20 Σεπτεμβρίου, 2014

Για μια κοινωνία της γνώσης

του Γιάννη Παπανικολάου

Η οικονομική ανάπτυξη στην εποχή μας και η αύξηση της παραγωγικότητας μιας οικονομίας όπως η ελληνική, συνδέονται άμεσα με την αύξηση της ποσότητας και της ποιότητας της διαθέσιμης γνώσης.

Εξάλλου η μείωση της ανεργίας που βρίσκεται σε εκρηκτικά επίπεδα και η αναγκαία αναδιάρθρωση του παραγωγικού δυναμικού της χώρας , προϋποθέτουν την σε μεγάλη κλίμακα μεταφορά ανθρώπινων πόρων από φθίνοντες οικονομικούς κλάδους σε άλλους. Για τη διαδικασία αυτή όμως το μεγαλύτερο εμπόδιο είναι η έλλειψη των απαραίτητων ανθρώπινων δεξιοτήτων,που μπορει να καλυφτεί μόνο με την απόκτηση νέων γνώσεων.

Η δημιουργία μιας κοινωνίας της γνώσης αφορά όχι μόνο την παραγωγή η την απόκτηση γνώσης, αλλά κυρίως τις ευκαιρίες και δυνατότητες διάχυσης της.

Ένα κομμάτι γνώσης παράγεται ως αποτέλεσμα συνειδητής επιλογής, με την διάθεση οικονομικών πόρων στη παιδεία ,την έρευνα και ανάπτυξη(R&D) και την καινοτομία.

Ένα όμως εξ ισου σημαντικό μερίδιο της παραγωγής και διάχυσης της γνώσης είναι υποπροϊόν της ίδιας της παραγωγικής και της επενδυτικής διαδικασίας.

H παραγωγή γνώσης πρέπει να είναι από τις βασικές επιδιώξεις της οικονομικής πολιτικής, γιατί οι αγορές από μόνες τους δεν είναι ούτε επαρκείς ούτε αποτελεσματικές .Η γνώση συνοδεύεται από σημαντικές θετικές εξωτερικές οικονομικές παρενέργειες (positive externalities),που εκ των πραγμάτων δεν τις λαμβάνουν υπόψη τους οι αγορές κατά τη κατανομή των πόρων.

Tι εννοούμε όμως με τον όρο γνώση με την ευρύτερη έννοια;

  1. Τον εντοπισμό και την αξιοποίηση των έμφυτων ταλέντων κάθε ανθρώπου .
  2. Την ικανότητα ανάπτυξης νέων δεξιοτήτων.
  3. Την εξοικείωση με νέες τεχνολογίες
  4. Την απόκτηση γνώσεων για την ίδια την διαδικασία της εκμάθησης.
  5. Την τεχνογνωσία προσφυγής σε νέες πηγές γνώσης.
  6. Την τέχνη να διευθύνει κάποιος και να κινητοποιεί ομάδες ανθρώπων(management)
  7. Την θετική προδιάθεση προς το καινοτομείν.
  8. Την ικανοτητα διαχείρισης κινδυνων, που διευκολυνει την αναληψη ρισκων.

Η σημασία του βιομηχανικού τομέα.

Από την άποψη της παραγωγής καινοτομιών και της μεταφοράς γνώσεων, ο βιομηχανικός τομέας διαθέτει σημαντικό συγκριτικό πλεονέκτημα.
Η παραγωγή γνώσεων λειτουργεί συσσωρευτικά,
διοτι χαρακτηριζεται από θετικες οικονομιες κλιμακας(positive returns to scale)
Άρα όσο μεγαλύτερο το επίπεδο παραγωγής μιας επιχείρησης τόσο περισσότερη γνώση μπορεί να παράγει μέσω της διαδικασίας της εκμάθησης στη πράξη(learning by doing).
Παράλληλα η μεταφορά γνώσεων εντός μιας εταιρείας είναι ευκολότερη.
Εξάλλου οι ευκαιρίες και τα κίνητρα για τη συσσώρευση ανθρώπινου κεφαλαίου είναι ισχυρότερα σε σχετικά μεγαλύτερες εταιρείας.
Η διάχυση γνώσεων από τον βιομηχανικό τομέα προς την υπόλοιπη οικονομία(spillovers) είναι και αυτή εντονότερη απ’ότι από άλλους τομείς.
Είναι λοιπόν προφανές ότι η βιομηχανική παραγωγή και ιδιαίτερα σε σχετικά μεγαλύτερες μονάδες δημιουργεί πρόσθετη κοινωνική αξία.

Έτσι σε περιόδους μεγάλης κρίσης ,το κλείσιμο βιομηχανικών επιχειρήσεων έχει ένα επιπλέον κοινωνικό κόστος.
Πέρα από την απώλεια τρέχουσας παραγωγής ,την ανεργία των εργαζομένων, την απαξίωση του κεφαλαιουχικού εξοπλισμού, την απώλεια φορολογικών εσόδων και ασφαλιστικών εισφορών και όλα τα άλλα που επηρεάζουν αρνητικά το τρέχον επίπεδο κοινωνικής ευημερίας, υποθηκεύ-εται και η μελλοντική ευημερία της κοινωνίας.
Κάθε οργανωμένη επιχείρηση διαθέτει ένα απόθεμα γνώσεων και έχει ενσωματωμένο ένα μηχανισμό παραγωγής και διάχυσης τους.
Αυτά σε περιόδους ανάκαμψης δεν ανακτώνται.

Ελεύθερος ανταγωνισμός και καινοτομία-
Αναποτελεσματικότητα της αγοράς

Το κίνητρο για επενδύσεις σε καινοτομία είναι απών σε συνθήκες ελεύθερου ανταγωνισμού.
Άλλωστε στο σχετικό κλασσικό και νεοκλασικό οικονομικό μοντέλο η τεχνολογία θεωρείται εξω-
γενής, δεδομένη .
Ακόμα όμως και αν θεωρηθεί ενδογενής, οι δυνάμεις της αγοράς δεν εξασφαλίζουν την κοινωνικά άριστη (optimum) παραγωγή και προσφορά τεχνολογίας.

  1. Σε ότι αφορά τη γνώση γενικότερα υπάρχει διάσταση μεταξύ του ιδιωτικού και του κοινωνικού βαθμού απόδοσης (private and social rate of return)
    H γνώση είναι ένα κλασσικό δημόσιο αγαθό(public
    good) και είναι γνωστό ότι οι αγορές δεν είναι αποτελεσματικές(efficient) στη παραγωγή τέτοιων αγαθών.
    Όπου παρατηρούνται θετικές οικονομικές παρενέργειες (positive externalities) σε τρίτους, υπάρχει υποπαραγωγή των σχετικών αγαθών από την αγορά, διότι οι οικονομικά δρώντες δεν λαμβάνουν υπόψη τα οφέλη που απολαμβάνουν οι τρίτοι.
  2. Η παραγωγή καινοτομίας ενέχει υψηλό ρίσκο και οι σχετικές αγορές είναι ατελείς.
    Δεν υπάρχει δυνατότητα ασφάλισης έναντι του ενδεχομένου της αποτυχίας γιατί υπάρχει ασύμμετρη πληροφόρηση.
    Έτσι πραγματοποιούνται λιγότερες επενδύσεις απ’όσο είναι κοινωνικά βέλτιστο και ειδικά στη βασική έρευνα που είναι η κύρια πηγή που εμπλουτίζει το κοινωνικά διαθέσιμο απόθεμα γνώσεων.
  3. Οι επενδύσεις σε καινοτομία και έρευνα και ανάπτυξη (R&D) απαιτούν συνήθως υψηλά κεφάλαια.
    Οι αγορές κεφαλαίου είναι και αυτές ατελείς.
    Επιπρόσθετα η γνώση δεν μπορεί να λειτουργήσει ως εμπράγματη ασφάλεια όπως τα κτίρια, τα μηχανήματα η τα αποθέματα.
  4. Η παραγωγή γνώσης και καινοτομίας δημιουργούν κερδισμένους και χαμένους και συνήθως επιδεινώνουν τις εισοδηματικές ανισότητες.
    Οι δυνητικά χαμένοι λοιπόν έχουν κίνητρο να αντιστέκονται.
    Η δημιουργία ενός περιβάλλοντος ευνοϊκού για την παραγωγή γνώσης ,διευκολύνεται αποφασιστικά από την ύπαρξη αναδιανεμητικών μηχανισμών που εξασφαλίζουν την ευρύτερη διάχυση στη κοινωνία των ωφελειών που προκύπτουν.
  5. Αν ως αποτέλεσμα φιλελευθεροποίησης του διεθνούς εμπορίου η συμμετοχής μιας χώρας σε σχήματα περιφερειακής συνεργασίας όπως η Ε.Ε.
    η παρατεταμένης ύφεσης ,καταστραφεί ένα μεγάλο μέρος της βιομηχανικής της βάσης, μειώνεται αντίστοιχα και η ικανότητα της να παράγει γνώση.
    Η διαδικασία αυτή δεν αναστρέφεται στο μέλλον αν η οικονομία αρχίσει να αναπτύσσεται σε άλλους τομείς.
  6. Εξ ισου σημαντικό αν όχι σημαντικότερο πρόβλημα δημιουργείται από την εξαγωγή ανθρώπινων μυαλών (brain drain) που μεταναστεύουν στο εξωτερικό.
    Πέρα από την απώλεια του συγκεκριμένου ανθρώπινου κεφαλαίου ,απομειώνεται και η μελλοντική ικανότητα της χώρας να παράγει παραπέρα γνώσεις και καινοτομία.
  7. Για την προστασία των ιδιωτών που επενδύουν σε έρευνα και καινοτομία προβλέπεται σ’ολες τις χώρες ισχυρή προστασία των πνευματικών τους δικαιωμάτων (intellectual property rights) με πατέντες και άλλα μέσα.
    Αν όμως είναι ισχυρότερη απ’όσο απαιτείται αυτό μπορεί να οδηγήσει σε χαμηλότερα επίπεδα καινοτομίας από το κοινωνικά άριστο.

Η προστασία των πνευματικών δικαιωμάτων ενώ είναι ένα μέσο ιδιοποίησης των επενδύσεων σε γνώση, στην πραγματικότητα ιδιωτικοποιούν ένα μέρος ενός δημόσιου αγαθού ,μια που κάθε νέα καινοτομία ενσωματώνει μια ήδη υπάρχουσα γνώση.

Έτσι όμως μέσω των πατεντών μειώνεται το διαθέσιμο απόθεμα γνώσεων της κοινωνίας, για χρήση από άλλους δυνητικά ενδιαφερομένους ,με αποτέλεσμα λιγότερες επενδύσεις σε καινοτομία .

Ο ρόλος της βιομηχανικής πολιτικής στη
δημιουργία μιας κοινωνίας της γνώσης

Είναι σαφές από τα παραπάνω ότι οι αγορές από μόνες τους δεν επαρκούν για τη δημιουργία μιας κοινωνίας της μάθησης.
Άρα είναι απαραίτητη η κρατική παρέμβαση με τον σχεδιασμό και εφαρμογή συγκεκριμένης βιομηχανικής πολιτικής.
Το δίλημμα δεν είναι φυσικά αγορές η κράτος,
αλλά η αλληλοσυμπλήρωση τους.
Κύριος στόχος της βιομηχανικής πολιτικής πρέπει να είναι η ανάδειξη και ανάπτυξη δυναμικών συγκριτικών πλεονεκτημάτων, που να μεγιστοποιούν τις θετικές αλληλεπιδράσεις (linkages) μεταξύ τους και τις συνέργειες με τους άλλους τομείς της οικονομίας.
Αυτό πρακτικά σημαίνει στοχευμένα κίνητρα και θέσπιση προγραμματικών συμφωνιών(planning
αgreements) με βάση τις οποίες τα τυχόν κίνητρα που παρέχονται συνδέονται άμεσα με συγκεκριμένες υποχρεώσεις των επενδυτών.
Για την μεγιστοποίηση των θετικών αλληλεπιδράσεων (spillovers) και την αξιοποίηση πιθανών συνεργιών, ενδείκνυται η ενθάρρυνση της δημιουργίας συστάδων η
σμηνών επιχειρήσεων ανά βιομηχανικό κλάδο (clusters) που στηρίζονται στην γεωγραφική εγγύτητα των μονάδων που συμμετέχουν και τη γειτνίαση τους με πανεπιστήμια, ερευνητικά κέντρα κλπ,που ασχολούνται με συναφή αντικείμενα.
Οι νέες τεχνολογίες εξάλλου, παρόλο που η παραγωγή τους προϋποθέτει την ύπαρξη κάποιων ‘ατμομηχανών’ στην οικονομία, επιτρέπουν την συνύπαρξη μικρών και μεγαλυτέρων μονάδων. Ενα ειδος δυαδικης οικονομιας.
Υπάρχουν λοιπόν σημαντικές ευκαιρίες για την παρουσία στην αγορά ενός σημαντικού αριθμού οιονεί αυτοαπασχολούμενων, γεγονός που ταιριάζει πολύ στην ελληνική νοοτροπία.
Οι νέες τεχνολογίες μειώνουν σημαντικά τα εμπόδια εισόδου (barriers to entry) σε νέους κλάδους.
Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και το internet
δημιουργούν πολλές νέες ευκαιρίες συνεργασιών και ανταλλαγής ιδεών και επιτυχημένων πρακτικών.
Οι νέες τεχνολογίες συνοδεύονται επίσης από μεγάλη μείωση των τιμών του κεφαλαιουχικού εξοπλισμού. Το κόστος ενός εκτυπωτή τριών διαστάσεων έπεσε από το επίπεδο των 300000
USD το 2000 στα 1300 το 2012.
Η πρόσβαση σε νέους πελάτες είναι και αυτή ευκολότερη, ενώ η ζήτηση για ‘προσωποποιημένα’
(personalized –customized) προϊόντα και υπηρεσίες αυξάνεται συνεχώς.
Στο βαθμό που σε τέτοιες δραστηριότητες παρατηρούνται αρνητικές οικονομίες κλίμακας
(diseconomies of scale),αυτή η πολυδιάσπαση των οικονομικών μονάδων θα συνυπάρχει με μεγαλύτερη συγκέντρωση σε άλλους κλάδους

Ο ρόλος του εκπαιδευτικού συστήματος

Η ανάλυση των χαρακτηριστικών ενός εκπαιδευτικού συστήματος ενισχυτικού των παραπάνω υπερβαίνει τις φιλοδοξίες του παρόντος κειμένου.
Αρκεί μια πολύ συνοπτική αναφορά σε τρία μόνο
σημεία:

  1. Το εκπαιδευτικό σύστημα πρέπει να είναι στραμμένο στις ανάγκες της παραγωγικής διαδικασίας.
  2. Παραλληλα πρέπει να προετοιμάζει τους αποφοίτους του για την εφ’ορου ζωής εκμάθηση νέων δεξιοτήτων στους χώρους δουλειάς και όχι μόνο.
  3. Πρεπει τέλος να διαμορφώνει ένα νέο σύστημα αξιών που θα χαρακτηρίζει πολίτες δεκτικούς και ανοικτούς σε αλλαγές, με έφεση στη καινοτομία, προσανατολισμένους στην εξωστρέφεια, με θετική ροπή στη δημιουργία και την επιχειρηματικότητα και με αίσθημα κοινωνικής ευθύνης .

Συμπέρασμα

Για τη δημιουργία μιας κοινωνίας της γνώσης απαιτείται μια συνολική πολιτική που θα αφορά:

  • To εκπαιδευτικό σύστημα.
  • Την βιομηχανική στρατηγική.
  • Την εξασφάλιση επαρκούς χρηματοδότησης και ειδικά σε ΜΜΕ,για προγράμματα υψηλής τεχνολογίας και καινοτομίας.
  • Την παροχή κοινωνικής προστασίας.
  • Το απαραίτητο νομικό πλαίσιο και ειδικότερα:

-Ένα πτωχευτικό δίκαιο που να ενθαρρύνει την ανάληψη κινδύνων, με την διευκόλυνση της επανέναρξης νέων οικονομικών δραστηριοτήτων από ανθρώπους που έχουν πτωχεύσει μετά από μια επαγγελματική αποτυχία.
-Ένα φορολογικό σύστημα που να ενισχύει τις επενδύσεις σε καινοτομία , έρευνα και τεχνολογία.
-Ένα καθεστώς προστασίας των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας που να μην θέτει περιττά εμπόδια στη διάχυση της γνώσης και να αποτρέπει την χρέωση αδικαιολόγητα υψηλών τιμών στους καταναλωτές.

  • Την επαρκή χρηματοδότηση από κρατικούς πόρους της βασικής ερευνας.
  • Τον συντονισμό της ερευνητικής δραστηριότητας που συγχρηματοδοτείται από το κράτος ώστε να αποφεύγεται η σπατάλη πόρων με την ταυτόχρονη στήριξη παρόμοιων προγραμμάτων.
  • Την συστηματική αξιολόγηση των ερευνητικών προγραμμάτων στη χρηματοδότηση των οποίων συμμετέχουν και χρήματα των φορολογουμένων.

Υστερόγραφο

Έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον ένας θεσμός που λειτουργεί με μεγάλη επιτυχία στην Αυστραλία και άλλες χώρες ,αυτός του Επικεφαλής Επιστήμονα
(Chief-Scientist)
O ρόλος του είναι να παρέχει υψηλού επίπεδου ανεξάρτητες συμβουλές στον Πρωθυπουργό και τη Κυβέρνηση συνολικά, για θέματα σχετικά με την προαγωγή της επιστήμης, της τεχνολογίας και της καινοτομίας.
Σχετικές πληροφορίες υπάρχουν στο site:
www.chiefscientist.gov.au
Ένας παρόμοιος θεσμός στη Ελλάδα θα είχε σημαντική προστιθέμενη αξία και θα μπορούσε να λειτουργήσει ως καταλύτης για την προώθηση των παραπάνω.

 

διαβάστε επίσης