22 Σεπτεμβρίου, 2014

Πολίτης: υπεύθυνος άρχων ή ανεύθυνος λαός;

του Αντώνη Παπαρίζου

Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.

Τι είναι Πολιτική και τι Οικονομία, τι Ιδεολογία και ποια η μεταξύ τους σχέση;

Πριν επιχειρήσω μία απ’ ευθείας απάντηση στο ερώτημα «τι είναι πολιτική;», θεωρώ απαραίτητο να απαντήσω στο ερώτημα, «πότε και με ποιόν τρόπο παρουσιάζεται η πολιτική στις κοινωνίες;». «Η πολιτική παρουσιάζεται ή εμφανίζεται από την στιγμή κατά την οποία έχουμε διαφοροποίηση ανάμεσα στους Κυβερνώντες και τους Κυβερνώμενους». Αυτή θα ήταν μία πρώτη απάντηση, την οποία και δικαιωματικά μας δίδουν οι Πολιτικοί Επιστήμονες. Προσωπικά, θα απαντούσα, λέγοντας, ότι «η πολιτική αναδύεται και υπάρχει εξ αιτίας των οποιωνδήποτε διαφορετικοτήτων και διαφοροποιήσεων, αντιθέσεων και συγκρούσεων που έχουμε μέσα σε κάθε κοινωνία, είτε η κοινωνία αυτή είναι το γένος, η φατρία και η φυλή είτε είναι μία πολυπληθής κοινωνία ομάδων και κοινωνικών τάξεων».

Αν αυτό σημαίνει ότι οι διαφορετικότητες, οι διαφοροποιήσεις και οι συγκρούσεις, συνειδητές ή και ασυνείδητες, άμεσες ή έμμεσες, είναι το θεμελιώδες σημείο εκκίνησης και ανάδυσης μιας κοινωνίας, τότε θα μπορούσα να πω ότι η οποιαδήποτε μορφή κοινωνίας είναι «εκ φύσεως» πολιτική. Και τούτο διότι οι διαπιστούμενες διαφορετικότητες, διαφοροποιήσεις και συγκρούσεις απαιτούν την λήψη συλλογικών αποφάσεων, με σκοπό, πριν και πάνω απ’ όλα, την διατήρηση μιας κάποιας ενότητας, και την δημιουργία στοιχειώδους αναγνώρισης, ειρήνης και συνεργασίας στο εσωτερικό της, ώστε να καθίσταται δυνατή, κατ’ αρχάς, η επιβίωση, η οποία δεν μπορεί παρά να είναι συλλογική.

Άνευ αμοιβαίας αναγνώρισης και ειρήνης, ενότητας και συνεργασίας στους κόλπους μιας οποιασδήποτε κοινωνίας, δεν υπάρχει περαιτέρω ζωή, και φυσικά είναι αδύνατη η οποιαδήποτε πράξη δημιουργίας αγαθών: συλλογικής κατάληψης ενός χώρου και προσπόρισης ή παραγωγής τροφίμων και ενδυμάτων. Η οποιαδήποτε, δηλαδή, πράξη, και συνεπώς, οι οποιεσδήποτε σχέσεις και πράξεις παραγωγής οποιωνδήποτε αγαθών, είναι πριν απ’ όλα και ταυτόχρονα σχέσεις και πράξεις αμοιβαίας αναγνώρισης, ειρήνης και ενότητας, συνοχής δηλαδή και συνεργασίας, σχέσεις και πράξεις που οφείλονται και αναφέρονται, εξαρτώνται και ρυθμίζονται από το σύνολο, και συνεπώς σχέσεις και πράξεις πολιτικές.

Τι είναι λοιπόν Πολιτική;
Τις απαντήσεις των Πολιτικών Επιστημόνων θα μπορούσα να τις κωδικοποιήσω στις εξής τέσσερις απαντήσεις.
Α) Πολιτική είναι η διαχείριση της εξουσίας.
Β) Πολιτική είναι η διαχείριση των οποιωνδήποτε θεσμών : της οικογένειας, των μηχανισμών διοίκησης, όπως και του κράτους δυτικής ή άλλης μορφής.
Γ) Πολιτική είναι η διακυβέρνηση των ανθρώπων.
Δ) Ή, τέλος, Πολιτική είναι η επιλογή των προσφορότερων μέσων για την επίτευξη στόχων στους κόλπους των κοινωνιών. Μπορείτε να κρατήσετε οποιαδήποτε από τις απαντήσεις αυτές ή και να κάνετε κάποια σύνθεση από κάποιες ή και από όλες μαζί.

Προσωπικά, όμως, με βάση, πρώτον, την διαπίστωση των διαφορών μεταξύ των ανθρώπων, των διαφοροποιήσεων και των αντιθέσεων, των συγκρούσεων και της έχθρας που αναπτύσσονται στους κόλπους μιας κοινωνίας από την πρώτη στιγμή της ανάδυσής της, και, δεύτερον, την αναγκαιότητα της υπέρβασης όλων αυτών από την οποία και δημιουργείται η πολιτική, αντικαθιστώντας ή και ενισχύοντας τις αυτονόητες και ασυνείδητες μορφές ενότητας, θα ήθελα να επιμείνω στην πολυσυνθετότητα της κάθε κοινωνίας και των σχέσεων που αναπτύσσονται στους κόλπους της, και, αποφεύγοντας τις μονοσήμαντες αντιλήψεις, να προτείνω την επόμενη απάντηση, σε συνέχεια των όσων ήδη ανέφερα2.

Με απλά και καθημερινά λόγια, πριν απ’ όλα θα μπορούσα να πω ότι «πολιτική είναι η τέχνη της λογικής, κατ’ αρχάς, σύνθεσης των ατομικών και συλλογικών αναγκών και συμφερόντων, με σκοπό την επιβίωση και την ευημερία όλων των μελών μιας κοινωνίας». Όπως, επίσης, «πολιτική είναι η τέχνη των μελών μιας κοινωνίας να συνθέτουν τα διαφορετικά και συγκρουόμενα συνήθως συμφέροντά τους σε συνήθειες, κανόνες και νόμους, σε πολυάριθμες καθημερινές, άμεσα εφαρμοζόμενες, ατομικές και συλλογικές, αποφάσεις, επιτρέποντας έτσι την αμοιβαία αναγνώριση και συνύπαρξη, την συνεργασία και την επιβίωση, και, ενδεχόμενα, την ευημερία τους».

Θα μπορούσα, όμως, προχωρώντας σε πιο σύνθετες (φεύγει το «και επιστημονικές») αντιλήψεις, να πω ότι, Πολιτική είναι η κορυφαία τέχνη της συνεχούς αμφισβήτησης αλλά και ταυτόχρονα δημιουργίας, πριν απ’ όλα, του ίδιου του ανθρώπου και των κοινωνιών του, και, ως εκ τούτου, η τέχνη της συνεχούς σύνθεσης και ανασύνθεσης του χώρου και του χρόνου, (του παρελθόντος, του παρόντος και του μέλλοντος), της φιλίας και της έχθρας, των ατομικών και συλλογικών αγαθών, της ανάγκης και της τύχης, της δουλείας και της ελευθερίας, της αδικίας και της δικαιοσύνης, του νοήματος και του παραλόγου.

Η Πολιτική, συνεπώς, αναλαμβάνει και διαχειρίζεται την δημιουργία και την εξέλιξη του ίδιου του ανθρώπου και ταυτόχρονα των κοινωνιών του στην θέση της τυφλής ιστορίας, ή, όπως θα έλεγα ορθότερα, μέσα και διαμέσου της ιστορίας. Η Πολιτική, έτσι, όπως και η δημιουργία και η εξέλιξη, δεν έχει όρια. Αποβλέπει εξίσου στην αμφισβήτηση και στην σύνθεση της Φύσης και των Νόμων, του τυχαίου, της αταξίας και της ισορροπίας, του μέτρου και της αρετής, του ωραίου και της ολοκλήρωσης του ανθρώπου και των κοινωνιών του σε αισθητικές ολότητες. Στην αισθητική της, συνεπώς, τελείωση, η Πολιτική αντιμετωπίζει τον άνθρωπο και τις κοινωνίες του ως έργα κορυφαίας τέχνης.

Τα πρώτα αγαθά, συνεπώς, που δημιουργεί η Πολιτική είναι η αμοιβαία αναγνώριση, η συνύπαρξη και η συνεργασία, η αλληλεγγύη και, το δυσκολότερο όλων, η κατανόηση, μεταξύ εξίσου των ανθρώπων και κάθε είδους ομάδων, όπως και μεταξύ των κοινωνικών τάξεων και ολόκληρων των κοινωνιών. Με λέξεις που μάλλον είναι πιο συνηθισμένες, θα μπορούσα να πω ότι, Πολιτική είναι η τέχνη, η οποία, ανασυνθέτοντας και υπερβαίνοντας τις διαφορές, τις αντιθέσεις και τις συγκρούσεις, δημιουργεί αναγνώριση, ειρήνη και ασφάλεια εντός των κοινωνιών και μεταξύ αυτών, επιτρέποντας την δημιουργία μικρών ή και μεγάλων καθημερινών έργων και αγαθών. Οι συνήθειες, επομένως, οι κανόνες και οι Νόμοι, όπως και οι ατομικές και συλλογικές αποφάσεις κάθε μορφής, είναι ό,τι σημαντικότερο δημιουργεί η Πολιτική.

Αυτό, σημαίνει, μ’ άλλα λόγια, ότι οι οποιεσδήποτε αντιλήψεις, σκέψεις και πράξεις του κάθε ανθρώπου, όπως και των ομάδων, των τάξεων και των κοινωνιών συλλογικά, είναι από την ίδια τους την κοινωνική και ιστορική φύση πάντοτε πολιτικές. Γεγονός που σημαίνει επίσης, ότι καμία σχέση και πράξη, καμία αντίληψη ή ιδέα της καθημερινής ζωής, απ’ αυτές που ονομάζουμε οικονομικές, παραγωγής και κατανομής προϊόντων ή αγαθών, δεν επινοείται, δεν εφαρμόζεται και δεν θεσμείται, δίχως να είναι, με τον ένα ή άλλο τρόπο, ταυτόχρονα, σχέση και πράξη αναγνώρισης, φιλίας ή έχθρας, ειρήνης ή πολέμου, συνεργασίας ή αντιπαράθεσης και σύγκρουσης, σύνθεσης του χώρου και του χρόνου, του ατομικού και του συλλογικού αγαθού, ελευθερίας ή υποταγής, αδικίας ή δικαιοσύνης, νοήματος και λογικής, σχέση και πράξη, δηλαδή, που ενώνει, ή διασπά, την κοινωνική συνοχή και την ενότητα, επιτρέποντας την συλλογική επιβίωση ή και ευημερία.

Όλοι μας γνωρίζουμε πολύ καλά, ότι εάν δεν υπάρχει ειρήνη και ασφάλεια, αναγνώριση, φιλία και κοινές συνήθειες, κανόνες και νόμοι συνύπαρξης και συνεργασίας, κανένα είδος σχέσης και πράξης και κανένα είδος κτήσης και ιδιοκτησίας, εργασίας ή αργίας, παραγωγής, κατανομής και απόλαυσης αγαθών ή προϊόντων δεν είναι δυνατόν να υπάρξει.

Οι σχέσεις ιδιοκτησίας και εργασίας ως σχέσεις πρωταρχικά πολιτικές

Αυτό σημαίνει ότι, από την στιγμή που αποκαθίστανται κάποιες βασικές σχέσεις αναγνώρισης, ειρήνης και ασφάλειας, συνεργασίας και κατανόησης, από την στιγμή αυτή και μόνον είναι δυνατόν να τεθούν και να θεσμισθούν οι σχέσεις εκείνες, μέσα και μέσω των οποίων καθορίζεται και θεσμείται στις κοινωνίες του ανθρώπου αυτό που «είναι κτήση και ιδιοκτησία», «εργασία και παραγωγή», «κατανομή», «ανταλλαγή και εμπορία» τροφίμων, ενδυμάτων ή οποιωνδήποτε άλλων αγαθών. Ή ορθότερα, οι σχέσεις ιδιοκτησίας και εργασίας, κατανομής, ανταλλαγής και εμπορίας είναι ταυτόχρονα, πριν απ’ όλα και πάντοτε, και σχέσεις αναγνώρισης και φιλίας, αντιπαράθεσης και έχθρας, συνεργασίας και δικαιοσύνης ή εκμετάλλευσης και αδικίας.

Ας δούμε όμως τα πράγματα αναλυτικότερα, και πριν περάσουμε στην δική μας εποχή, ας δούμε τις θέσεις του Αριστοτέλη, από τις οποίες και ξεκινήσαμε.

Τρείς είναι οι μορφές πρωταρχικών σχέσεων, οι οποίες κατά τον Αριστοτέλη, αποτελούν την βάση των ανθρωπίνων σχέσεων: είναι η σχέση ανδρός και γυναικός, άρχοντος και αρχομένου, (κυρίου και δούλου),και πατέρα και τέκνων. Είναι οι σχέσεις, οι οποίες κατά τον Αριστοτέλη θεμελιώνουν τον «οίκο», και οι οποίες, όπως υποστηρίζω, είναι πολιτικές από την πρώτη τους θέσμιση, διότι αμφισβητούν συνεχώς αλλά και την ίδια στιγμή δημιουργούν, κάθε φορά από την αρχή, τον άνθρωπο και τις κοινωνίες του, θέτοντας και θεσμώντας την κοινωνία και κάθε κοινωνία με την πρωταρχική της μορφή, με την μορφή-σχέση, δηλαδή, της ώσμωσης ανθρώπων και όχι με την απλή σχέση της ένωσης ή της εταιρίας ατόμων. Άλλωστε, και κατά τον Αριστοτέλη, κάθε μορφή κοινωνίας, ώσμωσης δηλαδή, (communion or union), είναι μέρος της πόλης, η οποία και κυριότατη όλων των άλλων είναι και τις περιέχει3.

Τι, μ’ άλλα λόγια, ισχυρίζεται, ο Αριστοτέλης; Ότι τα τρία είδη των σχέσεων αυτών είναι πολιτικά, διότι εμπεριέχονται στην κυριότατη σχέση που είναι η Πόλη και διότι αποτελούν μέρη αυτής, μέρη δηλαδή μίας σχέσης εν δυνάμει ολοκλήρωσης της πόλης και των πολιτών της ταυτόχρονα. Και εξηγεί αναλυτικότερα, προτείνοντας να φτάσουμε στην πιο απλή διάσταση του κάθε αντικειμένου μελέτης.

Η σχέση αρσενικού και θηλυκού δεν είναι δυνατόν να αποφευχθεί4, διότι έτσι και μόνον επιτυγχάνεται η απόκτηση τέκνων και συνέχειας: να αφήσουν, δηλαδή, οι άνθρωποι πίσω τους κάποιον όμοιο. Και όχι μόνον. Διότι η σχέση, η κοινωνία όπως λέει, ανδρός και γυναικός δεν επιτρέπει μόνον την θεμελίωση του «οίκου», αλλά και την επιβίωση των μελών του, όπως και πιθανόν και την ευημερία, διότι η σχέση ανδρός και γυναικός, όχι μόνον αποσκοπεί στην συνέχεια του ζεύγους, αλλά και στην παραγωγή των άμεσων αγαθών επιβίωσης.

Είναι, δηλαδή, σχέση άμεσα παραγωγική αγαθών και συνεπώς «οίκο- νομική», χρηματιστική την ονομάζει, πριν απ’ όλα, αλλά δεν είναι δυνατόν να επιμείνουμε εδώ σε όλες του τις αναλύσεις με λεπτομέρεια. Πέραν αυτού, οι αντιλήψεις με τις οποίες συνδέεται και νομιμοποιείται, ή, με απλούστερα λόγια, γίνεται αποδεκτή από τους πολλούς, εμπεριέχονται στην ίδια την σχέση και θεσμούνται μέσα και μέσω της ίδιας της αποδοχής και της θέσμισής της. Η σχέση δηλαδή ανδρός και γυναικός, παρ’ όλον ότι από τον Αριστοτέλη εμφανίζεται κατ’ αρχήν ως «από την φύση της» πολιτική, είναι ταυτόχρονα και για τον ίδιο σχέση παραγωγής, διότι, πριν απ’ όλα, παράγει τέκνα και συνεπώς την συνέχεια του ζεύγους, και ταυτόχρονα, άμεσα, τα μέσα της επιβίωσης των μελών της.

Το ίδιο, επίσης, θα μπορούσαμε να πούμε και για την σχέση άρχοντος και αρχομένου, κυρίου, δηλαδή, και δούλου, η οποία, κατά τον Αριστοτέλη είναι συμπληρωματική της σχέσης ανδρός και γυναικός. Βέβαια, ο Αριστοτέλης ισχυρίζεται ότι έχουμε δούλους από την «φύση» τους, ενώ και κατά την εποχή του αμφισβητείται από πολλούς αυτό, και υποστηρίζεται ότι οι δούλοι είναι και γίνονται δούλοι μόνον δια των Νόμων ή και δια της βίας. Η συζήτηση ήταν και είναι και σήμερα σημαντική, παρ’ όλον ότι η δουλεία στην αρχαία Ελλάδα, δίχως αμφιβολία απαράδεκτη, ήταν μία διαφορετική κατάσταση από ότι ήταν η δουλεία, slavery, στις ΗΠΑ, ή κατά την διάρκεια της Φεουδαρχίας. Κατά τον Αριστοτέλη, όπως δείχνουν τα επιχειρήματά του, «φύση» δούλος είναι αυτός που δεν αποβλέπει και δεν σχεδιάζει για το μέλλον, και δεν δέχεται ή δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει παρά μόνον τις σωματικές του δυνάμεις για την επιβίωσή του, περιμένοντας βέβαια από τον άρχοντα ή τους άρχοντες να αναλάβουν τον σχεδιασμό. Γεγονός που σημαίνει ότι δεν αναλαμβάνει ούτε καν την ευθύνη αποφάσεων εκείνων που συνδέονται άμεσα με τον σχεδιασμό της ζωής του της ίδιας και του μέλλοντός του.

Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία, ότι ενώ τα κριτήρια του Αριστοτέλη είναι κατ’ αρχάς κριτήρια ικανοτήτων και δυνάμεων, φρόνησης και αποφασιστικότητας, ή ακόμη και πολιτικής αρετής, την οποία αποδίδει στον κύριο και ελεύθερο πολίτη, κριτήρια δηλαδή κατ’ εξοχήν πολιτικά, η κοινωνία-σχέση κυρίου και δούλου είναι εξίσου και σχέση συνεργασίας και παραγωγικής αγαθών, σχέση που αναπτύσσεται χάριν της επιβίωσης του «οίκου», όλων δηλαδή, των μελών του οίκου, συμπεριλαμβανομένων και των δούλων που έχουν ενταχθεί σ’ αυτόν. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία, συνεπώς, ότι η σχέση κυρίου και δούλου αναδύεται ως τέτοια και θεσμείται μέσω και μέσα αντιλήψεων εξίσου πολιτικών και οικονομικών, αποτελώντας ταυτόχρονα σχέση πολιτική, οικονομική και ιδεολογική. Άλλωστε, η κυρίαρχη αντίληψη στην εποχή μας, σύμφωνα με την οποία η σχέση δουλείας είναι πριν απ’ όλα σχέση παραγωγής αγαθών, οικονομική δηλαδή, και όχι σχέση πολιτική, και ω ς τέτοια βιώνεται, αποδεικνύει την δυναμικότητα των αντιλήψεων και των ιδεών στην ιστορική σύνθεση και θέσμιση κάποιων θεμελιωδών σχέσεων του ανθρώπου.

Ελευθερία
Προσωπικά, επειδή θεωρώ ότι η ελευθερία δεν είναι ένα δωμάτιο ή μια κοινωνία στην οποία εισέρχεται κάποιος και είναι αυτόματα ελεύθερος να πράξει αυτό που επιθυμεί ή θεωρεί ορθό, ή ακόμη ένα τεράστιο δωμάτιο ή μια κοινωνία μέσα στην οποία οι ελευθερίες λειτουργούν αυτόματα προς όφελός του καθενός ονομαζόμενου πολίτη, σήμερα διαπιστώνω ότι στις δυτικές κοινωνίες υπάρχουν δεκάδες και μερικές φορές εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι, οι οποίοι απέχουν ή και αρνούνται να αναλάβουν τις ελευθερίες που η ιστορία και οι νόμοι τους έχουν κατοχυρώσει. Απέχουν ή αρνούνται να αναλάβουν τις ευθύνες που ενυπάρχουν στις ελευθερίες αυτές, οι οποίες και είναι ευθύνες έναντι τόσο της κοινωνίας τους συνολικά, όσο και έναντι του κάθε μέλους της ξέχωρα, όπως και ευθύνες έναντι της ανθρωπότητας. Προσωπικά θεωρώ και υποστηρίζω ότι πρόκειται για σύγχρονες μορφές δουλείας, ανθρώπων που συνταγματικά και νομικά είναι ελεύθεροι.

Είμαστε αναπόφευκτα στην δική μας εποχή.

Είναι τα Μονοπώλια οργανώσεις οικονομικές ή πολιτικές. Πολιτικές βέβαια πριν απ’ όλα. Είναι οι αγορές πεδία και σύνθετες δομές σχέσεων οριοθετούμενες από συνήθειες, κανόνες και νόμους φιλίας και συνεργασίας, εκμετάλλευσης και έχθρας, και συνεπώς πολιτικές, ή είναι πεδία και σχέσεις αποκλειστικά χρηματιστικές και οικονομικές; Ποιος θα μπορούσε να απαντήσει ότι οι αγορές είναι πεδία και συνθέσεις σχέσεων πριν απ’ όλα ή και αποκλειστικά οικονομικές; Φοβάμαι κανείς. Είναι η ιδιοκτησία και η εργασία θεσμοί και δικαιώματα πολιτικά ή, αποκλειστικά και μόνον, οικονομικά. Πολιτικά βέβαια, πριν απ’ όλα, και ως τέτοια και μόνον ως τέτοια, και οικονομικά.

Τούτο σημαίνει ότι η παραγωγή, η κατανομή και η ανταλλαγή ή εμπορία προϊόντων, η μορφές συλλογικής και ατομικής ιδιοκτησίας, δηλαδή, όπως και ατομικής και συλλογικής εργασίας, οι τρόποι, μ’ άλλα λόγια, παραγωγής, κατανομής και ανταλλαγής προϊόντων, είναι την ίδια στιγμή και πριν απ’ όλα πράξεις πολιτικές. Διότι είναι, την ίδια στιγμή και πριν απ’ όλα, σχέσεις και πράξεις αμοιβαίας αναγνώρισης, ειρήνης και ασφάλειας, συνεργασίας και ενδεχόμενα κατανόησης. Θα ήταν αδύνατο να επινοηθούν, να προταθούν και να θεσμισθούν, εάν δεν ήταν, την ίδια στιγμή και πριν απ’ όλα, όλα αυτά ταυτόχρονα.

Θα μπορούσα, λοιπόν, να πω, καταλήγοντας εδώ σε κάποιο κατ’ αρχήν συμπέρασμα, ότι η λέξη «προϊόν», στους σύγχρονους καπιταλιστικούς τρόπους παραγωγής, δεν σηματοδοτεί παρά την απογύμνωση, ή, ορθότερα, την απόκρυψη του γεγονότος ότι τα αποτελέσματα της εργασίας των ανθρώπων οφείλονται σε σχέσεις πολιτικές μεταξύ των ανθρώπων, διότι και η εργασία είναι σχέση και πράξη κατ’ ουσία πολιτική. Και οι σχέσεις ακριβώς αυτές είναι η αμοιβαία αναγνώριση και η συνύπαρξη, η συνεργασία και η ανά πάσα στιγμή αναπόφευκτη σύνθεση του ατομικού και συλλογικού συμφέροντος και αγαθού. Η λέξη «προϊόν» αποκρύπτει το γεγονός ότι κάθε αποτέλεσμα της εργασίας των ανθρώπων είναι ταυτόχρονα πολιτικό αγαθό, όπως και ότι ο κάθε ιδιοκτήτης ή και εργαζόμενος, είναι πριν απ’ όλα πολίτης. Όλα, λοιπόν, συμβαίνουν με τέτοιον τρόπο ώστε θα μπορούσα να πω, ότι δεν είναι δυνατόν να είναι κανείς ιδιοκτήτης ή εργαζόμενος, ή και τα δύο μαζί, εάν δεν είναι μ έναν κάποιο τρόπο πολίτης, συνειδητός ή ασυνείδητος, μιας κάποιας κοινωνίας. Η δε ιδιότητα του πολίτη δεν προηγείται απλώς των ιδιοτήτων του ιδιοκτήτη και του εργαζόμενου, αλλά αποτελεί την πρωταρχική συνθετική τους βάση και υπάρχει σε κάθε σχέση ιδιοκτησίας και εργασίας, δημιουργίας, παραγωγής και κατανομής, όπως και ανταλλαγής και εμπορίας.

Είναι η Πολιτική αυτή που προσδιορίζει την οικονομία εξ αιτίας της συνθετικής προτεραιότητάς της στο περιεχόμενο των οποιωνδήποτε σχέσεων που αναπτύσσουν οι άνθρωποι στα πλαίσια της οποιασδήποτε κοινωνίας; Η απάντησή μου δεν μπορεί να είναι παρά θετική. Οφείλουν οι πολιτικές ηγεσίες να οραματίζονται και να σχεδιάζουν πριν απ’ όλα και ταυτόχρονα την συνολική παραγωγή και κατανομή όλων των αγαθών σε μία κοινωνία, αναγνωρίζοντας ότι είναι διαδικασίες πριν απ’ όλα της πολιτικής σκέψης και πράξης, και συνεπώς της πολιτικής τέχνης; Δίχως καμία αμφιβολία ναι.

Οι αγορές, όπως όλα δείχνουν, δεν μπορούν να αυτορυθμίζονται ή να ρυθμίζονται από τους δικούς τους χρηματιστικούς θεσμούς και μόνον, όταν όλες οι σχέσεις, όλες οι αντιλήψεις και πράξεις μέσα και μέσω των οποίων αναδύονται και θεσμούνται ως πεδία σκέψης και πράξης οφείλονται στην πολιτική θεσμική τους συγκρότηση και οργάνωση και όταν από την ρύθμιση αυτή εξαρτάται η επιβίωση και η ευημερία των κοινωνιών ως πολιτικές ολότητες ανθρώπων. Η ερώτηση είναι απλή: εργάζομαι για να συμφιλιωθώ με κάποιον ή κάποιους, δημιουργώντας αγαθά της επιβίωσης και της ευημερίας της δικής μου και αναπόφευκτα και των άλλων, ή εργάζομαι για να εκμεταλλευτώ τον οποιονδήποτε κατά την διάρκεια της εργασίας μου.

Γνωρίζετε κάποια σημαντική οικονομική κρίση από την οποία κάποια κοινωνία ή οι κοινωνίες, έστω της Δύσης και κατά τον προηγούμενο αιώνα, να εξήλθαν με αποφάσεις και δράσεις που ανέλαβαν και εξετέλεσαν οι αγορές και οι τραπεζικοί ή άλλοι θεσμοί τους, αποκλειστικά μόνες τους; Ή μήπως πολιτικές και κυβερνητικές ήταν όλες οι αποφάσεις με τις οποίες οι κοινωνίες της Δύσης εξήλθαν από τις πρόσφατες κρίσεις που γνωρίζουμε, ή και ενδεχόμενα εισήλθαν σ’ αυτές; Εάν είναι έτσι, για πιο λόγο θα πρέπει να εμπιστευόμαστε τους θεσμούς και τους μηχανισμούς της αγοράς και των αγορών;

Βέβαια, θα οφείλαμε στην συζήτηση αυτή να λάβουμε υπ’ όψιν μας τις προσεγγίσεις που ανέπτυξε ο Κάρολος Μαρξ και όσες αναπτύχθηκαν στην συνέχεια ως μαρξιστικές σχετικά με τον καθοριστικό ρόλο της οικονομίας και των οικονομικών σχέσεων στην συνολική δομή, ή στο συνολικό οικοδόμημα της κοινωνίας,. Οι συζητήσεις σχετικά με την υποδομή και την υπερδομή, όπως και οι παράλληλες θέσεις του Μαρξ σχετικά με τον επίσης καθοριστικό ρόλο της πάλης των τάξεων στην πορεία μετασχηματισμού, ανατροπής και οργάνωσης των κοινωνιών, είναι πολύ ευρείες έστω και για να θιγούν σε μία εργασία όπως η παρούσα. Το σημείο όμως αντιμετώπισης όλων αυτών των θεωρήσεων οφείλουμε να το εντοπίσουμε στην σύνθεση και την κεντρική δομή της κοινωνίας, την οποία ο Μαρξ ονομάζει «τρόπο παραγωγής».

Ο «ειδικός συνδυασμός των σχέσεων παραγωγής και των δυνάμεων παραγωγής», ο οποίος αποτελεί τον πυρήνα του τρόπου παραγωγής, αποτελεί, επίσης, με βάση την προσέγγιση που επιχείρησα να παρουσιάσω εδώ, (ανεξάρτητα όμως από τις προσεγγίσεις του Μαρξ και των μαρξιστών,) και το σημείο εκκίνησης της μελέτης όλων αυτών των ζητημάτων. Οι σχέσεις παραγωγής είναι οι σχέσεις ιδιοκτησίας και οι σχέσεις εργασίας, και μπορούν κάλλιστα με μελετηθούν όπως ήδη επιχείρησα να το πράξω ως σχέσεις εξίσου πολιτικές, οικονομικές και ιδεολογικές. Ενώ οι παραγωγικές δυνάμεις, αποτελούμενες από όλες τις δυνάμεις εργασίας των μελών μια κοινωνίας, από τα εργαλεία, αλλά και από τις ανεπτυγμένες μορφές γνώσης, φέρουν στην σύνθεσή τους εξίσου τα αγαθά της αναγνώρισης και της ειρήνης, της συνεργασίας και της συλλογικότητας, ή της εκμετάλλευσης και της έχθρας, διαμέσου των οποίων οι κοινωνίες διατηρούν και αναπαράγουν την πολιτική τους ενότητα.

Θα πρέπει η Ευρωπαϊκή Ένωση να αναλάβει την πολιτική διαχείριση των αγορών; Η απάντηση εξαρτάται αναπόφευκτα από την πολιτική και ιστορική, όπως και επιστημονική παιδεία του καθενός, αλλά και των κοινωνιών του ανθρώπου ως συνόλων.

Για να απαντηθούν βέβαια επαρκώς όλες οι ερωτήσεις, και για να αναπτυχθεί μία πλήρης θεωρητική και ιστορική υποστήριξη των υποθέσεων, μία αναλυτική εργασία πολύ μεγαλύτερου μεγέθους από την παρούσα είναι απαραίτητη.

διαβάστε επίσης