1 Οκτωβρίου, 2014

Η ομιλία του Γιώργου Γραμματικάκη

Σήμερα λοιπόν το Σύμπαν, που εξακολουθεί πάντα να διαστέλλεται, αποτελείται από δισεκατομμύρια γαλαξίες και νεφελώματα, κομήτες και αστεροειδείς. Ενώ επίσης, όπως γνωρίζει καλύτερα από μένα ο σπουδαίος Σταμάτης Κριμιζής, αφθονούν οι μαύρες οπές, οι λευκοί νάνοι και οι περιστρεφόμενοι αστέρες νετρονίων.

Σε αντίθεση με το Μεγάλο Σύμπαν, ένα μικρό σύμπαν ιδεών και ανθρώπων, το Ποτάμι, δημιουργήθηκε μερικούς μήνες πριν από το σήμερα, από μια έκρηξη αιφνιδιαστική αλλά με ορατό αυτήν τη φορά σκοπό. Ευτυχώς ο αυτουργός της είναι σήμερα μαζί μας, για να μας εξηγήσει και πάλι τον σκοπό της Εκρήξεως, και κυρίως πώς βλέπει την εξέλιξή της. Ένα πάντως είναι γεγονός: ότι ο Σταύρος Θεοδωράκης άκουσε, και θα ακούσει πάλι σήμερα, την φωνή μιας κοινωνίας που ασφυκτιά · και επιζητεί έναν άλλο, πιο ζωντανό και αυθεντικό τρόπο, για να πορευθεί. Αν υπάρχει κάτι κοινό είναι ότι και στο δικό μας πολιτικό Σύμπαν αφθονούν –τι στην οικονομία, τι στην παιδεία, τι στην δημόσια διοίκηση! – οι μαύρες τρύπες και οι λευκοί ή σκοτεινοί νάνοι. Ενώ πολλοί αστέρες περιστρέφονται συνέχεια περί τον εαυτό τους και την νομή της εξουσίας.

Τι λοιπόν μπορούμε να πούμε σήμερα για το Ποτάμι και την μέχρι τώρα πορεία του;
Θα επιχειρήσω, με συντομία επικίνδυνη, να καταγράψω τους κύριους σταθμούς αυτής της πορείας. Ασφαλώς, ως πρώτος σταθμός θα πρέπει να θεωρηθεί η εμφάνισή του στην πολιτική σκηνή, που συνοδεύτηκε από επιφυλάξεις ή και μικρόχαρη ειρωνεία. Γρήγορα όμως υπερίσχυσαν οι προσδοκίες ενός κόσμου, που έχει κουρασθεί από τα «ψεύτικα τα λόγια, τα μεγάλα» και μια οδυνηρή καθημερινότητα.

Στην συνέχεια υπήρξε –ο δεύτερος σταθμός- η ανακοίνωση του ευρωψηφοδελτίου του, που δημιούργησε αίσθηση μεγάλη και την βεβαιότητα ότι ο Σταύρος εννοούσε όσα διακήρυσσε. Η διεξαγωγή των ευρωεκλογών τέλος -ο τρίτος σταθμός- υπήρξε μια πολυδύναμη δοκιμασία: για τους υποψήφιους, τους θαυμάσιους εθελοντές που είχαν ενταχθεί στην ροή του Ποταμιού, τον ίδιο τον ηγέτη του. Αν ληφθούν υπόψη η πολιτική διαβολή, αλλά και οι ορατές οικονομικές του δυσχέρειες, το αποτέλεσμα των Ευρωεκλογών υπήρξε ένας θρίαμβος –ναι, το εννοώ!- για το Ποτάμι. Είχε άλλωστε και μια παράπλευρη συνέπεια: Ότι έφερε στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ως ισάξιους ανάμεσα στους 42 υποψηφίους, τον Μίλτο Κύρκο και την ταπεινότητά μου. Αξίζει ίσως να τονίσω, ότι εκεί προσπαθούμε να μεταφέρομε, όσες αρχές ή διδάγματα πρέπει να χαρακτηρίζουν το Ποτάμι: την αξιοκρατία αλλά και την σκληρή δουλειά, την ανάγκη των συνεργασιών αλλά και τον τεκμηριωμένο λόγο.

Αυτοί ήταν – επαναλαμβάνω: με συντομία επικίνδυνη- οι τρεις μεγάλοι σταθμοί που ένα ιδιότυπο Ποτάμι είχε στην ροή του προς το μέλλον.

Σε ευθείες ωστόσο παράλληλες, το Ποτάμι άρχισε να αποκτά οργανωτικές δομές και συνοχή, που χαρακτηρίστηκαν από ριζοσπαστική υφή αλλά και δημοκρατικές –συχνά μάλιστα υπερβάλλουσες!- διαδικασίες. Το πρώτο του μάλιστα Συνέδριο στο Λαύριο, που καθιέρωσε υπό έναν ήλιο φλογοβόλο αυτές τις δομές, ανέδειξε κάποιες ξεχασμένες στα κομματικά συνέδρια αρετές: τη συμμετοχή νέων ανθρώπων αλλά και τη ζωντάνια του διαλόγου, τον πλούτο των ιδεών αλλά και την ένθερμη, πανηγυρική εκλογή του αρχηγού ή Προέδρου του Ποταμιού. Το ότι το συνέδριο υπερψήφισε, αντ΄ αυτών, και τον άτυχο τίτλο του «Επικεφαλή» -έτσι τον ακούω - ή ακόμα χειρότερα, των «εθελοντών» για τα στελέχη και τα μέλη του, υπήρξε μια κατανοητή αδυναμία εν θερμώ, που ελπίζω ότι θα απαλύνει ή και θα εξαφανίσει ο χρόνος.

Δεν είναι βέβαια η πρόθεση μου να εξωραΐσω την όλη πορεία του Ποταμιού, που και αδυναμίες παρουσίασε και αστοχίες πολλές. Σε αντίθεση όμως με τους άλλους πολιτικούς σχηματισμούς, έχει μάθει να κοιτάζει με ειλικρίνεια τον εαυτό του, και να διαθέτει κάποιους παράδοξους μηχανισμούς αυτοδιόρθωσης. Δεν έλειψαν άλλωστε –ούτε και έπρεπε να λείψουν– οι πολιτικές διαφωνίες. Ο ομιλών, για παράδειγμα, θεωρεί ότι το Ποτάμι έπρεπε να είναι πιο επιθετικό απέναντι στην σημερινή κυβέρνηση, που εμφανίζει ορατές ή και καταστροφικές αδυναμίες στην άσκηση της εξουσίας, ενώ παράλληλα ενισχύει διαρκώς την παλαιοκομματική νοοτροπία της. Από την άλλη, έπρεπε νομίζω να είναι πιο ήπιο η και διαλλακτικό στις επίσης ορατές, αλλά συχνά και αυτοκαταστροφικές, αδυναμίες του αριστερού ή του λεγόμενου κεντροαριστερού χώρου. Αν μη τι άλλο, επειδή εκεί ανασαίνει πρώτιστα η ελπίδα, και εκεί, πρώτα και κύρια, πρέπει να αναζητηθούν –εκτός αν άλλα επιτάσσει μια ύψιστη ανάγκη- οι μελλοντικές συνεργασίες του.

Έτσι πάντως φτάσαμε στην σημερινή ημέρα, που αποτελεί τον τέταρτο, και διαφορετικής βέβαια σημασίας, σταθμό στην πορεία του Ποταμιού.

Θέλω αρχικά να υπογραμμίσω ότι, από όσο τουλάχιστον γνωρίζω, κανένα πολιτικό κόμμα δεν καθιέρωσε μια «Επιτροπή Διαλόγου», για να ακούει φωνές ανομοιογενείς κι ωστόσο ουσιαστικές. Είναι λοιπόν εδώ σήμερα, 58 ξεχωριστές προσωπικότητες –δεν με φοβίζει η λέξη- από τον χώρο της Παιδείας ή της Επιστήμης, του Πολιτισμού αλλά και της Πολιτικής. Αν έχουν κάτι κοινό, είναι η περηφάνια για το έργο τους ή και τη στάση τους στην πολιτική ζωή. Ενώ η δική μας περηφάνια είναι ότι θυσίασαν πολύ από τον μόχθο και τον χρόνο τους, επειδή γνωρίζουν ότι εδώ, σήμερα, σε ένα χώρο που ακτινοβολεί τον πολιτισμό του ιδρυτή του, αλλά και έξω από αυτόν, υπάρχουν αυτιά έτοιμα να ακούσουν, ψυχές ώριμες να επικρίνουν ή να αποδεχθούν, πολίτες νέοι ή μεγαλύτεροι που απωθούνται από τις αντηχήσεις των κομματικών σωλήνων.

Νομίζω ότι η προσδοκία για το Άλλο είναι το χαρακτηριστικό που δεσπόζει σήμερα στην αίθουσα, αλλά και στις διαδικτυακές αίθουσες της σύγχρονης εποχής.

Θα διαμορφώσει λοιπόν, η σημερινή ημέρα, τις θέσεις του Ποταμιού, που περιμένει –συχνά, φοβούμαι, με ειρωνική διάθεση- ο δημοσιογραφικός κόσμος, τα παραδοσιακά κόμματα ή ακόμα και μια κοινωνία σε σύγχυση;

Εδώ, θα μου επιτρέψετε να χαμογελάσω. Πρώτα, διότι θέσεις και προγράμματα και δεσμεύσεις παρουσιάζουν κατά καιρούς όλα τα ελληνικά κόμματα, για να τις παραβιάσουν οριζόντια και κάθετα, όταν βρεθούν στην εξουσία ή στον χαρμόσυνο δρόμο για την κατάκτησή της. Δεύτερον, θέσεις παρουσίασε από την αρχή της δημιουργίας του και το Ποτάμι, σε μεγάλα θέματα ή σε εκείνα της επίκαιρης καθημερινότητας. Η καταστροφική όμως πόλωση, που χαρακτηρίζει τον πολιτικό μας βίο, δεν τις άφησε να ανθίσουν ή να εντυπωθούν στην μνήμη των πολιτών.

Είναι άλλωστε δική μου πεποίθηση, αλλά και η εμπειρία από τις ευθύνες της διοίκησης που είχα κατά καιρούς, ότι οι θέσεις στα συγκεκριμένα θέματα είναι λογικό να αλλάζουν, αφού η ίδια η πραγματικότητα είναι κινούμενη, και το Σύμπαν εξακολουθεί πάντα να διαστέλλεται.

Σημασία λοιπόν μεγαλύτερη έχουν οι κατευθύνσεις, οι γενικές αρχές ας πούμε, και αυτές τις έχει χαράξει με αυστηρότητα το Ποτάμι. Είναι η ανάγκη συνεργασιών, η καθιερωμένη στον ευρωπαϊκό χώρο, ενώ εδώ υπονομεύεται ή δυσφημείται.
Είναι, επίσης, οι αξιοκρατικές επιλογές στα κεντρικά σημεία της διοίκησης, η αποφυγή ανακύκλωσης των πολιτικών στελεχών, οι χρονικοί ορίζοντες της κάθε εξουσίας.

Είναι, ακόμα, η αποκατάσταση της προσωπικής ευθύνης, που στην ελληνική κοινωνία βρίσκεται εν υπνώσει, και χάνεται πίσω από μια επιδέξια γραφειοκρατία ή τους πολυποίκιλους φορείς και επιτροπές.

Θα μπορούσα να συνεχίσω επί πολύ. Ο δικός μου όμως χρόνος είναι εξ ανάγκης περιορισμένος, ενώ το Σύμπαν εξακολουθεί πάντα να διαστέλλεται.

Είναι όμως δύσκολο να αποφύγω ένα άλλο καθοριστικό ερώτημα: Σε ποιό, επιτέλους, πολιτικό χώρο κινείται το Ποτάμι; Πού εντάσσει το δικό του πολιτικό στίγμα;

Θα αντισταθώ στον πειρασμό να καταγράψω πόσες αντιδραστικές ιδέες κυκλοφορούν και εξουσιάζουν τον λεγόμενο αριστερό ή προοδευτικό χώρο ή, από την άλλη, πόσες φορές προοδευτικές εκλάμψεις προήλθαν από πολιτικούς του δεξιού ή φιλελεύθερου χώρου, που είναι γενικότερα οχυρωμένος στις αντιδραστικές του εμμονές.

Οι ταμπέλες λοιπόν δεν βοηθούν στην σύγχρονη εποχή, και μια απάντηση μπορεί να δοθεί μόνον με συμβολισμούς ή μεταφορικές εκφράσεις. Το Ποτάμι λοιπόν έχει μια καρδιά που κτυπά αριστερά, εκεί που κυριαρχεί ο πόνος, η ανθρώπινη ανασφάλεια και η αγωνία. Για να συντελέσει όμως στην πραγματική, και όχι ψευδεπίγραφη, κοινωνική πρόοδο, το Ποτάμι έχει ανοικτά –όπως και σήμερα- τα μάτια και τα αυτιά σε ιδέες ή προτάσεις που έχουν βαρύτητα και τόλμη, και προέρχονται από άλλες κατευθύνσεις.
Εδώ άλλωστε βοηθούν οι συνήθεις στις ομιλίες μου επιστημονικές αναφορές: Διότι το Σύμπαν, όπως είπαμε, εξακολουθεί πάντα να διαστέλλεται. Δεν απλώνεται όμως σε ένα υπαρκτό ήδη χώρο, αλλά δημιουργεί –όπως θέλω να πιστεύω συμβαίνει και με το Ποτάμι –διαρκώς και καινούργιο χώρο γύρω του.

Με αυτήν την αισιόδοξη διαπίστωση, ότι το Ποτάμι δημιουργεί διαρκώς και καινούργιο πολιτικό χώρο γύρω του, που ενισχύει μάλιστα η σημερινή εντυπωσιακή σας παρουσία, φθάνει στο τέλος και η δική μου αφήγηση.

Δεν είναι όμως δυνατόν να αποφύγω ένα σχόλιο. Μοιάζει προσωπικό, ενώ δεν είναι. Είναι, αντίθετα, βαθύτατα πολιτικό. Καθώς λοιπόν η μοίρα, και η τιμή που μου επιφύλαξαν οι ψηφοφόροι –μεγαλύτερη, φοβούμαι, από όση άξιζα – με υποχρεώνει να επιστρέφω συχνά από τις Βρυξέλλες, και από το παράθυρο του αεροπλάνου απλώνονται σιγά -σιγά οι θάλασσες της ελληνικής πατρίδας και το απαράμιλλο φως της, δεν μπορώ να αποφύγω ένα δάκρυ. Δάκρυ για τα δεινά και τις διαψεύσεις που ζει αυτή η πατρίδα, για τους νέους που κοιτάζουν με θολό βλέμμα το μέλλον, για τις ευκαιρίες που χάθηκαν και τις αξίες που παραμερίσθηκαν.

Αυτό το δάκρυ είναι ο πολιτικός μου οδηγός, και ελπίζω ότι θα γίνει και δικός σας.