούν τα ίδια. Από τη μια τα Κόμματα επενδύουν έτσι στον πραγματικό πόνο των ανθρώπων. Από την άλλη προετοιμάζουν την επιστροφή της χώρας στην χρεοκοπία και την ακύρωση όλων των θυσιών ημών των υπολοίπων.
Το ζήτημα αυτό το ανέφερα γιατί δεν είναι τεχνοκρατικό – δεν υπάρχουν στα ράφια έτοιμες λύσεις και γοητευτικά prêt a porter. Για να λυθεί πρέπει να υπάρξει συνομιλία και συνδιαλλαγή αμφίδρομη: από την κοινωνία στο κόμμα και από το κόμμα στην κοινωνία. Πρέπει να υπάρχει ένα κόμμα που δεν αρκείται σε γοητευτικές τηλε-περσόνες και ευφυή επιχειρήματα, αλλά που να μπορεί να φτάσει και να συνομιλήσει για πραγματικά προβλήματα. Να σταθμίσει προτεραιότητες και να αντιτάσσει λογικά επιχειρήματα – ακόμη και σε έντονα συναισθηματικά φορτισμένες καταστάσεις.
Χρειαζόμαστε ένα κόμμα που ακούει και συνειδητοποιεί το πρόβλημα, αλλά αντιστέκεται στον πειρασμό να μετουσιώνει τις κραυγές σε ρουσφέτια. Που έχει κερδίσει μια αξιοπιστία που να αντιτάσσει στο ατομικό πρόβλημα την προοπτική επίλυσης βάσει γενικών και απρόσωπων κανόνων.
Χρειαζόμαστε, λοιπόν, ένα νέου τύπου κόμμα. Που βέβαια, βλέπει, ακούει, αλλά και που σκέφτεται και συνομιλεί. Που εντοπίζει ένα πρόβλημα και τους ανθρώπους που το ζούν, τους μιλάει ειλικρινά και αναζητεί μαζί τους λύση. Μακρυά από πρωτοσέλιδα και κορώνες και εύκολες επικοινωνιακές συνταγές.
Το Ποτάμι, νομίζω, άρχισε σωστά. Αξίζει να το βοηθήσουμε να συνεχίσει.