Η ομιλία του Σταύρου

Διαβάστε την πλήρη απομαγνητοφώνηση:

Τον Φλεβάρη, μαζί με λίγους φίλους, αναρωτιόμουν:
Μπορεί να υπάρξει πολιτική χωρίς τους «επαγγελματίες πολιτικούς»;
Μπορούμε να βγούμε μόνοι μας, χωρίς προστάτες και να ζητήσουμε από τον κόσμο, τους πολίτες να ενωθούν μαζί μας και να τα αλλάξουμε όλα;
Αξίζει να διακόψουμε τα προσωπικά μας σχέδια;
Δεν είναι εύκολο, το ξέραμε. Αλλά δεν υπήρχε άλλος δρόμος για να αλλάξουμε ζωή.
26 Φλεβάρη, λοιπόν, είπαμε «Ξεκινάμε!»
Και σήμερα η πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας έχει θετική γνώμη για το Κίνημά μας. Το πρώτο στοίχημα το έχουμε κερδίσει: Ναι, είχε νόημα να κάνουμε το Ποτάμι. Ναι, έχει νόημα που είμαστε σήμερα εδώ.
Έχουμε όμως τις λύσεις;
Ένα κίνημα χωρίς κομματικό παρελθόν έχει τις λύσεις για μια χώρα που βρίσκεται σε τόσο μεγάλη κρίση; Και γιατί δεν αρκεστήκαμε σε αυτό που υπήρχε; Γιατί δεν μπήκαμε σε κάποιο από τα παλιά κόμματα; Στο Ποτάμι είναι οι μόνοι καλοί; Οι μόνοι ικανοί; Οι μόνοι που νοιάζονται για το καλό της χώρας;
Ας ξεκινήσουμε λοιπόν από τα παλιά μας κόμματα, τα προπύργια του εθνικού μας λαϊκισμού. Το παλιό κομματικό σύστημα προσπαθεί με ψέματα και μισές αλήθειες να κρατηθεί στην εξουσία. Κόβουν σε φέτες την αλήθεια με τον τρόπο που τους βολεύει και την παρουσιάζουν ως τη μοναδική αλήθεια. Όπως ένα παιδάκι που σχεδιάζει ένα μισοφέγγαρο και σου λέει «αυτό είναι το φεγγάρι…» Κάπως έτσι. Μόνο που εδώ δεν υπάρχει αθωότητα. Δεν είσαι αθώος στην πολιτική όταν υπόσχεσαι ιδανικές λύσεις. Θυμηθείτε τι υποσχέσεις έδιναν οι περισσότεροι πρωθυπουργοί και τι από όλα αυτά έκαναν. Οι μάγοι που θα μεταμόρφωναν τα άδεια ταμεία σε γεμάτα.
Αλλά και οι καινούργιοι εραστές της εξουσίας, αυτοί που έγιναν ισχυροί μέσα στην απελπισία της κρίσης, ακολουθούν την ίδια συνταγή: Θα αυξήσουν διά νόμου τον κατώτατο μισθό. Διά νόμου μπορείς να αυξήσεις ό,τι θες, αλλά δεν μπορείς διά νόμου να γεννήσεις τα χρήματα που απαιτούνται. Χιλιάδες μικρές επιχειρήσεις βρίσκονται ήδη στα πρόθυρα του λουκέτου. Αυτές θα δώσουν τις αυξήσεις; Μήπως έτσι, αντί για αυξήσεις, θα έχουμε μερικές εκατοντάδες χιλιάδες ακόμη ανέργους;
Αυτή είναι η μεγάλη διαφορά μας από το παλιό σύστημα:
Δεν θέλουμε ένα νόμο για τις αυξήσεις, θέλουμε αυξήσεις.
Δεν θέλουμε ένα νόμο για την απασχόληση, θέλουμε απασχόληση.
Δεν θέλουμε κενές περιεχομένου διακηρύξεις, θέλουμε ριζοσπαστικές, αποτελεσματικές πολιτικές.
Για να μιλήσουμε όμως για λύσεις, πρέπει πρώτα να δούμε τα αληθινά προβλήματα. Και στην περίπτωσή μας πρέπει να πάμε πολύ παλιά.
Τα προβλήματα, που ακόμα και σήμερα μας κατατρέχουν, γεννήθηκαν στα χρόνια της Τουρκοκρατίας. Και πριν καλά καλά σταθούμε στα πόδια μας, ήρθε η δολοφονία του Καποδίστρια, η πρώτη πράξη του δράματος. Μετά από λίγες δεκαετίες ηττήθηκαν και οι τολμηρές πολιτικές του Χαρίλαου Τρικούπη και του Ελευθέριου Βενιζέλου. Ο εκσυγχρονισμός της παραγωγής και της κοινωνίας εγκαταλείφθηκαν. Η κυρίαρχη ιδεολογία του ελληνικού κράτους έγινε ο τοπικισμός και το ρουσφέτι. Προστατευμένη οικονομία και χαμηλό επίπεδο εκπαίδευσης.
Παραμερίσαμε τις αρχές και ενισχύσαμε το «αντί-». Τον αντι-βενιζελισμό διαδέχτηκε ο αντι-κομμουνισμός, ο οποίος μετά τον πόλεμο έγινε δόγμα: αν δεν είσαι μαζί μας, είσαι εχθρός μας. Τα κόμματα, οι ελίτ και, κατά συνέπεια, ο κόσμος αναπαρήγαγαν μια αρνητική ρητορική και όχι μια θετική προσέγγιση. Βιώσαμε έναν εθνικό διχασμό, έναν καταστροφικό εμφύλιο και παρ’ όλα αυτά η πολιτική ατζέντα εξακολουθεί μετά από τόσες δεκαετίες να είναι αρνητική και επομένως οπισθοδρομική.
Το Ποτάμι θέλει να αφήσουμε πίσω αυτές τις παθογένειες, αυτή την τρέλα- επιτρέψτε μου.
Οι προτάσεις μας θέλουμε να πηγάζουν από αρχές και αξίες, να έχουν βγει με διάλογο και με μπόλιασμα διαφορετικών, θετικών ιδεών.
Πώς καταφέρνουν όμως να κυριαρχούν σε μια κοινωνία, να τη διασπούν και να μην μπορούν τελικά οι πολίτες να δουν το κοινό καλό; Η λέξη είναι μία. Ρουσφέτι!
Το ρουσφέτι εξακολουθεί να είναι και σήμερα ο συνεκτικός ιστός – η κόλλα –του οπισθοδρομικού, λαϊκίστικου συστήματος, το οποίο ομοιάζει επικίνδυνα με τον ποπουλισμό της Λατινικής Αμερικής. Οι ηγεσίες των ελληνικών κομμάτων διαφωνούν για τα πάντα, συμφωνούν όμως σιωπηλά στη διαιώνιση του τωρινού διεφθαρμένου, άδικου και αναποτελεσματικού στάτους κβο.
Το ρουσφέτι συμφέρει πολύ λίγους, ξεγελάει όμως πάρα πολλούς, οι οποίοι ελπίζουν ότι μπορεί να είναι οι επόμενοι τυχεροί που θα πάρουν «λίγα ψίχουλα».
Τι σημασία έχει λοιπόν αν δηλώνεις «δεξιός» ή «αριστερός», αν τάζεις κοινωνία «φιλελεύθερη» ή «σοσιαλιστική», όταν μέσα σου κυριαρχεί ο πολιτικός κοτζαμπάσης και όλους τους βλέπεις ως πελάτες ή ως εχθρούς; Όταν η βάση της πολιτικής πράξης είναι το «ψήφισέ με και εγώ θα σου κάνω τα ρουσφέτια», είτε προσωπικά είτε συντεχνιακά, πώς να φτιάξεις σωστή πολιτεία;
Επί δεκαετίες το πολιτικό σύστημα σπατάλησε δισεκατομμύρια φόρων από τον ιδρώτα των πολιτών, δισεκατομμύρια ευρωπαϊκών επιχορηγήσεων και ατελείωτα δισεκατομμύρια δανείων για να παγιώνει το ρουσφέτι και το κομματικό κράτος, δηλαδή το κράτος-παρακράτος. Πώς να πάει, λοιπόν, μπροστά αυτός ο τόπος;

Το Ποτάμι, φίλες και φίλοι, θέλει να ανατρέψει το παλαιοκομματικό σύστημα του ρουσφετιού και να επικρατήσουν παντού αρχές αξιοκρατίας. Αν δεν επιβληθεί αξιοκρατία, η Ελλάδα δεν θα βγει ποτέ από την κρίση. Ακόμα και αν ανακάμψει πρόσκαιρα, η πορεία θα είναι καθοδική. Και αυτός είναι ο μεγάλος κίνδυνος για τα χρόνια που έρχονται. Μία αργή καθίζηση, μία στασιμότητα με μικρούς, μηδαμινούς ρυθμούς ανάπτυξης, με μεγάλη ανεργία, με το ελληνικό ταλέντο να αναχωρεί για τα ξένα. Η ελληνική κοινωνία θα χάσει κάθε διάθεση για αλλαγή, θα κλειστεί στον εαυτό της και θα απομονωθεί από το παγκόσμιο γίγνεσθαι.
Και αυτή είναι η σκέψη που πρέπει να κάνουμε όλοι μας. Το συμφέρον των πολλών να μπει πάνω από το συμφέρον της οικογένειας ή της πολιτικής φαμίλιας μας. Ακούγεται δύσκολο αλλά, αν οικοδομήσουμε σχέσεις εμπιστοσύνης, θα τα καταφέρουμε.
Η Ελλάδα πρέπει να ζήσει τον Διαφωτισμό που δεν έζησε. Να φτιάξει τη δική της Αναγέννηση. Παιδεία, ανθρωπισμός, άνοιγμα στον κόσμο, εδραίωση κοινωνικών και ατομικών δικαιωμάτων, ορθολογισμός.
Πρέπει να συγκρουστούμε με το σάπιο καθεστώς των μετρίων, της αναξιοκρατίας, του φόβου, της κλειστής κοινωνίας. Να δημιουργήσουμε ένα πλειοψηφικό ρεύμα στην κοινωνία, που θα πλημμυρίσει όλους τους χώρους δημιουργίας. Αλλιώτικα θα χαθούμε. Θα είμαστε οι χρεοκοπημένοι που δεν μπόρεσαν να σηκώσουν κεφάλι.
Κάποιοι μιλούν αυτές τις μέρες για την ανασυγκρότηση της κεντροαριστεράς. Κάποιοι άλλοι μιλούν για την ανασυγκρότηση της κεντροδεξιάς. Εμείς πάλι θέλουμε να μιλήσουμε για την ανασυγκρότηση της Ελλάδας. Γι’ αυτό και ιδρύσαμε Το Ποτάμι. Για να αλλάξουμε την ξύλινη ατζέντα της δημόσιας σφαίρας. Για να διορθώσουμε την πορεία της πατρίδας. Για να φέρουμε τη Μεγάλη Αλλαγή, που δεκαετίες εξαγγέλλεται και ποτέ δεν έρχεται. Για να ανασυγκροτήσουμε το παραγωγικό μας μοντέλο, την εργασία και την παιδεία, για την οποία όλοι μιλούν, αλλά όλοι ξεχνούν και κυνηγούν μόνο το εφήμερο, μικροπολιτικό κέρδος.
Για να αποδώσουμε Δικαιοσύνη!
Από την αρχή είπα ότι ο τσακωμός μεταξυ Δεξιάς και Αριστεράς, στην Ελλάδα της κρίσης, είναι και λίγο εκτός θέματος. Στο κάτω κάτω, η δημοκρατία στηρίζεται σε μία και μόνη ιδεολογία, τον ανθρωπισμό. Ο Κορνήλιος Καστοριάδης πριν είκοσι χρόνια έλεγε πως «στις μέρες μας η διαμάχη μεταξύ Δεξιάς και Αριστεράς έχει χάσει το νόημά της – όχι επειδή δεν υπάρχει υλικό, για να τροφοδοτηθεί μια πολιτική διαμάχη, αλλά επειδή τόσο η Δεξιά όσο και η Αριστερά, λίγο έως πολύ, λένε τα ίδια πράγματα».
Κάτι ανάλογο είπε πρόσφατα και ο Ντανιέλ Κον Μπεντίτ: «Η εμμονή στον διαχωρισμό Δεξιά – Αριστερά οφείλεται σε διανοητική τεμπελιά».
Δεξιοί και αριστεροί δεν θέλουν να επεξεργαστούν λύσεις. Δεν θέλουν να πουν την αλήθεια. Και καταφεύγουν στα «εικονίσματα» και στον μεσσιανισμό. Και όταν αυτά δεν πιάνουν, επιστρατεύουν συνθήματα του Εμφυλίου. Η αδυναμία τους να ετοιμάσουν λογικές προτάσεις που θα υπηρετούν το κοινό καλό, κρύβεται πίσω από έναν επιθετικό λόγο, που δηλητηριάζει κάθε προσπάθεια αναζήτησης μίας κοινής συνισταμένης.

Φίλες και φίλοι,
Στη χώρα έχει συσσωρευτεί πολλή δυστυχία, πολύς θυμός. Και οι λαϊκίστικες κορώνες – που πρόσφατα μεταφέρθηκαν από τα παρα-μπλογκ και τις εθνικιστικές μεταμεσονύκτιες εκπομπές ακόμα και στην κυβέρνηση - απομακρύνουν ολοένα και περισσότερο την κοινωνία από τον δρόμο του ορθολογισμού.
Πρέπει να υπάρξει γρήγορα πράξη – δράση – αποτέλεσμα.
Αυτή η δυστυχία, και αυτός ο θυμός, στο μεγαλύτερο βαθμό του δικαιολογημένος, δεν θα εξαφανιστεί αν δεν πάψουν να πολλαπλασιάζονται τα θύματα της κρίσης.
Το πρώτο μεγάλο θύμα: οι άνεργοι. Οι άνεργοι που δούλευαν σε επιχειρήσεις που έβαλαν λουκέτα. Οι άνεργοι που έκλεισαν τις μικρές, προσωπικές τους δουλειές, που είχαν φτιάξει με κόπο και μεράκι. Οι άνεργοι νέοι, οι απόφοιτοι πανεπιστημίων και σχολών που δεν τους δίνουμε καμία ευκαιρία. Το κράτος δεν κάνει τίποτα για να ενισχύσει τη δημιουργία, την επιχειρηματικότητα, την πρωτοβουλία, ενώ κάνει τα πάντα για να περισώσει τα προνόμια των πολιτικών κυκλωμάτων.
Υπάρχουν πολιτικοί που είναι διατεθειμένοι να υπερασπιστούν ακόμη και επίορκους υπαλλήλους, ακόμη και καταχραστές του δημοσίου χρήματος, αρκεί να είναι οι δικοί τους άνθρωποι. Και κάποιοι από αυτούς γίνονται και υπουργοί, όπως μας έδειξε και ο τελευταίος ανασχηματισμός.
Έλεγα όμως για τα θύματα που πολλαπλασιάζονται:
Είναι οι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα, που αναγκάζονται να κάνουν συνεχώς υποχωρήσεις για να κρατήσουν τις δουλειές τους. Είναι οι δημόσιοι υπάλληλοι που πρέπει να παράγουν μέσα σε ένα καθεστώς αναξιοκρατίας. Και βλέπουν ακόμη και σήμερα να προωθούνται εκείνοι που έχουν την εύνοια του υπουργού ή της κλαδικής. Είναι οι μικρομεσαίοι που πνίγονται από την υπερφορολόγηση που τους επιβάλλει το κομματικό σύστημα. Είναι οι τίμιοι επιχειρηματίες που έχουν να ανταγωνιστούν τους επιδοτούμενους κομματικούς επιχειρηματίες. Είναι οι αγρότες που προσπαθούν να παράγουν στην πιο γόνιμη χώρα με την πιο άγονη πολιτική.
Γιατί όμως μετά από τόσα χρόνια στερήσεων, μειώσεων μισθών, υπερβολικών φόρων, χαρατσιών, απολύσεων, κλεισίματος επιχειρήσεων, η χώρα δεν έχει αλλάξει και η οικονομία δεν έχει αναστηθεί; Γιατί το έλλειμμα του εμπορικού μας ισοζυγίου αυξάνεται και πάλι και οι εξαγωγές μας συρρικνώνονται;
Δεν είναι ανάγκη να είναι κανείς οικονομολόγος για να καταλάβει ότι όσο η οικονομία μειώνεται και όσο το κράτος αρνείται να περιορίσει τις σπατάλες του, η μόνη λύση θα είναι οι περισσότεροι φόροι στους ίδιους και τους ίδιους. Και δεν είναι ανάγκη να είναι εργατολόγος κανείς  για να καταλάβει  ότι όσο η ανεργία δεν μειώνεται, τα ασφαλιστικά ταμεία θα χρεοκοπούν. Και όσο δεν δημιουργούνται νέες θέσεις εργασίας και δεν υπάρχει αύξηση του εθνικού εισοδήματος, άρα και της κατανάλωσης, η κρίση θα είναι εδώ.
Τι εμποδίζει όμως το παλιό πολιτικό σύστημα να πάρει τις σωστές αποφάσεις, έστω και τώρα που η χώρα έχει γονατίσει;
Είναι τα συμφέροντα. Τα μικρά και τα μεγάλα παράσιτα που έχουν κολλήσει πάνω στους αρμούς της ελληνικής κοινωνίας και δεν την αφήνουν να κινηθεί. Τα παράσιτα βέβαια δεν ζουν μόνα τους. Χρειάζονται ένα σώμα να τα τρέφει. Αυτό το σώμα ήταν και είναι στην Ελλάδα το κομματικό κράτος. Ο υπάλληλος που τακτοποιεί με το αζημίωτο μια παρανομία, η επαγγελματική ομάδα που διαιωνίζει τα προνόμιά της και ο μεγαλοεπιχειρηματίας που εξασφαλίζει δουλειές από «πολιτικούς φίλους».
Και μετά είναι το σαράκι που διαπερνά οριζόντια το πολιτικό σύστημα της χώρας. Ο λαϊκισμός. Αυτός μας κρατά εκτός του πεδίου της πραγματικότητας. Αυτός διευκολύνει τους πολιτικούς να είναι ευχάριστοι στο ακροατήριό τους αλλά βλαβεροί στο κοινωνικό σύνολο. Και δυστυχώς όταν οι πολιτικοί ομνύουν στον λαϊκισμό, στο τέλος θεριεύει ο πιο ακραίος, ο πιο βίαιος, ο λαϊκισμός του φασισμού.
Ο κυβερνητικός λαϊκισμός θα σου πει ότι για το χάλι της χώρας φταίνε οι δημόσιοι υπάλληλοι και ο συνδικαλισμός. Οι πολίτες που έπαιρναν δάνεια και τα έκαναν κατανάλωση. Οι ανάπηροι - μαϊμού και οι κλεμμένες επιδοτήσεις. Ξεχνούν βέβαια να πουν ότι αυτοί διόριζαν, αυτοί διαφήμιζαν τα δάνεια, αυτοί μπούκωναν τις συντεχνίες, αυτοί προστάτευαν τους κλειστούς κλάδους κρατώντας τις τιμές στα ύψη. Αυτοί σπατάλησαν αντιπαραγωγικά τον πλούτο της χώρας και τις επιδοτήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Και από την άλλη είναι ο αριστερός λαϊκισμός. Γι' αυτόν φταίνε μόνο οι μίζες των πολιτικών, η φοροδιαφυγή των πλουσίων και βέβαια οι τοκογλύφοι δανειστές. Οι ξένοι που έχουν βάλει στόχο να αγοράσουν φτηνά την Ελλάδα. Τα ίδια λένε σήμερα και αρκετοί από τους νέους υπουργούς της κυβέρνησης Σαμαρά – Βενιζέλου. Ένα συνονθύλευμα λαϊκών δεξιών, παρωχημένων πολιτευτών -που καταψηφίζουν τον προϋπολογισμό αλλά μετά τον εφαρμόζουν- και πρώην υμνητών τις δικτατορίας.
Οι λαϊκιστές της αριστεράς όμως, δεν είχαν ποτέ ενστάσεις για την εκτίναξη του χρέους.
Το χρέος ακόμα και όταν είναι βιώσιμο, το επωμίζεται βίαια η επόμενη γενιά που είναι υποχρεωμένη να παράγει και να υπερφορολογείται για να αποπληρώσει τα χρέη της προηγούμενης γενιάς.
Οι «εθνοπατέρες», δεξιοί και αριστεροί, ακόμη και στις εποχές της μεγάλης σπατάλης μιλούσαν για προϋπολογισμούς λιτότητας, αλλά ποτέ για ελλειμματικούς προϋπολογισμούς. Ποτέ δεν έδωσαν μάχη για τα εκατοντάδες εκατομμύρια που στοιχίζει στον ελληνικό λαό το πολιτικό σύστημα. Για τα δισεκατομμύρια των πολεμικών δαπανών. Για τα δισεκατομμύρια που σπαταλούσαμε στη φαρμακευτική δαπάνη. Για τα 2 δισεκατομμύρια ετήσιο έλλειμμα αγροτικών προϊόντων. Για τις προσλήψεις χωρίς παραγωγικό αντίκρισμα. Για τα πλαστά κοινωνικά επιδόματα. Το πάγωμα το 2001 της μεταρρύθμισης Γιαννίτση για τις συντάξεις συσσώρευσε στο δημόσιο χρέος περίπου 100 δις. Σχεδόν δηλαδή το 1/3 του χρέους.
Αναρωτήθηκε ποτέ ο δεξιός, ο κεντροαριστερός και ο αριστερός λαϊκισμός γιατί το 2009 το δημόσιο χρειάστηκε 24 δις παραπάνω από όσα εισέπραξε; Και πού θα βρούμε αυτά τα 24 δις όταν επαναπροσλάβουμε τους απολυμένους, καταργήσουμε τους πρόσθετους φόρους και επαναφέρουμε μισθούς και συντάξεις με ένα νόμο;
Είναι αλήθεια ότι οι κυβερνήσεις που εκλήθησαν να διαχειριστούν την κρίση δεν ήξεραν άλλο δρόμο από το να κόβουν μισθούς και συντάξεις και να βάζουν φόρους. Ακόμα και οι αξιωματούχοι των Βρυξελλών είπαν «εμείς τους είπαμε να περιορίσουν το κράτος και να συλλάβουν τη φοροδιαφυγή και αυτοί έκοβαν μισθούς και έβαζαν φόρους».
Η γενιά των πολιτικών που οδήγησε τη χώρα στην πιο μεγάλη μεταπολεμική της κρίση δεν ξέρει άλλον τρόπο από την οριζόντια φορολόγηση και τις οριζόντιες περικοπές. Και είναι πρόκληση στην κοινή λογική να επιμένουν ότι θα είναι οι ίδιοι που θα μας βγάλουν από το αδιέξοδο. Ακόμη και ορισμένες αποφάσεις εξορθολογισμού και νοικοκυρέματος που επιβλήθηκαν από το εξωτερικό και την κοινωνία, χτυπήθηκαν από τους κομματικούς - κρατικούς μηχανισμούς.
Οι μεταρρυθμίσεις εγκαταλείφθηκαν μόλις ο επιτηρητής γύρισε την πλάτη. Αυτό ξέρουν, αυτό κάνουν. Είναι εγκλωβισμένοι σε μια διαχειριστική λογική χωρίς διάθεση για πραγματικές αλλαγές, χωρίς γενναίες ιδέες, χωρίς τομές, με αποτέλεσμα να πληρώνουν την κρίση τα ίδια υποζύγια: οι μισθωτοί και οι πολίτες που επιμένουν να επενδύουν στην Ελλάδα.
Φόροι… φόροι… φόροι…, περικοπές μισθών και συντάξεων, εξάρθρωση και όχι ορθολογικοποίηση των εργασιακών δικαιωμάτων, ψαλίδισμα των εισοδημάτων, εξαφάνιση της μεσαίας τάξης, ποινικοποίηση της κατοχής ακίνητης περιουσίας, επιλογές που το μόνο αποτέλεσμα που έχουν είναι η ύφεση και η ανεργία.
Και από την άλλη έχουμε αυτούς που αμφισβητούν και δαιμονοποιούν την Ευρώπη.
Ναι, η Ευρώπη δεν είχε όλες τις λύσεις για μας. Ναι, υπάρχει ανισότητα στους κόλπους της. Η απόσταση που χωρίζει τον Βορρά από τον Νότο αυξάνεται αντί να μειώνεται. Ο φεντεραλισμός και η πολιτική ενοποίηση έχουν χάσει έδαφος. Η Ευρώπη όμως εξακολουθεί να είναι το πιο σίγουρο λιμάνι του κόσμου.
Δεν υπάρχουν ιδανικές επιλογές, δεν είναι ρόδινος ο κόσμος. Μπορούμε όμως να παλέψουμε για μια πιο δίκαιη Ευρώπη. Να κάνουμε συμμαχίες με τους Ιταλούς, τους Γάλλους, τους Ισπανούς και με όσους άλλους έχουμε κοινά συμφέροντα. Άλλο όμως η συμμαχία του Νότου και άλλο το σύμπτωμα μειονεξίας του Νότου. Πρέπει να βρούμε κοινή γλώσσα με όλους τους Ευρωπαίους. Υπάρχει τρόπος να επιβάλουμε και τα δικά μας πλάνα, φτάνει όμως να τα έχουμε πρώτα σχεδιάσει. Εκεί όμως είναι η θέση μας. Να είμαστε υγιές κύτταρο μιας δίκαιης Ευρώπης. Ούτε ζητιάνοι, ούτε εκβιαστές. Άλλο αγωνίζομαι, άλλο εκβιάζω. Να αποκτήσουμε συναίσθηση των δυνατοτήτων μας. Δεν μπορούμε να αποφασίζουμε μονομερώς σαν αποσυνάγωγοι. Γιατί, αν αρνηθούμε τις υποχρεώσεις μας, θα κάνουμε τους κινδύνους μεγαλύτερους.
Κάποιοι μας προτείνουν να αφήσουμε την οικονομία να λειτουργήσει ελεύθερα και τα πάντα θα ρυθμιστούν από την ανταγωνιστικότητα. Αυτό δεν ισχύει. Με την κρίση της Λήμαν Μπράδερς μάθαμε ότι και η πιο ανεπτυγμένη αγορά δεν αυτορυθμίζεται πριν καταστραφεί και μαζί της καταστρέψει εκατομμύρια πολιτών. Η Ευρώπη έχει ξοδέψει από το 2008 το 37% του ΑΕΠ της για να διασώσει μεγάλα τραπεζικά σπίτια, η κατάρρευση των οποίων θα μας οδηγούσε πίσω στο 1930.
Πρέπει λοιπόν να πούμε «όχι» στη θεοποίηση της αγοράς και στην άποψη ότι οι άγραφοι νόμοι της ανταγωνιστικότητας και του κέρδους μπορούν να ρυθμίσουν τα πάντα. Αυτός ο μύθος έχει καταρρεύσει, όπως αντίστοιχα έχει καταρρεύσει και αυτός της κρατικοδίαιτης οικονομίας.
Παγκοσμίως, τα κέρδη των επιχειρήσεων μεγαλώνουν πιο γρήγορα από τα εισοδήματα που διαχέονται στην πραγματική οικονομία, και αυτό έχει ως αποτέλεσμα τη διόγκωση των ανισοτήτων. Τα κράτη πρέπει να εφεύρουν μηχανισμούς σε εθνικό και υπερεθνικό επίπεδο που θα οδηγούν σε συνεχή αναδιανομή του πλούτου. Όχι για να ζημιώσουμε τις επιχειρήσεις αλλά για να βοηθήσουμε στη μεγέθυνση της συνολικής οικονομίας γρηγορότερα από τον ιδιωτικό πλούτο και να μπορούμε να έχουμε «δίκαιη κατανομή βαρών και υποχρεώσεων».
Στην Ελλάδα πρέπει να εκμεταλλευτούμε τα συγκριτικά μας πλεονεκτήματα και να εγκαταλείψουμε αδιέξοδες επιλογές ανάπτυξης. Να αναζητήσουν τρόπους οι μεγάλες εταιρίες, να συνεργαστούν με τις δικές μας, στον τόπο μας! Να δημιουργήσουμε θερμοκοιτίδες καινοτομίας σε όλες τις περιφέρειες. Να πάρουμε σχέδια και ιδέες από άλλες χώρες που υπερέχουν στην επιχειρηματικότητα. Να πάρουμε, αλλά να μην μιμηθούμε.
Να φέρω ένα παράδειγμα.
Έχουμε από τα καθαρότερα νερά σε όλον τον κόσμο. Αντιγράψαμε άκριτα την εμπειρία άλλων χωρών με κακή ποιότητα νερού και μέσα σε λίγες δεκαετίες αναπτύξαμε την κουλτούρα του εμφιαλωμένου. Ποτέ δεν ασχοληθήκαμε σοβαρά με τη διαχείριση των υδάτινων πόρων, με τη δημιουργία ταμιευτήρων νερού. Αντιθέτως κάναμε πανάκριβες αφαλατώσεις για το νερό των μπάνιων των ξενοδοχείων. Το αποτέλεσμα είναι να χύνεται το καλό νερό στη θάλασσα, να πίνουμε όλοι από το πλαστικό μπουκάλι και περιοχές με τρεχούμενο νερό να έχουν σήμερα προβλήματα λειψυδρίας. Σε μια χώρα που θα έπρεπε να πίνει νερό μόνο από τη βρύση και να χρησιμοποιεί το εμφιαλωμένο μόνο για εξαγωγή. Και, εκτός από τη μεγάλη οικονομική ζημιά, επιβαρύναμε το περιβάλλον με τόνους πλαστικού.

Φίλες και φίλοι,
Όλα αυτά τα χρόνια της κακοδιαχείρισης είναι λίγοι οι παλιοί πολιτικοί που είπαν την αλήθεια. Οι περισσότεροι δεν μίλησαν ενώ ήξεραν ή όφειλαν να ξέρουν. Όσοι δεν ήξεραν, δεν έπρεπε να βρίσκονται στην πολιτική λόγω ανεπάρκειας. Και όσοι ήξεραν έχουν τις ευθύνες του συνεργού. Και βέβαια υπήρχαν πολλοί που έβλεπαν τον διπλανό τους πολιτικό να πλουτίζει και δεν μίλαγαν. Βοούσε ο κόσμος με τις συμβάσεις τους, τις μίζες τους, τις σπατάλες τους αλλά αυτοί συνέχιζαν. Και πάντα υπήρχε ένα κοκαλάκι για τον λαό. Προσλήψεις και αντιπαραγωγικές επιδοτήσεις.
Και η Δικαιοσύνη; Δεν αποδόθηκε Δικαιοσύνη. Η Βουλή κάλυπτε τα τέκνα της και τα κόμματα τους συντρόφους τους και τους συναδέλφους τους. Και είναι ντροπή για το πολιτικό σύστημα ότι οι περισσότερες δικογραφίες που έφτασαν στη Βουλή δεν επέστρεψαν ποτέ στη Δικαιοσύνη. Ευθύνη λοιπόν για τη σημερινή κατάσταση έχουν πολλοί. Και αυτοί που διαχειρίστηκαν την κεντρική εξουσία και τα κόμματα της αντιπολίτευσης, οι συνδικαλιστές και οι δήμαρχοι, οι συντεχνίες και η αστική τάξη της χώρας που έμαθε να σιτίζεται από τον κρατικό κορβανά.

Ο Τύπος, το ραδιόφωνο, η Τηλεόραση.
Επιτρέψτε μου, γιατί το ερώτημα με αφορά και προσωπικά.
Ο Τύπος, το ραδιόφωνο, η τηλεόραση έχουν το δικό τους μερίδιο ευθύνης. Υπάρχουν πράγματι κάποιοι που αντιστάθηκαν, που δεν έγιναν υπάλληλοι και διεκπεραιωτές, κάποιοι που υπερασπίστηκαν αξίες. Όμως υπήρχαν και αυτοί που απλώς χειροκροτούσαν. Τα κόμματα δημιούργησαν ή ενίσχυσαν μέσω κρατικών κονδυλίων διάφορους βαρόνους για να έχουν τα δικά τους Μέσα. Λούμπεν στοιχεία πήραν εκατομμύρια των εκατομμυρίων κρατικής διαφήμισης για να στηρίξουν υπουργούς και κόμματα. Και υπήρξαν δημοσιογράφοι που, όχι μόνο δεν συγκρούστηκαν με τον μικρό και τον μεγάλο παρασιτισμό, αλλά πολλές φορές λειτούργησαν ως εκφραστές του.
Οι αυλές των κομμάτων απέκτησαν πρόθυμους υποστηρικτές, ενώ κάποιοι έστρωσαν τον δρόμο για τους θηριώδεις εξοπλισμούς δημιουργώντας φοβικό κλίμα εθνικών κινδύνων κάθε φορά που οι εξοπλιστικές εταιρίες και οι πολιτικοί τους το είχαν ανάγκη. Το 2000 θέλαμε επειγόντως 4 υποβρύχια γιατί ο εχθρός θα έμπαινε στον Πειραιά και το 2011 παραλάβαμε το ένα. Οι μίζες όμως πληρώθηκαν και για τα τέσσερα.
Χωρίς αντιστάσεις χωρίς σοβαρό αντίλογο από τα Μέσα, οικοδομήθηκε το κράτος-πατερούλης που είχε πάντα λεφτά για «τα δικά μας παιδιά» για τα παιδιά των κομμάτων. Όποιος είχε φίλους στα υπουργεία κέρδιζε. Υπάλληλος και επιχειρηματίας.
Έτσι φτάσαμε απόφοιτοι γυμνασίου να παίρνουν μισθούς διπλάσιους από διευθυντές του ΕΣΥ. Μητέρες ανηλίκων με 15ετία να παίρνουν σύνταξη μεγαλύτερη από τον μισθό γυμνασιάρχη. Και όλα αυτά να τα χρηματοδοτούν βέβαια οι φορολογούμενοι. Οι σπουδές, οι ικανότητες, η παραγωγικότητα ισοπεδώνονται από πολιτικούς που δεν θέλουν να κάνουν καμία αξιολόγηση. Όλοι καλούνται να λειτουργήσουν στη λογική του ελάχιστου κοινού παρονομαστή.
Άλλος όμως είναι ο άνεργος και άλλο ο βολεμένος που ξεβολεύτηκε. Άλλος ο επιχειρηματίας που ρισκάρει και άλλος αυτός που ζει μόνο από τις κρατικές προμήθειες. Το Ποτάμι δεν λέει «ναι» σε όλα τα αιτήματα. Και όποιος φωνάζει δεν έχει πάντα δίκιο. Άλλο ο μισθωτός των 600 ευρώ που του τρώνε το σπίτι τα χαράτσια και οι φόροι και τα δάνεια κι άλλο ο φοροφυγάς που θέλει να συνεχιστεί η ασυλία του. Άλλο ο δάσκαλος και άλλο ο συνταξιούχος ορισμένων ΔΕΚΟ με τις πενταπλάσιες απολαβές. Άλλο ο ιδιωτικός υπάλληλος με τις δύο δουλειές για να τα βγάλει πέρα και άλλο τα γκόλντεν μπόις του συστήματος που προσπαθούν να περισώσουν τα προνόμιά τους.
Και κάποιοι πολιτικοί πρέπει επιτέλους να πουν ότι δεν υπάρχουν λεφτά για όλες τις σπατάλες και για όλα τα αιτήματα. Αν τα λεφτά τα πάρει ο ένας, δεν θα τα πάρει ο άλλος. Και αν τα πάρει και εκείνος που δεν τα δικαιούται, κάποια στιγμή θα τα ζητήσουν από όλους μας. Ασχολήθηκε ποτέ ο αριστερός λαϊκισμός με αυτές τις αδικίες του ανατολίτικού μας συστήματος; Όχι! Αντιθέτως φτάσαμε στο παράδοξο πολιτικοί της αριστεράς να υπερασπίζονται σήμερα τους κομματικούς στρατούς όσων κυβέρνησαν τις τελευταίες δεκαετίες. Να γίνεται η αριστερά το προπύργιο στήριξης του πελατειακού κράτους.

Φίλες και φίλοι,
Πώς έγινε και ενώ ξεκινήσαμε μετά τη δικτατορία για την Ευρώπη, να επιστρέφουμε σήμερα στα Βαλκάνια, την ώρα μάλιστα που κάποιες βαλκανικές χώρες κάνουν βήματα μπροστά; Πώς εμείς, που θέλαμε να διεκδικούμε τις δάφνες των πρωτοπόρων στην ιστορία της Ευρώπης, βρισκόμαστε ξαφνικά να αγωνιζόμαστε να διατηρήσουμε μια θέση στην ευρωπαϊκή οικογένεια; Πνιγμένοι σε αναξιοκρατία, ρουσφέτια, και σκάνδαλα. Με ένα πανάκριβο, δυσλειτουργικό, αναξιοκρατικό δημόσιο. Με σημαδεμένη τράπουλα στην επιχειρηματική δραστηριότητα.
Μα δεν υπήρξε κανείς καλός όλα αυτά τα χρόνια; Υπήρξαν. Κάποιοι τόλμησαν να πουν αλήθειες. Οι μεταρρυθμιστικές τους παρεμβάσεις όμως έμειναν ατελείς ή εγκαταλείφθηκαν. Μερικά μόνο πρόσφατα παραδείγματα: Το πρώτο νομοσχέδιο της κυβέρνησης ψαλίδισε τις αλλαγές της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που τα ίδια κόμματα είχαν ψηφίσει δύο χρόνια πριν. Η μηχανογράφηση της Δικαιοσύνης, έργο απαραίτητο τόσο για την επιτάχυνση της απονομής όσο και για τον έλεγχο, εγκαταλείπεται καθώς η έλλειψη διαφάνειας συντηρεί το τωρινό άθλιο σύστημα. Ακόμα και στο θέμα της ιθαγένειας κάναμε πίσω. Η διαύγεια και η αξιοκρατία στις προσλήψεις εγκαταλείπονται και αυτές. Ανακαλύπτουμε ξανά τους «συγχωριανούς» και τους «συμφοιτητές» και τους μοιράζουμε θέσεις ευθύνης αδιαφορώντας για την επάρκειά τους. Αρκεί η υπακοή τους.
Και τώρα τι κάνουμε λοιπόν; Να πάψουμε κατ’ αρχήν να μιλάμε με όρους παράδεισου και κόλασης. Από τα ποδοσφαιρικά μέχρι τα πολιτικά. Και η κόλαση βέβαια είναι πάντα οι άλλοι. Παλιά είχαμε έναν εμφύλιο. Τώρα έχουμε πολλούς μικρούς, καινούργιους που ανακαλύπτουν τα κόμματα της κυβέρνησης, αλλά και της αντιπολίτευσης. Και εδώ θα πρέπει να μάθουμε από το μεγάλο σχολείο της Ευρώπης. Να δούμε ότι λαοί ολόκληροι που σφάζονταν επί αιώνες είναι τώρα μαζί, σε κοινές προσπάθειες, με κοινά βιβλία. Σε μια ενότητα του διαφορετικού. Και εμείς δεν μπορούμε να τα βρούμε ακόμη μεταξύ μας.
Πρέπει να ξαναδώσουμε νόημα στις λέξεις. Να δούμε πέρα από τις ταμπέλες και τα συνθήματα. Γιατί αν δεν το κάνουμε αυτό, δεν θα χτίσουμε ποτέ. Δεν θα συναντηθούν ποτέ τα λόγια με τις πράξεις.
Στην παλιά πολιτική, υπερεκπροσωπούνται αυτοί που έμαθαν τη ζωή από τα βιβλία ή στα κομματικά γραφεία. Αν τους αφήσεις στην Ομόνοια, θα ζητήσουν χάρτη για να βγουν στο Σύνταγμα. Η χώρα όμως έχει ανάγκη από αυτούς που έχουν χτίσει στη ζωή τους, αυτούς που κουβαλούν την τρέλα της δημιουργίας. Και δεν θα πάει μπροστά ο κόσμος αν συμβιβαστούμε με αυτό που έχουμε. Αν κάθε μέρα, κάθε πρωί κάνουμε όλοι το ίδιο δρομολόγιο. Η πολιτική όπως και η ζωή χρειάζεται τους παράτολμους και τους οραματιστές.
Κοινωνική δικαιοσύνη και αξιοκρατία, λοιπόν. Νέο δημόσιο και νέο παραγωγικό μοντέλο. Αλλά με ποιους συμμάχους; Το Ποτάμι είναι ένα Κίνημα με νέους ανθρώπους και πολίτες που έχουν δράσει και έχουν δημιουργήσει εκτός κομμάτων.
Οι νέοι ακούνε για αριστερά και δεξιά και γυρίζουν την πλάτη. Δεν τους ενδιαφέρει να προσδιορίζονται με βάση τις εμπειρίες των παππούδων τους. Και γι’ αυτό οι παλιοί πολιτικοί τους κατηγορούν ως απολιτίκ. Ναι, υπάρχει ένα χάσμα ανάμεσα στους στυλοβάτες του παλιού συστήματος και τους νέους. Οι πρώτοι μαλώνουν για «εικονίσματα», οι νέοι θέλουν να συζητούν για λύσεις. Δεν βρίσκουν όμως συνομιλητές, όπως δεν βρίσκουν και λύσεις. Προχωρούν σε ατομικές επιλογές. Οι πιο ανήσυχοι, οι πιο τυχεροί και πολλές φορές τα καλύτερα μυαλά φεύγουν. Το αρνητικό ισοζύγιο μυαλών αρχίζει να μας απειλεί περισσότερο και από το αρνητικό εμπορικό ισοζύγιο. Η πολιτική κάστα όμως που κυβερνά δεν νοιάζεται. Και όποτε μπορεί και όπως μπορεί μετακυλά τα βάρη στις επόμενες γενιές. Ο δανεισμός, το χρέος, οι μαύρες τρύπες του ασφαλιστικού...
Αλήθεια, όλα αυτά τι είναι; Είναι αριστερό ή δεξιό να δανείζεσαι συνεχώς από τα παιδιά σου; Η χώρα όμως ανήκει στα παιδιά της. Δεν ανήκει στους μαθουσάλες της πολιτικής. Στους γερασμένους λειτουργούς του κράτους, στο ακίνητο τοπίο που δεν θέλει να παραδεχθεί την ήττα του και αρνείται να παραδώσει τα ηνία στην πιο αξιόλογη ίσως γενιά Ελλήνων. Μία από τις πιο μορφωμένες γενιές της Ευρώπης, περιφέρεται στο εξωτερικό γιατί εδώ δεν υπάρχει ελπίδα. Και δεν είναι μόνο θέμα χρημάτων είναι και η αίσθηση ότι το παιγνίδι είναι σημαδεμένο.

Γι’ αυτό λοιπόν φτιάξαμε το Ποτάμι. Το Κίνημα Δούρειος Ίππος για να μπουν νέοι άνθρωποι στο απόρθητο, αραχνιασμένο κάστρο. Για να συναντηθούμε με πολιτικούς που έχουν τολμήσει να διαφοροποιηθούν. Πρόσωπα με γνώση και ικανότητα, που είναι έτοιμα να δώσουν τη μάχη πραγματικών αλλαγών χωρίς φοβίες και επαρχιωτισμούς. Γιατί αυτό που σήμερα προέχει είναι μια ισχυρή πολιτική και κοινωνική πλειοψηφία στα σχολεία, στα πανεπιστήμια, στο δημόσιο, στην αγορά, στη γη, στην τεχνολογία, στις τέχνες.
Η οικονομική κρίση που ξέσπασε πριν από 4 χρόνια κυοφορείτο επί δεκαετίες στην πολιτική, την κοινωνία, την παιδεία, τον πολιτισμό. Μόνο ένα πατριωτικό σχέδιο δράσης που θα εμπνεύσει την κοινωνία θα βγάλει τη χώρα από την κρίση. Ένα σχέδιο που πρέπει να γίνει το νέο μας Κοινωνικό Συμβόλαιο. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος για να συναντήσουμε το μέλλον. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος να φανούμε χρήσιμοι για τα παιδιά μας, για τα αδέλφια μας. Τέλειωσαν οι εποχές των διαπιστώσεων και της μεμψιμοιρίας και ήρθε η εποχή της δημιουργικής αισιοδοξίας. Η εποχή του σχεδίου, του δυναμισμού, της εξωστρέφειας και της καινοτομίας.
Οι νέοι άνθρωποι που από την αρχή έχουν μπει στο Ποτάμι, όλοι αυτοί οι ανήσυχοι που έχουν βγει μπροστά, μας κάνουν πολύ αισιόδοξους. Αυτή η μικρή μεγάλη χώρα έχει πολύτιμες εφεδρείες που μπορούν να την οδηγήσουν ξανά στο φως.
Η κατάρρευση του παλιού μεταπολιτευτικού συστήματος επιβάλει να είμαστε έτοιμοι για λύσεις διακυβέρνησης. Με ποιους; Πότε; Πώς; Με αυτούς που θα συμφωνήσουμε για τις μεγάλες αλλαγές.
Ας το ξέρουν όμως όλοι. Το Ποτάμι δεν χρωστάει πουθενά. Δεν έχει βαρίδια. Δεν έχει προστάτες. Δεν έχει συμφέροντα να εξυπηρετήσει. Γι' αυτό η κυβερνητική μας πρόταση, όταν έρθει η ώρα, θα εξυπηρετεί μόνο το δημόσιο συμφέρον. Όμως το Ποτάμι δεν είναι με όλους ούτε λιγουρεύεται καρέκλες. Αν κάποιοι θέλουν τη βοήθειά μας, θα πρέπει να ξέρουν ότι έχουμε και θέσεις και αξίες.

Θέλουμε ένα νέο εκλογικό σύστημα. Αναλογικότερο, με μικρότερες περιφέρειες για να μην έχουν μέλλον στην πολιτική μόνο όσοι έχουν χρήματα.
Τα προνόμια και οι παροχές στο πολιτικό σύστημα πρέπει να επανεξεταστούν από το μηδέν, όπως και τα προνόμια και οι παροχές σε εκδότες και καναλάρχες. Οι συχνότητες είναι εθνική περιουσία και ως τέτοιες πρέπει να αντιμετωπίζονται.
Οι θέσεις των υπουργών και των αναπληρωτών τους να γίνουν οι μισές.
Σε κρίσιμους τομείς (Παιδεία- Υγεία –Ασφαλιστικό- Εξαγωγές) να επιλεγούν άνθρωποι, ει δυνατόν, οικουμενικής αποδοχής που δεν θα ανασχηματίζονται και δεν θα κάνουν τα χατίρια των κομματικών επιτελείων.
Η Ελλάδα από την Ευρώπη ζητάει δίκαιη μεταχείριση. Έχει υποχρεώσεις – το κράτος έχει συνέχεια –, αλλά στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης θέτει και την ανάπτυξη και το χρέος. Δίκαιη αντιμετώπιση σημαίνει να πάρει το «αναπτυξιακό μέρισμα» που δικαιούται ως ισότιμο μέλος της Ευρωζώνης.
Ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα: Κανείς χωρίς σπίτι, χωρίς τροφή, χωρίς εκπαίδευση και περίθαλψη.
Σταθερό και δίκαιο, αναπτυξιακό φορολογικό σύστημα, που να ενισχύει την πρωτοβουλία και την επιχειρηματικότητα και ταυτόχρονα να ανταμείβει τους έντιμους και συνεπείς φορολογούμενους με ισχυρά κίνητρα.
Να αποδοθεί δικαιοσύνη. Οι πρωταγωνιστές των σκανδάλων θα πρέπει να τιμωρηθούν. Είναι πρώτη προτεραιότητα να τελειώνουμε με την ασυλία των ανθρώπων που καταχράστηκαν το δημόσιο χρήμα ή πλούτισαν με μίζες.
Αξιολόγηση και αξιοκρατία σε όλες τις δημόσιες θέσεις.
Να επιστρέψουμε στο επαναστατικό Σύνταγμα της Επιδαύρου του 1822: «Όλοι οι Έλληνες, εις όλα τα αξιώματα και τιμάς έχουν το αυτό δικαίωμα. Δοτήρ δε τούτων, μόνη η αξιότης εκάστου».
Να δημιουργηθούν ισχυρές και πραγματικά ανεξάρτητες Αρχές.
Αποκέντρωση έτσι ώστε να αποφασίζουν οι δήμοι και οι περιφέρειες από τους φόρους μέχρι τα σκουπίδια. Το Αιγαίο ανήκει στα ψάρια και στα παιδιά μας.Όχι στις δεκάδες ανεξέλεγκτες χωματερές που καταλήγουν στην θάλασσα και τα δάση.
Μητροπολιτικοί δήμοι για να οργανώσουμε τη ζωή μας με βάση την πραγματικότητα και όχι τα τοπικά φέουδα.
Ο κατάλογος θα μπορούσε να είναι ατέλειωτος αλλά η έκτασή του εξαρτάται από το εκλογικό αποτέλεσμα. Άλλα πράγματα μπορεί να επιβάλει ένα Κίνημα του 7% και άλλα ένα Κίνημα του 14 ή του 21%.
Και ο λαός θα πρέπει να αποφασίσει. Θέλει να αφήσει μόνα τους τα δύο κόμματα εξουσίας; Θέλει να τους προσφέρει δεκανίκια ή θέλει κάποιος να τους συνεφέρει;
Το Ποτάμι είναι εδώ. 377 χιλιάδες πολίτες το ψήφισαν. Πολύ λίγοι για να αλλάξει αυτή η χώρα αλλά πάρα πολλοί για να ποτίσουμε το άνυδρο πολιτικό μας τοπίο. Πάρα πολλοί για να μπούμε μπροστά.
Να ενωθούμε με τους σιωπηλούς παραπόταμους που υπάρχουν χρόνια σε αυτή τη κοινωνία και να δημιουργήσουμε το πλειοψηφικό ρεύμα που θα τα αλλάξει όλα.
Μόνοι μας είμαστε απλώς ικανοί
Μαζί γινόμαστε Ποτάμι!