Πώς ξεκινήσαμε

Δεν ξέρω πώς να αρχίσω. Όσο κι αν έχω προετοιμαστεί γι’ αυτή τη στιγμή, νιώθω μια αμηχανία. Ας ξεκινήσω λοιπόν από το τέλος. Μπορεί να υπάρξει πολιτική χωρίς κομματικό παρελθόν; Να βγω εγώ, να βγεις εσύ, να βγούμε πολλοί, να γίνουμε ένα ΠΟΤΑΜΙ που θα αλλάξει την Ελλάδα;

Ας τα πάρουμε ένα ένα. Η ιδέα δεν είναι μόνο δική μου. Κάθε πρωί, κάθε βράδυ, η δεύτερη φράση που λένε οι άνθρωποι που συναντώ είναι «τι θα κάνουμε;». Πολλές φορές η αφορμή είναι κάτι που έγραψα ή κάτι που έδειξα στην τηλεόραση. Άλλες πάλι είναι τα πρωτοσέλιδα, οι κυβερνητικές αποφάσεις και οι πολιτικοί καυγάδες. Όλοι σ’ ένα αδιέξοδο. Ακόμη κι αυτοί που έχουν αποφασίσει τι θα ψηφίσουν, μετά από δυο- τρεις κουβέντες αναρωτιούνται «έχουμε άλλη λύση;».

Η ιδέα λοιπόν είναι δική σας. Των φοιτητών που με βρήκαν στη Λέρο. Της παρέας που με σταμάτησε στον Βόλο. Των πιτσιρικάδων που μου τηλεφωνούν απ’ τα Χανιά. Του συνεταιρισμού που επισκέφθηκα στα Γιάννενα. Αυτών που με φώναξαν στην Αριστοτέλους. Ίσως βέβαια και να τους παρεξήγησα κιόλας και να κατάλαβα λάθος. Γιατί κανείς από αυτούς δεν μου είπε να κάνουμε κόμμα. Μου είπαν όμως ότι οι πολιτικοί μας ζουν σε άλλον κόσμο, ότι τους ενδιαφέρει μόνο η εξουσία, ότι έχουν πάρει διαζύγιο από τη λογική. Ότι η ζωή πρέπει να προχωρήσει κι αυτοί – οι πολιτικοί δηλαδή- είναι μονίμως στα χαρακώματα να σκιαμαχούν με το παρελθόν.

Και μετά είναι οι ουρές στις στάσεις των λεωφορείων. Πρωί πρωί να βλέπεις 40-50 ανθρώπους να περιμένουν στα πεζοδρόμια. Το λεωφορείο να περνά και να παίρνει τους μισούς κι οι άλλοι μισοί να πρέπει να περιμένουν το επόμενο. Να αργούν στη δουλειά τους, στο πανεπιστήμιό τους, στον γιατρό τους. Και κανείς να μην έχει σκεφτεί ότι το πρωί πρέπει να κυκλοφορούν περισσότερα λεωφορεία.

Τα τελευταία χρόνια με φωνάζουν συχνά οι μαθητές στα λύκεια. Να τους μιλήσω για τη ζωή «εκεί έξω». Στη Θεσσαλονίκη, στη Ρόδο, στο Περιστέρι, στη Νέα Ιωνία, στο Πόρτο Ράφτη. Συζητάμε. Ε, λοιπόν σας λέω ότι τα έχουν καταλάβει όλα. Τα λάθη των πατεράδων τους, τα λάθη όλων μας. Ότι σκεφτόμαστε το συμφέρον για την ομάδα, το σπίτι, το κόμμα κι όχι το δημόσιο συμφέρον.

«Και με το χρέος τι θα κάνεις;» Θα φωνάζουν ήδη, αυτοί που θεωρούν γραφικές τις ιστορίες με τα λεωφορεία και τους μαθητές. Θα σας πω. Η επιβίωση μιας χώρας δεν μπορεί να εξαρτάται από την καλοσύνη των δανειστών της. Ωραία λοιπόν, θα στείλουμε τους καλύτερους διαπραγματευτές – αυτό είναι εύκολο. Το θέμα είναι όμως τι κάνεις εσύ για την πατρίδα σου και όχι τι σκόντο θα σου κάνουν αυτοί που σε δανείζουν. Πώς θα ξαναχτίσεις την οικονομία; Ποιοι θα επενδύσουν; Πώς θα έρθουν πίσω τα λεφτά; Ποιοι θα πάρουν το ρίσκο και πώς θα τους κάνεις να σε εμπιστευτούν; Αυτοί που κυβερνούν φοβίζουν κάθε μέρα όσους ακόμα επενδύουν σε αυτή τη χώρα και αυτοί που θέλουν να κυβερνήσουν τρομοκρατούν και τους επόμενους. Λες και όλοι πρέπει να γίνουμε δημόσιοι υπάλληλοι ή εργάτες πολυεθνικών. Δεν έχω τίποτα με τους κολοσσούς που έρχονται από την Αμερική ή τη Ρωσία αλλά ντρέπομαι όταν στα ράφια βλέπω ελληνικά βότανα σε συσκευασία Κίνας. Οι Έλληνες καινοτομούν στο εξωτερικό και εδώ παλεύουν με τους φόρους και τη γραφειοκρατία.

Τα ξέρετε τα νούμερα της ανεργίας. Και ειδικά των νέων. Οι γρήγορες τσαπατσούλικες λύσεις κατέστρεψαν πολλές ζωές. Οικογένειες κατρακυλούν στη φτώχεια. Κοινωνικές δομές που υποστήριζαν τους αδύναμους, κλείνουν. Από τη σπατάλη περάσαμε μεμιάς στη τσιγγουνιά.

Νέοι επαγγελματίες – δουλεύουν δε δουλεύουν – πρέπει κάθε μήνα να πληρώνουν για ασφάλιση «μισό μισθό». Αντί να επιβραβεύουμε αυτούς που δημιουργούν, να τους δίνουμε κίνητρα να κάνουν τις δικές τους δουλειές, αναμασάμε τις ίδιες και τις ίδιες ιστορίες φοροδιαφυγής. Κάθε μήνα ανακοινώνεται ένας νέος φόρος ή «διορθώνεται» ένας παλιός. Παράλληλα μια ιατρική επέμβαση στην Ελλάδα θέλει 10.000€ και στη Γερμανία 100€ ενώ ένα στα τρία παιδιά δεν έχει θέση σε κρατικό παιδικό σταθμό.

Θα το έχετε μάθει. Μέχρι και στα Τίρανα άρχισαν να πηγαίνουν Έλληνες φοιτητές. Αντί λοιπόν να κάνουμε εδώ τις σχολές, δίπλα σε καλά, ισχυρά, δημόσια πανεπιστήμια, προτιμάμε να στέλνουμε τα παιδιά μας στη Ρουμανία. Ο κατάλογος με τα παράλογα είναι ατέλειωτος. Στο Λεκανοπέδιο της Αττικής έχουμε είκοσι στρατόπεδα. Γιατί; Πέρα από το να υπηρετούν τα παιδιά των υπουργών και των υποστηρικτών τους, σε τι άλλο χρησιμεύουν τόσα στρατόπεδα στην Αθήνα; Οι δικαστικές αποφάσεις καθυστερούν 5,7,10 χρόνια – οι φτωχοί δεν μπορούν να βρουν το δίκιο τους – και οι ελληνικές φυλακές είναι γεμάτες με προφυλακισμένους.

Είμαστε η χώρα με τα περισσότερα θανατηφόρα ατυχήματα στον δυτικό κόσμο. Τις περισσότερες καισαρικές. Τα περισσότερα φροντιστήρια. Και από την άλλη ανοίγουμε τα λιγότερα βιβλία, έχουμε τους λιγότερους εθελοντές αιμοδότες, τους λιγότερους πλέον, ευεργέτες. Και στο κέντρο της Αθήνας κάθε πρωί έχει δύο τουλάχιστον συγκεντρώσεις. Κλείνουν οι συγκοινωνίες, σταματά η ζωή, για να πιέσουν ποιον; Τον υπουργό που τους βλέπει πίσω από τα φιμέ τζάμια; Πολίτες σε απόγνωση μπροστά σ’ ένα κράτος κουφό. Έχει επικρατήσει η άποψη ότι αν δεν παραβιάσεις εσύ τον νόμο κάποιος άλλος θα βρεθεί να τον παραβιάσει και θα κερδίσει απ’ αυτό. Θα πρέπει λοιπόν να γυρίσουμε στην αρχή και να κάνουμε μια νέα κοινωνική συμφωνία. Δικαιοσύνη στα μικρά και τα μεγάλα. Δικαιοσύνη, αξιολόγηση και αξιοκρατία. Αυτό θα κρατήσει εδώ τα νέα μυαλά που σήμερα φεύγουν σαν κυνηγημένα γιατί ξέρουν ότι δουλειές στην Ελλάδα κάνουν οι «κολλητοί» και τα «λαμόγια». Αυτός ο φαύλος κύκλος όμως πρέπει να σπάσει.

Μικρότερη Βουλή και όχι άλλη μια Γερουσία όπως σκέφτονται κάποιοι τις τελευταίες μέρες. Οι πολίτες να μπορούν να ψηφίζουν εκτός από το κόμμα της επιλογής τους και τον υποψήφιο της περιοχής τους από ενιαία λίστα. Κατάργηση όλων των προστατευτικών διατάξεων που είχαν οδηγήσει στο ακαταδίωκτο των πολιτικών. Γιατί θα πρέπει να θυμόμαστε ότι οι πολιτικοί που λογοδοτούν σήμερα στη Δικαιοσύνη, είχαν αθωωθεί και από τη Βουλή (και από τα κόμματά τους βέβαια). Εκλογές κάθε τέσσερα χρόνια για να πάψει επιτέλους να κυκλοφορεί το μαύρο πολιτικό χρήμα. Εδώ θέλω να κάνω μια στάση. Τις τελευταίες δεκαετίες βρισκόμαστε συνεχώς σε μια εσαεί προεκλογική περίοδο. Η κυβέρνηση δεν τολμά γιατί υπάρχει το πολιτικό κόστος και η αντιπολίτευση δεν συναινεί γιατί «σήμερα – αύριο πέφτει η κυβέρνηση». Και από κοντά οι υποστηρικτές με τα μεγάλα πορτοφόλια. Κάποιοι τζογάρουν στην «πτώση», κάποιοι στην «παραμονή» και οι πιο χουβαρντάδες «παίζουν» σε όλα τα ταμπλό.

Τα τελευταία τριάντα χρόνια έχω γνωρίσει από κοντά όλους τους πολιτικούς ηγέτες. Όλοι μπορούσαν μόνοι τους. Έλεγες στον ένα «βοήθα να γίνει αυτό», σου απαντούσε «όχι τώρα – όταν θα γίνω πρωθυπουργός». Άνθρωποι χωρίς κανένα δείγμα γραφής πουθενά, να τους ακούς να λένε «όταν θα έρθω στα πράγματα θα τα αλλάξω όλα». Πώς; Δούλεψες; Έχεις ανεβάσει έστω ένα ρολό μαγαζιού στη ζωή σου; Κατάφερες ποτέ κάτι μόνος σου; Όχι! Έχουν όμως το κληρονομικό χάρισμα της πολιτικής.

Τα προβλήματα της χώρας δεν μπορεί να τα λύσει πια κανένα 25%. Πρέπει να υπάρξει ένα εθνικό σχέδιο και ένα 50% που θα κάνει και τους άλλους Ευρωπαίους να αισθανθούν ότι «αυτή τη φορά οι Έλληνες είναι αποφασισμένοι». Πώς θα προκύψει αυτό το 50%; Με συνεργασίες βέβαια. Όχι με την ενότητα των δικών μας, αλλά με την ενότητα των διαφορετικών.

Να δούμε τα κοινωνικά προβλήματα με τη λογική, χωρίς δογματισμούς και αγκυλώσεις. Μετανάστες, ναρκωτικά, σκουπίδια. Όλα αυτά σε άλλες χώρες είναι αφορμή για λύσεις, εδώ είναι αιτίες πολέμων. Οι μετανάστες δεν είναι κακοί, αλλά ούτε χωράνε όλοι. Εκτός αν τους θέλουμε επαίτες στα συσσίτια της εκκλησίας. Αυτοί που ζουν εδώ πρέπει να ψηφίζουν στις τοπικές εκλογές, και τα παιδιά τους στο σχολείο να σηκώσουν και τη σημαία αν το αξίζουν. Τόσο απλά. Η πρέζα έχει κυριεύσει την επαρχία. Δέκα περιοχές της χώρας – νησιά και πρωτεύουσες νομών – ζητούν εδώ και χρόνια εναγωνίως ένα πρόγραμμα υποκατάστατων, μια θεραπευτική κοινότητα. Στην Αθήνα όμως οι υπηρεσίες δεν μπορούν να αποφασίσουν ποιος από όλους θα τους σώσει (παρεμπιπτόντως: προτιμάμε να σφάζονται στις φυλακές παρά να δίνουμε μεθαδόνη στους εξαρτημένους) . Και τα σκουπίδια δεν είναι παιγνίδι κολοκυθιάς. Αντί να ανακυκλώνουμε και να κομποστοποιούμε, τα πετάμε όλα στα δάση ή στη θάλασσα. Στα ψάρια του Αιγαίου ανιχνεύονται ίχνη πλαστικού στα σπλάχνα τους. Θα κάνουμε κάτι γι’ αυτό ή θα είναι ένα από τα «δωράκια» μας στις επόμενες γενεές;

Την Ελλάδα θα σώσει το χώμα, ο ήλιος και η θάλασσα. Αρκεί να το πάρουμε απόφαση και να επενδύσουμε δυναμικά και έξυπνα σε αυτά. Χώμα – γεωργία, κτηνοτροφία. Ήλιος – ενέργεια αλλά και υγεία και ευτυχία. Θάλασσα – ψάρια και τουρισμός. Αντί λοιπόν να γκρεμίσουμε γρήγορα τις ασχήμιες που δημιούργησαν οι δεκαετίες του κιτς και να φτιάξουμε έναν νέο αναπτυξιακό χάρτη, αλληλοσυγχαιρόμαστε που οι τουριστικοί πράκτορες επιλέγουν την Ελλάδα όταν καίγεται η Αίγυπτος ή η Τουρκία.

Για να φύγουμε όμως μπροστά πρέπει να γκρεμίσουμε το γραφειοκρατικό σύστημα που θρέφει τα κόμματα. Το κάθε θέμα σήμερα είναι αρμοδιότητα ενός υπουργού, ενός αναπληρωτή υπουργού, 3-4 υφυπουργών, μιας ντουζίνας γενικών γραμματέων και κομματικών διευθυντών. Πρέπει επειγόντως να μειώσουμε την απόσταση που μας χωρίζει από το πρόβλημα. Να αφήσουμε τους βαρύγδουπους τίτλους (υπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού – δηλαδή; υπουργός Δικαιοσύνης Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων – ο ΟΗΕ προσωποποιημένος δηλαδή!) και να πιάσουμε δουλειά. Ο ένας στα δημοτικά και τα γυμνάσια. Ο άλλος στα πανεπιστήμια και την καινοτομία. Ο τρίτος στα μουσεία και τους αρχαιολογικούς χώρους. Και βέβαια ένας υπουργός για την ελιά και τα χωράφια. Ένας δηλαδή πολιτικός σε κάθε τομέα, μαζί με έναν τεχνοκράτη γενικό γραμματέα – οικουμενικό ει δυνατόν- με θητεία τετραετή και γενικούς διευθυντές αξιολογημένους κατά προτεραιότητα (αύριο κιόλας).

Στην Ευρώπη όπως και στην Ελλάδα, εχθροί μας είναι οι λαϊκιστές, οι εθνικιστές, οι ευρωσκεπτικιστές. Η Ευρώπη είναι η οικογένειά μας. Πρέπει να συγκρουστούμε με κάποιους «γέρους θείους», να σκίσουμε κάποια παλιά κιτάπια και να συντάξουμε νέα, δε θα φύγουμε όμως, ούτε θα το παίζουμε μουτρωμένοι. Η Ευρώπη είναι το μεγάλο σχολείο της ενότητας του διαφορετικού. Άλλα τα λάθη των ηγετών και άλλες οι ευρωπαϊκές αξίες. Και σήμερα που στην Ευρώπη αμφιβάλλουν για τις λύσεις που επελέγησαν για την κρίση στην Ελλάδα, είναι η ευκαιρία να παρουσιαστούμε πιο Ευρωπαίοι από τους Ευρωπαίους. Να καταλάβουν ότι δεν έχουν ανάγκη μόνο τον κλασικό ελληνισμό αλλά και τον σύγχρονο Έλληνα.

Ελλάδα δεν είναι μόνο τα κόμματα. Το αμάξι δεν έχει φρένα, δεν έχει τιμόνι, έχουμε βγει στον διεθνή αυτοκινητόδρομο και αυτά μαλώνουν αν θα ακούμε δημοτικά ή σοβιετικά εμβατήρια. Και εδώ θέλω να γίνω ξεκάθαρος. Αυτοί που οδήγησαν τη χώρα στο σημερινό αδιέξοδο δεν μπορούν – φάνηκε!- να της δώσουν νέα ορμή. Ποιος να τους εμπιστευθεί; Μέχρι χθες ζούσαν μόνο για το ρουσφέτι. Οι μίζες έγιναν συνώνυμο της πολιτικής. Κάποιοι συμμετείχαν, κάποιοι δεν αντέδρασαν. Ας κάνουν λοιπόν στην άκρη.

Δυστυχώς όμως δεν μπορούν να μας σώσουν και όσοι είναι δέσμιοι θεωριών του 19ου αιώνα. Δεν μπορούν αυτοί, που ακόμη και σήμερα επαναλαμβάνουν ότι η Ελλάδα θα σωθεί αν … επιστρέψει στο παρελθόν.

Γι’ αυτό λοιπόν αποφασίσαμε να κάνουμε «ΤΟ ΠΟΤΑΜΙ». Ποιοι το αποφασίσαμε; Άνθρωποι με τα ίδια ερωτήματα. Επαγγελματίες της ζωής – νέοι στην πολιτική. Κανείς από εμάς δεν έχει υπηρετήσει σε υπουργεία, υφυπουργεία ή γραφεία αρχηγών. Φοιτητές, διανοούμενοι, οικονομολόγοι, εργάτες, καλλιτέχνες, άνεργοι, έμποροι, γιατροί, αρχιτέκτονες. Μια ομάδα που έχει μυαλό και δύναμη – τη δύναμη της λογικής και του δίκιου. Τις επόμενες ώρες θα βγάλετε και εσείς μόνοι σας τα συμπεράσματά σας.

Εγώ τώρα, δε θα πάω στην Ευρωβουλή. Δεν έχω ίσως και τα προσόντα. Καλά καλά δεν ξέρω ξένες γλώσσες. Θα μείνω λοιπόν στην Ελλάδα. Το τι θα κάνω θα εξαρτηθεί πάλι από εσάς. Αν πάμε καλά στις Ευρωεκλογές, μετά θα αποφασίσουμε τι θα κάνουμε και στις εθνικές εκλογές. Αν αποτύχουμε – αν αποτύχω για την ακρίβεια- τότε μετά τις ευρωεκλογές, θα προσπαθήσω να γυρίσω στη δημοσιογραφία. Μέχρι τότε την εγκαταλείπω. Που σημαίνει ότι σταματάω τους «Πρωταγωνιστές» και δεν θα έχω ενεργή συμμετοχή στο Protagon. Και εδώ θέλω να ζητήσω μία μεγάλη συγγνώμη από τους συνεργάτες μου. Στην τηλεόραση, στο Protagon, στην εφημερίδα. Τα σχέδια που κάναμε πρέπει να διακοπούν. Αυτό που προέχει τώρα είναι να σπάσουμε τη ρουτίνα της πολιτικής. Να ταράξουμε λίγο τα λιμνάζοντα νερά φέρνοντας νερό από το ΠΟΤΑΜΙ.

Και πού θα βρείτε τα λεφτά για την καμπάνια σας; Εδώ έχουμε την τεχνογνωσία Ομπάμα. Που όταν πρωτοβγήκε παραμέρισε τους δυνατούς του χρήματος και ζήτησε τα λίγα δολάρια των πολλών. Εμείς ζητάμε από όλους «ένα μέχρι δέκα ευρώ». Το πώς ακριβώς, θα το μάθετε τις επόμενες ώρες, απ’ το topotami.gr/. Προς το παρόν ετοιμάστε τα δέκα ευρώ (και όχι το ένα – ελπίζω). Και μπείτε κι εσείς στο ΠΟΤΑΜΙ.

Δεν είναι εύκολο, το ξέρω, να αλλάξουμε συνήθειες. Αλλά δεν υπάρχει άλλος δρόμος για να αλλάξουμε ζωή.

Καλημέρα λοιπόν και ελπίζω να συναντηθούμε. Τολμήστε το.

Σταύρος Θεοδωράκης

26.2