2 Δεκεμβρίου, 2015

«Ο πρώτος "αριστερός" προϋπολογισμός αποτυπώνει τη συντριβή της πολιτικής της Κυβέρνησης»

Στηλιτεύοντας την κυβερνητική πολιτική ξεκίνησε την ομιλία του επί του Προϋπολογισμού του 2016 ο βουλευτής Λάρισας του Ποταμιού, κ. Κώστας Μπαργιώτας.

Όπως χαρακτηριστικά είπε «Ο Προϋπολογισμός κατά πάσα πιθανότητα δεν θα τηρηθεί. Θα εκτροχιαστεί και μάλιστα πάρα πολύ γρήγορα. Η δήλωση «φέρνω τροπολογία, αλλά δεν θα την εφαρμόσω» του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης & Τροφίμων, κ. Αποστόλου, δείχνει τις προθέσεις και τη νοοτροπία της κυβέρνησης. Ο πρώτος Προϋπολογισμός της Κυβέρνησης της Αριστεράς αποτυπώνει τη συντριβή της πολιτικής με την οποία η Κυβέρνηση ανέβηκε στην εξουσία και συνέχισε όλο το 2015. Ο δείκτης του οικονομικού κλίματος, λέει η έκθεση του Προϋπολογισμού, έχει επιδεινωθεί σημαντικά το 2015 και μάλλον θα επιδεινωθεί και το 2016, σε μια εποχή που ο αντίστοιχος ευρωπαϊκός δείκτης αυξάνεται, καθώς φαίνεται ότι οι πάντες αρχίζουν να βγαίνουν από την ύφεση και από το τέλμα της κρίσης. Οι πάντες εκτός από την Ελλάδα».

Ο βουλευτής χαρακτήρισε τον προϋπολογισμό αντιαναπτυξιακό και τόνισε «Είναι μία λογιστική αποτύπωση χωρίς καμία έμπνευση. Δεν είναι ένας Προϋπολογισμός με όραμα. Δεν έχει εξειδικευμένες δράσεις σε κανένα επίπεδο. Το καλύτερο που μπορεί να βρει κανείς στην έκθεση του Προϋπολογισμού είναι οι γενικόλογες υποσχέσεις του τύπου «πάταξη της διαφθοράς» ή «μείωση της εισφοροδιαφυγής», χωρίς συγκεκριμένα μέτρα, χωρίς προγραμματισμό. Ποιος είναι ο εθνικός στόχος για το 2020; Πώς τον εξυπηρετεί ο Προϋπολογισμός του 2016; Φέρνοντας στα ίσα κάποιους λογαριασμούς; Είναι η περικοπή του χρέους, του Άγιου Δισκοπότηρου της κοινωνίας μας και ο στόχος της χώρας για την επόμενη τριετία; Είναι η έξοδος στις αγορές -που ακούω από κάποιους όψιμους νεοφιλελεύθερους της κυβερνητικής παράταξης; Πού είναι οι εμπροσθοβαρείς επενδύσεις που αποτέλεσαν πυλώνα του προεκλογικού αγώνα τον Σεπτέμβριο; Πού είναι η στήριξη της ανάπτυξης; Πού είναι τα αναπτυξιακά μέτρα, έστω αυτά που πιστεύατε εσείς ότι έπρεπε να γίνουν; Η μεταφορά βαρών στα ανώτερα στρώματα; Εκτός και αν ο ορισμός «πλούσιος» είναι ο ορισμός Μανώλη Γλέζου, δηλαδή 20.000 ευρώ και πάνω οικογενειακό εισόδημα, γιατί αλλιώς δεν βρίσκονται, δεν υπάρχουν μεταφορές βαρών στα ανώτερα στρώματα».

Δείτε το βίντεο της ομιλίας εδώ:

Ακολουθεί η απομαγνητοφώνηση της ομιλίας:

«Καλημέρα. Ευχαριστώ, κυρία Πρόεδρε. Είναι η δεύτερη συνεδρία Προϋπολογισμού που έχω την τιμή να είμαι πρώτος. Ήμουν και στην Επιτροπή. Είχα πει στην Επιτροπή λοιπόν -και είχα σκοπό να επαναλάβω και σήμερα- ότι αυτός είναι ένας ακόμη μνημονιακός Προϋπολογισμός, με την έννοια ότι είναι ένας Προϋπολογισμός μετά από Συμφωνία με την Τρόικα και τους δανειστές. Οφείλω να διορθώσω: Αυτός είναι ένας προμνηνονιακός Προϋπολογισμός. Νομίζω ότι τις προηγούμενες μέρες έγινε ξεκάθαρο από διάφορα πολιτικά γεγονότα ότι αυτός είναι ένας Προϋπολογισμός που έρχεται από τις εποχές της αθωότητας, όπου οι προϋπολογισμοί γίνονταν, καταρτίζονταν, συζητούνταν και ψηφίζονταν για να μην εφαρμοστούν. Νομίζω ότι είναι ένας Προϋπολογισμός που δεν θα εφαρμοστεί καθόλου.

Κατά τα άλλα, είναι ένας Προϋπολογισμός μνημονιακός με την έννοια που είπα προηγουμένως. Αποτυπώνει ένα πλαίσιο οικονομικό που έχει ληφθεί, έχει γίνει μετά από Συμφωνία, μετά από το τρίτο μνημόνιο, όπως αυτό έχει ψηφισθεί και εξειδικευθεί από την Κυβέρνηση στο μεταξύ. Από αυτή την άποψη, δεν διαφέρει πολύ σε φιλοσοφία και αναφορές με τον Προϋπολογισμό του 2015, του 2014 και του 2013, μια και έχει την ίδια λογική και τις ίδιες επιδιώξεις, δημοσιονομική πειθαρχία και επίτευξη στόχων που έχουν να κάνουν με τη διεκπεραίωση των δανείων και του χρέους. Όμως, έχει ένα πρόσθετο στοιχείο, μια και είναι ο πρώτος Προϋπολογισμός της Κυβέρνησης της Αριστεράς: Αποτυπώνει τη συντριβή της πολιτικής με την οποία η Κυβέρνηση αυτή ανέβηκε στην εξουσία και συνέχισε σε όλο το 2015. Έτσι, στην ουσία είναι η αδέξια υιοθέτηση ενός προτύπου με τους ίδιους ακριβώς όρους που υπήρχαν πριν από μια Κυβέρνηση που μάλλον εμφανίζει σημάδια έκδηλης αμηχανίας σε σχέση με την εκτέλεσή του και τη διαμόρφωση πολιτικής.

Η αλήθεια είναι -το θυμόμαστε όλοι- ότι το 2015 υπήρξε ένα πολύ έντονο έτος, με αντιπαραθέσεις, με την ιστορική όντως ανέλκυση της Αριστεράς στην Κυβέρνηση για πρώτη φορά στη Μεταπολίτευση, με το μνημόνιο ΙΙΙ και με μια σημαντικότατη ζημιά -οικονομική, εννοώ, επίπτωση- η οποία είναι αποτυπωμένη στον Προϋπολογισμό και θα τη δούμε στη συνέχεια, μια και το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης εξαιτίας των πολιτικών γεγονότων του 2015 ανέρχεται πλέον στο 190% του ακαθάριστου εθνικού εισοδήματος σε σχέση με το 178% το 2014. Σε απόλυτους αριθμούς το χρέος αυξάνει κατά 10 δισεκατομμύρια σχεδόν. Ταυτόχρονα, το ΑΕΠ μειώνεται και ο δείκτης χρέους ως ποσοστό επί του ΑΕΠ χειροτερεύει σημαντικά, αλλά αυτός είναι ένας δείκτης ο οποίος έχει ξεχαστεί -περιέργως πώς- ενώ στις προηγούμενες περιόδους χρησιμοποιούταν ως το σημαντικότερο στοιχείο αποτύπωσης της οικονομικής πορείας της χώρας.

Εδώ, λοιπόν, υπήρχαν οι πολιτικές μάχες και οι διαπραγματεύσεις στο εσωτερικό και στο εξωτερικό, με σοβαρές επιπτώσεις. Ο δείκτης του οικονομικού κλίματος, λέει η έκθεση του Προϋπολογισμού, έχει επιδεινωθεί σημαντικά το 2015 και μάλλον θα επιδεινωθεί και το 2016, σε μια εποχή που ο αντίστοιχος ευρωπαϊκός δείκτης αυξάνεται, καθώς φαίνεται ότι οι πάντες αρχίζουν να βγαίνουν από την ύφεση και από το τέλμα της κρίσης, οι πάντες εκτός από την Ελλάδα, που ξεκινάει το 2016, φέρνοντας τα βαρίδια ενός αρνητικού οικονομικά 2015. Άκουσα πραγματικά με έκπληξη τον κ. Τσακαλώτο να λέει προχθές στην Επιτροπή με χαρά ότι η ύφεση είναι μικρότερη από την αναμενόμενη, ότι δεν είναι -2,3% που ήταν αποτυπωμένη στο προσχέδιο του Προϋπολογισμού, αλλά είναι μικρότερη, είναι μηδενική για το 2015 και μικρότερη σχετικά με το 2016. Αυτά έχουν αναθεωρηθεί επί τα χείρω.

Στο μεταξύ, εν πάση περιπτώσει, δεν παύει να υπάρχει ζημιά, η οποία προέρχεται, όπως είπα και προηγουμένως, από την πολιτική και τα λάθη ή τα προβλήματα που δημιουργήθηκαν από το 2015. Είναι ζημιά, δηλαδή, η οποία οφείλεται 100% στην Κυβέρνηση της Αριστεράς. Είναι μια ζημιά η οποία αποτυπώνει τις πολιτικές επιλογές της Κυβέρνησης στη διάρκεια του 2015, μια και είμαι υποχρεωμένος να θυμίσω ότι το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο προέβλεπε ανάπτυξη για το 2015, σημαντική ανάπτυξη για το 2016 και ακόμα σημαντικότερη για το 2017. Οι κακές και ανεπαρκείς, κατά τη γνώμη μου, προηγούμενες κυβερνήσεις είχαν αυτά τα δεδομένα. Με αυτά τα δεδομένα η Κυβέρνηση της Αριστεράς, δυστυχώς, φαίνεται -επαναλαμβάνω- χειρότερη από τις προηγούμενες κυβερνήσεις στον οικονομικό τομέα, κυβερνήσεις, που κατά τη γνώμη μου, δεν μπόρεσαν να κάνουν αυτό που όφειλαν απέναντι στον ελληνικό λαό.

Με λίγα λόγια, είμαστε τώρα εκεί που θα μπορούσαμε να είμαστε τον Μάρτιο, με μια πολύ μεγάλη οικονομική ζημιά, ακριβώς γιατί περάσαμε έναν ολόκληρο χρόνο λίγο-πολύ κυνηγώντας την ουρά μας ως κοινωνία και ως Κυβέρνηση και ο κ. Τσακαλώτος και κάποιοι άλλοι πανηγυρίζουν κιόλας, γιατί η ζημιά δεν ήταν πολύ μεγάλη. Σε ψυχολογικό επίπεδο αυτό είναι κατανοητό και εξηγείται, το να αισθάνεσαι ανακούφιση, επειδή ο φόνος δεν είναι τόσο φόνος ή ήταν λιγότερο, αλλά σε πολιτικό επίπεδο σε έναν λαό ο οποίος πραγματικά στενάζει τα τελευταία πέντε χρόνια δεν νομίζω ότι υπάρχουν περιθώρια πανηγυρισμών.

Δεν σκίσαμε, λοιπόν, τα μνημόνια, ξεχάσαμε την πολιτική αυτή, δεν βγήκαμε -δόξα τω Θεώ- στη δραχμή. Συμφωνήσαμε σαν άτακτα παιδιά μετά από διάφορες περήφανες διαπραγματεύσεις, στείλαμε έναν λογαριασμό μερικών δεκάδων δισεκατομμυρίων στον ελληνικό λαό, αλλά λένε μερικοί ότι κατεβήκαμε στις εκλογές του Σεπτέμβρη και κερδίσαμε, δικαιωθήκαμε. Νομίζω –και αυτή είναι μία λανθασμένη θέση- ότι ο λαός ψήφισε και στήριξε την Κυβέρνηση με την προοπτική μίας διαφορετικής πολιτικής. Αν όχι το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης, που ο λαός όντας λιγότερο αφελής από μερικούς σ’ αυτήν την Αίθουσα δεν νομίζω ότι το πίστεψε ποτέ, τουλάχιστον στην πλειοψηφία του, πίστεψε ένα μέρος των εξαγγελιών και κυρίως μία διαφορετική προσέγγιση στο θέμα του οικονομικού προβλήματος της χώρας.

Είναι αλήθεια ότι όλοι ελπίζαμε –ακόμα και οι μη ψηφίσαντες σαν τον ομιλούντα- ότι θα υπήρχε μία διαφορά και τουλάχιστον η μάχη του 2015 και οι απώλειές της δεν θα πήγαιναν χαμένες, αλλά αντίθετα θα αποτυπώνονταν με κάποιο θετικό τρόπο στην οικονομική πολιτική από εδώ και πέρα. Όμως, πολύ φοβάμαι ότι όλα αυτά έχουν ξεχαστεί. Δεν έχουν ξεχαστεί απλώς τα του 2012, τα του 2011, του Γενάρη και της Θεσσαλονίκης, αλλά έχουν ξεχαστεί και αυτά που λέγατε τον Σεπτέμβρη. Τα ισοδύναμα και το παράλληλο πρόγραμμα αποτελούν, επίσης, μία ανάμνηση μαζί με το πακέτο Γιουνκέρ, το οποίο προς το παρόν τουλάχιστον δεν έχει φανεί. Δεν υπάρχουν σ’ αυτόν τον Προϋπολογισμό εμπροσθοβαρή αναπτυξιακά μέτρα, αλλά μόνο φορολογικά.

Δεν θα αναφερθώ σ’ αυτά που λέγατε παλιά για την κατάργηση του ΕΝΦΙΑ ή για την αύξηση του κατώτερου ημερομισθίου κλπ. Απλώς, θα επισημάνω ότι αυτός ο Προϋπολογισμός δεν είναι αναπτυξιακός ούτε στοιχειωδώς προοδευτικός, γιατί ακριβώς πατάει στα πρότυπα των προηγουμένων. Είναι μία λογιστική αποτύπωση χωρίς καμία έμπνευση. Δεν είναι ένας Προϋπολογισμός προγραμματικός. Δεν είναι ένας Προϋπολογισμός, ο οποίος να βάζει στόχους που να υπερβαίνουν το έτος και να τους εξυπηρετεί. Δεν είναι ένας Προϋπολογισμός, ο οποίος να βάζει ένα όραμα και να προσπαθεί να το φτάσει. Δεν έχει εξειδικευμένες δράσεις σε κανένα επίπεδο και δεν περιγράφει εξειδικευμένες δράσεις. Το καλύτερο που μπορεί να βρει κανείς στην έκθεση του Προϋπολογισμού είναι οι γενικόλογες υποσχέσεις του τύπου «πάταξη της διαφθοράς» ή «μείωση της εισφοροδιαφυγής», χωρίς συγκεκριμένα μέτρα, χωρίς προγραμματισμό. Όλα αυτά είναι σωστά, αλλά Προϋπολογισμός σημαίνει ότι είναι εγγεγραμμένος ο τρόπος, η μέθοδος, ο χρόνος εφαρμογής και, κυρίως, το αποτύπωμά του στο οικονομικό, θετικό ή αρνητικό.

Το βασικό πρόβλημα του Προϋπολογισμού δεν είναι η κολοσσιαία αύξηση των φόρων και των περικοπών, ούτε η μηδενική μείωση των εξόδων του Δημοσίου. Κυρίως είναι η αμηχανία, η αδυναμία περιγραφής από μέρους της Κυβέρνησης και του οικονομικού επιτελείου ενός συνεκτικού στόχου για τη χώρα για το 2020. Ποιος είναι ο εθνικός στόχος, λοιπόν, για το 2020; Πώς τον εξυπηρετεί ο Προϋπολογισμός του 2016; Φέρνοντας στα ίσα κάποιους λογαριασμούς; Είναι η περικοπή του χρέους, του Άγιου Δισκοπότηρου της κοινωνίας μας και ο στόχος της χώρας για την επόμενη τριετία; Είναι η έξοδος στις αγορές που ακούω από κάποιους όψιμους νεοφιλελεύθερους της κυβερνητικής παράταξης που τον βάζουν σαν στόχο, λες και είναι ο Σαμαράς για τους επόμενους δεκαπέντε μήνες η έξοδος στις αγορές ή είναι η μεταρρύθμιση και η ανασυγκρότηση της παραγωγικής βάσης της χώρας;

Νομίζω ότι πρέπει να συμφωνήσουμε –και θα συμφωνήσουμε- ότι αυτός είναι ο εθνικός στόχος, μόνο που πρέπει να περιγραφεί και να εξειδικευθεί. Κάτι τέτοιο δεν το βλέπουμε, δυστυχώς, ούτε στον Προϋπολογισμό ούτε στη ρητορική της Κυβέρνησης που εξαντλείται σε γενικότητες. Διαβάζω από ένα άρθρο της «ΑΥΓΗΣ» τον Γενάρη του 2015, πριν από τις εκλογές, που αφορούσε το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης: «Η αντιυφεσιακή πολιτική που σχεδιάζουμε με μέτρα αναπτυξιακής αναδιανομής και ανάκαμψης της οικονομίας –αύξηση του κατώτατου μισθού, μείωση των έμμεσων φόρων χάριν των άμεσων, μετατόπιση του φορολογικού βάρους από τα χαμηλά και μεσαία προς τα υψηλά εισοδήματα, αύξηση του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, κλπ- είναι μία πρόταση». Θα μπορούσε να συζητηθεί και να υπάρχουν διαφωνίες, αλλά είναι μία πρόταση. Όμως, υπάρχει στον Προϋπολογισμό; Ας αρχίσουμε από το τέλος. Το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων είναι προσγειωμένο εκεί που βρισκόταν σε όλη την πενταετία της κρίσης. Συν ή πλην 100 εκατομμύρια ευρώ, το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων είναι 6,5 δισεκατομμύρια ευρώ. Το ίδιο είναι και τώρα. Νομίζω ότι είναι 6,7 δισεκατομμύρια ευρώ.

Πού είναι οι εμπροσθοβαρείς επενδύσεις που είπαμε προηγουμένως και οι οποίες αποτέλεσαν πυλώνα του προεκλογικού αγώνα τον Σεπτέμβριο; Πού είναι η στήριξη της ανάπτυξης; Πού είναι τα αναπτυξιακά μέτρα στον Προϋπολογισμό, έστω αυτά που πιστεύατε εσείς ότι έπρεπε να γίνουν; Η μεταφορά βαρών στα ανώτερα στρώματα; Εκτός και αν ο ορισμός «πλούσιος» είναι ο ορισμός Μανώλη Γλέζου, δηλαδή 20.000 ευρώ και πάνω οικογενειακό εισόδημα, γιατί αλλιώς δεν βρίσκονται, δεν υπάρχουν μεταφορές βαρών στα ανώτερα στρώματα. Τα 32 εκατομμύρια ευρώ από τα 2 δισεκατομμύρια ευρώ φόρων είναι η αύξηση του φόρου πολυτελείας. Για να έχουμε ένα μέτρο σύγκρισης, η προκαταβολή των αγροτών είναι 40 εκατομμύρια ευρώ. Είναι αστείο το ποσό σε σχέση με τα υπόλοιπα. Όσον αφορά τις οριζόντιες περικοπές στις συντάξεις μέχρι τώρα –εννοώ το 6% υπέρ υγείας στις επικουρικές- περιμένουμε με αγωνία να δούμε τις περικοπές, το βάθος και την κατανομή των περικοπών στο καινούργιο ασφαλιστικό, για το οποίο η Κυβέρνηση φαίνεται ότι δυσκολεύεται να καταλήξει και να φέρει στη Βουλή.

Είναι υφεσιακή η λογική της αύξησης των εισπρακτικών μέτρων, αντί της περικοπής των δαπανών. Είναι εντελώς παλαιοκομματική η αντίληψη της περιφρούρησης των πελατειακών δικτύων στο Δημόσιο υπέρ της αύξησης των άμεσων και έμμεσων φόρων, των οποίων ο λόγος χειροτερεύει. Δεν μειώνονται οι έμμεσοι φόροι, όπως έλεγε το πρόγραμμα Θεσσαλονίκης και η «ΑΥΓΗ» τον Γενάρη, αλλά αυξάνονται σε σχέση με τους άμεσους. Αδικείται ξανά ο φτωχότερος και όχι ο πλουσιότερος μ’ αυτή τη μέθοδο. Όμως, το κύριο πρόβλημα είναι ότι τα εισπρακτικά του 2016 προέρχονται κατά 90% από νέους φόρους και μόλις το 10% από μείωση των δαπανών. Είπαμε, την πελατεία στο Δημόσιο δεν θα την πειράξουμε. Το χειρότερο απ’ όλα δε –για να κάνω κι εγώ μία πρόβλεψη, αφού για προβλέψεις μιλάμε- είναι ότι και αυτό είναι ψεύτικο. Δεν πρόκειται να επιτευχθεί ούτε ο στόχος του 10%. Οι δαπάνες στο Δημόσιο θα ξεφύγουν, όπως θα ξεφύγει όλος ο Προϋπολογισμός. Ο Προϋπολογισμός κατά πάσα πιθανότητα δεν θα τηρηθεί. Δεν νομίζω ότι υπάρχει διάθεση να τηρηθεί. Θα εκτροχιαστεί και πάρα πολύ γρήγορα.

Θα φέρω μόνο δύο παραδείγματα της νοοτροπίας που θα οδηγήσει σ’ αυτό. Θα αναφερθώ σε δύο χθεσινά γεγονότα. Το ένα είναι η δήλωση «φέρνω τροπολογία, αλλά δεν θα την εφαρμόσω» του Υπουργού Γεωργίας κ. Αποστόλου, η οποία δίνει χαρακτηριστικά το νόημα και το βήμα της Κυβέρνησης σε σχέση με την Ευρωπαϊκή Ένωση και το άλλο είναι η τροπολογία για την υγεία, η οποία στην ουσία δίνει το δικαίωμα στους διοικητές των δημοσίων νοσοκομείων να τινάξουν στον αέρα τους έτσι κι αλλιώς προβληματικούς Προϋπολογισμούς. Είναι κάτι που επανέρχεται στη δεκαετία του 1990. Ξέρουμε από τότε ότι όταν επιτρέπεις δαπάνες μισθοδοσίας από τον Προϋπολογισμό του νοσοκομείου από άλλους κωδικούς –τα νοσήλια κλπ- γίνεται χαμός. Είχε γίνει στα νοσοκομεία, στη ΔΕΗ, παντού. Υπήρχαν παραδείγματα όπου δεν υπήρχε πετρέλαιο για θέρμανση, γιατί είχαν εκταμιευθεί τα λεφτά για τη θέρμανση, για να πληρωθούν υπερωρίες.

Αυτό θα γίνει ξανά τώρα. Μπορεί να βολεύει τους συναδέλφους στα νοσοκομεία που πένονται όντως και έχουν τεράστιο πρόβλημα, αλλά θα τινάξει τους προϋπολογισμούς των νοσοκομείων στον αέρα. Αυτό το παιχνίδι, το «κοροϊδεύω την τρόικα» -γιατί περί αυτού πρόκειται- είναι φθαρμένο και είναι και «sequel». Είναι το «νούμερο 2» ή το «νούμερο 3». Ξέρετε ότι στις ταινίες, η δεύτερη ή η τρίτη είναι πολύ κατώτερες του πρωτοτύπου. Το χαρακτηριστικό, μάλιστα, του συγκεκριμένου μοτίβου «κοροϊδεύουμε την τρόικα» είναι ένα. Την εξυπνάδα εναντίον του κουτόφραγκων την πληρώνει ο ελληνικός λαός στον επόμενο δημοσιονομικό κύκλο. Θα την πληρώσει, λοιπόν, ο ελληνικός λαός πολύ σύντομα, καθώς δεν θα εφαρμοστεί ο Προϋπολογισμός και δεν θα είναι ένα επίτευγμα εξαπάτησης των Ευρωπαίων. Θα είναι ένα δημοσιονομικό κενό, το οποίο θα πρέπει να γίνει ξανά αντικείμενο διαπραγμάτευσης και το οποίο θα οδηγήσει σε νέα δημοσιονομικά μέτρα. Πολύ φοβάμαι ότι εκεί οδηγούμαστε.

Δεν θα πω σχεδόν τίποτα για τα νοσοκομεία, γιατί, όπως είπα, δεν έχει πολύ νόημα –εξάλλου, δεν έχω και χρόνο- και εξήγησα γιατί. Οι προϋπολογισμοί είναι πλασματικοί, από τη στιγμή που εισάγονται από πίσω μηχανισμοί οι οποίοι ουσιαστικά τους υπονομεύουν. Θα σημειώσω μόνο ότι παρά τις πολυαναγγελλόμενες προσλήψεις για το 2016 τρεισήμισι χιλιάδων νέων υπαλλήλων στο Υπουργείο Υγείας, δεν υπάρχει καμία διαφορά στο κονδύλι της μισθοδοσίας που αφορά τη μισθοδοσία του Υπουργείου Υγείας. Έχω πει ότι θα μπορούσα να σχολιάσω πάρα πολλά. Έχω πειστεί, όμως, ότι ο Προϋπολογισμός είναι προσχηματικός. Δημιουργήθηκε για να αποτυπώσει το μνημόνιο με λογιστικό τρόπο, αλλά δεν πρόκειται να εφαρμοστεί όχι για αντικειμενικούς λόγους, όχι γιατί η κοινωνία δεν αντέχει, αλλά γιατί η φοροδοτική ικανότητα των εμπόρων, των δημοσίων υπαλλήλων και όλων των υπολοίπων φορολογικών υποζυγίων δεν αντέχει. Είναι ένα επιχείρημα που είναι πολύ σοβαρό, ειδικά όταν κλιμακώνει κανείς τους φόρους πάνω σε μία ήδη δηωμένη χώρα.

Ο Προϋπολογισμός δεν θα εφαρμοστεί κυρίως επειδή η Κυβέρνηση δεν σκοπεύει να τηρήσει τις δεσμεύσεις της. Επειδή όπως είδαμε και εχθές –τα βλέπουμε και κάθε μέρα- οι λογικές του ξεχειλώματος είναι ζωντανές και δρώσες, θα υπονομευτεί από την ίδια την Κυβέρνηση η δημοσιονομική πειθαρχία, με βάση την αρχή που βλέπουμε να εκφράζεται τις προηγούμενες ημέρες «νομοθετώ, αλλά δεν σκοπεύω να εφαρμόσω» ή «νομοθετώ στο υπόβαθρο με στόχο να παραβιάσω».