του Κώστα Μπιτζάνη Οι δήμοι ορισμένων μεγαλουπόλεων γίνονται τα τελευταία χρόνια πεδίο εφαρμογής ενός νέου μοντέλου διακυβέρνησης. Η αξιολόγηση και η αξιοκρατία, τα Πληροφοριακά συστήματα και η διαφάνεια , η λογοδοσία των διαχειριστών δημασίου συμφέροντος για τα έργα που υλοποιούν, είναι τρεις σημαντικοί άξονες πολιτικής απαραίτητη για μια σύχηρονη διακυβέρνηση και μπορούν να εφαρμοστούν και να δοκιμαστούν κατ’ αρχήν στην τοπική αυτοδιοίκηση.
Οι δήμοι ορισμένων μεγαλουπόλεων γίνονται τα τελευταία χρόνια πεδίο εφαρμογής ενός νέου μοντέλου διακυβέρνησης.
Η αξιολόγηση και η αξιοκρατία, τα Πληροφοριακά συστήματα και η διαφάνεια , η λογοδοσία των διαχειριστών δημασίου συμφέροντος για τα έργα που υλοποιούν, είναι τρεις σημαντικοί άξονες πολιτικής απαραίτητη για μια σύχηρονη διακυβέρνηση και μπορούν να εφαρμοστούν και να δοκιμαστούν κατ’ αρχήν στην τοπική αυτοδιοίκηση.
Γιατί η κρίση ανέδειξε τον πραγματικό ρόλο της τοπικής αυτοδιοίκησης.
1.Οι πολίτες συνειδητοποιούν ότι αρωγός στα νέα προβλήματα και στις ανάγκες τους δεν είναι το απρόσωπο, κομματικό και αναποτελεσματικό κράτος αλλά ο Δήμος και μάλιστα ο Δήμος που καταφέρνει να απαλλαγεί από τους κομματικούς εναγκαλισμούς.
Ο Δήμος που διεκδικεί περισσότερο χώρο και αρμοδιότητες από την κεντρική διοίκηση.
2.Οι πολίτες αντιλαμβάνονται ότι η ζωή τους δεν αλλάζει με ψεύτικες υποσχέσεις και λαϊκίστικη ρητορική, αλλά με έργα.
Υποδομές και υπηρεσίες που για να υλοποιηθούν χρειάζονται σχέδιο, πόρους, σκληρή δουλειά, συνεργασίες, διαβούλευση και ακόμη συλλογική διεκδίκηση όταν απαιτείται.
3.Όλο και περισσότεροι πολίτες θα απαιτούν διαφάνεια και αποτελεσματικότητα στη διαχείριση αλλά και ενημέρωση και έλεγχο στην πορεία των έργων που θα αλλάξουν τη ζωή τους.
Τέρμα στη σπατάλη των πόρων και στα φαραωνικά έργα βιτρίνας.
Σύγχρονα έργα που θα βελτιώνουν τη ζωή μας με οικονομία , αποτελεσματική αλλά και διαφανή διαχείριση είναι το νέο ζητούμενο.
Οι νέοι δήμοι, πέρα από κομματικές εξαρτήσεις, με φρέσκες ιδέες και σχέδιο αναπτύσσουν μία νέα την κοινωνία των πολιτών.
4.Η βούληση και η προσπάθεια όλο και περισσότερων ανθρώπων να δράσουν για να βελτιώσουν τη ζωή τους, την καθημερινότητά τους και την πόλη που ζουν και αγαπούν, αξιοποιείται, στηρίζεται και ενσωματώνεται στην πολιτική των σύγχρονων δήμων.
Ένα νέο σύστημα διακυβέρνησης δημιουργείται σταδιακά.
Το Ποτάμι θα είναι εκεί, θα συμμετέχει, θα το παρακολουθεί και θα αξιοποιεί τις νέες εμπειρίες στο κεντρικό σύστημα διακυβέρνησης.
Το νέο σύστημα διακυβέρνησης εκτός από πολιτική βούληση και αποφασιστικότητα χρειάζεται και εργαλεία.
Τέτοια εργαλεία είναι μεταξύ άλλων τα ανοιχτά πληροφοριακά συστήματα αλλά και οι δείκτες.
Δείκτες που μας βοηθάνε να μετράμε, να συγκρίνουμε, να σχεδιάζουμε και να εφαρμόζουμε πολιτικές, να τις αξιολογούμε και να τις διορθώνουμε.
Το ελληνικό πολιτικό σύστημα αποφεύγει συστηματικά να συνδέει τις πολιτικές με μετρήσιμους δείκτες.
Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ, η ύφεση – ανάπτυξη και η ανεργία είναι ουσιαστικά οι μόνοι δείκτες που συνδέονται στο δημόσιο διάλογο με το έργο της κυβέρνησης.
Το Ποτάμι μπορεί και πρέπει να εισάγει νέους δείκτες στην άσκηση πολιτικής.
Γενικούς όπως η παγκόσμια κατάταξη ανταγωνιστικότητας, η κατάταξη στην κοινωνική δικαιοσύνη και ειδικότερους όπως οι δαπάνες για την υγεία και την παιδεία, τις εξαγωγές και ακόμη ειδικότερους για τις εξαγωγές πχ. ψαριών ιχθυοκαλλιέργειας.
Ας πάρουμε τους δύο πρώτους λίγο πιο αναλυτικά.
Ο δείκτης ανταγωνιστικότητας του WEF (υπάρχουν και άλλοι) μας κατατάσσει στην παγκόσμια κατάταξη στη θέση 81 (πέρυσι ήμασταν στη θέση 91) από 144 χώρες.
Στη γειτονιά μας βρίσκονται πάνω από εμάς η Σρι Λάνκα, η Μποτσουάνα, η Σλοβακία, η Ουκρανία, η Γουατεμάλα, η Αλγερία, η Ουρουγουάη και κάτω από εμάς η Μολδαβία, το Ιράν και το Ελ Σαλβαντόρ.
Με τις όποιες ενστάσεις μπορεί να έχει κανείς αναλύοντας σε βάθος αυτό το σύστημα αξιολόγησης είναι προφανές ότι ένας εθνικός στόχος πρέπει να είναι να ανεβαίνει η χώρα μας 5 – 10 θέσεις κάθε χρόνο στην παγκόσμια κατάταξη ανταγωνιστικότητας.
Το σύστημα αυτό αποτελείται από 100 επιμέρους κριτήρια που χωρίζονται σε 12 πυλώνες.
Ένας από τους 12 πυλώνες είναι ο δημοσιονομικός στον οποίο έχουμε τη θέση 135 επί 144 χωρών.
Στους πυλώνες των υποδομών, ακόμα και των τεχνολογικών υποδομών, της εκπαίδευσης και της υγείας βρισκόμαστε στις θέσεις 35 με 45 στη γειτονιά δηλ. που βρίσκονται η Ισπανία, η Πορτογαλία, η Τσεχία, η Λιθουανία και η Τουρκία.
Αντίθετα σε θέματα θεσμών (διαφάνεια, φοροδιαφυγή, λειτουργία της κυβέρνησης, δικαιοσύνη) είμαστε σε θέσεις γύρω από το 100 στη γειτονιά της Αλβανίας, της Μογγολίας, της Ονδούρας και του Νεπάλ.
Είμαστε μία χώρα με μέσου ευρωπαϊκού επιπέδου υποδομές( ακόμα και στις νέες τεχνολογίες), παιδεία και υγεία και ταυτόχρονα με τραγικά δημοσιονομικά μεγέθη και θεσμούς, με ιδιαίτερα προβληματική αγορά εργασίας και τραπεζικό σύστημα και με ελάχιστα ανταγωνιστικά προϊόντα.
Είμαστε η μόνη χώρα με τόσο αντιφατικές επιδόσεις.
Με στοχευμένες επιμέρους πολιτικές θα μπορούσαμε να βελτιώσουμε την επιμέρους θέση μας στη γενική κατάταξη και πρωτίστως τη ζωή των συμπολιτών μας.
Ένας άλλος στόχος θα πρέπει να βελτιώσουμε τη θέση μας στη διασφάλιση κοινωνικής δικαιοσύνης που είναι η 28η στους 28 ευρωπαίους εταίρους μας.
Η πρόληψη φτώχειας,η πρόσβαση στην αγορά εργασίας, η αποφυγή των διακρίσεων,η κοινωνική συνοχή, η δικαιοσύνη μεταξύ των γενεών είναι οι δείκτες κοινωνικής δικαιοσύνης στους οποίους η Ελλάδα έχει τη χειρότερη επίδοση μεταξύ των 28 χωρών μελών της ΕΕ, ενώ μόνο στους δείκτες για το προσδόκιμο ύψους ζωής
και την πρόσβαση στην εκπαίδευση έχουμε καλύτερς επιδόσεις.
Ένα κόμμα που προσπαθεί παράλληλα να βελτιώσει την ανταγωνιστικότητα της χώρας (ο ΣΥΡΙΖΑ δε μπορεί να αναφέρει τη λέξη) και παράλληλα αγωνίζεται για τη διασφάλιση κοινωνικής δικαιοσύνης (η Νέα Δημοκρατία είναι κατεξοχήν το κόμμα που δημιουργεί και συντηρεί κοινωνικές ανισότητες) αποκτά τη νέα ταυτότητα και το ρόλο που η ελληνική κοινωνία χρειάζεται και προσδοκά.