Γιώργου Γραμματικάκη και Μίλτου Κύρκου
Γιώργος Γραμματικάκης
Μια που δεν έχω συνηθίσει το δικό μου αξίωμα ακόμα, παραμερίζω και τα δικά σας ποικίλα αξιώματα και θα σας αποκαλώ όλους φίλες και φίλοι. Το μέγεθος βέβαια των ευθυνών που οι Έλληνες πολίτες εναπόθεσαν στο πρόσωπο του Μίλτου Κύρκου και το δικό μου, δεν υπήρξε πηγή μόνο μεγάλης συγκίνησης, αλλά πρέπει να ομολογήσω και κάποιου δέους.
Την εποχή αυτή η Ελλάδα εξακολουθεί να σύρεται από τις πολιτικές της παθογένειας, ενώ η πορεία της Ευρώπης χρειάζεται αναθεωρήσεις και ριζικές τομές. Δεν είναι βέβαια ασύνδετες οι δυο διαδρομές. Η σημερινή περίσταση επιβάλλει ωστόσο, τουλάχιστον σε εμένα, να εστιάσω στο θολό τοπίο του ελληνικού παρόντος και του μέλλοντος.
Είναι λοιπόν σπουδαίο ότι το ΠΟΤΑΜΙ αποκτά σήμερα τα οργανωτικά του θεμέλια και ολοκληρώνει, ελπίζω, την πολιτική του ταυτότητα. Στις ευρωεκλογές ξεπέρασε τις ποικίλες δολιοφθορές, αλλά και τη διαβολή. Επίσης τις δικές του αδυναμίες. Η εκλογική του παρουσία αποτέλεσε, το ξέρετε όλοι, ένα άθλο ψυχικής ορμής και νέου πολιτικού ύφους.
Ο Σταύρος Θεοδωράκης που ξέρει γενικά να ακούει, εδώ δεν άκουσε απλώς τη μυστική βοή των πλησιαζόντων γεγονότων. Έδωσε σχήμα και περιεχόμενο στην αναμονή τους και αναδύθηκε έτσι σε ένα αυθεντικό και άλλου βέβαια ύφους πολιτικό ηγέτη.
Καθώς λοιπόν αυτό το τριήμερο των υψηλών θερμοκρασιών, ένας άλλος συμβολισμός, το ΠΟΤΑΜΙ θα κάνει ένα ακόμη μεγάλο βήμα, το καίριο ερώτημα που ανακύπτει είναι ποια Ελλάδα λοιπόν θέλουμε; Εμείς το ΠΟΤΑΜΙ, οι πολίτες που μας παρακολουθούν από τις όχθες του και στέλνουν χιλιάδες μηνύματα συμπαράστασης, αλλά νομίζω και αγωνίας απ’ όλη την Ελλάδα. Ποια Ελλάδα λοιπόν είναι η επιδίωξή μας; Στοιχειώδες, όπως θα έλεγε και ο Σέρλοκ Χολμ για να συνεχίσει ανάβοντας την πίπα του, μα απλούστατα η παράλληλη Ελλάδα.
Θα μου επιτρέψετε να επιμείνω λίγο στην καθοριστική αυτή έννοια. Την Ελλάδα, την πορεία της στο χρόνο και την ιστορία είναι δύσκολο να συλλάβει κανείς με κάποια καθιερωμένη λογική, τόσο κοντά είναι στον τόπο μας το μεγαλείο με την ευτέλεια. Η ανάταση με την καταστροφή. Υπάρχει όμως μια επίμονη διαπίστωση, που νομίζω ότι αγγίζει τον πυρήνα του προβλήματος, ότι στην Ελλάδα που βιώνουμε και συνήθως βέβαια διαψεύδει τις αξίες και τα όνειρά μας, αντιτάσσεται από τότε που γνωρίζουμε την ιστορία μας, η άλλη Ελλάδα, η παράλληλη Ελλάδα.
Την παράλληλη Ελλάδα συνιστούν άνθρωποι ή αιχμές ανθρώπων που σε πείσμα της περιρρέουσας ατμόσφαιρας εξακολουθούν να πράττουν το σωστό και το δύσκολο να πορεύονται με ευθύνη, αλλά και ήθος στα πανεπιστήμια, αλλά και σε μια δημόσια υπηρεσία. Στο μικρόκοσμο της καθημερινότητας, αλλά και σε ένα νοσοκομείο. Στον άνθρωπο της βιοπάλης, αλλά και σε κάποιο πολιτιστικό σύλλογο η παράλληλη Ελλάδα είναι συχνά παρούσα.
Κάποτε μάλιστα αγαπητοί φίλοι με τρόπο εκθαμβωτικό, εκεί μάλιστα ανήκαν και οι δικοί μας εθελοντές που με το πρυτανικό μου τότε δικαίωμα προήγαγαν γρήγορα σε συνοδοιπόρους μας. Με αυτή τη θεώρηση ένα αίτημα αναδύεται κυρίαρχο, συνοψίζεται στην ανάγκη η Ελλάδα που ξέρουμε να συγκλίνει όσο γίνεται με την άλλη Ελλάδα, την παράλλη Ελλάδα.
Είναι ένα αίτημα βαθύτατα πολιτικό που υπερβαίνει τα κόμματα ή τις συνήθεις εξαγγελίες τους. Δεν αρνείται βέβαια τη συλλογικότητα, εστιάζει όμως με έμφαση στη ξεχασμένη αρετή της προσωπικής ευθύνης. Την έννοια της παράλληλης Ελλάδας ανέδειξε, ίσως μάλιστα ασυνείδητα με το ευρωψηφοδέλτιό του το ΠΟΤΑΜΙ, διότι οι υποψήφιοί του πολλοί και το λέω ειλικρινά, θα μπορούσε να είναι στην δική μου θέση σήμερα, είχαν ένα έργο να επιδείξουν, πάλεψαν για το κοινό καλό ή για να δημιουργήσουν μια νησίδα υπερηφάνειας στη ζωή τους.
Το στίγμα πάντως ήταν σαφές. Αποκοπή από αυτό που λέμε παλιό πολιτικό κόσμο, τις συνήθειες και τις αγκυλώσεις του. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι και εκεί στον πολιτικό μας κόσμο δεν υπήρξαν ή δεν υπάρχουν τα στελέχη που προσπάθησαν για το καλύτερο. Και συχνά μάλιστα έδωσαν σπουδαία δείγματα γραφής, όπως άλλωστε τόνιζε από την αρχή ο Σταύρος, η Ελλάδα χρειάζεται συνεργασίες και είναι πια αδύνατο να κυβερνάται από το 1/3 και τους άλλους όλους αντιπάλους.
Μόνο που η συνεργασία άλλων δυνάμεων με το ΠΟΤΑΜΙ, αν ποτέ έρθει, θα στηρίζεται, ελπίζω, σε κάποιες αρχές, σε ένα πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων και δεν θα είναι απλώς μια κυνική διανομή της εξουσίας.
Στο θέμα άλλωστε των πολιτικών θέσεων που επίσης διατυπώνονται επίμονα, θα μου επιτρέψετε να αποκλίνω λίγο από τη γενική αντίληψη. Πρώτα γιατί η ελληνική ιστορία διδάσκει ότι οι πολιτικές θέσεις επειδή χαρακτηρίζονται συνήθως από ευχολόγια ή λαϊκισμό, ακυρώνονται γρήγορα κατά την άσκηση της εξουσίας.
Δεύτερο. Επειδή τα προβλήματα σήμερα είναι σύνθετα. Συχνά αιφνιδιαστικά και για την αντιμετώπισή τους δεν απαιτείται μόνο πολιτική αίσθηση ή σχεδιασμός. Επίσης και τεχνοκρατική γνώση. Περισσότερο λοιπόν από πολιτικές θέσεις –το υπογραμμίζω από την πλευρά μου- μας χρειάζονται άξιοι άνθρωποι. Είναι αυτοί που αποκλειόταν μέχρι σήμερα από το πολιτικό μας σύστημα με τις κομματικές του παρωπίδες και τα φαινόμενα ανακύκλωσης των στελεχών του.
Δεν είναι άλλωστε περίεργο ότι ο διάλογος για μια ενιαία έκφραση της κεντροαριστεράς –το τονίζω- θεωρώ ότι αποτελεί ένα γνήσιο και πιεστικό λαϊκό αίτημα, κινδυνεύει να βυθιστεί πριν καν αρχίσει, διότι όπως και στο πρόσφατο παρελθόν, συνοδεύεται από δογματική ή κενή περιεχομένου φλυαρία, ενώ η καχυποψία και οι κομματικές ιδιοτέλειες, έχουν ήδη βαρύνει την ατμόσφαιρα.
Η επιθυμία πάντως του Συνεδρίου, αλλά και επιθυμία ισχυρή της κοινωνίας είναι νομίζω η έξοδος. Εννοώ την έξοδο από τους άγονες κύκλους που διαγράφει σήμερα η πατρίδα, από το κλίμα της εντάσεως και των μονολόγων που κυριαρχεί στις συζητήσεις ή τις τηλεοπτικές οθόνες, βιώνουμε –φοβούμαι- ένα θέατρο του παραλόγου που μοιάζει να έχει όμως πολλούς συγγραφείς. Αφήνει ωστόσο αμήχανους τους θεατές του.
Έξω λοιπόν στον καθαρό αέρα. Εκεί που κυριαρχεί το ερώτημα τι μπορούμε να κάνουμε και όχι το σημαντικό βέβαια, αλλά νομίζω εξαντλημένο ποιος φταίει. Σε αυτή την έξοδο μας καλεί νομίζω μια κοινωνία σε απόγνωση. Εκεί έγκειται η αξία, αλλά και το νόημα του σημερινού συνεδρίου, διότι τουλάχιστον όπως συνάγεται από το πρόγραμμα, θα επιχειρήσει να δει με νέα ματιά έξω δηλαδή στον καθαρό αέρα ορισμένες έννοιες πρωταρχικές. Όπως λένε οι σοφοί, είναι απαραίτητες για την πορεία, τη σταθερή πορεία ενός τόπου.
Αγαπητοί φίλοι, διατύπωσα στην αρχή της ομιλίας μου ένα αίτημα με αλαζονεία χαρακτήρισα βαθύτατα πολιτικό. Συνοψίζεται, είπα τότε στην ανάγκη, η Ελλάδα που ξέρουμε να συγκλίνει αργά αλλά σταθερά με την άλλη Ελλάδα. Την Ελλάδα του μόχθου και της δημιουργίας. Την παράλληλη Ελλάδα.
Και να το διατυπώσω και με ένα επίκαιρο πολιτικό σύστημα, δεν αρκεί το χρέος να γίνει βιώσιμο, βιώσιμη πρέπει να γίνει η ίδια η πατρίδα. Δεν αγνοώ βέβαια την παραδοξότητα του αιτήματος, ούτε το ανέφικτο της γεωμετρίας του. Είναι σε όλους σας γνωστό ότι στη φημισμένη γεωμετρία του Ευκλείδη που μας βασάνισε νομίζω πολύ στα σχολεία μας, οι παράλληλες δεν συγκλίνουν. Ούτε βέβαια τέμνονται.
Υπάρχει όμως και μια άλλη εναλλακτική γεωμετρία που θεμελίωσε το 19ο αιώνα ένας Ρώσος μαθηματικός και επεξέτεινε αργότερα ο σπουδαίος Μπέρναρντ Ρίμαν. Την παράδοξη αυτή γεωμετρία, τη μη Ευκλείδεια οι παράλληλες επιτρέπεται να συγκλίνουν ή και να τέμνονται. Ενώ όμως θεωρήθηκε ακόμα και από τον ίδιο το Ρίμαν ότι η γεωμετρία αυτή δεν έχει με τον πραγματικό κόσμο καμία σχέση, η μεγάλη ανατροπή δεν άργησε να έρθει. Όπως αποκάλυψε η μεγαλοφυία του Αϊνστάιν ο χορόχρονος είναι καμπυλωμένος. Και η γεωμετρία του σύμπαντος μη ευκλείδεια. Είναι λοιπόν εφικτή η σύγκλιση των παραλλήλων.
Σε αυτή μάλιστα τη νέα γεωμετρία θεμελιώθηκε η γενική θεωρία της σχετικότητας που ερμηνεύει με τρόπο εκπληκτικό τη δομή, αλλά και την εξέλιξη του σύμπαντος. Δεν χρειάζεται νομίζω να συνεχίσω.
Το σημερινό συνέδριο ελπίζω να επιβεβαιώσει ότι ζούμε σε ένα χώρο μη Ευκλείδειο. Όποια όμως και αν είναι τα συμπεράσματά του θα έχει κάνει ένα μεγάλο ήδη βήμα προς τη ζωογόνο αντίληψη που ήθελε τα πολιτικά κόμματα προπομπούς της κοινωνίας και της ελπίδας των ανθρώπων. Ευχαριστώ πολύ.
Μίλτος Κύρκος
Την δική μου ομιλία θα την καταθέσω αύριο στη διαδικασία του διαλόγου που είναι και το πιο σημαντικό κομμάτι που έχουμε να κάνουμε, όχι μόνο αυτές τις μέρες, αλλά και να προχωρήσουμε μέχρι να καταθέσουμε το περίφημο σχέδιο εθνικής δράσης, ή όπως κάποιοι άλλοι παλιότεροι το λέγανε, τους στόχους του έθνους.
Δεν θα σας κουράσω λοιπόν. Απλώς να μοιραστούμε μια εικόνα που κερδίσαμε από τις Βρυξέλλες αυτές τις τέσσερις εβδομάδες που είμαστε εκεί. Έφτασε μια στιγμή μια πρόσκληση σε εμάς που έλεγε ο κ. Σουλτς, ο Πρόεδρος, σας καλεί στην έπαρση της σημαίας της Ευρώπης και στον ύμνο της Χαράς που θα το παρακολουθήσουμε την Δευτέρα στο Στρασβούργο. Θα παρακολουθήσουμε με χαρά το άγημα του EuroCorps να σηκώσει τη σημαία και τη χορωδία της στρατιωτικής ομάδας που θα τραγουδήσει τον ύμνο της Χαράς. Μας έπιασε λίγο ανατριχίλα. Για μας ο ύμνος της Χαράς βεβαίως είναι ο ευρωπαϊκός ύμνος, δεν έχει άμεση σχέση με το EuroCorps, ή γενικά με στρατιώτες.
Μιλήσαμε με τον Γιώργο και αυτό που προτείναμε στον S & D που είχαμε εκείνη τη στιγμή συνεδρίαση, είναι ότι η Ευρώπη πρέπει να αλλάξει. Έχει αλλάξει ένα ολόκληρο Ευρωκοινοβούλιο, πρέπει τη σημαία να βρούμε νέους ανθρώπους να τη σηκώσουν, γιατί αυτή είναι η γενιά της κρίσης, αυτό πρέπει να το σηματοδοτήσει το Κοινοβούλιο και πρέπει να τραγουδήσει η χορωδία των φοιτητών του Στρασβούργου και όχι η EuroCorps, το οποίο τιμούμε φυσικά.
Το πήγαμε στα όργανα, απερρίφθη μετ’ επαίνων, παρ’ όλο που οι συνάδελφοι το χάρηκαν. Ήταν ένα μάθημα. Δεν πήγαμε στην ενωμένη αριστερά μαζί, δεν πήγαμε στο Λαϊκό Κόμμα. Δεν πήγαμε στους Φιλελεύθερους. Δεν κάναμε τις συμμαχίες μας, δεν βρήκαμε βουλευτές εκεί, που θα μπορούσαν απ’ όλα τα κόμματα να το στηρίξουν, ώστε οι κομματικές γραφειοκρατίες να μην έχουν το φόβο ότι κι αν εμείς το πούμε και οι άλλοι δεν θέλουν θα αλλάξει μια παράδοση χρόνων. Δεν κάναμε καλά τη δουλειά μας. Σας υποσχόμαστε αυτό είναι μάθημα, τις άλλες φορές θα κάνουμε πολύ καλύτερα.
Τώρα θα ήθελα να καλέσω στο βήμα τον άνθρωπο που έβαλε το κεφάλι του στο ντορβά, γι’ αυτό τον ευχαριστούμε. Αυτός φταίει που είμαστε όλοι μαζί. Το Σταύρο Θεοδωράκη.