Ενα καλό που έχει κάνει η κρίση είναι η επιστροφή της πολιτικής στις συζητήσεις μας. Της πολιτικής με την ευρύτερη έννοιά της. Διότι αν το σκεφτείτε, πριν από μόλις πέντε χρόνια, μείζον θέμα στις ανέμελες βραδινές συντροφιές ήταν αν τα ’φτιαξε η Ελένη Μενεγάκη με τον Ματέο και ποιος θα κερδίσει –ξέρω εγώ– το «Dancing with the stars». Τα προβλήματα τότε τα θεωρούσαμε λυμένα και δεν μας απασχολούσε καν να χάνουμε τον χρόνο μας συζητώντας ακόμη και σάχλες.
Η κρίση κατάπιε τις ανούσιες αυτές κουβέντες. Εδώ και καιρό, ακόμη και σε παρέες ευκατάστατων ανθρώπων, προκαλούνται συζητήσεις που δεν θα μπορούσες καν να διανοηθείς πριν. Για δαπάνες που κόβονται ομολογημένα πια ως άχρηστες, για εστιατόρια που είναι αναιτιολόγητα ακριβά και πρέπει να απαξιωθούν, για την ανάγκη να μη συναλλάσσεται κανείς με «επαγγελματίες» που δεν κόβουν αποδείξεις, για την ταλαιπωρία στις εφορίες, και γενικότερα για τις επιλογές της κυβέρνησης και της αντιπολίτευσης. Πράγματα, δηλαδή, που θα έπρεπε πάντα να έχουν θέση στις συζητήσεις μας και είναι απολύτως υγιές ότι επανήλθαν και μας απασχολούν όλους.
Αυτό που δεν είναι υγιές είναι ένας αναίτιος πλέον διχασμός που εξακολουθεί να καταγράφεται στη χώρα μας. Εννοώ την ακραία πόλωση που ακόμη υφίσταται ανάμεσα στους σκληροπυρηνικούς οπαδούς των κομμάτων. Εκείνους δηλαδή που θεωρούν, για παράδειγμα, ότι συνιστά μείζονα μεταρρύθμιση ακόμη και η απόλυση μερικών καθαριστριών και τους άλλους που αρνούνται να συνειδητοποιήσουν ότι το κράτος έριξε στα βράχια τη χώρα και πιστεύουν ότι όλος ο πλανήτης ομονόησε για να εξολοθρεύσει την Ελλάδα.
Αυτές οι ακραίες απόψεις που επικυριαρχούν δυστυχώς και στην επίσημη γλώσσα των κομμάτων, έχω την αίσθηση πως έχουν πια κουράσει τη μεγάλη και σιωπηρή πλειονότητα των πολιτών. Ετσι μόνον ερμηνεύονται, άλλωστε, τα αποτελέσματα της ευρωκάλπης, που αν κάτι αποδοκίμασαν ήταν η τεχνητή πόλωση. Και αυτήν ακριβώς την πόλωση καλείται να αμβλύνει το «Ποτάμι».
Η επιλογή μου να ασχοληθώ με το κόμμα του κ. Θεοδωράκη δεν γίνεται μόνο επ’ αφορμή του συνεδρίου του. Αν το σκεφτείτε, το «Ποτάμι» είναι το πρώτο και μοναδικό κόμμα στη Μεταπολίτευση που κατόρθωσε να συγκεντρώσει τόσους ψηφοφόρους χωρίς να έχει στις τάξεις του ούτε έναν πολιτικό. Ο κ. Θεοδωράκης πέτυχε κάτι ανεπανάληπτο: Να τον ψηφίσουν 380.000 πολίτες χωρίς να έχει δώσει το παραμικρό δείγμα γραφής στην ενεργό πολιτική. Προφανώς ένα μεγάλο μέρος της επιτυχίας του το οφείλει στην αναγνωρισιμότητά του. Κατά την ταπεινή μου γνώμη, όμως, η μέχρι τώρα επιτυχία του «Ποταμιού» δεν πιστώνεται μόνο στον αρχηγό του. Οφείλεται στους δύο κεντρικούς λόγους που, τελικά, γέννησαν αυτό το εγχείρημα.
Ο πρώτος είναι η αυτονόητη πια ανάγκη να μπουν στη Βουλή άνθρωποι που δεν είχαν έως σήμερα καμία απολύτως σχέση με τα κόμματα. Πολίτες που έχουν εργαστεί και πετύχει, έχουν άποψη, ιδέες και λύσεις για τα προβλήματα και, κυρίως, αντιμετωπίζουν την πολιτική όχι ως νομή της εξουσίας, αλλά προσφοράς στον τόπο τους. Παρεμπιπτόντως, είναι εντελώς ανεξήγητο ότι τόσο η κυβέρνηση όσο και ο ΣΥΡΙΖΑ αρνούνται να κατανοήσουν το αυτονόητο αυτό αίτημα ανανέωσης. Οι μεν κ. Σαμαράς και Βενιζέλος ανακυκλώνουν τους Γιακουμάτους τους, ο δε κ. Τσίπρας χαμογελά ευτυχής γιατί πέτυχε προχθές να «ανανεώσει» τον ΣΥΡΙΖΑ με την παρουσία στην εκδήλωσή του των πρώην συνδικαλιστών κ. Φωτόπουλου και Καλφαγιάννη.
Ο δεύτερος λόγος που το «Ποτάμι» ελκύει το ενδιαφέρον είναι ίσως ακόμη πιο σημαντικός από τον πρώτο. Ο κ. Θεοδωράκης, έχοντας αντιληφθεί ότι το εμφυλιακό κλίμα που συντηρείται τεχνητά από τα κόμματα προκαλεί πλέον ακόμη και απέχθεια στους πολίτες, έχει αναδείξει ως μείζονα στόχο του κάτι επίσης αυτονόητο στους περισσότερους. Την ανάγκη να βρεθεί, επιτέλους, ένας κοινός τόπος. Ενα μίνιμουμ συμφωνίας των κομμάτων έστω για κάποια κεντρικά ζητούμενα της χώρας, που σε όλα τα άλλα κράτη δεν θεωρούνται καν προβλήματα. Για παράδειγμα, ένα συμπεφωνημένο εκπαιδευτικό σύστημα που δεν θα αλλάζει σε κάθε ανασχηματισμό ή και μια νέα δομή στον χώρο της Υγείας, που θα διασφαλίζει τα αναγκαία σε όλους.
Και μόνο για τους δύο αυτούς λόγους, οποιοσδήποτε νοήμων πολίτης, ανεξαρτήτως των ιδεολογικών του αναφορών, πρέπει να εύχεται να επιτύχει το πρωτόγνωρο εγχείρημα του «Ποταμιού». Να στεφθεί από επιτυχία το συνέδριό του και να στείλει ένα μήνυμα που τόσο έχουμε ανάγκη όλοι. Την ελπίδα ότι κάτι μπορεί να αλλάξει...
Κωνσταντίνος Ζούλας