Αγαπητοί φίλοι,
Δεκαπέντε χρόνια ελληνοτουρκικής προσέγγισης και είναι διάχυτη η αίσθηση ότι τα βήματα που έγιναν είναι λίγα. Είναι απογοητευτικό ότι τα πράγματα δεν άλλαξαν πολύ.
Οι δύο χώρες συνομιλούν τεχνικά και υπηρεσιακά. Φτάνει αυτό; Οχι, διότι καλή η συζήτηση αλλά πρέπει να διεξάγεται σε σταθερό έδαφος για να καταλήξει σε συγκεκριμένα αποτελέσματα. Πέρα από τις περιστασιακές «κατανοήσεις», οι δυο πλευρές διακατέχονται από ιστορική καχυποψία και κατατρύχονται από διαχρονικά στερεότυπα.
Η πρότασή μου είναι η εξής : πέρα από τους επίσημους διαύλους επικοινωνίας που λειτουργούν σήμερα, πρέπει να δοθεί ώθηση τόσο σε άλλης μορφής διακρατικές επαφές όσο και σε επαφές με την τουρκική διανόηση. Αυτή, δηλαδή, που διαμορφώνει την κοινή γνώμη.
Έχουμε πολλά παραδείγματα μηχανισμών συντήρησης και ανάπτυξης των διμερών σχέσεων αρκετών κ-μ της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Δεν θα τα παραθέσω διότι ο χρόνος είναι περιορισμένος.
Προχωρώ στις εισηγήσεις μου που έχουν ως αφετηρία και προτάσεις παλιών συνεργατών μου:
ΠΡΩΤΗ ΕΙΣΗΓΗΣΗ
Να εξετάσουμε το ενδεχόμενο δημιουργίας ενός μηχανισμού τακτικών μεν αλλά άτυπων συναντήσεων των πολιτικών των δύο χωρών. Μακριά από ασφυκτικούς γραφειοκρατικούς εναγκαλισμούς, οι αρμόδιοι πολιτικοί θα έχουν την άνεση της, εκτός πρακτικών, προβολής προτάσεων και, κυρίως, της συζήτησής τους με τους συνομιλητές τους της άλλης πλευράς χωρίς την ανάληψη δεσμεύσεων.
ΔΕΥΤΕΡΗ ΕΙΣΗΓΗΣΗ
Ξεκινώντας απ΄ το παράδειγμα του ‘ειδικού απεσταλμένου του γάλλου Προέδρου για την Τουρκία’, να εξετάσουμε την πιθανότητα να ορισθεί αντίστοιχος «Έλληνας ειδικός απεσταλμένος» (πολιτικός, επιχειρηματίας ή άλλος).
ΤΡΙΤΗ ΕΙΣΗΓΗΣΗ
Υπάρχει σειρά ατόμων και ομάδων στην Τουρκία που έχουν τη διάθεση να προσεγγίσουν την Ελλάδα. Ο λόγος, για διανοούμενους, επιστήμονες, νέους, επιχειρηματίες και πολλούς άλλους. Μερικά παραδείγματα:
Α) Οι τουρκικές δεξαμενές σκέψης είναι δεκάδες. Μια από αυτές είναι η SETA, που πρόσκειται στο κυβερνών ΑΚΡ . «Στεγάζει» πολύ δυνατά ονόματα της μουσουλμανικής διανόησης της Τουρκίας στο Δ.Σ. Παράρτημα της SETA ιδρύθηκε στην Ουάσιγκτον. Είναι σκόπιμο να φέρουμε σε επαφή τους ακαδημαϊκούς των αξιόλογων δεξαμενών σκέψης με αντίστοιχες σοβαρές ελληνικές δεξαμενές σκέψης, με ακαδημαϊκούς, δημοσιογράφους ή και σπουδαστές.
Β) Στο Πανεπιστήμιο της Άγκυρας λειτουργεί τμήμα Νεοελληνικής Γλώσσας και Λογοτεχνίας και, στο Παν/μιο Hacetepe της Άγκυρας, τμήμα Φιλοσοφίας. Ο πανεπιστημιακός χώρος προσφέρεται για να δραστηριοποιηθούμε επιστημονικά και με όσες θετικές προεκτάσεις θα είχε αυτό.
Γ) Πέρα από αυτά, θα προσθέσω ότι παρατηρείται μια ενδιαφέρουσα αύξηση των εκδόσεων, στην τουρκική γλώσσα, της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας και νεοελληνικών γραμμάτων. Άλλο ένα πεδίο σοβαρής δράσης.
Αγαπητοί φίλοι,
Μόνο η διεύρυνση των ακαδημαϊκών επαφών δεν αποτελεί πανάκεια. Όμως, αξίζει να συμβάλουμε, και με αυτόν τον τρόπο, στη συνειδητοποίηση, από τουρκική πλευρά, ότι τα συμφέροντα παίρνουν άλλες διαστάσεις σ’ ένα περιβάλλον σταθερότητας και αδιατάρακτης ειρήνης. (Δεν έχουμε παρά να δείχνουμε επίμονα στους γείτονές μας το παράδειγμα της ειρήνης στο χώρο της Ενωμένης Ευρώπης όπου, εδώ και δεκαετίες, οι δυναμικές συγκρούσεις αποτελούν παρελθόν).
Θα μου πείτε: και μ΄ αυτή την προσέγγιση θα επηρεάσουμε τους σχεδιασμούς των ελληνοφάγων της άλλης πλευράς του Αιγαίου; Φυσικά και όχι. Υπάρχει κάποια άλλη λύση εφικτή; Εκτός αν μιλήσουμε με σκληρούς όρους έχοντας το χέρι στη σκανδάλη. Τότε, όλ’ αυτά που ακούγονται, περιττεύουν. Θεωρώ υποχρέωσή μας να μην αφήσουμε να χαθεί οποιαδήποτε δυνατότητα προσέγγισης αλλά και να καταστήσουμε, παράλληλα, σαφές ότι δεν είμαστε η αδύναμη πλευρά που φωνασκεί από φόβο και, όταν ο κίνδυνος επικρέμαται, κρύβεται πίσω από επιδιαιτητές.
Σας ευχαριστώ